Είναι καταθλιπτικό να βλέπει κανείς τις προσπάθειες της ανθρωπότητας να πετύχει ένα και μοναδικό σκοπό ακολουθώντας δύο διαφορετικά και δύσβατα μονοπάτια που διαχωρίζονται από τείχη η θρησκεία και επιστήμη, ενώ φορά παρωπίδες και δεν επιχειρεί μέσω της ενοποίησης όλων των δυνάμεων, αν όχι να προσφέρει μια πλήρη κατανόηση της φύσης, τουλάχιστον να δώσει μαι πειστική απάντηση στο ερώτημα «Τι είναι ο άνθρωπος;» ως παρηγορητική ένδειξη ότι έχει συνειδητοποιήσει την ύπαρξη ενός και του αυτού σκοπού.
Το μειονέκτημα της διαφοροποίησης θα ήταν υποφερτό, αν επρόκειτο για δύο διακριτές ομάδες ανθρώπων σε δύο διαφορετικά μονοπάτια. όμως δεν είναι έτσι. Πολλοί ανάμεσά μας αμφιταλαντεύονται ποιόν από τους δύο δρόμους να ακολουθήσουν. Πολλοί στενοχωριούνται και μάλιστα κυριεύονται από απελπισία στη σκέψη ότι πρέπει να στρέφονται εναλλάξ, πότε εναντίον του ενός και πότε εναντίον του άλλου τρόπου σκέψης.
Κι αυτό επειδή είναι βέβαιο ότι η απόκτηση μιας περιεκτικής επιστημονικής παιδείας δεν ικανοποιεί πλήρως την εσωτερική μας ανάγκη για μια σταθερή, θρησκευτική ή φιλοσοφική στήριξη ενόψει των βασάνων τής καθημερινής ζωής, ούτως ώστε να είμαστε ευτυχισμένοι και να μην επιζητούμε τίποτε περισσότερο.
Αρκετά συχνά η επιστήμη τραντάζει τις καθιερωμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις χωρίς ωστόσο να τις αντικαθιστά με κάτι άλλο, με αποτέλεσμα να παρατηρείται το γελοίο φαινόμενο επιστημονικά καλλιεργημένοι, υψηλού πνευματικού επιπέδου άνθρωποι να διαθέτουν μια απίστευτα παιδική φιλοσοφική κοσμοθεώρηση.
Η επιβίωση, για να μην αναφέρουμε τη συνεχή πρόοδο του ανθρωπίνου γένους δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη.
Προσωπικές ατυχίες, ενταφιασμένες ελπίδες, επαπειλούμενη αθλιότητα, έλλειψη εμπιστοσύνης στην ευφυΐα, την ακεραιότητα και την εντιμότητα των κυβερνώντων εγείρουν τη λαχτάρα στους ανθρώπους για μια, έστω αόριστη, όχι πλήρως αποδεικτέα ελπίδα ότι ο Κόσμος μας ή η Ζωή μας αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι ενός ανώτερου σχεδίου το οποίο έχει μια βαθύτερη, αδιερεύνητη σημασία.
Όμως εδώ βρισκόμαστε μπροστά στο τείχος που χωρίζει τους “δύο δρόμους”, αυτόν της καρδιάς από εκείνον της καθαρής λογικής. Το βλέμμα μας γλιστρά προς τα πίσω, κατά μήκος του τείχους: άραγε δεν μπορούμε να το γκρεμίσουμε; Υπήρχε εκεί ανέκαθεν;
Χωρίς να μιλήσω μεταφορικά, πιστεύω ότι ο λόγος που η φιλοσοφία των Ελλήνων μας ελκύει σήμερα τόσο έντονα είναι επειδή πουθενά στον κόσμο, ούτε πριν, ούτε μετά από αυτούς, δεν συγκροτήθηκε ένα τόσο προοδευμένο, καλά διαρθρωμένο οικοδόμημα γνώσεων και σκέψης χωρίς το μοιραίο σχίσμα που στέκεται εμπόδιο επί αιώνες και σήμερα έχει γίνει πλέον ανυπόφορο.
Το μειονέκτημα της διαφοροποίησης θα ήταν υποφερτό, αν επρόκειτο για δύο διακριτές ομάδες ανθρώπων σε δύο διαφορετικά μονοπάτια. όμως δεν είναι έτσι. Πολλοί ανάμεσά μας αμφιταλαντεύονται ποιόν από τους δύο δρόμους να ακολουθήσουν. Πολλοί στενοχωριούνται και μάλιστα κυριεύονται από απελπισία στη σκέψη ότι πρέπει να στρέφονται εναλλάξ, πότε εναντίον του ενός και πότε εναντίον του άλλου τρόπου σκέψης.
Κι αυτό επειδή είναι βέβαιο ότι η απόκτηση μιας περιεκτικής επιστημονικής παιδείας δεν ικανοποιεί πλήρως την εσωτερική μας ανάγκη για μια σταθερή, θρησκευτική ή φιλοσοφική στήριξη ενόψει των βασάνων τής καθημερινής ζωής, ούτως ώστε να είμαστε ευτυχισμένοι και να μην επιζητούμε τίποτε περισσότερο.
Αρκετά συχνά η επιστήμη τραντάζει τις καθιερωμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις χωρίς ωστόσο να τις αντικαθιστά με κάτι άλλο, με αποτέλεσμα να παρατηρείται το γελοίο φαινόμενο επιστημονικά καλλιεργημένοι, υψηλού πνευματικού επιπέδου άνθρωποι να διαθέτουν μια απίστευτα παιδική φιλοσοφική κοσμοθεώρηση.
Η επιβίωση, για να μην αναφέρουμε τη συνεχή πρόοδο του ανθρωπίνου γένους δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη.
Προσωπικές ατυχίες, ενταφιασμένες ελπίδες, επαπειλούμενη αθλιότητα, έλλειψη εμπιστοσύνης στην ευφυΐα, την ακεραιότητα και την εντιμότητα των κυβερνώντων εγείρουν τη λαχτάρα στους ανθρώπους για μια, έστω αόριστη, όχι πλήρως αποδεικτέα ελπίδα ότι ο Κόσμος μας ή η Ζωή μας αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι ενός ανώτερου σχεδίου το οποίο έχει μια βαθύτερη, αδιερεύνητη σημασία.
Όμως εδώ βρισκόμαστε μπροστά στο τείχος που χωρίζει τους “δύο δρόμους”, αυτόν της καρδιάς από εκείνον της καθαρής λογικής. Το βλέμμα μας γλιστρά προς τα πίσω, κατά μήκος του τείχους: άραγε δεν μπορούμε να το γκρεμίσουμε; Υπήρχε εκεί ανέκαθεν;
Χωρίς να μιλήσω μεταφορικά, πιστεύω ότι ο λόγος που η φιλοσοφία των Ελλήνων μας ελκύει σήμερα τόσο έντονα είναι επειδή πουθενά στον κόσμο, ούτε πριν, ούτε μετά από αυτούς, δεν συγκροτήθηκε ένα τόσο προοδευμένο, καλά διαρθρωμένο οικοδόμημα γνώσεων και σκέψης χωρίς το μοιραίο σχίσμα που στέκεται εμπόδιο επί αιώνες και σήμερα έχει γίνει πλέον ανυπόφορο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου