Κατά μία έννοια (κάτι που το βλέπουμε όλοι μας) έχουμε δύο μυαλά: ένα που σκέφτεται κι ένα που αισθάνεται.
Αυτοί οι δυο θεμελιακά διαφορετικοί τρόποι γνώσης αλληλεπιδρούν στη δόμηση της διανοητικής μας ζωής. Ο ένας, ο λογικός νους, είναι ο τρόπος κατανόησης του οποίου έχουμε επίγνωση: πιο ενσυνείδητος, πιο στοχαστικός, πιο ικανός να ζυγίζει και να συλλογίζεται. Αλλά δίπλα σ’ αυτόν υπάρχει και ένα άλλο σύστημα γνώσης, παρορμητικό και πανίσχυρο, αν και μερικές φορές παράλογο: ο συγκινησιακός νους.
Ο συγκινησιακός-λογικός διχασμός προσεγγίζει τη λαϊκή διάκριση μεταξύ «καρδιάς» και «μυαλού». Το να γνωρίζεις ότι κάτι είναι σωστό «στην καρδιά σου» είναι ένας διαφορετικός τρόπος πεποίθησης – κατά κάποιον τρόπο μια βαθύτερη μορφή σιγουριάς – από το να το σκέφτεσαι με το λογικό μυαλό σου. Υπάρχει μια σταθερή αναλογία όσον αφορά τον έλεγχο του συναισθήματος και της λογικής στο μυαλό. Όσο πιο έντονο είναι το συναίσθημα, τόσο πιο πολύ κυριαρχεί ο συγκινησιακός νους – και τόσο πιο αδρανής καθίσταται ο λογικός. Αυτή είναι μια ρύθμιση που μοιάζει να προκύπτει από το προαιώνιο πλεονέκτημα της εξέλιξης των ειδών: το να καθοδηγούν δηλαδή τα συναισθήματα και η διαίσθησή μας τις αυθόρμητες αντιδράσεις μας όταν αντιμετωπίζουμε καταστάσεις όπου η ζωή μας βρίσκεται σε κίνδυνο – όπου το να σταθούμε και να σκεφτούμε τι πρέπει να κάνουμε θα μπορούσε να μας κοστίσει τη ζωή.
Αυτά τα δύο μυαλά, το συγκινησιακό και το λογικό, λειτουργούν ως επί το πλείστον σε αγαστή συνεργασία, ταιριάζοντας τους τόσο διαφορετικούς τρόπους γνώσης που κατέχουν, για να καθοδηγούν τα βήματά μας στον κόσμο. Κανονικά υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο συγκινησιακό και το λογικό νου, καθώς το συναίσθημα τροφοδοτεί και διαπλάθει τις λειτουργίες του λογικού νου και ο λογικός νους τελειοποιεί και μερικές φορές ασκεί βέτο στην επιρροή των συναισθημάτων. Και, όμως, ο συγκινησιακός και ο λογικός νους αποτελούν εν μέρει ανεξάρτητες λειτουργίες, η καθεμιά από τις οποίες, όπως θα δούμε, αντανακλά τη λειτουργία ενός ξεχωριστού αλλά αλληλοσυνδεόμενου κυκλώματος του εγκεφάλου.
Πολλές ή τις περισσότερες φορές αυτά τα μυαλά είναι εξαιρετικά συντονισμένα. Τα συναισθήματα είναι ουσιώδη για τη σκέψη και η σκέψη είναι ουσιώδης για τα συναισθήματα. Όταν όμως εμφανίζονται τα πάθη, η ισορροπία διαταράσσεται, και τότε ο συγκινησιακός νους παίρνει το πάνω χέρι, καθυποτάσσοντας το λογικό.
Ο Έρασμος, ο γνωστός ουμανιστής του δέκατου έκτου αιώνα, έγραψε με σατιρική διάθεση γι’ αυτή την προαιώνια ένταση ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα:
Ο Δίας στοίβαξε πολύ περισσότερο πάθος παρά λογική – μπορείτε να υπολογίσετε μια αναλογία είκοσι τέσσερα προς ένα. Έστησε δύο οργισμένους τυράννους απέναντι στη μοναχική δύναμη της Λογικής: το Θυμό και τον Πόθο. Πόσο μπορεί η Λογική να υπερισχύσει αντιμέτωπη με τις συνδυασμένες δυνάμεις αυτών των δύο φαίνεται ξεκάθαρα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η Λογική κάνει το μόνο που μπορεί, ξελαρρυγγίζεται επαναλαμβάνοντας κανόνες αρετής, ενώ οι άλλοι δύο της λένε να πάει να πνιγεί, και γίνονται ολοένα και πιο θορυβώδεις και προσβλητικοί, τόσο που πια ο Αφέντης τους εξαντλείται, παραδίδει τα όπλα και υποτάσσεται.
Αυτοί οι δυο θεμελιακά διαφορετικοί τρόποι γνώσης αλληλεπιδρούν στη δόμηση της διανοητικής μας ζωής. Ο ένας, ο λογικός νους, είναι ο τρόπος κατανόησης του οποίου έχουμε επίγνωση: πιο ενσυνείδητος, πιο στοχαστικός, πιο ικανός να ζυγίζει και να συλλογίζεται. Αλλά δίπλα σ’ αυτόν υπάρχει και ένα άλλο σύστημα γνώσης, παρορμητικό και πανίσχυρο, αν και μερικές φορές παράλογο: ο συγκινησιακός νους.
Ο συγκινησιακός-λογικός διχασμός προσεγγίζει τη λαϊκή διάκριση μεταξύ «καρδιάς» και «μυαλού». Το να γνωρίζεις ότι κάτι είναι σωστό «στην καρδιά σου» είναι ένας διαφορετικός τρόπος πεποίθησης – κατά κάποιον τρόπο μια βαθύτερη μορφή σιγουριάς – από το να το σκέφτεσαι με το λογικό μυαλό σου. Υπάρχει μια σταθερή αναλογία όσον αφορά τον έλεγχο του συναισθήματος και της λογικής στο μυαλό. Όσο πιο έντονο είναι το συναίσθημα, τόσο πιο πολύ κυριαρχεί ο συγκινησιακός νους – και τόσο πιο αδρανής καθίσταται ο λογικός. Αυτή είναι μια ρύθμιση που μοιάζει να προκύπτει από το προαιώνιο πλεονέκτημα της εξέλιξης των ειδών: το να καθοδηγούν δηλαδή τα συναισθήματα και η διαίσθησή μας τις αυθόρμητες αντιδράσεις μας όταν αντιμετωπίζουμε καταστάσεις όπου η ζωή μας βρίσκεται σε κίνδυνο – όπου το να σταθούμε και να σκεφτούμε τι πρέπει να κάνουμε θα μπορούσε να μας κοστίσει τη ζωή.
Αυτά τα δύο μυαλά, το συγκινησιακό και το λογικό, λειτουργούν ως επί το πλείστον σε αγαστή συνεργασία, ταιριάζοντας τους τόσο διαφορετικούς τρόπους γνώσης που κατέχουν, για να καθοδηγούν τα βήματά μας στον κόσμο. Κανονικά υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο συγκινησιακό και το λογικό νου, καθώς το συναίσθημα τροφοδοτεί και διαπλάθει τις λειτουργίες του λογικού νου και ο λογικός νους τελειοποιεί και μερικές φορές ασκεί βέτο στην επιρροή των συναισθημάτων. Και, όμως, ο συγκινησιακός και ο λογικός νους αποτελούν εν μέρει ανεξάρτητες λειτουργίες, η καθεμιά από τις οποίες, όπως θα δούμε, αντανακλά τη λειτουργία ενός ξεχωριστού αλλά αλληλοσυνδεόμενου κυκλώματος του εγκεφάλου.
Πολλές ή τις περισσότερες φορές αυτά τα μυαλά είναι εξαιρετικά συντονισμένα. Τα συναισθήματα είναι ουσιώδη για τη σκέψη και η σκέψη είναι ουσιώδης για τα συναισθήματα. Όταν όμως εμφανίζονται τα πάθη, η ισορροπία διαταράσσεται, και τότε ο συγκινησιακός νους παίρνει το πάνω χέρι, καθυποτάσσοντας το λογικό.
Ο Έρασμος, ο γνωστός ουμανιστής του δέκατου έκτου αιώνα, έγραψε με σατιρική διάθεση γι’ αυτή την προαιώνια ένταση ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα:
Ο Δίας στοίβαξε πολύ περισσότερο πάθος παρά λογική – μπορείτε να υπολογίσετε μια αναλογία είκοσι τέσσερα προς ένα. Έστησε δύο οργισμένους τυράννους απέναντι στη μοναχική δύναμη της Λογικής: το Θυμό και τον Πόθο. Πόσο μπορεί η Λογική να υπερισχύσει αντιμέτωπη με τις συνδυασμένες δυνάμεις αυτών των δύο φαίνεται ξεκάθαρα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η Λογική κάνει το μόνο που μπορεί, ξελαρρυγγίζεται επαναλαμβάνοντας κανόνες αρετής, ενώ οι άλλοι δύο της λένε να πάει να πνιγεί, και γίνονται ολοένα και πιο θορυβώδεις και προσβλητικοί, τόσο που πια ο Αφέντης τους εξαντλείται, παραδίδει τα όπλα και υποτάσσεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου