11.14. Το μέσα και το έξω
Τελικά για ποιο λόγο στα ομηρικά έπη η συμπεριφορά των θνητών αποδίδεται σε εξωτερικές δυνάμεις, όπως η μοίρα και η ἄτη, και γιατί η πηγή αυτών των μυστηριωδών δυνάμεων συνδέεται συχνά με τους θεούς; Πρόκειται για ερωτήματα που διατυπώνουν κατά καιρούς οι αναγνώστες των ομηρικών επών, δίνοντας αντίθετες μεταξύ τους απαντήσεις.
Ένας τρόπος απάντησης, ο πιο παραδοσιακός, στηρίζεται στην υπόθεση ότι ο Όμηρος είναι απόμακρος, κάπως πρωτόγονος, σε σχέση με μεταγενέστερους και νεότερους ομοτέχνους του. Συγκεκριμένα, η έννοια της συγκροτημένης προσωπικότητας δεν είναι πλήρως σχηματισμένη στα χρόνια του ποιητή, ο οποίος δεν διαθέτει και τα κατάλληλα εκφραστικά μέσα, για να αποδώσει την εικόνα ενός ενιαίου και συγκροτημένου εαυτού. Έτσι, η οποιαδήποτε νοητική ή συναισθηματική διεργασία συμβαίνει μέσα στον θνητό μετατοπίζεται προς τα έξω και καταλογίζεται σε δυνάμεις που τον ξεπερνούν και βρίσκονται πάνω από αυτόν. Για παράδειγμα, η εξαναγκαστική ώθηση της Ελένης από τη θεά Αφροδίτη να σμίξει καλά και σώνει με τον Πάρη, είναι ένα είδος προβολής προς τα έξω (προς τη θεά) των αντιφατικών συναισθημάτων της βασίλισσας προς τον εραστή της - τον μισεί, όμως τον βρίσκει και γοητευτικό. Κατά προέκταση, αρκετά συχνά παρορμήσεις και συναισθήματα των θνητών εμφανίζονται στα ομηρικά έπη ως προσωποποιημένες, εξωτερικές δυνάμεις, όπως η Μοίρα, η Άτη, ο Φόβος, ο πόλεμος, που ταυτίζεται στην Ιλιάδα με τον θεό του πολέμου Άρη κ.ο.κ.
Η προηγούμενη θέση αδικεί, εκτός από τον ποιητή, τους θνητούς στα ομηρικά έπη, οι οποίοι, καθώς μεταθέτουν έξω από τον εαυτό τους τις σκέψεις και τις παρορμήσεις τους, απαλλάσσονται από την οποιαδήποτε ευθύνη για τις πράξεις τους και εμφανίζονται ως όργανα των υπερφυσικών δυνάμεων. Οι πρωτοβουλίες ωστόσο των θνητών όχι μόνο στηρίζουν την ανάπτυξη πολλών αφηγηματικών επεισοδίων της Ιλιάδας και της Οδύσσειας αλλά και αποδεικνύονται καθοριστικές στον σχηματισμό του συνολικού σχεδίου των ομηρικών επών. Εξάλλου, συχνότερα στην Ιλιάδα και σπανιότερα στην Οδύσσεια, οι θνητοί υποκινούνται σε κάποια πράξη τους, επειδή τους το υπαγορεύει ή το λέει η ψυχή τους (θυμὸς ἀνώγει). Τέλος, οι παρεμβάσεις των θεών συμβαίνουν μόνον όταν προκαλούνται από τις ενέργειες των θνητών. Προσεύχονται, για παράδειγμα, προκαλώντας τη θετική ή αρνητική ανταπόκριση των θεών. Αν υποτεθεί ότι οι θνητοί δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους, επομένως δεν φέρουν και την ευθύνη για ό,τι τους συμβαίνει, θα ήταν παράλογο να συμπεράνει κάποιος ότι ο ποιητής και το ακροατήριό του προσλάμβανε την προσευχή των θνητών σαν να υποκινήθηκε από τους θεούς.
Ως διόρθωση της προηγούμενης ερμηνευτικής πρότασης προβάλλεται η αρχή της «διπλής υπευθυνότητας». Το κίνητρο δηλαδή μιας πράξης ορίζεται στα ομηρικά έπη διπλά: τόσο από τους θνητούς όσο και από τους θεούς. Θνητοί και αθάνατοι προκαλούν την ίδια στιγμή τις ίδιες πράξεις και υποκινούν τις ίδιες παρορμήσεις· άρα μπορούν να θεωρηθούν και οι δύο εξίσου υπεύθυνοι. Έτσι, λόγου χάρη, μπορεί να δικαιολογηθεί στην Ιλιάδα η απολογητική συμπεριφορά του Αγαμέμνονα απέναντι στον Αχιλλέα. Ο βασιλιάς προσφέρει αποζημίωση στον Αχιλλέα, αποδεχόμενος έμμεσα την προσωπική του ευθύνη στην πράξη της ατίμωσης του συμπολεμιστή του, αποδίδει όμως την ίδια στιγμή την ευθύνη στον Δία, στην Άτη και στην Ερινύα.
Η ερμηνευτική αρχή της «διπλής υπευθυνότητας», ή του «διπλού κινήτρου», είναι ελκυστική, παρακάμπτει ωστόσο τις περιπτώσεις όπου αναφέρεται ότι οι θνητοί: (α) αποδίδουν το κίνητρο μιας πράξης τόσο στους θεούς όσο και στους ίδιους τους εαυτούς τους για λόγους καθαρής ευσέβειας· (β) ενεργούν παρά τη θέληση των θεών· (γ) παίρνουν κρίσιμες αποφάσεις έπειτα από έντονη συλλογιστική περίσκεψη μόνοι τους, δίχως καμιά θεϊκή παρέμβαση· (δ) εναλλάσσουν με διαζευτικό τρόπο, και δεν ταυτίζουν, τη βούληση των θεών με την προσωπική παρόρμηση. Για παράδειγμα, στους Φαίακες ο Οδυσσέας λέει πως η νύμφη Καλυψώ τον άφησε να φύγει, επειδή πήρε ίσως κάποιο μήνυμα από τον Δία· μπορεί όμως να άλλαξε και η ίδια στο τέλος γνώμη (η 263). Όλες αυτές οι αγνοημένες περιπτώσεις κάθε άλλο παρά δείχνουν ότι το στοιχείο της προσωπικής πρωτοβουλίας και ευθύνης απουσιάζει από τα ομηρικά έπη.
Διατυπώνεται έτσι μια τρίτη ερμηνευτική εκδοχή που, δίχως να αγνοεί την ξεχωριστή φυσιογνωμία των ομηρικών επών, αναγνωρίζει ότι ο Όμηρος είναι κατά βάθος ένας αρχαίος σύγχρονός μας. Οι θνητοί στα ομηρικά έπη αποδίδουν σε εξωτερικές αφορμές κρίσιμες όψεις της συμπεριφοράς τους, επειδή οι άνθρωποι συνήθιζαν και συνηθίζουν να το κάνουν αυτό. Επομένως, αν η συμπεριφορά τους δεν κριθεί με βάση συγκροτημένα θεωρητικά πρότυπα, μπορεί να βρεθεί ότι δεν διαφέρει πολύ από την αντίστοιχη των σημερινών. Η έμφυτη τάση των ανθρώπων κάθε εποχής είναι να εξαιρούν τον εαυτό τους από ενέργειες τις οποίες δεν μπορούν οι ίδιοι να εξηγήσουν. Στα ομηρικά έπη ειδικότερα η στάση αυτή των θνητών δικαιολογείται, επειδή, εκτός των άλλων, κανένα εξαιρετικό γεγονός δεν συμβαίνει τυχαία, αλλά πιστεύεται ότι προέρχεται από κάποιον. Όταν κάτι το αναπόφευκτο ή απρόβλεπτο δεν μπορεί να έχει συμβεί από κάποιον θνητό, θα πρέπει να αποδοθεί σε μια ανώτερη δύναμη, τη μοίρα ή την άτη, έναν θεό ή δαίμονα. Πρόκειται για αντιλήψεις που από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα είχαν και έχουν ευρεία απήχηση. Στα ομηρικά έπη βέβαια οι αντιλήψεις αυτές μεταπλάθονται από τον ποιητή σε τέχνη, ώστε να είναι και λογοτεχνικά αποτελεσματικές, αποβλέποντας στο να τέρψουν το ακροατήριο.
Η τελευταία αυτή διάσταση των ομηρικών επών, η λογοτεχνική, επιτρέπει μια διαφορετική ανάγνωσή τους, λιγότερο ορθολογιστική ή αλληγορική, και περισσότερο φυσική, που είναι έτοιμη να αποδεχθεί τις αμφισημίες, ακόμη και τις αντιφάσεις που διέπουν τη σχέση των θνητών με τον εσωτερικό τους και τον εξωτερικό τους κόσμο. Η προσπάθεια να ερμηνεύεται το υπερφυσικό στοιχείο στα ομηρικά έπη με βάση σύγχρονες θεωρίες και πεποιθήσεις (φιλοσοφικές, ηθικές, θεολογικές ή ψυχολογικές) μπορεί και να εμποδίζει την αναγνωστική απόλαυση, επειδή αναζητούνται λύσεις σε καταστάσεις και προβλήματα που ο ίδιος ο δημιουργός τους ως ποιητής δεν επεδίωξε, και δεν τον ενδιέφερε ίσως να προσφέρει. Εξάλλου, τα ερωτήματα που σχετίζονται με το μέσα και το έξω της ζωής των θνητών είναι πάνω απ᾽ όλα των αναγνωστών και όχι του ακροατηρίου του Ομήρου, που υποδεχόταν τον μηχανισμό των υπερφυσικών δυνάμεων προφανώς με φυσικό τρόπο.
Αν ο Όμηρος αποσκοπούσε με την ποίησή του να τέρψει πάνω απ᾽ όλα το ακροατήριό του, ο ρόλος του υπερφυσικού στοιχείου όφειλε να υπηρετεί και αυτόν ακριβώς τον στόχο. Για να επιτευχθεί όμως η απόλαυση ενός αφηγηματικού έργου, είναι απαραίτητο να υπάρχει ίντριγκα, πλοκή. Αυτό στην περίπτωση των ομηρικών επών σημαίνει ότι οι θεοί, οι μυστηριώδεις εξωτερικές δυνάμεις, όπως η μοίρα και η άτη, έπρεπε να συμπλακούν με τις πρωτοβουλίες των θνητών, ώστε, συνυφαίνοντας ένα σύνθετο πλέγμα σχέσεων, να δημιουργούνται δραματικές ή ειρωνικές καταστάσεις και το ακροατήριο να παρακολουθεί συγκινημένο την εξέλιξη των αφηγηματικών δρωμένων. Η αποδοχή λοιπόν του σύνθετου δικτύου σχέσεων ανάμεσα στο μέσα και στο έξω του κόσμου των θνητών είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή του σημερινού αναγνώστη στην απόλαυση των ομηρικών επών.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου