Οι Έλληνες αρχικά προωθήθηκαν αργά προς τον εχθρό ψέλνοντας τον παιάνα “Απόλλων, σωτήρα θεέ” καθώς ο «Δελφίνιος Απόλλων» εθεωρείτο προστάτης των ναυτικών. Μόλις άρχισαν να δέχονται βλήματα από την Ψυτάλλεια άρχισαν να κωπηλατούν προς τα πίσω αλλά με τις πρώρες στραμμένες προς τον εχθρό. Ο περσικός στόλος άρχισε να προχωρεί με αυτοπεποίθηση αλλά και να αντιμετωπίζει τα πρώτα προβλήματα καθώς έπρεπε να στενέψει το μέτωπό του για να μπει στο χώρο μεταξύ της Κυνόσουρας και της νησίδας του Αι Γιώργη. Οι Έλληνες είχαν πάψει να «ανακρούουν πρύμνα» καθώς πλέον τα πλευρά τους ήταν εξασφαλισμένα. Και δεν έψαλλαν πλέον τον ύμνο του Απόλλωνα. Μια βοή σηκώθηκε από τον ελληνικό στόλο, υπόκωφη σαν απειλή; ένας καινούργιος παιάνας ακούστηκε:
«Παιδιά των Ελλήνων! Εμπρός ελευθερώστε πατρίδες,
ελευθερώστε τα παιδιά, τις γυναίκες, των πατρώων θεών τα ιερά,
τους τάφους των προγόνων, τώρα είναι υπέρ πάντων ο αγώνας!»
Όσοι από τον περσικό στόλο καταλάβαιναν ελληνικά πάγωσαν. Δεν ήταν απλό εμβατήριο για να δίνει απλώς κουράγιο. Απευθυνόταν στους επίστρατους Έλληνες του περσικού στόλου και ήταν κάλεσμα σε ανταρσία και εξέγερση. Σίγουρα έσκιζε την καρδιά των Ιώνων κωπηλατών σαν πυρωμένο μαχαίρι! Βλαστήμιες και κατάρες ήταν η απάντηση των Περσών αγηματαρχών που ίσως και να χρησιμοποίησαν μαστίγια για να αποτρέψουν πιθανή απειθαρχία. Στα φοινικικά και καρικά πλοία, δύσμοιροι αιχμάλωτοι θυσιάστηκαν πάνω στις πλώρες για να εξευμενιστούν οι θεοί των βαρβάρων και να τους συνδράμουν στη μάχη αλλά και για να εκφοβιστούν οι αντίπαλοι.
Αυτό ήταν πάρα πολύ για τον Αθηναίο τριήραρχο Αμεινία από την Παλλήνη. Έδωσε διαταγή στον κελευστή του να χτυπήσει τα κρόταλα «πρόσω ολοταχώς» και η τριήρης του όρμησε σαν ξύλινη τορπίλη πάνω στο πλησιέστερο φοινικικό πλοίο που πάλευε με τα ρεύματα. Η βαρύτερη αθηναϊκή τριήρης τράνταξε τη φοινικική. Μερικοί κωπηλάτες σουβλίστηκαν από τα σπασμένα κουπιά και άλλοι σακατεύτηκαν. Αρκετοί Φοίνικες πεζοναύτες πετάχτηκαν στο νερό και μερικοί έπεσαν στο διάκενο μεταξύ των καταστρωμάτων για να σακατευτούν κι αυτοί. Ώσπου να συνέλθουν οι υπόλοιποι, οι Αθηναίοι οπλίτες όρμησαν στο κατάστρωμά τους και άρχιζαν να τους σφάζουν.
Οι αρμενιστές του Αμεινία όρμησαν πίσω από τους οπλίτες με λοστούς και τσεκούρια και άρχισαν να πελεκούν το ακρόπρωρο του εχθρού. Οι Φοίνικες προσπάθησαν να παραδοθούν αλλά οι αγανακτισμένοι Αθηναίοι τους σκώτωσαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Κανένα έλεος για τους ιερόσυλους ανθρωποσφάχτες! Το ακρόπρωρο του φοινικικού πλοίου έπεσε με παφλασμό στη θάλασσα, σπάζοντας θα έλεγε κανείς την αρπάγη του φόβου που έσφιγγε τις καρδιές των Ελλήνων καταδεικνύοντας ότι ο εχθρός δεν μπορούσε να τους κάμψει ψυχολογικά.
Οι Αθηναίοι που είχαν υποστεί την αγωνία από την αρχική τους αδυναμία να εμποδίσουν τον εχθρό να ρημάζει τη γη τους έδιναν διέξοδο στην αγανάκτησή τους κωπηλατώντας όσο ποτέ άλλοτε. Κάθε πλοίο με το έμβολό του είχε γίνει όργανο εκδίκησης. Οι Αθηναίοι εκμεταλλευόμενοι των συνωστισμό, τα ευνοϊκά ρεύματα και την εκδικητική μανία των πεζοναυτών τους άρχισαν να παίρνουν το πάνω χέρι σε σχέση με τους Φοίνικες αντιπάλους τους. Πολλά πλοία της δεύτερης και τρίτης φοινικικής γραμμής μάχης βλέποντας τους Αθηναίους πεζοναύτες να σφάζουν τα εχθρικά πληρώματα χωρίς να πιάνουν αιχμαλώτους τρομοκρατήθηκαν και εξώκοιλαν τα πλοία τους στη ακτή του Περάματος για να τους αποφύγουν.
Ο Πέρσης ναύαρχος βλέποντας τους Φοίνικες να κάμπτονται διέταξε τις εφεδρείες να προωθηθούν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερη σύγχυση καθώς τα πλοία, λόγω του συνωστισμού έμπλεξαν τα κουπιά τους ή συγκρούονταν, δίνοντας έτσι ευκαιρίες στους Έλληνες πλοιάρχους να τα εμβολίσουν. Έξαλλος από θυμό ο Αριαβίγνης προσπάθησε να βάλει τάξη στο χάος αλλά καθώς δεν είχε εμπειρία στα ναυτικά όπως οι περισσότεροι Πέρσες μάλλον χειροτέρευε την κατάσταση.
Ο Αριαβίγνης ξαφνικά είδε την τριήρη του Θεμιστοκλή και διέταξε τον πλοηγό του να την εμβολίσει. Σκέφτηκε πως αν σκότωνε τον Αθηναίο ναύαρχο θα ανέτρεπε την κατάσταση υπέρ των Περσών. Λογάριαζε όμως χωρίς τον πανταχού παρόντα Αμεινία που όρμησε και τον εμβόλισε πρώτος. Απτόητος ο Πέρσης πρίγκιπας διέταξε τους άντρες του να καταλάβουν το πλοίο του Αμεινία. Όρμησε πρώτος κρατώντας τα χρυσοποίκιλτα όπλα του στα χέρια, πιστός στις περσικές πολεμικές παραδόσεις. Ο Αμεινίας και ο ύπαρχος του Λυκομήδης κατάφεραν να τον λογχίσουν σε μέρος που δεν τον προστάτευε ο θώρακας του και τον σκότωσαν. Ο θάνατος του αρχιναυάρχου τσακισε το ηθικό των Ασιατών συμβάλοντας αποφασιστικα στη νίκη.
Το επόμενο πρωί οι Έλληνες ετοιμάστηκαν να ναυμαχήσουν πάλι. Αυτή τη φορά η Ψυτάλλεια φρουρείτο από τους Αθηναίους. Ο στόλος έπλεε σε μία θάλασσα σκεπασμένη πτώματα και σπασμένα ξύλα. Δεν υπήρχε όμως εχθρός στον ορίζοντα. Έφτασαν μέχρι τα ζεμένα φορτηγά πλοία στην εξέδρα εφόδου που ετοίμαζε ο Ξέρξης και δεν βρήκαν κανέναν. Τότε μόνο κατάλαβαν το μέγεθος της νίκης τους. Τα καράβια τραντάχτηκαν από τις ζητωκραυγές χαράς ανακουφισμένων ανθρώπων. Σε μία τριήρη από τον αττικό δήμο της Ελευσίνας, ένας πεζοναύτης από το αρχαίο βασιλικό γένος των Κοδριδών ανασήκωσε το κράνος του και ατένισε γύρω του. Τον έλεγαν Αισχύλο και στο έργο του «Πέρσες» θα μας άφηνε την πιο συγκλονιστική μαρτυρία εκείνης της τρομερής ημέρας. Οι άνθρωποι αυτοί ατένιζαν πλέον το μέλλον με ελπίδα και απλώς σκεφτόντουσαν μόνο να ξαναφτιάξουν τις ζωές τους. Σήμερα ξέρουμε ότι με το αίμα τους έδωσαν στο Δυτικό πολιτισμό το δικαίωμα να υπάρξει!
«Παιδιά των Ελλήνων! Εμπρός ελευθερώστε πατρίδες,
ελευθερώστε τα παιδιά, τις γυναίκες, των πατρώων θεών τα ιερά,
τους τάφους των προγόνων, τώρα είναι υπέρ πάντων ο αγώνας!»
Όσοι από τον περσικό στόλο καταλάβαιναν ελληνικά πάγωσαν. Δεν ήταν απλό εμβατήριο για να δίνει απλώς κουράγιο. Απευθυνόταν στους επίστρατους Έλληνες του περσικού στόλου και ήταν κάλεσμα σε ανταρσία και εξέγερση. Σίγουρα έσκιζε την καρδιά των Ιώνων κωπηλατών σαν πυρωμένο μαχαίρι! Βλαστήμιες και κατάρες ήταν η απάντηση των Περσών αγηματαρχών που ίσως και να χρησιμοποίησαν μαστίγια για να αποτρέψουν πιθανή απειθαρχία. Στα φοινικικά και καρικά πλοία, δύσμοιροι αιχμάλωτοι θυσιάστηκαν πάνω στις πλώρες για να εξευμενιστούν οι θεοί των βαρβάρων και να τους συνδράμουν στη μάχη αλλά και για να εκφοβιστούν οι αντίπαλοι.
Αυτό ήταν πάρα πολύ για τον Αθηναίο τριήραρχο Αμεινία από την Παλλήνη. Έδωσε διαταγή στον κελευστή του να χτυπήσει τα κρόταλα «πρόσω ολοταχώς» και η τριήρης του όρμησε σαν ξύλινη τορπίλη πάνω στο πλησιέστερο φοινικικό πλοίο που πάλευε με τα ρεύματα. Η βαρύτερη αθηναϊκή τριήρης τράνταξε τη φοινικική. Μερικοί κωπηλάτες σουβλίστηκαν από τα σπασμένα κουπιά και άλλοι σακατεύτηκαν. Αρκετοί Φοίνικες πεζοναύτες πετάχτηκαν στο νερό και μερικοί έπεσαν στο διάκενο μεταξύ των καταστρωμάτων για να σακατευτούν κι αυτοί. Ώσπου να συνέλθουν οι υπόλοιποι, οι Αθηναίοι οπλίτες όρμησαν στο κατάστρωμά τους και άρχιζαν να τους σφάζουν.
Οι αρμενιστές του Αμεινία όρμησαν πίσω από τους οπλίτες με λοστούς και τσεκούρια και άρχισαν να πελεκούν το ακρόπρωρο του εχθρού. Οι Φοίνικες προσπάθησαν να παραδοθούν αλλά οι αγανακτισμένοι Αθηναίοι τους σκώτωσαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Κανένα έλεος για τους ιερόσυλους ανθρωποσφάχτες! Το ακρόπρωρο του φοινικικού πλοίου έπεσε με παφλασμό στη θάλασσα, σπάζοντας θα έλεγε κανείς την αρπάγη του φόβου που έσφιγγε τις καρδιές των Ελλήνων καταδεικνύοντας ότι ο εχθρός δεν μπορούσε να τους κάμψει ψυχολογικά.
Οι Αθηναίοι που είχαν υποστεί την αγωνία από την αρχική τους αδυναμία να εμποδίσουν τον εχθρό να ρημάζει τη γη τους έδιναν διέξοδο στην αγανάκτησή τους κωπηλατώντας όσο ποτέ άλλοτε. Κάθε πλοίο με το έμβολό του είχε γίνει όργανο εκδίκησης. Οι Αθηναίοι εκμεταλλευόμενοι των συνωστισμό, τα ευνοϊκά ρεύματα και την εκδικητική μανία των πεζοναυτών τους άρχισαν να παίρνουν το πάνω χέρι σε σχέση με τους Φοίνικες αντιπάλους τους. Πολλά πλοία της δεύτερης και τρίτης φοινικικής γραμμής μάχης βλέποντας τους Αθηναίους πεζοναύτες να σφάζουν τα εχθρικά πληρώματα χωρίς να πιάνουν αιχμαλώτους τρομοκρατήθηκαν και εξώκοιλαν τα πλοία τους στη ακτή του Περάματος για να τους αποφύγουν.
Ο Πέρσης ναύαρχος βλέποντας τους Φοίνικες να κάμπτονται διέταξε τις εφεδρείες να προωθηθούν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μεγαλύτερη σύγχυση καθώς τα πλοία, λόγω του συνωστισμού έμπλεξαν τα κουπιά τους ή συγκρούονταν, δίνοντας έτσι ευκαιρίες στους Έλληνες πλοιάρχους να τα εμβολίσουν. Έξαλλος από θυμό ο Αριαβίγνης προσπάθησε να βάλει τάξη στο χάος αλλά καθώς δεν είχε εμπειρία στα ναυτικά όπως οι περισσότεροι Πέρσες μάλλον χειροτέρευε την κατάσταση.
Ο Αριαβίγνης ξαφνικά είδε την τριήρη του Θεμιστοκλή και διέταξε τον πλοηγό του να την εμβολίσει. Σκέφτηκε πως αν σκότωνε τον Αθηναίο ναύαρχο θα ανέτρεπε την κατάσταση υπέρ των Περσών. Λογάριαζε όμως χωρίς τον πανταχού παρόντα Αμεινία που όρμησε και τον εμβόλισε πρώτος. Απτόητος ο Πέρσης πρίγκιπας διέταξε τους άντρες του να καταλάβουν το πλοίο του Αμεινία. Όρμησε πρώτος κρατώντας τα χρυσοποίκιλτα όπλα του στα χέρια, πιστός στις περσικές πολεμικές παραδόσεις. Ο Αμεινίας και ο ύπαρχος του Λυκομήδης κατάφεραν να τον λογχίσουν σε μέρος που δεν τον προστάτευε ο θώρακας του και τον σκότωσαν. Ο θάνατος του αρχιναυάρχου τσακισε το ηθικό των Ασιατών συμβάλοντας αποφασιστικα στη νίκη.
Το επόμενο πρωί οι Έλληνες ετοιμάστηκαν να ναυμαχήσουν πάλι. Αυτή τη φορά η Ψυτάλλεια φρουρείτο από τους Αθηναίους. Ο στόλος έπλεε σε μία θάλασσα σκεπασμένη πτώματα και σπασμένα ξύλα. Δεν υπήρχε όμως εχθρός στον ορίζοντα. Έφτασαν μέχρι τα ζεμένα φορτηγά πλοία στην εξέδρα εφόδου που ετοίμαζε ο Ξέρξης και δεν βρήκαν κανέναν. Τότε μόνο κατάλαβαν το μέγεθος της νίκης τους. Τα καράβια τραντάχτηκαν από τις ζητωκραυγές χαράς ανακουφισμένων ανθρώπων. Σε μία τριήρη από τον αττικό δήμο της Ελευσίνας, ένας πεζοναύτης από το αρχαίο βασιλικό γένος των Κοδριδών ανασήκωσε το κράνος του και ατένισε γύρω του. Τον έλεγαν Αισχύλο και στο έργο του «Πέρσες» θα μας άφηνε την πιο συγκλονιστική μαρτυρία εκείνης της τρομερής ημέρας. Οι άνθρωποι αυτοί ατένιζαν πλέον το μέλλον με ελπίδα και απλώς σκεφτόντουσαν μόνο να ξαναφτιάξουν τις ζωές τους. Σήμερα ξέρουμε ότι με το αίμα τους έδωσαν στο Δυτικό πολιτισμό το δικαίωμα να υπάρξει!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου