Πρόκειται για το πορτρέτο ενός γενειοφόρου ηλικιωμένου άνδρα, στο οποίο αποδίδονται με ρεαλισμό τα ατομικά του χαρακτηριστικά. Η σχετικά μεγάλη κεφαλή στρέφεται ελαφρώς προς τα αριστερά. Σχεδόν τετράγωνο είναι το σχήμα του κρανίου, ενώ κοντός και στιβαρός ο λαιμός. Τα μαλλιά σχηματίζουν αχτένιστους, ακατάστατους βοστρύχους, σε αντίθεση με τα γένια που είναι πιο ήρεμα και καλοχτενισμένα. Η μύτη είναι μακριά, με πλατιά πτερύγια, και τα χείλη λεπτά, κρυμμένα κάτω από το παχύ μουστάκι. Τα μάτια είναι μικρά και στρογγυλά και τα βλέφαρα ασυνήθιστα πλατιά. Τα ανασηκωμένα παχιά φρύδια και οι βαθιές ρυτίδες στο μέτωπο προσδίδουν εκφραστικότητα και ζωντάνια στο πρόσωπο. Η ατημέλητη εμφάνιση της μορφής παραπέμπει σε κυνικό φιλόσοφο. Για το λόγο αυτό έχει διατυπωθεί η άποψη ότι παριστάνει τον Αθηναίο κυνικό Αντισθένη (450/445-365 π.Χ.) που υπήρξε δάσκαλος του Διογένη. Η Σέμνη Καρούζου διατύπωσε για πρώτη φορά, το 1985, την άποψη ότι το πορτρέτο ίσως παριστάνει τον περίφημο φιλόσοφο του 3ου αι. π.Χ. Βίωνα Βορυσθενίτη (από τον ποταμό Βορυσθένη της Ολβίας, στη σημερινή Ουκρανία). Ο Βίων, που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως μαθητής του περιπατητικού Θεόφραστου, έγινε αργότερα διάσημος για τον ηδονιστικό κυνισμό του και την ειρωνεία του, που πήγαζε ίσως από την περιφρόνησή του στην ταπεινή του καταγωγή (λέγεται ότι ήταν γιος ενός ψαρά και μιας εταίρας). Δίδασκε την αποσύνδεση από τα υλικά πράγματα για την επίτευξη της πνευματικής γαλήνης, ενώ στα στερνά του καταπιάστηκε και με τη μαγεία για να ξεπεράσει το φόβο του θανάτου. Άφησε το στίγμα του στα γράμματα με τις σατιρικές «διατριβές» του. Μια βέβαιη ερμηνεία του απεικονιζόμενου προσώπου είναι αδύνατη, αφού και ο τόπος ανίδρυσης του αγάλματος είναι άγνωστος.
Στον ανδριάντα αποδίδονται η κεφαλή (Χ 13400), τα χέρια (X 15105, X 15108), τα άκρα πόδια που φορούν σανδάλια (X 15091, X 15090) και τα τμήματα ιματίου (X 18932, X 15088). Σύμφωνα με τη σχεδιαστική αναπαράσταση του Ι. Σβορώνου ο «φιλόσοφος» παριστανόταν όρθιος να πατάει σταθερά και με τα δύο πόδια στο έδαφος και να φοράει μακρύ ιμάτιο, που θα κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του σώματος, ως τα γόνατα, και θα αναδιπλωνόταν στον αριστερό ώμο. Με το αριστερό χέρι κρατούσε ραβδί, ενώ το δεξί, λυγισμένο στον αγκώνα, ήταν προτεταμένο σε χειρονομία χαρακτηριστική των ρητόρων.
Χρονολόγηση: Γύρω στα 230 π.Χ. ή λίγο αργότερα
Διαστάσεις Κεφαλής: Ύψος: 0,35 μ.
Αριθμός ευρετηρίου: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Χ 13400, X 15105, X 15108, X 15091, X 15090, X 18932, X 15088, Χ 13400.
Χώρος έκθεσης: Πτέρυγα Περιοδικών Εκθέσεων, Αίθουσα Ι, Αίθουσα ΙΙ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου