Η διαφοροποίηση του εαυτού είναι ο βαθμός που ένα άτομο μπορεί να διαχωρίσει τη λογική και τη συμπεριφορά του από τα συναισθήματα. H διαφοροποίηση του εαυτού είναι μια σπουδαία έννοια, καθώς αναφέρεται στην ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται και να αισθάνεται ως ανεξάρτητο, μοναδικό άτομο, ενώ παράλληλα έχει την ικανότητα να συνδέεται με άλλα άτομα. Κατά κάποιον τρόπο η διαφοροποίηση είναι παράλληλη με τη συναισθηματική ωριμότητα. Κάθε μικρό βήμα προς τη διαφοροποίηση του εαυτού έρχεται σε σύγκρουση με αυτό της εσωτερικής φωνής που ορίζει η οικογένεια: με τις πεποιθήσεις, τις αρχές, τις αξίες και τα συναισθήματα της οικογένειας. Κατά συνέπεια η διαφοροποίηση είναι μια δύσκολη διαδικασία, η οποία συχνά απαιτεί τη συνοδεία ενός ενήλικα ή θεραπευτή.
Τα μέλη της οικογένειας είναι συναισθηματικά συγχωνευμένα σα να μην έχουν δική τους ατομικότητα. Είναι ένα γεγονός που ισχύει σε όλες τις οικογένειες. Αυτό που διαφέρει είναι ο βαθμός. Σε μια συγχωνευμένη οικογένεια όλα γίνονται μαζί. Τα μέλη μοιράζονται συναισθήματα, μύθους, αντιλήψεις. Ο Fogarty υποστηρίζει πως για να επιτύχουμε τη διαφοροποίηση χρειάζεται να πάρουμε αποστάσεις από τα συναισθηματικά δεσμά και να επιστρατεύσουμε τη λογική μας. Τελικά πρέπει να υπερνικηθεί ο φόβος να εγκαταλείψουμε την ασφάλεια που προσφέρει το «μαζί» και να εξερευνήσουμε τις άγνωστες δυνατότητες του εαυτού μας. Η προσπάθεια για ισορροπία ανάμεσα στην αυτονόμηση και τη συγχώνευση δημιουργεί αυξημένο άγχος και δυσλειτουργία. Στις σχέσεις που υπάρχει διαφοροποίηση το άγχος είναι χαμηλό, η εγγύτητα πιο ανεκτή και δεν υπάρχει δυσλειτουργία.
ΣΤΗ ΣΥΓΧΩΝΕΥΜΕΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΑΔΥΝΑΤΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ, ΚΑΘΩΣ ΥΠΕΡΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ «ΕΜΕΙΣ».
Αυτό σημαίνει πως δυσκολεύεται να ανακαλύψει τον προσωπικό του χώρο και χρόνο, την εγγύτητα και την απόσταση από άλλα μέλη, να οριοθετηθεί στις σχέσεις, να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και τελικά να γίνει Πρόσωπο. Όσο λιγότερο διαφοροποιημένος και ανεπτυγμένος είναι ο Εαυτός ενός ατόμου τόσο περισσότερο οι άλλοι επηρεάζουν τη λειτουργία του και τόσο περισσότερο ο ίδιος προσπαθεί να ελέγξει ενεργητικά ή παθητικά τους άλλους. Οι οικογενειακές σχέσεις ενός ατόμου στη βρεφική και παιδική ηλικία καθορίζουν πόσο Εαυτό αναπτύσσει. Όταν παγιωθεί το επίπεδο του εαυτού, σπάνια αλλάζει εκτός και αν ο άνθρωπος κάνει μια δομημένη και μακροπρόθεσμη προσπάθεια να το αλλάξει. Ο Bowen παρατήρησε πως όσο μικρότερος είναι ο βαθμός διαφοροποίησης (δεν υπάρχει αίσθηση εαυτού, αδύναμη και ασταθής προσωπική ταυτότητα), τόσο μεγαλύτερη είναι η συνεξάρτηση και η συγχώνευση με τους άλλους. Όσο ένα πρόσωπο μπορεί να είναι ο Εαυτός του τόσο επιτρέπει και στους άλλους να είναι ο Εαυτός τους. Όταν υπάρχει χαμηλή διαφοροποίηση το συναίσθημα και η υποκειμενικότητα υπερισχύουν της λογικής. Συνήθως το άτομο λειτουργεί είτε αντιδραστικά προς το περιβάλλον, είτε θυσιάζει τις επιθυμίες του για να γίνει αποδεκτό. Είτε αποφεύγει τις στενές σχέσεις -γιατί τις βιώνει απειλητικά και φοβάται πως θα χάσει την ατομικότητά του- είτε συγχωνεύεται με τους άλλους.
Δεν είναι εύκολο να διαφοροποιηθεί κανείς από την οικογένεια προέλευσής του. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι το κάνουν με το να αποκοπούν εντελώς, όμως έτσι δεν επιτυγχάνεται η διαφοροποίηση καθώς αυτή σημαίνει να μπορεί κανείς μέσα στις σχέσεις να ισορροπεί ανάμεσα στο συναίσθημα και τη λογική. Εν τέλει η διαφοροποίηση μάλλον είναι μια αδιάκοπη προσπάθεια του ανθρώπου. «Η ικανότητα να μπορούμε να πούμε «εγώ»- να λέμε «ναι» χωρίς θυμό και «όχι» χωρίς τύψεις είναι μια θέση συνύπαρξης και ταυτόχρονα οριοθέτησης μέσα στις σχέσεις». Όσο δουλεύουμε με τον εαυτό μας εξελισσόμαστε, αλλά συχνά επιστρέφουμε στο παλιό, καθώς είναι δύσκολο να ξεφύγουμε από προγραμματισμούς και μοτίβα σχέσεων, που κυριαρχούν στην οικογένεια προέλευσής μας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου