Η ετυμολόγηση της λέξης δημιουργεί πολλές περιπλοκές. Κατά μία εκδοχή προέρχεται από τη λέξη «άχος-εος» (=λύπη, θλίψη) από όπου προέρχεται και το ρήμα αχεύω- αχέω= στενάζω, θλίβομαι, εξ ου και Αχέρων ποταμός. Άλλη εκδοχή σχετίζει τη λέξη Αχιλλεύς με πολλά γνωστά ελληνικά υδρωνύμια: Αχελώος, Ίναχος, Αχάμης, (ίσως και Σπερχειός)… αφού όλα αυτά έχουν στενή σχέση με τη λέξη «Αχαιός», που χρησιμοποιούνταν και ως υδρωνύμιο. Όλες οι ονομασίες που προαναφέρθηκαν έχουν μια κοινή ρίζα, την ινδοευρωπαϊκή* «akw» (=νερό), την οποία κάποια προελληνική διάλεκτος μετέτρεψε σε «αχ» και κατόπιν υιοθετήθηκε με αυτή τη μορφή από τους Έλληνες (Αχαιούς). Είναι πάντως βέβαιο πως ο Αχιλλέας λατρεύτηκε ως θεότητα του υγρού στοιχείου σε αρκετές αποικίες του Ευξείνου Πόντου, ως «Αχιλλέας Ποντάρχης», ενώ, ως θεότητα, απολάμβανε λατρεία σε πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Η θεωρία του «ιστορικού πυρήνα». Ένα γεγονός γέννησε τους μύθους.
Ο Ούγκο Γουίνκλιρ μας λέγει πως «για τη συγγραφή της ιστορίας ο μύθος έχει την αξία που έχει το φως, η σκιά και το χρώμα για τη ζωγραφική.
Με την Αίγινα (κόρη του ποταμού Ασωπού και της Μετόπης), έσμιξε ερωτικά ο Δίας και καρπός του έρωτά τους ήταν ο Αιακός, γενάρχης των Αιακιδών. Αυτός ζώντας μόνος του στην Αίγινα και βλέποντας μια μυρμηγκοφωλιά παρακάλεσε τον Δία να του δώσει τόσους ανθρώπους, όσα τα μυρμήγκια που έβλεπε. Ο Δίας εισάκουσε την προσευχή του και του έδωσε λαό, τους περιβόητους Μυρμηδόνες. Κατά μία άλλη εκδοχή (του μύθου) ο Αιακός, που ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Αίγινας, βλέποντας τους υπηκόους του να πεθαίνουν από τα δηλητηριασμένα νερά του νησιού, παρακάλεσε το Δία να μεταμορφώσει τα μυρμήγκια μιας βελανιδιάς σε ανθρώπους, όπως κι έγινε. Ο Αιακός, δίκαιος και ευσεβής βασιλιάς, απέκτησε τρεις γιους, τον Πηλέα, τον Τελαμώνα και τον Φώκο. Ο Φώκος δολοφονήθηκε από τα αδέρφια του και ο Αιακός εξόρισε τους δολοφόνους. Ο Τελαμώνας, μετά την εξορία του, κατέφυγε στη Σαλαμίνα, παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Κυχρέα και μετά το θάνατό του, έγινε αυτός βασιλιάς. Ο Πηλέας εξορίσθηκε στη Φθία, όπου εκεί, ο βασιλιάς Ευρυτίωνας τον εξάγνισε και τον πάντρεψε με την κόρη του Αντιγόνη. Στο κυνήγι όμως του Καλυδώνιου κάπρου, όπου συμμετείχαν και οι δύο, ο Πηλέας, κατά λάθος, σκότωσε τον πεθερό του. Εξόριστος και πάλι ο Πηλέας καταφεύγει στην Ιωλκό, όπου εκεί τον εξαγνίζει από το φόνο ο βασιλιάς Άκαστος, όμως η γυναίκα του η Αστυδάμεια ερωτεύθηκε τον Πηλέα και, επειδή δεν βρήκε ανταπόκριση στον έρωτά της, έστειλε μήνυμα στη γυναίκα του Πηλέα Αντιγόνη, ότι εκείνος παντρεύτηκε την κόρη του Ακάστου, με συνέπεια η Αντιγόνη ν΄ αυτοκτονήσει. Στη συνέχεια τον διέβαλε και στον Άκαστο, λέγοντάς του ότι την παρενόχλησε και εκείνος επειδή δεν μπορούσε να σκοτώσει τον Πηλέα, γιατί είχαν αναμεταξύ τους θρησκευτικούς δεσμούς, τον εγκατέλειψε σ΄ ένα βουνό στο έλεος των Κενταύρων. Όμως εκεί, ο Κένταυρος Χείρων, μαζί με τον Ιάσονα και τους Διόσκουρους, τον βοήθησαν και γυρίζοντας στην Ιωλκό σκότωσε τον Άκαστο και τη γυναίκα του. Επιστρέφοντας ο Πηλέας στη Φθία παντρεύτηκε τη Νηρηίδα Θέτιδα. Ο γάμος έγινε στο Πήλιο, όπου συμμετείχαν όλοι οι θεοί, εκτός από την Έριδα, η οποία έριξε ένα χρυσό μήλο με την επιγραφή να δοθεί στην ομορφότερη, για το οποίο φιλονίκησαν η Ήρα, η Αθηνά και η Αφροδίτη και κλήθηκε ως κριτής ο Πάρης, γιος του Πριάμου, ο οποίος δελεάστηκε από την υπόσχεση της Αφροδίτης ότι θα του δώσει γυναίκα την ομορφότερη (Ελένη) και πρόσφερε το μήλο στην Αφροδίτη.
Η Θέτιδα απέκτησε πολλά παιδιά, αλλά στην προσπάθειά της να τα κάνει αθάνατα, τα σκότωνε. Όταν, λοιπόν πέθαναν έξι παιδιά, στο έβδομο (Αχιλλέας), ενώ επαναλάμβανε την ίδια διαδικασία, ο Πηλέας την ανακάλυψε την ώρα που η Θέτιδα το είχε θέσει πάνω στη φωτιά, για να κάψει τα φθαρτά του στοιχεία κι έτσι γλίτωσε από το θάνατο. Όμως κάηκε η φτέρνα του, την οποία ο Χείρωνας αντικατέστησε. Η Θέτιδα έφυγε θυμωμένη και δεν ξαναγύρισε, επιστρέφοντας στον πατέρα της Νηρέα. Ο Αχιλλέας, στο Πήλιο, κοντά στον Κένταυρο Χείρωνα, ο οποίος, σε αντίθεση με τους άλλους Κενταύρους, εμφανίζεται ως σοφός, ευσεβής δάσκαλος του δάσους και γνώστης πολλών τεχνών, διδάχθηκε μουσική, ρητορική, ιατρική και την πολεμική τέχνη.
Ο Πηλέας συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία και σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις, γέρος πλέον, δολοφονήθηκε από τους γιους του Ακάστου. Κατά άλλη παράδοση πέθανε στην Κω. Ο Όμηρος αναφέρει επίσης και μια κόρη του Πηλέα, την Πολυδώρη, για την οποία δεν μας λέγει τίποτε άλλο, παρά μόνο ότι με τον ποταμό Σπερχειό απέκτησε το Μενέσθιο, ο οποίος πήρε μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας, παρέα με τον Αχιλλέα.
Επίσης ο Όμηρος θέλει τον Πηλέα να δέχεται στη Φθία ως φυγάδες τους Φοίνικα και Πάτροκλο. Ο Φοίνικας εγκατέλειψε την πατρίδα του, που ονομαζόταν Ελλάδα και ο Πηλέας τον εγκατέστησε βασιλιά στους Δόλοπες και ο Αχιλλέας τον τοποθέτησε διοικητή ενός από τα πέντε τμήματα του στρατού του, ενώ υπήρξε και παιδαγωγός του. Ο άλλος φυγάς, ο Πάτροκλος, ήρθε από τον Οπούντα (Λοκρίδα) και τον έφερε, παιδί ακόμα, ο πατέρας του, επειδή πάνω στο παιχνίδι των αστραγάλων σκότωσε ένα συνομήλικό του. Ο Όμηρος υποστηρίζει πως μεγάλωσαν μαζί με τον Αχιλλέα και υπονοεί ότι ο Πάτροκλος ήταν ηνίοχος του Αχιλλέα στην Τροία.
Την εποχή της φυγής της Ελένης ο Αχιλλέας ήταν εννέα χρονών και κατά τη στρατολογία βρίσκεται στο νησί Σκύρο, κρυμμένος από τη μητέρα του Θέτιδα, ανάμεσα στις κόρες του βασιλιά Λυκομήδη. Εκεί τον συναντά ο Οδυσσέας, υποδυόμενος τον πραματευτή και τον πείθει ν΄ ακολουθήσει τους Έλληνες στην Τροία (τότε ήταν δεκαπέντε ετών). Στη Σκύρο, απέκτησε με την κόρη του Λυκομήδη Δηιδάμεια ένα γιο τον Νεοπτόλεμο, ο οποίος και αποτελεί συνέχεια της γενιά του.
Μετά την πρώτη (από λάθος απόβαση) αποτυχημένη εκστρατεία, τα στρατεύματα συγκεντρώθηκαν ξανά, πρώτα στο Άργος κι ύστερα στην Αυλίδα κι επειδή επικρατούσε άπνοια, ο μάντης Κάλχας πρότεινε τη θυσία της κόρης του Αγαμέμνονα, της Ιφιγένειας, γιατί εκείνος σκότωσε ένα από τα ιερά ελάφια της Άρτεμης. Με το πρόσχημα ότι θα την παντρεύανε με τον Αχιλλέα, έφεραν την Ιφιγένεια από τις Μυκήνες και μετά τη θυσία φύσηξαν ούριοι άνεμοι και τα καράβια έφυγαν. Στην Τένεδο κάνουν στάση και ο Αχιλλέας φιλονικεί με τον Οδυσσέα για τον τρόπο κατάληψη της Τροίας, γιατί ο Αχιλλέας προτείνει την ανδρεία και ο Οδυσσέας το δόλο. Κατά τα εννέα χρόνια, από τα δέκα της πολιορκίας της Τροίας, ο Αχιλλέας ηγήθηκε σε είκοσι τρεις εκστρατείες σε κοντινές περιοχές και πολιτείες, πιθανόν για λόγους πορισμού εφοδίων.
Το δέκατο έτος του πολέμου ο Αχιλλέας πρωταγωνιστεί σ΄ ένα επεισόδιο φιλονικίας με τον Αγαμέμνονα, που ξέσπασε, όταν εκείνος έδιωξε περιφρονητικά τον ιερέα του Απόλλωνα Χρύση, που ήρθε στο ελληνικό στρατόπεδο να εξαγοράσει την κόρη του Χρυσηίδα. Ο λοιμός που ακολούθησε, ερμηνεύθηκε από τον Κάλχα ως τιμωρία του Απόλλωνα για το περιστατικό και στη συνέλευση του στρατού οι δυο βασιλείς συγκρούονται. Ο Αγαμέμνονας του αφαιρεί τη Βρισηίδα και ο Αχιλλέας αποσύρεται στα καράβια, μέχρι τη στιγμή που ο Έκτορας φθάνει στα καράβια, νικώντας τους Αχαιούς. Επιτρέπει στον Πάτροκλο να φορέσει τα δικά του όπλα και να σπεύσει σε βοήθεια, αλλά στη μονομαχία που ακολουθεί αυτός νικιέται και σκοτώνεται από τον Έκτορα. Το γεγονός αυτό αναγκάζει τον Αχιλλέα να επιστρέψει στη μάχη και μετά από μια σειρά από συγκρούσεις με σημαντικούς Τρώες πολεμιστές μονομαχεί με τον Έκτορα, έξω από τα τείχη και τον σκοτώνει.
Δένει το άψυχο σώμα στο άρμα και το περιφέρει γύρω από τα τείχη, αλλά μετά την ταφή του Πατρόκλου, δέχεται τα λύτρα του Πριάμου και αποδίδει το νεκρό στους Τρώες.
Ο θάνατος του Αχιλλέα έρχεται κατόπιν, στη συνέχεια του πολέμου, από ένα βέλος του Πάρη, που το καθοδήγησε στο τρωτό του σημείο (πτέρνα) ο Απόλλωνας. Ο Οδυσσέας με το Διομήδη καλούν στην Τροία το Νεοπτόλεμο, που ονομαζόταν και Πύρρος, όπου θα ηγηθεί των Μυρμηδόνων και θα τους συνοδέψει, μετά την άλωση με το τέχνασμα του Δούρειου Ίππου, στην επιστροφή. Ο Νεοπτόλεμος λοιπόν είναι ο διάδοχος, ο γιος του Αχιλλέα και είναι αυτός που θα αντικαταστήσει το βασιλιά της Φθίας και θα συνεχίσει τη δυναστεία του Πηλέα. Ανήκει στην ομάδα εκείνων που κρύφθηκαν στο Δούρειο Ίππο και, κατά την άλωση σκότωσε τον Πρίαμο, το γιο του Έκτορα Αστυάνακτα και θυσίασε την Πολυξένη (κόρη του Πριάμου που ερωτεύθηκε ο Αχιλλέας) στον τάφο του πατέρα του, ενώ στην τελική διανομή των λαφύρων πήρε την Ανδρομάχη (γυναίκα του Έκτορα).
Με την Αδρομάχη απέκτησε τρεις γιους, το Μολοσσό, τον Πίελο και τον Πέργαμο. Υπέταξε την Ήπειρο, όταν έχασε το πατρικό του βασίλειο, εκεί αφήνει διάδοχο το Μολοσσό. Κατά τον Όμηρο, ο Νεοπτόλεμος παντρεύτηκε την κόρη του Μενέλαου Ερμιόνη, με την οποία όπως λέγεται, δεν απέκτησε παιδιά και εκείνη κάλεσε τον Ορέστη να τον σκοτώσει. Κατά άλλη εκδοχή, σκοτώθηκε στους Δελφούς από έναν ιερέα όταν προσπάθησε να καταστρέψει το ιερό, για να εκδικηθεί τον Απόλλωνα για το θάνατο του πατέρα του. Όμως ο Νεοπτόλεμος εμπλέκεται στη δίκη του Οδυσσέα, που έγινε μετά το φόνο των μνηστήρων και καταδίκασε τον Οδυσσέα σε εξορία.
Η μνήμη του Νεοπτόλεμου μένει ζωντανή στους βασιλείς της Ηπείρου, που θεωρούνται απόγονοί του (Αιακίδες), ενώ από τη δική του γενιά κρατούσε και η καταγωγή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αφού η μητέρα του η Ολυμπιάδα, είναι κόρη του βασιλιά των Μολοσσών Νεοπτόλεμου Α΄ και αδερφή του Αλέξανδρου Α΄ του Μολοσσού.
Ας δούμε το άλλο σκέλος της γενιάς του Αιακού, στους απογόνους του Τελαμώνα. Από τον Τελαμώνα γεννήθηκαν δυο σημαντικοί ήρωες, που συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο: ο Αίαντας και ο Τεύκρος. Ο Αίαντας εκστράτευσε στην Τροία με 12 πλοία και πολέμησε γενναία καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου, μάλιστα αντιμετώπισε και τον Έκτορα σε ισόπαλη μονομαχία. Μετά το θάνατο του Αχιλλέα, η μητέρα του Θέτιδα ζήτησε τα όπλα του γιου της να δοθούν στον πιο γενναίο και με τη βοήθεια της Αθηνάς τα πήρε ο Οδυσσέας. Όμως η υποβάθμιση του Αίαντα τον οδήγησε στην τρέλα, μάλιστα έμεινε παροιμιώδες το γέλιο της τρέλας του, το «Αιάντειο γέλιο». Όταν συνήλθε, αυτοκτόνησε από ντροπή. Λατρεύτηκε στην Αθήνα, στο Βυζάντιο και στη Σαλαμίνα. Ο Τεύκρος, ο άλλος, ετεροθαλής αδελφός του Αίαντα, δεν έγινε δεκτός από τον πατέρα του στη Σαλαμίνα, γιατί δεν συμπαραστάθηκε στον αδερφό του, εγκαταστάθηκε στην Κύπρο, όπου έχτισε μια νέα πόλη, τη Σαλαμίνα.
Ο μύθος των Αιακιδών, στον οποίο περιληπτικά αναφερθήκαμε παραπάνω, όπως κάθε ελληνικός μύθος, συνδυάζει το υπερφυσικό με το ρεαλιστικό στοιχείο, σε μια αφήγηση που δηλώνει εμφανώς «ιστορικό» υπόβαθρο, αφού εξελίσσεται αφηγηματικά με γενιές και πρόσωπα, που διαδέχονται το ένα το άλλο, ενώ καταγράφει γεγονότα, που εξελίσσονται μέσα σε πλαίσια χρονικά. Τα γεωγραφικά δεδομένα του μύθου, που προσεδαφίζουν την αφήγηση σε υπαρκτούς χώρους και αποτελούν γνωστές περιοχές, μνημονεύονται συχνά και σε άλλους ελληνικούς μύθους και σε μεταγενέστερους συγγραφείς. Τα πρόσωπα που στήνουν το γενεαλογικό ιστό δένονται με σταθερούς συγγενικούς δεσμούς πάνω σε ένα χωρο-χρονικό οικοδόμημα και συνδέονται επίσης στενά και με άλλες μορφές(Ηρακλής, Ιάσονας, Οδυσσέας…) για τις οποίες υπάρχει μια ισχυρή παράδοση ώστε να εντάσσονται όλα μαζί σε ένα κοινό χωρο-χρονικό παρελθόν. (ιστορία;) Αυτό όμως που μας ενδιαφέρει είναι η διαπίστωση ότι ο μύθος, που είναι μείγμα από αναφορές της μεταγενέστερης γραμματείας, αλλά και του Ομήρου, σχετίζει τη Φθία με τους Πηλέα, Αχιλλέα, Νεοπτόλεμο, καθώς και με άλλα πρόσωπα που έχουν εξουσία και ηγετικούς ρόλους σε κοντινές περιοχές ή στην ευρύτερη περιοχή.
Ο Όμηρος κάνει 504 αναφορές στο πρόσωπο του Αχιλλέα και το όνομά του συνοδεύεται από πολλά επίθετα ή επιθετικούς προσδιορισμούς, όπως: δίος, φίλος Διός, διογενής, ποδάρκης, πόδας ωκύς, ποδώκης, θεοείκελος (θεόμορφος), Πηλείων, Πηλείδης, Αιακίδης…
Ως ήρωας, εκφράζει βασικά μηνύματα του ομηρικού έργου, αφού ενσαρκώνει το ηρωικό ιδεώδες, τον άνθρωπο που επιλέγει τη σύντομη και ένδοξη ζωή, ενώ περιφρονεί τη μακρά, ήσυχη και άδοξη ζωή. Έτσι η τιμή, το θάρρος, η ανδρεία, η γενναιότητα, η περιφρόνηση προς το θάνατο, η υπόληψη, ο σεβασμός από την κοινωνική ομάδα, η υπεράσπιση της προσωπικής τιμής του, από εχθρούς και φίλους, είναι οι υψηλές αρετές, που εκπροσωπεί η παρουσία του Αχιλλέα.
Ο Όμηρος φιλοτεχνεί τη μορφή του Αχιλλέα σε 6 βασικά σημεία της Ιλιάδας, εναρμονίζοντας την αφήγηση με την προσωπικότητά του.
1. Στη σκηνή της έριδας με τον Αγαμέμνονα.
2. Στη σκηνή της πρεσβείας.
3. Στη συνομιλία του με τον Πάτροκλο, για να σωθούν τα καράβια και κατόπιν στο θρήνο- υπόσχεση εκδίκησης προς το νεκρό Πάτροκλο.
4. Στην ανάληψη πολεμικής δράσης και την υλοποίηση της εκδίκησης.
5. Κατά την ταφή του Πατρόκλου (επιτάφιες τιμές-αγώνες)
6. Στη συνάντηση Πριάμου –Αχιλλέα, για την απόδοση του νεκρού Έκτορα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου