Η γενική αντίληψη είναι ότι αν είναι θρησκευτικό, πρέπει να είναι και καλό (sic). Η επίκριση της θρησκείας αποθαρρύνεται και καταπνίγεται. Παραμένει κοινωνικά απαράδεκτο να επισημάνουμε τις κύριες αντιρρήσεις που έχουν οι σκεπτικιστές και οι ελεύθεροι στοχαστές για την θρησκεία: ότι είναι και αναληθής και επιβλαβής. Η χριστιανική θρησκευτική κατήχηση έχει διδάξει στους πιστούς ότι αυτό που σε κάνει καλό άνθρωπο είναι αυτό που πιστεύεις, όχι αυτό που κάνεις.
«Να τα έχετε καλά με τον θεό κι όλα τα άλλα έρχονται», είναι η χριστιανική, φονταμενταλιστική άποψη. Σε αυτόν τον ασπρόμαυρο κόσμο, οι καλοί είναι οι χριστιανοί που πάνε στον παράδεισο, ενώ οι κακοί είναι οι κολασμένοι άπιστοι. Ενώ οι πιο φιλελεύθεροι κλάδοι του χριστιανισμού συνήθως απορρίπτουν αυτή την απλοϊκή διχοτόμηση του κόσμου και αυτή την στενή κατανόηση της ηθικής, πιστεύουν επίσης, ότι, το να είσαι χριστιανός είναι αυτό που κάνει κάποιον «καλό».
Η καλοπροαίρετη άποψή τους για τον Ιησού και τα μέρη της Βίβλου που αξιοπρεπώς αναγνωρίζουν ως σχετικά με τον σημερινό κόσμο, δεν επιτρέπει την εξερεύνηση της πιο σκοτεινής, βδελυρής πλευράς του χριστιανισμού. Η ιστορία είναι γεμάτη από καταγεγραμμένες καταχρήσεις και αγριότητες της οργανωμένης θρησκείας όταν έρχεται στην εξουσία.
Ανθρωποθυσίες για να κατευνάσουν τους θεούς. Σταυροφορίες. Ιερά Εξέταση. Εκτέλεση εκατομμυρίων γυναικών υπό τις οδηγίες της Βίβλου. Πογκρόμ κατά των Εβραίων. Το Ολοκαύτωμα Jonestown, Γουιάνα κι άλλα αναλόγου κάλους και καλοσύνης δρώμενα από την εκκλησία της “αγάπης”.
Οι πιστοί στην κοινωνία μας έχουν γαλουχηθεί ώστε να αγνοούν την αιματηρή ιστορία της θρησκείας και να μιλούν με έντονο τρόπο στην πίστη προς τον θεό, τον Γιαχβέ-Ιησού, την Βίβλο και τους αγίους εκπροσώπους του θεού τους στην γη. Οι χειροτονημένοι λειτουργοί και ιερείς είναι «άνθρωποι του θεού», «άγια όργανα του θεού», μια φυλή ξεχωριστά, χρισμένοι. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι κληρικοί που επιθυμούν να (και) κάνουν κατάχρηση εξουσίας και προδίδουν κατάφωρα την εμπιστοσύνη, βρίσκονται σε μοναδική θέση για να το κάνουν.
Οι εφημερίδες είναι γεμάτες από αναφορές οικονομικής εκμετάλλευσης, σεξουαλικών παραβάσεων κατά την διάρκεια της ποιμαντικής συμβουλευτικής και αυτό που έχει εμφανιστεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ως ένα από τα πιο επίμονα προβλήματα δημοσίων σχέσεων που αντιμετωπίζουν σήμερα τόσο οι Καθολικές όσο και οι Προτεσταντικές Εκκλησίες: η εγκληματική σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και εφήβων από χειροτονημένους κληρικούς.
Όπως λέει ο Βρετανός φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ το 1916: «Σχετικά με την συνήθεια ότι οι κληρικοί είναι πιο ενάρετοι από τους άλλους άνδρες κατά μέσο όρο» στο βιβλίο του «Η Θρησκεία και οι Εκκλησίες».
Ο φιλόσοφος-θεολόγος Μάρτιν Μπούμπερ, στο Καλό και το Κακό, έκανε την εξής διαπίστωση:
«Δεδομένου ότι το πρωταρχικό κίνητρο του κακού είναι η μεταμφίεση, ένα από τα μέρη που είναι πιο πιθανό να βρεθούν οι κακοί άνθρωποι είναι μέσα στην εκκλησία. Ποιος καλύτερος τρόπος για να κρύψει κανείς το κακό του από τον εαυτό του, καθώς και από τους άλλους, από το να είναι διάκονος ή κάποια άλλη πολύ ορατή μορφή χριστιανού μέσα στον πολιτισμό μας; Δεν θέλω να υπονοήσω ότι οι κακοί είναι τίποτα άλλο από μια μικρή μειοψηφία μεταξύ των θρησκευόμενων ή ότι τα θρησκευτικά κίνητρα των περισσότερων ανθρώπων είναι καθ’ οποιονδήποτε τρόπο πλαστά. Εννοώ μόνο ότι οι κακοί άνθρωποι τείνουν να έλκονται προς την ευσέβεια, για την μεταμφίεση και την απόκρυψη που μπορεί να τους προσφέρει».
Οι παιδεραστές φαίνεται να επιλέγουν καριέρες που θα τους προστατεύουν και θα τους καμουφλάρουν, ενώ ταυτόχρονα θα τους παρέχουν πρόσβαση στα θύματα. Ο Robin Levett και ο Bob Crane γράφουν στο It’s OK To Say No!:
“Επειδή η κακοποίηση των παιδιών είναι μια σεξουαλική προτίμηση που διαμορφώνεται σχετικά νωρίς στην ζωή, ορισμένοι παραβάτες συνειδητά ή ασυνείδητα επιλέγουν επαγγελματικούς δρόμους που θα τους φέρουν τακτικά σε επαφή με τα παιδιά. Άλλοι μπορεί να προσφέρονται εθελοντικά για να επιβλέπουν αθλητικές δραστηριότητες παιδιών ή δραστηριότητες συλλόγων. Πολλά είναι μέλη της κοινότητας με μεγάλη εκτίμηση στο πρόσωπό τους. Μερικοί είναι σε θέσεις εξουσίας επί των παιδιών- δάσκαλοι, γιατροί, αστυνομικοί, κληρικοί, προπονητές.”
Οι επαγγελματίες συμφωνούν ότι οι παιδόφιλοι, οι σεξουαλικοί κακοποιοί παιδιών, συχνά αναζητούν επαγγέλματα ή δραστηριότητες που τους φέρνουν σε επαφή με παιδιά. Σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητος είναι ο ρόλος που μπορεί να παίξει ο χριστιανισμός στην πιθανή διαμόρφωση εγκληματιών. Οι ερευνητές γνωρίζουν ότι ένας τυπικός κακοποιός παιδιών είναι «καλός χριστιανός» και συχνά εκκλησιαστικά ενεργός σε εκκλησιαστικές δραστηριότητες. Γιατί να συμβαίνει αυτό;
Ο Havelock Ellis έγραψε: «Σε όλες τις χώρες, η θρησκεία και η δεισιδαιμονία συνδέεται στενά με το έγκλημα».
Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το έγκλημα συνδέεται με την θρησκευτική νοοτροπία και την ιδεολογία του: πεποιθήσεις όπως το προπατορικό αμάρτημα, η ιερότητα των φρικιαστικών διδασκαλιών της Βίβλου, η ακαμψία στους ηθικούς κώδικες, η άφεση αμαρτιών μέσω της εξομολόγησης, η έλλειψη προσωπικής ευθύνης για τις πράξεις του καλού χριστιανού και τα τρομακτικά φαντάσματα ενός ζηλότυπου θεού και κακών διαβόλων. Βοηθούν να διαιωνίζονται τα εγκλήματα.
Το θρησκευτικό δόγμα ενθαρρύνει τις ανισότητες εξουσίας απέναντι στις γυναίκες και τα παιδιά και τέτοιες ανισότητες οδηγούν πάντα σε κακοποίηση.
Το χριστιανικό δόγμα δίνει έμφαση στην υποταγή και διδάσκει τον υποδειγματικό χριστιανό να ακολουθεί σαν πρόβατο και να «γίνεται σαν μικρό παιδί» (Ματθαίος 18:3). Η κλασική χριστιανική αντίληψη ότι η ανθρώπινη φύση είναι εκ φύσεως «διεφθαρμένη» και αμαρτωλή είναι επίσης μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Η χριστιανική διακονία προσελκύει τους σεξουαλικά παρεκκλίνοντες ή τους πλάθει η ίδια;
Όταν κάποιος κοιτάζει τον έκπτωτο τηλευαγγελιστή Jimmy Swaggart, μπορεί να υποθέσει ότι όσο περισσότερο έτρεχε ενάντια στους πειρασμούς της πορνογραφίας και των παράνομων σεξουαλικών σχέσεων, τόσο περισσότερο προσπαθούσε να ξεπεράσει τις δικές του παρορμήσεις και να πολεμάει την φύση του. Ή μπορεί κανείς να υποθέσει ότι οι βαθιές σεξουαλικές καταστολές και καταπιέσεις της φονταμενταλιστικής θρησκείας, σε συνδυασμό με την ανθυγιεινή λατρεία που έλαβε ως ένας από τους εκλεκτούς του θεού τους, διέφθειραν αυτό που κάποτε ήταν μια αθώα φύση. Και στις δύο περιπτώσεις, το κοκτέιλ της υπουργικής εξουσίας με τις κοινωνικές ανισότητες και τα κατασταλτικά δόγματα της θρησκείας είναι αποδεδειγμένα εκρηκτικό.
Μια μελέτη που κυκλοφόρησε από τον αιδεσιμότατο Ronald Barton και την Reve Karen Lebaczq (Μάρτιος, 1990) για το Κέντρο Ηθικής και Κοινωνικής Πολιτικής της Graduate Theological Union στο Μπέρκλεϋ, διαπίστωσε ότι το 1/4 του συνόλου των κληρικών έχουν εμπλακεί σε σεξουαλική ανάρμοστη συμπεριφορά.
Έκταση του Προβλήματος.
Μελέτες σχετικά με τους παιδόφιλους δεν έχουν διερευνήσει την έκταση αυτού του εγκλήματος εντός του ιερατείου ή κατά πόσον η αναλογία των παιδόφιλων στο ιερατείο είναι υψηλότερη από εκείνη των συγκρίσιμων επαγγελμάτων υψηλού κινδύνου. Οι ειδικοί συμφωνούν ότι ο κακοποιός ιερέας είναι ένα υποσύνολο της επικίνδυνης τάξης των «σεβαστών μελών της κοινότητας» που προδίδουν την θέση εξουσίας και εμπιστοσύνης που κατέχουν, επιτιθέμενοι σεξουαλικά σε παιδιά. Πολλοί προειδοποιούν ότι οι κακοποιοί είναι συχνά «καλοί χριστιανοί».
Ο κοινωνικός μύθος επιμένει ότι ένας παιδεραστής είναι πιο πιθανό να ανήκει σε μια φυλή χαμηλής κοινωνικής τάξης που παραμονεύει σε σκοτεινούς διαδρόμους και ενδιαφέρεται για την απαγωγή παιδιών που δεν γνωρίζει. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι σεξουαλικοί κακοποιοί παιδιών είναι αξιοσέβαστοι, κατά τα άλλα νομοταγείς άνθρωποι που καλλιεργούν φιλικές σχέσεις με το θήραμα που επιλέγουν και μπορεί να διαφύγουν της ανίχνευσης για αυτούς ακριβώς τους λόγους. Όπως ακριβώς στην εγκληματική υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό.
Η έρευνα συμφωνεί ότι ο τυπικός παιδεραστής μπορεί να βλάψει μεγάλο αριθμό παιδιών χωρίς να πιαστεί, εν μέρει, επειδή έχει ήδη δημιουργήσει μια σχέση εμπιστοσύνης, παίζοντας με την αίσθηση πίστης, ευαλωτότητας, ντροπής και αφέλειας των παιδιών και ενισχύοντας την δύναμή του να τους φιμώσει μέσω δωροδοκίας, εξαναγκασμού και βίαιων απειλών. Στην περίπτωση ενός κακοποιού ιερέα, προσθέστε σε αυτές τις απειλές τις υπερφυσικές δυνάμεις της οργής του θεού, της αμαρτωλής φύσης του θύματος, ή την φωτιάς της κόλασης.
Η μεγαλύτερη μελέτη για τους παιδόφιλους διεξήχθη από τον ερευνητή, γιατρό και ψυχίατρο Gene G. Abel, MD, της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Emory, για τον κλάδο Αντικοινωνικής και Βίαιας Συμπεριφοράς του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας. Η οκταετής μελέτη ορόσημο αποκάλυψε ότι, «οι κακοποιοί γίνονται συχνά καθοδηγητικοί λειτουργοί νεολαίας, εργαζόμενοι σε παιδικούς σταθμούς, ηγέτες προσκόπων, δάσκαλοι και παιδίατροι».
Η μελέτη του Abel ανακάλυψε ότι 403 παιδόφιλοι είχαν κακοποιήσει περισσότερα από 67.000 παιδιά! Οι παιδόφιλοι που στόχευαν αγόρια ήταν κατά μέσο όρο 282 τα θύματα, ενώ οι παιδόφιλοι που στόχευαν κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο 23 τα θύματα. Άλλες μελέτες έχουν αποκαλύψει πιο παραδοσιακά ευρήματα υψηλότερων περιπτώσεων κακοποίησης κοριτσιών.
Υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με ιερείς που κακοποιούν παιδιά. Η Church Mutual Insurance Company, του Merrill του Ουισκόνσιν, η οποία ασφαλίζει 46.000 εκκλησίες, έχει δει περίπου 200 αξιώσεις κατά ιερέων για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Η εταιρεία υπολόγισε ότι το 1990 υπήρχαν έως και 2.000 περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης από κληρικούς στα δικαστήρια.
Ο Τζέφρι Άντερσον, δικηγόρος από την Μινεσότα που ειδικεύεται σε αστικές αγωγές σεξουαλικής κακοποίησης, γνώριζε περισσότερες από 300 αστικές αξιώσεις κατά καθολικών ιερέων σε 43 πολιτείες μέχρι το 1991 και έχει χειριστεί ο ίδιος 80 υποθέσεις. Ο καθολικός ρεπόρτερ Τζέισον Μπέρι έχει παρακολουθήσει τουλάχιστον 100 αστικούς οικισμούς από την Καθολική Εκκλησία κατά τα έτη 1984-1990, συνολικού ύψους 100 έως 300 εκατομμυρίων δολαρίων. Φυσικά πολλές τέτοιες αστικές υποθέσεις διευθετούνται μυστικά.
Ο Ρωμαιοκαθολικός δικηγόρος, πατέρας Thomas Doyle, έχει υπολογίσει ότι περίπου 3.000 Ρωμαιοκαθολικοί ιερείς είναι παιδεραστές που κακοποιούν παιδιά, κατά μέσο όρο 16 ιερείς σεξουαλικοί κακοποιοί ανά επισκοπή.
Ο ψυχοθεραπευτής της Βαλτιμόρης και πρώην ιερέας AW Richard Sipe, συγγραφέας του A Secret World: Sexuality and the Search for Celibacy, 1990 (Σεξουαλικότητα και αναζήτηση της αγαμίας, 1990), έκανε μια ολοκληρωμένη μελέτη της σεξουαλικής συμπεριφοράς των ιερέων. Ως αποτέλεσμα της μελέτης του, το Harper’s Index 1990 δημοσίευσε την εξής στατιστική: “Εκτιμώμενες πιθανότητες ένας καθολικός ιερέας στις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι σεξουαλικά ενεργός είναι 1 στις 2.”
Ο Sipe μελέτησε 1.000 ιερείς και 500 «εραστές» ή θύματά τους. Πρόσφερε την εξής ανάλυση: το 20% των ιερέων εμπλέκονται σε σεξουαλικές σχέσεις με γυναίκες. Το 8-10% στην «ετεροφυλοφιλική εξερεύνηση», το 20% είναι ομοφυλόφιλοι με τους μισούς από αυτούς ενεργούς, το 6% είναι παιδόφιλοι, σχεδόν το 4% από αυτούς στοχεύουν αγόρια. Ωστόσο, ο Sipes παρατήρησε ότι «οι ομοφυλοφιλικές επαφές είναι τέσσερις φορές πιο πιθανό να έρθουν στην προσοχή των γονέων ή των αρχών, ειδικά εάν η σεξουαλική εμπλοκή σταματήσει πριν από την σεξουαλική επαφή».
Τα γραφεία του εθνικού μηνιαίου Freethought Today από το Μάντισον του Ουισκόνσιν, λαμβάνουν τρία έως τέσσερα αποκόμματα εφημερίδων την εβδομάδα από αναγνώστες που περιγράφουν λεπτομερώς μια νέα ποινική ή αστική κατηγορία δικαστηρίου εναντίον ιερέα ή προτεστάντη λειτουργού. Έχει ερευνήσει αναφερθείσες περιπτώσεις στην Βόρεια Αμερική κατά τα έτη 1988 και 1989 και βρήκε 250 αναφερθείσες περιπτώσεις ποινικών διώξεων που αφορούσαν ιερείς, υπουργούς ή υπηρεσιακό προσωπικό που κακοποιούσαν παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά.
Από τους κατηγορούμενους κληρικούς, οι 75 ήταν καθολικοί ιερείς (39,5%) και οι 111 ήταν προτεστάντες ιερείς (58%). Επίσης κατηγορήθηκαν ένας μορμόνος κληρικός, ένας αποκρυφιστής λειτουργός και δύο ιερείς αιρέσεων. Οι προτεσταντικές υποθέσεις αφορούσαν ίσους αριθμούς κυρίαρχων και φονταμενταλιστικών/ευαγγελικών δογμάτων.
Παρόλο που οι ιερείς αποτελούν μόνο το 10% περίπου του κλήρου της Βόρειας Αμερικής, ήταν το 40% των κατηγορουμένων, εγκαταλείποντας την Καθολική Εκκλησία, η οποία παραπονιέται ότι τα μέσα ενημέρωσης «χτυπούν τον ιερέα», χωρίς λόγο. Με άγνωστη έκβαση σε περίπου το 1/5 των περιπτώσεων, η μελέτη διαπίστωσε ότι το 88% όλων των κατηγορουμένων κληρικών καταδικάστηκαν, με ελαφρώς χαμηλότερο ποσοστό καταδίκης για τους ιερείς.
Η πλειονότητα των υποθέσεων δεν πήγε σε δίκη, με το 61% των κατηγορουμένων αιδεσιμότατων να παραδέχονται την ενοχή τους (53%) ή χωρίς αμφισβήτηση (8%). Τα 3/4 του συνόλου των κληρικών που δήλωσαν αθώοι, κρίθηκαν ένοχοι. Περίπου οι μισοί από τους καθολικούς ιερείς που επικαλούνταν αθώοι, καταδικάστηκαν.
Η μελέτη αποκάλυψε ότι οι Καθολικοί ιερείς αθωώθηκαν ή απορρίφθηκαν από κατηγορίες για παιδική παρενόχληση σε υψηλότερο ποσοστό από τους προτεστάντες λειτουργούς. Ομοίως, οι καθολικοί ιερείς έλαβαν υψηλότερο ποσοστό ποινών με αναστολή όταν δικάζονταν και όταν καταδικάζονταν, περνούσαν πολύ λιγότερο χρόνο στην φυλακή. Το 78% των καταδικασθέντων υπουργών φυλακίστηκαν με ποινές από 30 ημέρες φυλάκιση έως και τρεις ισόβιες.
Ωστόσο, μόνο το 68,5% των καταδικασμένων ιερέων τελικά φυλακίζονται. Ο μέσος προτεστάντης κληρικός που οδηγήθηκε στην φυλακή έλαβε 11,5 χρόνια, ενώ ο μέσος ρωμαιοκαθολικός ιερέας έλαβε μόνο 3,6 χρόνια. Από τους 21 ιερείς που στάλθηκαν στην φυλακή, κανένας δεν εξέτισε ποινή μεγαλύτερη από εννέα χρόνια. Αντίθετα, από τους 58 καταδικασμένους προτεστάντες κληρικούς, το 45% έλαβε δέκα ή περισσότερα χρόνια, συμπεριλαμβανομένων τριών κληρικών σε ισόβια.
Σχεδόν διπλάσιο ποσοστό ιερέων έλαβε ποινές με αναστολή. Επιπλέον, ένας ιερέας έλαβε θεραπεία μόνο ως ποινή και ένας άλλος οδηγήθηκε σε προδικαστική παρέμβαση με τις κατηγορίες να αποσύρονται μετά την επιτυχή ολοκλήρωση.
Συνολικά, το 7,4% των υποθέσεων εναντίον προτεσταντών ιερέων απορρίφθηκαν και το 4,7% αθωώθηκαν. Οι υποθέσεις κατά ιερέων απορρίφθηκαν με υψηλότερο ποσοστό 12,5% απόλυσης και 6,3% αθώωσης. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούσαν 190 χειροτονημένους κληρικούς και 60 μη χειροτονούμενους κληρικούς, όπως δασκάλους Κυριακής, τα εγκλήματα συνέβησαν κυρίως σε χώρους εκκλησιών.
Ένας καταδικασμένος ιερέας κακοποιούσε θύματα ακόμα και λίγο πριν ξεκινήσει την λειτουργία. Σεξουαλική κακοποίηση σημειώθηκε στο σκευοφυλάκιο, στο πρυτανείο ή στο φορτηγό της εκκλησίας.
Περίπου οι μισοί από τους κληρικούς συμμετείχαν επίσημα σε εκδηλώσεις νεολαίας. Περίπου το 1/3 κατηγορήθηκε για παρενόχληση νεαρών κατά την διάρκεια ταξιδιών σε κάμπινγκ και δραστηριότητες ομάδων νέων. Περίπου το 20% κατηγορήθηκε για παρενόχληση παιδιών σε θρησκευτικά σχολεία, το 21% σε εκκλησιαστικά σπίτια για παιδιά ή μέσω αναδοχής. Το 11% κατηγορήθηκε για κακοποίηση παιδιών αποκλειστικά κατά την διάρκεια συμβουλευτικών συνεδριών, αν και άλλες περιπτώσεις αφορούσαν μια συμβουλευτική σχέση.
Οι περισσότεροι ιερείς κατηγορήθηκαν για κακοποίηση τουλάχιστον τεσσάρων ή πέντε θυμάτων, αλλά πιστεύεται ότι επιτέθηκαν σε πολλά άλλα. Οι κατηγορίες για σεξουαλική επίθεση κυμαίνονταν από άσεμνο άγγιγμα, μέχρι βιασμό, σοδομισμό και παιδική πορνογραφία. Μεγάλο μέρος της κακοποίησης ήταν μακροχρόνια, με μερικά παιδιά να τους επιτίθενται έως και 1.000 φορές. Στην μελέτη συμπεριλήφθηκαν εξέχοντες κληρικοί και ευαγγελιστές που είχαν κάνει “ονόματα μέσω ειδικών διακονιών ή αγαθοεργιών”.
Οι κατηγορίες και για τις 190 περιπτώσεις αφορούσαν συνολικά 847 ταυτοποιημένα θύματα. Συντηρητικά, σύμφωνα με εικασίες που έγιναν από τους ανακριτές, οι 190 κληρικοί είχαν τουλάχιστον 4.000 άλλα θύματα, για μια χαμηλή εκτίμηση κατά μέσο όρο 21 θυμάτων ο καθένας. Αυτά τα θύματα συχνά δεν περιλαμβάνονταν στις κατηγορίες για ρεαλιστικούς νομικούς λόγους, επειδή είχαν παρενοχληθεί σε άλλες δικαιοδοσίες ή εποχές ή επειδή είχε υπερβεί το καθεστώς παραγραφής.
Το προφίλ του τυπικού κληρικού που κατηγορείται για κακοποίηση παιδιών: ένας άνδρας 45 ετών (η ηλικία κυμαινόταν από 24 έως 80 κατά την στιγμή της σύλληψης), με τέσσερα έως πέντε κατονομασμένα θύματα, πιο συχνά αγόρια στην πρώιμη εφηβεία τους. Από το σύνολο των κατηγορουμένων, το 37% αφορούσε εγκλήματα κατά θυμάτων κοριτσιών, το 58% αγόρια θύματα, το 3,2% παιδιά και των δύο φύλων, το 1% δεν διευκρινίστηκε το φύλο.
Η μελέτη παρακολούθησης του Freethought Today για περιπτώσεις του 1990, βρήκε ότι ένας κληρικός ή ηγέτης της εκκλησίας συλλαμβάνεται κάθε τρεις μέρες για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Τα 2/3 από αυτούς τους 106 δράστες ήταν ιερείς ή προτεστάντες λειτουργοί. Αυτή η μελέτη ολοκληρώθηκε σε ένα σημείο όπου ελαφρώς περισσότερες από το 1/3 των υποθέσεων έκλεισαν.
Από εκείνες που είχαν οριστική απόφαση, -το 98%- των κατηγορουμένων είχαν καταδικαστεί. Μόνο μία από τις υποθέσεις που έκλεισαν είχε λήξει με αθωωτική απόφαση. Η πιο σύντομη μελέτη επιβεβαίωσε τα προηγούμενα ευρήματα για την ύπαρξη διπλών προτύπων μεταξύ καθολικών και προτεσταντών, με τους καθολικούς ιερείς να λαμβάνουν ελαφρύτερες ποινές από τους προτεστάντες ιερείς και το μη ιερατικό προσωπικό να λαμβάνει μακράν τις βαρύτερες ποινές.
Καθολικοί ιερείς που κατηγορήθηκαν το 1990 διώχθηκαν κυρίως για κακοποίηση αγοριών, ενώ περίπου οι μισοί προτεστάντες κληρικοί κατηγορήθηκαν για εγκλήματα που αφορούσαν γυναίκες θύματα. Συγκαλύψεις σημειώθηκαν συγκεκριμένα σε δημοσιεύματα εφημερίδων στο 38% των περιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων πολλών προτεσταντικών υποθέσεων. Συγκλονίζει το γεγονός ότι 11 από τους 46 προτεστάντες λειτουργούς που κατηγορήθηκαν το 1990 για εγκληματική σεξουαλική κακοποίηση είχαν προηγούμενες καταδίκες- σχεδόν το 1/4 των υποθέσεων, όλες χρονολογούνται από το 1985. Οι περισσότεροι από τους άνδρες είχαν λάβει ελαφρές ποινές που τους επέτρεψαν να επιστρέψουν στον άμβωνα και να συνεχίσουν γρήγορα ξανά την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.
Οι εκκλησίες όχι μόνο δεν ελέγχουν τα μητρώα των ιερέων, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις προσλαμβάνουν εν γνώσει τους καταδικασμένους παιδεραστές. Η πιο κραυγαλέα συγκάλυψη εκείνης της χρονιάς αφορούσε έναν ιερέα του Στρατού Σωτηρίας, στον οποίο επετράπη να διατηρήσει την δουλειά του και του δόθηκε συνεχής πρόσβαση σε παιδιά μετά από αλλεπάλληλες συλλήψεις για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών κατά την διάρκεια μαθημάτων της Βίβλου. Οι κατηγορούμενοι συχνά χρησιμοποιούσαν ασύστολα την ευσέβεια και τις θέσεις τους για να ζητήσουν (και μερικές φορές να λάβουν) δικαστική επιείκεια.
Σκηνή των Εγκλημάτων
Πολλοί γονείς υποθέτουν ότι τα παιδιά τους δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ασφαλή από όταν βρίσκονται υπό την φροντίδα ενός εκκλησιαστικού ιδρύματος ή ενός κληρικού. Ομάδες νέων, εκδρομές στο Κυριακάτικο Σχολείο (κατηχητικό), χριστιανικός προσκοπισμός, ημερήσιες κατασκηνώσεις, εκκλησιαστικές καλοκαιρινές κατασκηνώσεις, εκκλησιαστικά σχολεία και αθλήματα, εκκλησιαστικοί παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, όλα παρέχουν στους κληρικούς ειδική πρόσβαση σε παιδιά και νεαρούς εφήβους -συχνά ασυναγώνιστες.
Οι ιερείς έχουν πρόσβαση σε ιδιωτικές εκκλησιαστικές εγκαταστάσεις καθώς και σε δημόσιες. Οι παρενοχλούντες ιερείς συχνά θα καλούν ένα νεαρό αγόρι για εκδρομές το Σαββατοκύριακο, «υπνώσεις» στην πρυτανεία και παρόμοιες εξόδους, οι οποίες διαφορετικά θα μπορούσαν να απαγορευθούν ή κανονικά θα προκαλούσαν υποψίες στους γονείς. Οι γονείς μπορεί και να κολακεύονται όταν ένας «άνθρωπος του θεού» περνά πολύ χρόνο μόνος με το παιδί τους… τρομάρα τους.
Η πρώτη εθνική είδηση σχετικά για την συγκάλυψη σεξουαλικών εγκλημάτων από την εκκλησία έγινε γνωστή το 1984, όταν η γνωστή δικηγόρος Gloria Allred από το Λος Άντζελες άσκησε την πρώτη αγωγή της χώρας για κληρικό εκείνο το έτος, για λογαριασμό της Rita Milla, μιας αφοσιωμένης καθολικής έφηβης.
Μια μέρα ο πατέρας Σαντιάγο Ταμάγιο έφτασε μέσα από το σπασμένο παραβάν στο εξομολογητήριο για να χαϊδέψει το στήθος της. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1980, είχε σεξουαλική επαφή μαζί της. Την σύστησε στον πατέρα Κρούς, ο οποίος την χρησιμοποιούσε επίσης σεξουαλικά. Συνολικά, άλλοι πέντε ιερείς ενθάρρυναν την “συμμόρφωσή” της, επιδεικνύοντας την θρησκευτική τους εξουσία πάνω στην προστατευμένη έφηβο. Η Ρίτα αργότερα είπε στα μέσα ενημέρωσης ότι οι ιερείς της είχαν πει ότι η σεξουαλική πράξη ήταν κάτι φυσικό γιατί «οι ιερείς νιώθουν μοναξιά». Και πως έτσι τους βοηθούσε στο θρησκευτικό τους έργο.
Όταν έμεινε έγκυος τον Ιανουάριο του 1982, την πήγαν στις Φιλιππίνες. Είπε στην οικογένειά της ότι θα «σπούδαζε ιατρική». Οι ιερείς σκόπευαν να αποκτήσει το μωρό της με μυστικότητα και να το αφήσει εκεί, δίνοντάς της μόνο 450 δολάρια για να αντέξει επτά μήνες. Ζούσε με κατσαρίδες και έτρωγε μόνο ένα γεύμα την ημέρα, παραλίγο να πεθάνει κατά την διάρκεια του τοκετού από εκλαμψία. Η οικογένειά της την έσωσε και η Rita μαζί με την νεογέννητη κόρη της επέστρεψαν στις πολιτείες, αφού ο επίσκοπος Abaya των Φιλιππίνων υποσχέθηκε να την βοηθήσει. Όταν αυτή η βοήθεια απέτυχε να υλοποιηθεί, η Ρίτα πήγε στον Επίσκοπο Ward του Λος Άντζελες για βοήθεια. Εκείνος είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
Μετά από αυτή την τελική προδοσία εμπιστοσύνης, η Rita και η μητέρα της κατέθεσαν μήνυση κακομεταχείρισης από τον κλήρο, επιδιώκοντας να διαπιστώσουν την πατρότητα, να ορίσουν διατροφή για το παιδί και να μηνύσουν τους ιερείς και την εκκλησία για αστική συνωμοσία για παραβίαση της εμπιστευτικής υποχρέωσης, απάτη, εξαπάτηση και κακομεταχείριση του κλήρου – καθώς και “για να προστατεύσουν άλλες νεαρές γυναίκες από τον πόνο και την ταλαιπωρία που προκαλούν ιερείς που καταχρώνται την θέση εμπιστοσύνης τους”, δήλωσε η δικηγόρος Allred.
Τα δικαστήρια απέρριψαν την υπόθεση, επικαλούμενα προθεσμία ενός έτους.
Όταν η Allred καλέστηκε σε συνέντευξη Τύπου για να αποκαλύψει το σκάνδαλο και να ανακοινώσει την μήνυση και οι επτά ιερείς εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς χωρίς ίχνη, σύμφωνα με την αρχιεπισκοπή του Λος Άντζελες. Το 1991, ο Tamayo επανεμφανίστηκε τελικά, τεκμηριώνοντας στα μέσα ενημέρωσης ότι η επισκοπή είχε προειδοποιήσει τον ίδιο και τους υπόλοιπους να φύγουν από την χώρα. Ο Tamayo προσέφερε αποδείξεις ότι η εκκλησία γνώριζε που βρισκόταν για χρόνια, μεταξύ άλλων κατά την διάρκεια της περιόδου που ο Allred προσπάθησε ανεπιτυχώς να εξυπηρετήσει αυτόν και τους άλλους ιερείς με νομικά έγγραφα. Η αρχιεπισκοπή του έστελνε κανονικά την μηνιαία του μισθοδοσία για χρόνια ενώ κρυβόταν στις Φιλιππίνες.
Το 1988, η εκκλησία είχε τελικά δημιουργήσει ένα καταπιστευματικό ταμείο 20.000 δολαρίων για την κόρη της Μίλα, αφού συμφώνησε να αποσύρει την μήνυση συκοφαντίας εναντίον ενός επισκόπου. Ο δικηγόρος της εκκλησίας υποστήριξε ότι δεν ήταν μια παραδοχή ευθύνης, αλλά μια πράξη καλοσύνης για το παιδί. Η αγωγή πατρότητας δεν έχει ακόμα επιλυθεί.
Μια δεύτερη εθνικά αναγνωρισμένη υπόθεση κατατέθηκε το 1985, εστιάζοντας περισσότερο την προσοχή του κοινού στις συγκαλύψεις των Καθολικών. Ο πατέρας Gilbert Gauthe, από την Λουιζιάνα, παραδέχτηκε ότι κακοποίησε 37 αγόρια κι ένα κορίτσι. Δήλωσε ένοχος για διάφορες κατηγορίες τον Οκτώβριο του 1985 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 20 ετών, χωρίς αναστολή. Οι οικογένειες πολλών από τα θύματά του προσέφυγαν στο δικαστήριο όταν έμαθαν για τις αναφορές παιδικής παρενόχλησης εναντίον του Gauthe. Ένας επίσκοπος και ο ιερέας γνώριζαν για περισσότερα από δέκα χρόνια πριν για το θέμα.
Οι φανατικοί καθολικοί της μικρής πόλης στράφηκαν εναντίον των οικογενειών ως ταραχοποιών. Όλες οι οικογένειες εκτός από μία συμφώνησαν να διευθετήσουν τις αστικές αγωγές τους εξωδικαστικά. Όμως η Φαίη και ο Γκλεν Γκάσταλ συνέχισαν δικαστικά. Αφού ο γιος τους, έντεκα ετών, κατέθεσε στο δικαστήριο, έλαβε αποζημίωση ενός εκατομμυρίου δολαρίων για αποζημίωση από την καθολική εκκλησία στις 7 Φεβρουαρίου 1986. Οι γονείς του έλαβαν 250.000 δολάρια ως αποζημίωση για τον πόνο, τον εξοστρακισμό και την παρενόχλησή τους.
Ο Gauthe είχε κακοποιήσει ορισμένα από τα παιδιά έως και 200 φορές κατ’ επανάληψη, κατά την διάρκεια εκκλησιαστικών εξόδων, όταν ήταν μόνος με τα παιδιά, στο πρυτανείο, στο σκευοφυλάκιο, στο εξομολογητικό και στο τροχόσπιτό του. Το αγόρι, ο Gastal, κατέθεσε ότι οδηγήθηκε να πιστέψει ότι η παρενόχληση από ιερείς ήταν μέρος της δουλειάς του ως αγόρι του ιερού. Νόμιζε ότι οι γονείς του ήξεραν τι συνέβαινε: «Νόμιζα ότι έκανα το σωστό γιατί ήταν ιερέας». Αργότερα, ο ιερέας εγγυήθηκε την σιωπή του απειλώντας ότι «θα έκανε κακό στον μπαμπά μου, θα τον σκότωνε».
Με τον κλασικό καθολικό τρόπο αντιμετώπισης των κατηγοριών εναντίον ιερέων, αποκαλύφθηκε ότι η εκκλησία είχε απλώς μεταφέρει τον Gauthe σε νέες, ανυποψίαστες εκκλησιαστικές κοινότητες.
Οι γονείς είχαν έρθει αντιμέτωποι με τον ιερέα ήδη από το 1972. Το 1974, ο Gauthe παραδέχτηκε σε έναν επίσκοπο ότι είχε κάνει “απερίσκεπτα αγγίγματα” σε “μια μεμονωμένη περίπτωση”. Τον επόμενο χρόνο, ο επίσκοπος τον διόρισε ιερέα των Προσκόπων της Επισκοπής. Το 1977, πολλοί γονείς παραπονέθηκαν. Ο Gauthe κλήθηκε να αναζητήσει ψυχιατρική θεραπεία από εκκλησιαστικούς αξιωματούχους, αλλά το 1978 απλά μεταφέρθηκε σε άλλη ενορία. Η ένορκη δήλωση ενός εκκλησιαστικού αξιωματούχου ήταν: «Είμαι εκπαιδευμένος ως ιερέας να ξεχνάω τις αμαρτίες». Το μέγεθος του σκανδάλου ώθησε ακόμη και τον National Catholic Reporter να καταδικάσει τις συγκαλύψεις.
Η εκκλησία έχει πληρώσει τουλάχιστον 14 εκατομμύρια δολάρια μόνο στα θύματα του Gauthe.
Η περίπτωση του πατέρα Carmelo “Mel” Baltazar αποτελεί παράδειγμα της ληστρικής φύσης των εγκλημάτων. Σε μια εκκλησία στο Queen of the Valley Hospital στην Νάπα της Καλιφόρνια, κακοποιήθηκε από τον εν λόγο ιερέα ένα αγόρι στο μηχάνημα αιμοκάθαρσης! Παρόλα αυτά, η καθολική εκκλησία στο Boise ήταν πρόθυμη να τον προσλάβει ως ιερέα του Περιφερειακού Ιατρικού Κέντρου St. Alphonsus. Δεν ανέλαβαν καμία ενέργεια αφού ένας επισκοπικός λειτουργός ανέφερε στον επίσκοπο Σιλβέστερ Τρέινεν ότι ο Μπαλταζάρ είχε χαϊδέψει ένα αγόρι. Ο Επίσκοπος Treinen συνέκρινε την συμπεριφορά του Baltazar με αυτή ενός αυτοκινήτου που, «όσο καλά κι αν το φροντίζεις» περιστασιακά μπορεί να παθαίνει λάστιχο.
Τελικά διώχθηκε γιατί παρέσυρε δύο έφηβα αγόρια στο σπίτι της εκκλησίας του στην επισκοπή Boise. Μετά την σύλληψή του, μαθεύτηκε ότι το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ τον απώθησε από την θέση του ιερέα και ότι είχε μετατεθεί από τρεις επισκοπές για υβριστική συμπεριφορά. Το 1987, καταδικάστηκε σε επτά χρόνια για σεξουαλικές πράξεις με ένα έφηβο αγόρι που γνώρισε στην ψυχιατρική πτέρυγα. Ο δικαστής Άλαν Σβαρτς είπε κατά την καταδίκη: “Νομίζω ότι και η Καθολική Εκκλησία έχει να κάνει την δική της εξιλέωση”.
Η προθυμία των συναδέλφων να υποστηρίξουν έναν κατηγορούμενο κληρικό έχει πολλά παραδείγματα. Σε μια ποινική υπόθεση του 1986 αποκάλυψε το βαθμό στον οποίο θα έφταναν οι φονταμενταλιστές υποστηρικτές ενός καταδικασμένου ιεροκήρυκα που παρενοχλούσε. Υποστηρικτές χριστιανοί από τρεις πολιτείες γέμισαν την αίθουσα του δικαστηρίου κατά την διάρκεια ακροάσεων εναντίον του ιερέα Τζέιμς Μπρίτον Μάγιερς, από την Κενόσα του Ουισκόνσιν. Αν και καταδικάστηκε για το αποτρόπαιο έγκλημα του βιασμού ενός μικρού κοριτσιού στο χριστιανικό του σχολείο επί μια πενταετία, ξεκινώντας από την ηλικία των πέντε ετών, ένα μέλος της εκκλησίας του αποκάλεσε το έγκλημα «μία σταγόνα μελάνι σε κρυστάλλινο νερό».
Ένας δικαστής στην Καλιφόρνια πλημμύρισε με επιστολές υποστήριξης που του ζητούσαν να δώσει χάρη στον πατέρα Άντριου Κρίστιαν Άντερσεν, ο οποίος κρίθηκε ένοχος το 1986 για 26 κατηγορίες παιδικής παρενόχλησης. Μετά την ένοχη ετυμηγορία, ο Άντερσεν αγκαλιάστηκε από έναν πάστορα της εκκλησίας και δεκάδες υποστηρικτές του. Ο δικαστής τον καταδίκασε μόνο σε πενταετή φυλάκιση με αναστολή και όρο να την εκτίσει σε μια μονάδα θεραπείας που ανήκει σε εκκλησία στο Νέο Μεξικό.
Αν και η Επισκοπή του Orange είχε λάβει αναφορά από μια μητέρα ότι ο γιος της είχε κακοποιηθεί από εν λόγο ιεροκήρυκα, ο Άντερσεν είχε επιτραπεί να συνεχίσει την τακτική επαφή με αγόρια του ιερού για τα επόμενα τρία χρόνια. Η εκκλησία δεν ανέφερε ποτέ τίποτα.
Τον είχαν στείλει για συμβουλευτική παρακολούθηση, αλλά γρήγορα ξανάρχισε την παρενόχληση και δεν απομακρύνθηκε από θέσεις που αφορούσαν την επίβλεψη αγοριών. Τελικά αναφέρθηκε στις αρχές από έναν ψυχίατρο που παρακολουθούσε ένα 13χρονο αγόρι του ιερού. Το υστερόγραφο αυτής της συγκάλυψης είναι ότι η υπό όρους αποφυλάκιση του Άντερσεν ανακλήθηκε το 1990 και καταδικάστηκε σε έξι χρόνια κρατική φυλάκιση, μετά την σύλληψή του στο Νέο Μεξικό επειδή εξανάγκασε ένα έφηβο αγόρι να μπει σε αυτοκίνητο, του επιτέθηκε και προσπάθησε να το κακοποιήσει.
Ο Στρατός της Σωτηρίας δεν απομάκρυνε τον ιερέα του, Γκάρι Χάλοκ από την Πενσυλβάνια, από τα καθήκοντά του να διδάσκει σε παιδιά ιστορίες της Βίβλου, ακόμη και αφού είχε συλληφθεί για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στην εκκλησία του!
Ο ιερέας αυτός, είχε θύματα επτά παιδιά, ηλικίας τεσσάρων έως 15 ετών, ακόμη και ένα 15χρονο αγόρι με βαθιά καθυστέρηση. Καταδικάστηκε το 1990 σε κάθειρξη έως και 72 ετών. Εν τω μεταξύ, ασκήθηκε και πολιτική αγωγή κατά του Στρατού της Σωτηρίας για αμέλεια από γονείς των θυμάτων.
Ο βαθμός στον οποίο ένας ιερέας θεωρείται υπεράνω υποψίας, παρά τις κατάφωρες εγκληματικές πράξεις, φαίνεται από μια ποινική αγωγή του 1987 στο Νάσβιλ. Η σύλληψη του αιδεσιμότατου Jack Law, ενός βαπτιστή ιερέα, προαναγγέλθηκε με τον τίτλο “Κορίτσι, 5 ετών, βιάστηκε κάτω από το τσουκάλι”. Κατηγορήθηκε όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά και για κακοποίηση και βιασμό των δύο αδελφών της.
Αυτά τα εγκλήματα έγιναν στο σπίτι της οικογένειας καθώς και κατά την διάρκεια μιας εκδρομής που οργάνωσε ο ίδιος, ώστε τα κορίτσια να μπορούν να τον βοηθήσουν στην διανομή θρησκευτικών φυλλαδίων. Τα κορίτσια προσπάθησαν να το πουν στους γονείς τους, αλλά δεν έγιναν πιστευτές. «Όντας ιεροκήρυκας», είπε ο πατέρας για αυτόν στα τοπικά μέσα ενημέρωσης, «νομίζαμε ότι ήταν καλός άνθρωπος». Ο Law αυτοκτόνησε εκείνη την χρονιά αντί να δικαστεί.
Οι γονείς θεωρούν συχνά αδιανόητο ότι ένα αξιοσέβαστο μέλος του κλήρου θα μπορούσε να κακοποιεί παιδιά, ειδικά αγόρια, που συχνά θεωρούνται άτρωτα στην εκμετάλλευση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα συνέβη στην Τάμπα της Φλόριντα, όταν μια μητέρα “έπιασε” τον αιδεσιμότατο Fonville Gandy πάνω που χάιδευε τον γιο της σε απαγορευμένα σημεία. Της είπε ότι έδινε στον γιο της ένα «μάθημα ανατομίας» και εκείνη τον πίστεψε!
Προφανώς δεν μπορούσε να επιτρέψει στον εαυτό της να πιστέψει τα στοιχεία μπροστά στα μάτια της ότι ένας ιερέας θα μπορούσε να προδώσει την εμπιστοσύνη της, να κακοποιήσει σεξουαλικά το παιδί της και μετά να πει ψέματα για να συγκαλύψει την πράξη του. Η μητέρα συνειδητοποίησε την αλήθεια όταν ο αιδεσιμότατος Gandy συνελήφθη αργότερα για άλλες παρενοχλήσεις και κατέθεσε εναντίον του κατά την διάρκεια της δίκης του. Ο Γκάντι καταδικάστηκε το 1986 σε πέντε χρόνια φυλάκιση.
Γιατί οι εκκλησίες είναι ένα ασφαλές λιμάνι για εγκληματίες που κακοποιούν παιδιά;
Υπάρχουν πολλές απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα. Είναι, εν μέρει, επειδή τα παιδιά διδάσκονται να δίνουν στους «ανθρώπους του θεού» ιδιαίτερο σεβασμό και υπακοή. Η Sherryll Kerns Kraizer, συγγραφέας του Safe Child Book και πρωτοπόρος στην ανάπτυξη πρόληψης της σεξουαλικής κακοποίησης, γράφει:
«Πολλά παιδιά μου λένε ότι το σώμα τους ανήκει στον θεό». Ένα μικρό παιδί που θεωρεί ότι το σώμα του δεν είναι δικό του, αλλά «είναι ιδιοκτησία του θεού», είναι ευάλωτο στην κακοποίηση από έναν αξιότιμο «άνθρωπο του θεού».
Οι κληρικοί, του οποίου ο ρόλος περιλαμβάνει την «ποιμαντική συμβουλευτική», είναι έμπιστοι και περιζήτητοι για καθοδήγηση. Ωστόσο, το να είσαι πάστορας δεν αποτελεί εγγύηση ότι έχεις επαγγελματική κατάρτιση, ούτε χρειάζεται απαραίτητα πτυχίο, ούτε καν άδειες επαγγελματικής παροχής συμβουλών ή ακαδημαϊκές γνώσεις. Οι κληρικοί έρχονται συχνά σε επαφή με καταθλιπτικούς ή πληγωμένους ενορίτες, οι οποίοι αναμένεται να ομολογήσουν και να εκμυστηρευτούν βαθιά προσωπικά συναισθήματα.
Η παραδοσιακή τελετουργική ομολογία των «αμαρτιών» της καθολικής εκκλησίας δημιουργεί μια ευκαιρία για τα παιδιά να ανακρίνονται ακατάλληλα από ιερείς για προσωπικά ή ενοχλητικά για αυτά θέματα. Οι ποιμενικοί σύμβουλοι ενώνονται με κοσμικούς επαγγελματίες σε έναν τομέα στον οποίο τουλάχιστον το 10% των συμβούλων παραδέχονται ότι κακοποιούν σεξουαλικά έναν πελάτη, ενώ οι μισοί από όλους τους συμβούλους αναφέρουν ότι θεραπεύουν πελάτες που έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά από άλλους στο επάγγελμά τους. Οι ανισότητες εξουσίας κατά την διάρκεια μιας συμβουλευτικής κατάστασης έχουν οδηγήσει σε σεξουαλικά εκμεταλλευτικές σχέσεις που έχουν συγκριθεί με αιμομικτική προδοσία.
Η άρνηση, που μπορεί να είναι φυσική όταν μαθαίνεται ότι ένα σεβαστό μέλος της κοινότητας έχει κατηγορηθεί για μια επαίσχυντη πράξη, φαίνεται να μεγεθύνεται στους εκκλησιαστικούς κύκλους, υπό τον φόβο του θεού… Οι εκκλησίες θα σχηματίσουν έναν κύκλο προστασίας γύρω από τον κατηγορούμενο επιτιθέμενο, εξοστρακίζοντας τα θύματα και τις οικογένειές τους. Η ιεραρχία της εκκλησίας ενεργά θα συγκαλύψει, θα δωροδοκήσει, θα ενεργήσει ή θα μεταβιβάσει εν γνώσει του έναν παιδεραστή σε άλλη ενορία ή εκκλησία. Οι εκκλησιαστικές διδασκαλίες περί «άφεσης» αμαρτιών μπορεί να προωθηθούν σε βάρος των θυμάτων.
Οι εκκλησίες συνηθίζουν να λειτουργούν σαν να είναι υπεράνω του νόμου.
Σε αντίθεση με άλλες μη κερδοσκοπικές ομάδες, οι εκκλησίες δεν απαιτείται καν να υποβάλλουν πληροφορίες σχετικά με οικονομικές ρυθμίσεις και χρησιμοποιούνται για ειδικές χάρες και έγκριση της κοινότητας. Ενώ πολλοί δεν έρχονται να σώσουν την καταπατημένη αρχή του διαχωρισμού κράτους/εκκλησίας όταν δέχεται επίθεση, ανεμίζουν δυναμικά το πανό της Πρώτης Τροποποίησης όταν πρόκειται για έρευνες από τις δημόσιες αρχές για αδικήματα μέσα από τις πόρτες της εκκλησίας. Αντιμετωπίζουν αυτές τις περιπτώσεις ως κρίση πίστης, παρά ως εγκληματικές ενέργειες.
Οι εκκλησίες δεν αστυνομεύονται από μόνες τους και συχνά δεν αστυνομεύονται ούτε από το κράτος.
Ακόμη και κάτω από πυρά, οι εκκλησίες σέρνουν τα πόδια τους για να θεσπίσουν μεταρρυθμίσεις. Από το 1986, η Church Mutual Insurance Company έχει επισήμως συμβουλέψει τους φορείς της εκκλησίας να παίρνουν δακτυλικά αποτυπώματα σε όλους τους αιτούντες για τις θέσεις στην εκκλησιαστική κοινότητα, να ελέγχουν προσεκτικά τα βιογραφικά τους, να ζητούν συστάσεις και να τις απαιτούν για εργασία με παιδιά, να θεσπίζουν προσεκτική παρακολούθηση των εκκλησιαστικών παιδικών σταθμών, να διασφαλίζουν ότι δύο ενήλικες ενεργούν ως συνοδοί στις εκδρομές, να λαμβάνουν, εν ολίγοις, τα είδη των προφυλάξεων που τα δημόσια σχολεία και οι καλύτερες εγκαταστάσεις παιδικής φροντίδας λαμβάνουν εδώ και χρόνια.
Το κάνουν αυτό οι εκκλησίες; Όχι. Η ιεραρχία της καθολικής εκκλησίας επιμένει ότι κάθε επισκοπή πρέπει να κάνει τις δικές της πολιτικές και προσδιορισμούς. Το 1990, ο βοηθός επίσκοπος Α. Τζέιμς Κουίν του Κλίβελαντ είπε σε μια διάσκεψη δικηγόρων να εξετάσουν το ενδεχόμενο απόκρυψης των εγκλημάτων, στέλνοντας φακέλους για ιερείς που κατηγορούνται για παιδική παρενόχληση στην πρεσβεία του βατικανού στην περιφέρεια της Κολούμπια, η οποία, όπως υποστηρίζει, είναι εκτός της εμβέλειας των Αμερικανικών δικαστηρίων. “Αν υπάρχει κάτι εκεί που πραγματικά δεν θέλετε να δει ο κόσμος, θα μπορούσατε να το στείλετε στον Αποστολικό Αντιπρόσωπο”, δήλωσε ο Κουίν.
Επιπλέον, οι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι είτε εξαιρούνται από τους νόμους περί υποχρεωτικής αναφοράς κακοποίησης παιδιών, είτε οι εισαγγελείς ερμηνεύουν τους νόμους αυτούς σαν να εξαιρούνται. Οποιαδήποτε δράση αναλαμβάνεται από τις εκκλησίες σε μεγάλο βαθμό είναι αντίδραση στις αστικές αγωγές εναντίον τους, όταν απειλείται η τσέπη τους και σε μικρότερο βαθμό, λόγω δυσμενούς δημοσιότητας.
Η καθολική ιεραρχία ειδικότερα προσπάθησε να ελαχιστοποιήσει ή να υπερασπιστεί τους καταχραστές στις τάξεις της. Χαρακτηριστική των δημόσιων δηλώσεων ήταν η γνώμη του Αρχιεπισκόπου James Hayes, που αναφέρεται στο Toronto Star (2 Ιουλίου 1989): «Η εκκλησία υπάρχει για να συγχωρεί και να θεραπεύει… Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις όπου το παιδί κυνηγούσε τον άνδρα, αναζητώντας στοργή και ό,τι έγινε, έγινε μόνο μία φορά».
Ο Αρχιεπίσκοπος του Milwaukee Rembert Weakland έγραψε στο Catholic Herald του Μαΐου 1988: «Δεν πρέπει να υπονοούμε ότι ο θύτης δεν είναι ένοχος σοβαρού εγκλήματος, αλλά θα μπορούσαμε εύκολα να δώσουμε μια εσφαλμένη εντύπωση ότι κάθε έφηβος που εμπλέκεται σεξουαλικά με ένα ηλικιωμένο άτομο το κάνει χωρίς βαθμό προσωπικής ευθύνης. Μερικές φορές δεν είναι όλοι οι έφηβοι θύματα και τόσο αθώοι κάποιοι μπορεί να είναι σεξουαλικά πολύ δραστήριοι και επιθετικοί και συχνά αρκετά επιδέξιοι.»
Με τέτοιες συμπεριφορές, δεν ήταν περίεργο το γεγονός ότι ο καρδινάλιος John O’Connor της Νέας Υόρκης ήθελε να προσφέρει στον πατέρα Bruce Ritter μια δουλειά, ακόμη και όταν μια έρευνα του φιλανθρωπικού δικτύου του Covenant House για φυγάδες τον βρήκε ένοχο για σεξουαλική και οικονομική ανάρμοστη συμπεριφορά το 1990. Ο Ρίτερ δεν διώχθηκε ποτέ για την 20ετή σεξουαλική παρενόχληση.
Ένας καθολικός ιερέας καταδικάστηκε με την κατηγορία της συγκάλυψης. Το 1990 ο Αρχιεπίσκοπος Alphonsus Penney της Νέας Γης παραιτήθηκε, αφού μια δικαστική έρευνα απέδειξε ότι είχε στοιχεία κακοποίησης αγοριών στο ορφανοτροφείο Mount Cashel ήδη από το 1979. Είκοσι ιερείς και πρώην ιερείς αντιμετώπιζαν κατηγορίες ή είχαν ήδη καταδικαστεί για κακοποίηση αγοριών, ορφανών και προστατευόμενων από το κράτος. Αγόρια ηλικίας μόλις έξι ετών κακοποιήθηκαν σεξουαλικά, το ένα μέσα σε λίγες ώρες από την εισαγωγή του στο ορφανοτροφείο.
Ο Penney είχε επιπλήξει μια μητέρα για “κουτσομπολιό” όταν παραπονέθηκε ότι είδε έναν ιερέα να κακοποιεί τον τρίχρονο γιο της κατά την διάρκεια μιας “ευλογίας”.
Μια δικαστική έρευνα έδειξε ότι οι ιερείς υποθέτουν ότι το επάγγελμά τους τους δίνει άδεια κακοποίησης και ότι ζήτησαν και έτυχαν ειδικής μεταχείρισης από τον γενικό εισαγγελέα, τους κοινωνικούς λειτουργούς και την αστυνομία. Η αστυνομία είχε πάρει συνέντευξη από 26 αγόρια το 1975, αλλά είχε σταματήσει την έρευνα μέχρι το 1988, όταν μερικά από τα ενήλικα θύματα εμφανίστηκαν για άλλη μια φορά. Ο Penney παραδέχτηκε: “Είμαστε μια αμαρτωλή εκκλησία. Είμαστε απογυμνωμένοι.”
Η περίπτωση του πατέρα Μπαλταζάρ, ο οποίος είχε κακοποιήσει σεξουαλικά ένα αβοήθητο αγόρι που ήταν συνδεδεμένο σε μηχάνημα αιμοκάθαρσης, αποτελεί την επιτομή της αδίστακτης συμπεριφοράς των παιδεραστών, της σκληρότητας της ιεραρχίας και της ευαλωτότητας των θυμάτων τους. Οι εγωμανίες και οι ληστρικές ορμές ενός παιδεραστή που σβήνει κάθε αίσθηση του σωστού και του λάθους, αδιαφορώντας βάναυσα για τον πόνο που προκαλεί στα παιδιά, έχουν συχνά βρει ένα παραλληλισμό στις εκκλησίες που θέλουν να προστατεύσουν τον εαυτό τους σε βάρος χιλιάδων θυμάτων.
Εάν η θρησκεία ή οποιοσδήποτε θεσμός εξαρτάται από την σεξουαλική υποταγή ή την εκμετάλλευση παιδιών ή γυναικών, τότε είναι καλύτερα να πάψουν να υπάρχουν τέτοιοι θεσμοί.
Εάν πρόκειται για την επιβίωση των εκκλησιών έναντι της ασφάλειας των παιδιών, τότε η πίστη μας πρέπει σαφώς να είναι με τα παιδιά.
Το 1988, εμφανίστηκα σε μια τηλεοπτική εκπομπή “People Are Talking” στο Σαν Φρανσίσκο, για να μιλήσω για το βιβλίο μου, Προδοσία της εμπιστοσύνης: Clergy Abuse of Children, μαζί με μια καθολική μητέρα της οποίας ο γιος είχε κακοποιηθεί από έναν ιερέα και απέναντι από έναν τοπικό ιερέα και φονταμενταλιστή ιερέα στο Σαν Φρανσίσκο.
Το ακροατήριο παρέμεινε στωικό όσο η καθολική μητέρα και εγώ τους προβληματίζαμε με ιστορίες φρίκης για προδοσία και σεξουαλική κακοποίηση παιδιών από κληρικούς. Αλλά όταν ένας από τους κληρικούς στην εκπομπή “αποκάλυψε” το γεγονός ότι είμαι άθεος, ακούστηκε ένα δυνατός συλλογικός αναστεναγμός από τους καλούς χριστιανούς στο ακροατήριο.
Ήταν μια αποκαλυπτική απόδειξη αυτής της στενής μισαλλοδοξίας, που έχει ενσταλάξει σε τόσους πολλούς χριστιανούς, ότι η καλοσύνη έχει πολύ περισσότερο να κάνει με τα λεγόμενα της πίστης κάποιου παρά με την συμπεριφορά και τις πράξεις. Αυτή η διεφθαρμένη ιδέα της ηθικής όχι μόνο παράγει ένα κοινό που είναι περισσότερο σοκαρισμένο από τον αθεϊσμό παρά για τα θύματα των κακοποιητικών ιερέων, αλλά έχει δημιουργήσει μια κακοήθεια συνωμοσίας και συγκάλυψης στις εκκλησίες.
Το θρησκευτικό σκάνδαλο των κληρικών που κακοποιούν παιδιά θα έπρεπε δικαίως να κλείσει πολλές πόρτες εκκλησιών.
Τα εκκλησιαστικά σκάνδαλα σε Ελλάδα, Γαλλία, Ισπανία.
Τα σεξουαλικά σκάνδαλα με την κακοποίηση ανηλίκων από θύτες κληρικούς δεν είναι πρωτόγνωρη υπόθεση και για την Ελληνική εκκλησία.
Τα τελευταία χρόνια, η εμπλοκή ιερωμένων σε υποθέσεις παιδοφιλίας και σεξουαλικής κακοποίησης έχει συγκλονίσει την κοινή γνώμη, αλλά αφήνει αδιάφορα τα ηγετικά κλιμάκια της Ελληνικής εκκλησίας, αν κι έχει απασχολήσει την Δικαιοσύνη επανειλημμένως.
Μάλιστα, δεν λείπουν και οι περιπτώσεις όπου το Διαδίκτυο με την πληθώρα των ανατριχιαστικών σε περιεχόμενο ιστοσελίδων του αποτελεί το πεδίο δράσης των κληρικών αυτών, που είτε διακινούν είτε παρακολουθούν τέτοιου είδους σκληρό, πορνογραφικό υλικό, όπως στην υπόθεση του αρχιμανδρίτη από την Μητρόπολη Σπάρτης, ο οποίος συνελήφθη και εν συνεχεία τέθηκε σε καθεστώς προσωρινής κράτησης στον Κορυδαλλό. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, οι καταγγελίες αφορούσαν ακόμη και κληρικούς που εκδίδονταν μέσω ιστότοπων ανάλογου περιεχομένου.
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2008, το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών καταδίκασε, σε δεύτερο βαθμό, σε ποινή κάθειρξης 11 ετών τον 65χρονο ιερέα Ανδρέα Παπαϊωάννου για τον βιασμό δύο αγοριών. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο ιερέας στα μέσα της δεκαετίας του 1990 συμμετείχε σε εκδρομή στο Κάιρο και στην Ιερουσαλήμ, που είχε διοργανωθεί από το πνευματικό κέντρο στο οποίο εκτελούσε χρέη συμβούλου. Στην ίδια εκδρομή είχαν πάρει μέρος και τα δύο αγόρια, αδέλφια μεταξύ τους, ηλικίας τότε 11 και 10 ετών.
Σύμφωνα με τις καταθέσεις των δύο παιδιών, ο ιερέας τα είχε βιάσει στην διάρκεια αυτής της εκδρομής. Ο ίδιος ο Παπαϊωάννου είχε αρνηθεί τις κατηγορίες, χωρίς όμως να πείσει τους δικαστές. Μάλιστα, είχε προξενήσει εντύπωση ότι ο κατηγορούμενος ιερωμένος είχε εμφανιστεί στην διάρκεια της δεύτερης δίκης, μόνο για να απολογηθεί, χωρίς να παρακολουθήσει την υπόλοιπη ακροαματική διαδικασία.
Στην φάση έκδοσης βουλεύματος, με το οποίο θα αποσαφηνίζεται η παραπομπή ή όχι σε δίκη των εμπλεκομένων, βρισκόταν η υπόθεση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο Ίλιον, που είχε έρθει στο φως της δημοσιότητας τον Δεκέμβριο του 2007. Τότε είχε αποκαλυφθεί ότι η 34χρονη Ειρήνη Τσοπανοπούλου, μαζί με τον σύντροφό της Σπύρο Σουχλέρη, 42 ετών, εξέδιδαν επ’ αμοιβή τα τρία παιδιά της πρώτης, καθώς και δύο ακόμη ανηλίκους που κατά καιρούς «φιλοξενούσε» η 34χρονη στο σπίτι της.
Ανάμεσα σε εκείνους που κατηγορούνται ότι ασελγούσαν στα παιδιά είναι και ο 65χρονος ιερέας Σωτήρης Παπαδόπουλος, ο οποίος από την πρώτη στιγμή αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες.
«Με έμπλεξαν δόλια και επαίσχυντα στην βρώμικη αυτή υπόθεση, επειδή τους έκοψα το βοήθημα από τα έσοδα της ενορίας» υποστήριξε τότε ο ιερωμένος. Προσέθετε, μάλιστα, ότι «είχα αντιληφθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την συγκεκριμένη οικογένεια» αλλά, όπως υποστήριζε, δεν είχε προλάβει να ενεργήσει καταλλήλως.
Τις αιτιάσεις του κληρικού διέψευσαν οι καταθέσεις των παιδιών. «Ο παπα-Σωτήρης, όπως τον είχα γνωρίσει και τον λέγαμε, ερχόταν στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στο Ίλιον. Εκεί με πήγαινε η μητέρα μου μία φορά την εβδομάδα κατά την διάρκεια της μαθητείας μου από την πρώτη έως την τετάρτη δημοτικού» είπε ένα από αυτά. Και συνέχιζε, περιγράφοντας: «Ο παπάς μου έδινε κάποια χρήματα και η μητέρα μου έβγαινε έξω κάνοντας ότι καθάριζε την εκκλησία. Εκείνος μου έβγαζε τα ρούχα… και μετά όταν τελείωνε με έβγαζε έξω και, αφού έδινα τα χρήματα στην μητέρα μου, φεύγαμε».
«Στο όνομα του θεού, σας διαβεβαιώνω, κύριοι δικαστές, ότι είμαι αθώος» ήταν η αποστροφή του ιερέα Πέτρου Παπουτσάκη, τον Ιανουάριο του 2000, στην διάρκεια της απολογίας του ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χαλκίδας. Ο 82χρονος τότε ιερέας αντιμετώπιζε την βαρύτατη κατηγορία ότι βίαζε ανήλικα κορίτσια τα οποία είχαν αναζητήσει στέγη, φροντίδα και αγάπη στο ομώνυμο ίδρυμα για ορφανά και άπορα παιδιά, που διηύθυνε ο υπερήλικας ιερωμένος στην Αγία Παρασκευή.
Όλα ξεκίνησαν όταν ένα από τα κορίτσια εξομολογήθηκε την αντιμετώπιση που του επιφύλασσε ο Παπουτσάκης σε μία από τις παιδαγωγούς που απασχολούνταν στις σχολικές εγκαταστάσεις του, το 1995. Ακολούθησαν οι συζητήσεις με πέντε ακόμη οικότροφους, που διατύπωσαν την ίδια κατηγορία. Σύντομα, το θέμα απασχόλησε την Δικαιοσύνη και ο κληρικός βρέθηκε κατηγορούμενος για βιασμό και απόπειρα βιασμού εις βάρος των έξι κοριτσιών. Στην διάρκεια της πρωτόδικης δίκης, που διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών, ο Παπουτσάκης άκουσε ατάραχος τις καταθέσεις των έξι κοριτσιών. Κατά την απολογία του, ισχυρίστηκε ότι «όλα τα έχουν φανταστεί, με πληρώνουν με αυτό το φρικτό νόμισμα για όσα καλά έχω κάνει γι’ αυτά τα παιδιά». Οι δικαστές καταδίκασαν τον ιερέα σε κάθειρξη 30 ετών, που συγχωνεύθηκε σε 20 έτη.
Ο Παπουτσάκης οδηγήθηκε στις φυλακές, αφέθηκε όμως ελεύθερος σχετικά σύντομα, όταν επικαλέστηκε λόγους υγείας. Εν τω μεταξύ, είχε ασκήσει έφεση. Η δίκη στον δεύτερο βαθμό, δύο χρόνια αργότερα, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο κατηγορούμενος ιερωμένος επικαλέστηκε ανήκεστο βλάβη της υγείας του που συντελέστηκε το διάστημα της κράτησής του, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί ποτέ η διαδικασία της δίκης.
Όπως επισημαίνουν νομικοί κύκλοι, που ασχολούνται για μακρό χρονικό διάστημα με υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης ανηλίκων, οι παραπάνω περιπτώσεις είναι λίγες σε σχέση με τα πραγματικός συμβαίνοντα κυρίως στην επαρχία. Εκεί όμως επικρατεί ο νόμος της σιωπής, ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού και επέρχεται συνήθως ένας «άκομψος» συμβιβασμός.
Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, η υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης σε χωριό κοντά στο Αγρίνιο. Δύο εξαδέλφες κατηγόρησαν τον ιερέα του χωριού ότι στην διάρκεια εξομολόγησης τις άρπαξε από το στήθος, κάνοντάς τους αντίστοιχες προτάσεις σεξουαλικού περιεχομένου. Τα κορίτσια κατήγγειλαν το περιστατικό, ο ιερέας καταδικάστηκε προ διμήνου σε τρία χρόνια με αναστολή, αλλά έσπευσε να ασκήσει έφεση, δηλώνοντας την αθωότητά του. «Τις άγγιξα στον ώμο από πατρικό ενδιαφέρον» υποστήριξε στην διάρκεια της απολογίας του.
Οι κλειστές πόρτες των μοναστηριών, τα εκκλησιαστικά σχολεία και σχολές, τα κατηχητικά, τα ενοριακά ''πνευματικά'' κέντρα, τα ορφανοτροφία, οι δομές φιλοξενίας, οι οίκοι ευηγηρίας, οι ναοί και λοιπές οργανώσεις της εκκλησίας είναι τα κολαστήρια - εκκολαπτήρια της παιδοφιλίας - παιδεραστίας, που στην Ελλάδα οι πραγματικοί αριθμοί είναι τεράστιοι και καλύπτωνται από το πνεύμα της αλληλεγγύης, αλλήλοκάλυψης, εκβιασμών, χρηματισμού και ιερής σιωπής.
450 θύματα σεξουαλικής βίας στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας στην Γαλλία.
Σε έναν χρόνο, 450 θύματα σεξουαλικής βίας στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας αναγνωρίστηκαν στην Γαλλία και υποστηρίζονται από την Επιτροπή Αναγνώρισης και Αποκατάστασης (CRR), εκ των οποίων 36 που έχουν λάβει οικονομική αποζημίωση, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε 02/12/2022 στην δημοσιότητα η αρχή αυτή.
Η δομή αυτή δημιουργήθηκε στα τέλη του 2021 μετά την έκθεση κόλαφο της επιτροπής Sauvé, η οποία αποκάλυψε την έκταση των σεξουαλικών εγκλημάτων με θύματα παιδιά στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας από το 1950.
Στόχος της είναι να καταχωρεί τα αιτήματα για οικονομικές αποζημιώσεις ή επανορθώσεις μη οικονομικού χαρακτήρα, από θύματα βιαστών στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας και στην συνέχεια να προτείνει την διαμεσολάβηση μεταξύ των δύο πλευρών. Για να βοηθήσει στην διαδικασία, η CRR έχει δημιουργήσει ερωτηματολόγια και πίνακες με προτεινόμενα χρηματικά ποσά, που κυμαίνονται από 5.000 έως 60.000 ευρώ.
Συνολικά, «450 θύματα αναγνωρίζονται και υποστηρίζονται» από έναν από τους 25 επιτρόπους της CRR, επισημαίνει η επιτροπή σε δελτίο Τύπου που εκδόθηκε έπειτα από σχεδόν έναν χρόνο λειτουργίας της. Για αυτές τις 450 περιπτώσεις, η CRR «διατύπωσε 80 συστάσεις για αποζημίωση» σε ιδρύματα, που περιλάμβαναν τόσο την οικονομική πλευρά όσο και μια μη οικονομική πλευρά. Και σε αυτές τις 80 υποθέσεις, «ο μέσος όρος αποζημίωσης είναι 40.000 ευρώ», διευκρίνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο πρόεδρός της Αντουάν Γκαραπόν.
Ανάμεσα στις 80 συστάσεις, 37 περιπτώσεις έκλεισαν»: για τις 36 έχουν καταβληθεί οικονομικές αποζημιώσεις. Ένα θύμα δεν ζήτησε οικονομική αποζημίωση, σύμφωνα με την CRR. Για τις άλλες 43, η CRR απηύθυνε ειδοποιήσεις, αλλά η διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί, σύμφωνα με την επιτροπή. Η επιτροπή επισημαίνει ότι «μεταξύ των 450 θυμάτων, το 85% ήταν ανήλικα την περίοδο των αξιόποινων πράξεων. Το 71% αυτών των ανήλικων θυμάτων είναι άνδρες, ενώ τα δύο τρίτα των ενήλικων θυμάτων είναι γυναίκες». Σύμφωνα με την επιτροπή, «οι επιθέσεις έγιναν κυρίως μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και του 1980».
Οι μη οικονομικές επανορθώσεις που ζητούνται περισσότερο από τα θύματα είναι «η έκκληση για μαρτυρίες για την αναζήτηση άλλων θυμάτων, η γνώση της πορείας του θύτη και η αναγνώριση της σοβαρότητας όσων εκτυλίχθηκαν σε κάποιο συγκεκριμένο θρησκευτικό ίδρυμα».
Ισπανία: 68 καταγγελίες κακοποίησης ανηλίκων από μέλη της καθολικής εκκλησίας.
Οι ισπανικές Αρχές ερευνούν 68 περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από μέλη της καθολικής εκκλησίας, όπως έγινε γνωστό στις 16/02/2022 από το γραφείο του γενικού εισαγγελέα, που για πρώτη φορά έδωσε στην δημοσιότητα επίσημα στοιχεία για αυτές τις υποθέσεις.
Οι καταγγελίες για κακοποίηση παιδιών από ιερείς και η πιθανή συγκάλυψή τους από την εκκλησία μόλις τώρα αναδεικνύονται στην Ισπανία, πολλά χρόνια αφότου παρόμοια σκάνδαλα συντάραξαν την καθολική εκκλησία σε άλλες χώρες, όπως στις ΗΠΑ, την Ιρλανδία και την Γαλλία.
Το γραφείο του εισαγγελέα έδωσε στην δημοσιότητα ένα αρχείο που περιλαμβάνει τις προκαταρκτικές έρευνες που διεξάγονται σε 17 περιοχές και αφορούν την σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων σε εκκλησίες, σχολεία και άλλα θρησκευτικά ιδρύματα. Δεν δόθηκαν ωστόσο περισσότερες λεπτομέρειες.
Πριν από δύο μήνες η εφημερίδα El País έγραψε ότι ανακάλυψε πως είχαν γίνει 1.200 τέτοιες καταγγελίες από το 1943 μέχρι το 2018.
Τον Ιανουάριο, η επισκοπική σύνοδος ανέφερε ότι θα συγκροτήσει επιτροπές, σε επίπεδο επισκοπών, για να ακούσει τις καταγγελίες των θυμάτων. Την περασμένη εβδομάδα το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα πρότεινε την σύσταση μιας ανεξάρτητης επιτροπής για το ίδιο θέμα.
Στον ιστότοπό της η Ισπανική εκκλησία έχει μια ειδική σελίδα στην οποία αναφέρει πώς μπορεί να χειριστεί κανείς τέτοιες υποθέσεις. Λέει μεταξύ άλλων ότι αν δεχτεί κάποια καταγγελία όλες οι αποδείξεις που θα συγκεντρώσει θα σταλούν αμέσως στο βατικανό. Ενθαρρύνει επίσης τα θύματα να μιλήσουν ανοιχτά και να κάνουν καταγγελία στις τοπικές εισαγγελικές αρχές.
Κάποια στιγμή πρέπει οι άνθρωποι να τελειώσουν με αυτό το εκτρωματικό, βδελυρό κι ανίερο σύστημα που αποκαλείται “εκκλησία” ή θρησκεία, οιουδήποτε είδους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου