Πέμπτη 20 Απριλίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ

ΞΕΝ Απομν 2.2.10–2.2.14

Η οφειλόμενη αγάπη προς τους γονείς

Ο μεγαλύτερος γιος του Σωκράτη, ο Λαμπροκλής, είχε οργιστεί με τη μητέρα του. Σε συζήτηση μαζί του για τη σχέση των παιδιών με τους γονείς τους και ειδικότερα με τη μητέρα τους, ο Σωκράτης τον καθοδηγεί στον δρόμο της υπακοής και του σεβασμού.


[2.2.10] καὶ ὁ Σωκράτης, Οὐκοῦν, ἔφη, σὺ ταύτην, εὔνουν τέ σοι οὖσαν
καὶ ἐπιμελομένην ὡς μάλιστα δύναται κάμνοντος ὅπως ὑγι-
άνῃς τε καὶ ὅπως τῶν ἐπιτηδείων μηδενὸς ἐνδεὴς ἔσει, καὶ
πρὸς τούτοις πολλὰ τοῖς θεοῖς εὐχομένην ἀγαθὰ ὑπὲρ σοῦ
καὶ εὐχὰς ἀποδιδοῦσαν, χαλεπὴν εἶναι φής; ἐγὼ μὲν οἶμαι,
εἰ τοιαύτην μὴ δύνασαι φέρειν μητέρα, τἀγαθά σε οὐ δύνα-
σθαι φέρειν. [2.2.11] εἰπὲ δέ μοι, ἔφη, πότερον ἄλλον τινὰ οἴει
δεῖν θεραπεύειν; ἢ παρεσκεύασαι μηδενὶ ἀνθρώπων πειρᾶ-
σθαι ἀρέσκειν μηδὲ πείθεσθαι μήτε στρατηγῷ μήτε ἄλλῳ
ἄρχοντι; Ναὶ μὰ Δί’ ἔγωγε, ἔφη. [2.2.12] Οὐκοῦν, ἔφη ὁ Σω-
κράτης, καὶ τῷ γείτονι βούλῃ σὺ ἀρέσκειν, ἵνα σοι καὶ πῦρ
ἐναύῃ, ὅταν τούτου δέῃ, καὶ ἀγαθοῦ τέ σοι γίγνηται συλ-
λήπτωρ καί, ἄν τι σφαλλόμενος τύχῃς, εὐνοϊκῶς ἐγγύθεν βοηθῇ
σοι; Ἔγωγε, ἔφη. Τί δέ; συνοδοιπόρον ἢ σύμπλουν, ἢ εἴ τῳ
ἄλλῳ ἐντυγχάνοις, οὐδὲν ἄν σοι διαφέροι φίλον ἢ ἐχθρὸν
γενέσθαι, ἢ καὶ τῆς παρὰ τούτων εὐνοίας οἴει δεῖν ἐπιμελεῖ-
σθαι; Ἔγωγε, ἔφη. [2.2.13] Εἶτα τούτων μὲν ἐπιμελεῖσθαι παρε-
σκεύασαι, τὴν δὲ μητέρα τὴν πάντων μάλιστά σε φιλοῦσαν
οὐκ οἴει δεῖν θεραπεύειν; οὐκ οἶσθ’ ὅτι καὶ ἡ πόλις ἄλλης
μὲν ἀχαριστίας οὐδεμιᾶς ἐπιμελεῖται οὐδὲ δικάζει, ἀλλὰ
περιορᾷ τοὺς εὖ πεπονθότας χάριν οὐκ ἀποδόντας, ἐὰν δέ
τις γονέας μὴ θεραπεύῃ, τούτῳ δίκην τε ἐπιτίθησι καὶ ἀπο-
δοκιμάζουσα οὐκ ἐᾷ ἄρχειν τοῦτον, ὡς οὔτε ἂν τὰ ἱερὰ
εὐσεβῶς θυόμενα ὑπὲρ τῆς πόλεως τούτου θύοντος οὔτε ἄλλο
καλῶς καὶ δικαίως οὐδὲν ἂν τούτου πράξαντος; καὶ νὴ Δία
ἐάν τις τῶν γονέων τελευτησάντων τοὺς τάφους μὴ κοσμῇ,
καὶ τοῦτο ἐξετάζει ἡ πόλις ἐν ταῖς τῶν ἀρχόντων δοκι-
μασίαις. [2.2.14] σὺ οὖν, ὦ παῖ, ἐὰν σωφρονῇς, τοὺς μὲν θεοὺς
παραιτήσῃ συγγνώμονάς σοι εἶναι, εἴ τι παρημέληκας τῆς
μητρός, μή σε καὶ οὗτοι νομίσαντες ἀχάριστον εἶναι οὐκ
ἐθελήσωσιν εὖ ποιεῖν, τοὺς δὲ ἀνθρώπους φυλάξῃ μή σε
αἰσθόμενοι τῶν γονέων ἀμελοῦντα πάντες ἀτιμάσωσιν, εἶτα
ἐν ἐρημίᾳ φίλων ἀναφανῇς. εἰ γάρ σε ὑπολάβοιεν πρὸς
τοὺς γονέας ἀχάριστον εἶναι, οὐδεὶς ἂν νομίσειεν εὖ σε
ποιήσας χάριν ἀπολήψεσθαι.

***
Και ο Σωκράτης· Λοιπόν, είπεν, η μητέρα σου ενώ θέλει το καλόν σου και φροντίζει διά σε, όταν ασθενής, όσον ημπορεί περισσότερον, και διά να γίνης καλά και διά να μη στερηθής τίποτε από την τροφήν σου και προς τούτοις ενώ πολλά [αγαθά] χάριν σου ζητεί από τους θεούς και εκτελεί τα ταξίματά της συ διισχυρίζεσαι ότι είναι ανυπόφορος; Εγώ βέβαια νομίζω ότι, αν δεν ημπορής να υποφέρης τοιαύτην μητέρα δεν ημπορείς να υποφέρης τα αγαθ . Ειπέ μου δε, είπε, ποίον εκ των δύο συμβαίνει: μήπως νομίζεις, ότι πρέπει να τιμάς τους άλλους ή είσαι προδιατεθειμένος να μη προσπαθής να φαίνεσαι αρεστός εις κανένα άνθρωπον μηδέ να πείθεσαι μήτε εις στρατηγόν μήτε εις κανένα άλλον άρχοντα; ― Ναι, μα την αλήθειαν, είπε, παραδέχομαι, ότι πρέπει να τιμώ τους άλλους. ― Λοιπόν, είπεν ο Σωκράτης, και εις τον γείτονά σου θέλεις να είσαι αρεστός, και διά να σου δίδη προσάναμμα όταν έχης ανάγκην από φωτιάν και διά να σε βοηθή εις αγαθήν τινά πράξιν και, αν τυχαίως σφάλλης εις τίποτε, να τρέχη να σε βοηθή φιλικώς; ― Μάλιστα, είπε. ― Τι δε; καθόλου δεν θα σ' ενδιέφερε να γίνη εχθρός σου ή φίλος σου, ο συνοδοιπόρος ή συνταξιδιώτης εν πλοίω ή όποιος άλλος συναντηθή μαζί σου ή νομίζεις, ότι πρέπει να φροντίζης και διά την εύνοιαν αυτών; ― Μάλιστα, είπεν. ― Έπειτα δι' αυτούς μεν είσαι προδιατεθειμένος να φροντίζης, την δε μητέρα σου, η οποία σε αγαπά περισσότερον απ' όλους, δεν νομίζεις ότι πρέπει να την τιμάς; Δεν ηξεύρεις, ότι και η πόλις διά τας άλλας μεν αχαριστίας αδιαφορεί ούτε τας δικάζει, αλλά παραβλέπει εκείνους, που έχουν ευεργετηθή και δεν αποδίδουν την ευεργεσίαν, αν όμως κανείς από τους γονείς του δεν περιποιήται, εις τούτον και τιμωρίαν επιβάλλει και κατά την δοκιμασίαν των αρχόντων αποδοκιμάζουσα αυτόν δεν του επιτρέπει να γίνη άρχων, επειδή ούτε αι θυσίαι ευσεβώς θα ετελούντο, όταν αυτός θα εθυσίαζεν, ούτε άλλο τίποτε καλώς και δικαίως ούτος θα έκαμνε; και μα την αλήθειαν, αν κανείς, όταν αποθάνουν οι γονείς του, τους τάφους των δεν στολίζη, και αυτό το εξετάζει η πόλις εις τας δοκιμασίας των αρχόντων. Συ λοιπόν, παιδί μου, αν είσαι φρόνιμος, τους μεν θεούς θα παρακαλέσης να σε συγχωρήσουν, αν πως έχης παραμελήση την μητέρα σου, μήπως και αυτοί, άμα σε καταλάβουν ότι είσαι αχάριστος, δεν θελήσουν να σε ευεργετούν, από δε τους ανθρώπους θα φυλαχθής, μήπως, άμα σε αντιληφθούν, ότι παραμελείς τους γονείς σου, όλοι σε περιφρονήσουν, και τότε ευρεθής έρημος φίλων. Διότι, αν σε νομίσουν, ότι είσαι αγνώμων προς τους γονείς, κανείς δεν θέλει πιστεύσει ότι, αν σ' ευεργετήση, θα λάβη οπίσω την ευεργεσίαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου