Ο έρωτας είναι βίαιος και δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να το πει κάποιος αυτό. Αποσυντονίζει τον άνθρωπο και τον ελκύει κοντά του, τον σέρνει μακριά, μονάχα για να τον κάνει ολοκληρωτικά δικό του. Τον απωθεί και τον τρομάζει, τον αφήνει να τον κοιτά με δέος γιατί πολύ απλά (;) το απολαμβάνει. Θέλει τον θαυμασμό και το μυστήριο που δημιουργείται γύρω από το όνομά του. «Ήταν έρωτας ή μια ακόμα έλξη» σπεύδουν όλοι να αναρωτηθούν, μα εκείνος σιωπά. Αφήνει να ξέρουν την απάντηση μόνο οι ερωτευμένοι.
Αλλά ακόμα κι αυτοί, τρέμουν να την πουν ο ένας στον άλλον, πόσο μάλλον στον εαυτό τους. Φαίνεται σαν μια άκακη παραδοχή που από μόνη της, περιέχει μια καταστροφική δύναμη. Μόλις ξεστομιστεί, ξέρουν πως όλα τελείωσαν, δεν υπάρχει γυρισμός μετά απ’ αυτό. Το αδιέξοδο είναι βίαιο γιατί ξυπνά αρχέγονα ένστικτα επιβίωσης και κυριαρχίας. Ο «άλλος» είναι αποκλειστικά δικός του και μπορεί να κάνει τα πάντα για να το εξασφαλίσει αυτό.
Ίσως είναι και φοβιστικός. Η αβεβαιότητα των κινήσεών του, τον καθιστά επικίνδυνο. Ποτέ δε γνωρίζει εάν θα επιτεθεί ή θα μείνει αμέτοχος, εάν θα υποκύψει ή θα κρυφτεί μέσα του, θα προσπαθήσει ή θα πιστέψει πως όλα έχουν τελειώσει πριν καν αρχίσουν. Ένα ερωτηματικό είναι ο έρωτας που συνεχώς ψάχνει απαντήσεις, εξαρτημένος σχεδόν αναζητά αυτή την απολυτότητα του συναισθήματος. Μια καταλυτική ορμή που μόνο ήπια δεν είναι.
Ο έρωτας δεν μπορεί να είναι χλιαρός, δεν μπορεί να παρομοιαστεί μ’ ένα ρυάκι αλλά ούτε και με τον καταγάλανο ουρανό. Αυτό δε θα ήταν μόνο ψέμα, αλλά κι άδικο να ειπωθεί κάτι τέτοιο. Θα έχανε απευθείας τη μισή του γοητεία. Θα έχανε τον λόγο για τον οποίο όλοι τον κυνηγούν κι εμπνέονται από εκείνον, θα του έλειπε αυτή η «ατέλεια» που τον καθιστά ανθρώπινο και θα γινόταν καθημερινός και τετριμμένος. Αλλά εκείνος παραμένει αδίστακτος, τυφλός και καταλυτικός. Ποιος κοιτά το χρώμα, την καταγωγή, τη θρησκεία ή το φύλο όταν ερωτεύεται; Ποιος κοιτά όταν ερωτεύεται κάτι πέρα από τον άνθρωπο; Αντιστέκεται σε κάθε «πρέπει» και γίνεται ακόμα πιο βίαιος. Σκληραγωγείται και πεισμώνει, στέκεται μπροστά και φωνάζει, κλαίει και λυγίζει, πέφτει στα πατώματα και ξανασηκώνεται· πονάει αλλά ξανασηκώνεται.
Ποτέ δεν παραδίνεται αμαχητί. Όχι επειδή δε φοβάται τίποτα, αλλά επειδή είναι αδίστακτος και θαρραλέος, σαν να του δίνεται μια ιδιότητα όπου να πιστεύει πως μπορεί να κατακτήσει τον κόσμο, ακόμα κι εάν αυτό είναι αδύνατο. Γιατί ξέρει πώς είναι να χάνει και να καταρρέει, να αφήνει πίσω τα όνειρά του και να τα τσαλαπατά γι’ άλλα. Ξέρει πώς είναι όταν οι άλλοι του απαγορεύουν να υπάρξει κι αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τη βίαιη φύση του. Ξέρει πως όλα αυτά τα κάνει κυρίως για τον εαυτό του, για να αναδείξει πόσο πολύ πάλεψε για τον άλλον, στον άλλον. Ακόμα κι εάν εκείνος δεν τον κοιτάξει ποτέ. Ακόμα κι εάν τον απορρίψει ή τον αφήσει, αφού του έχει δείξει την ομορφιά του έρωτα.
Η αδιαφορία, η κοροϊδία, η μοναξιά (που δεν επιλέχθηκε) είναι βίαια συναισθήματα. Αλλά ειδικά ο μονόπλευρος έρωτας, είναι αυτός που αφήνει τον άνθρωπο στο χείλος μιας πραγματικότητας, που δεν ξέρει εάν έχει γυρισμό και τι πρέπει να παραδώσει γι’ αυτή την επιστροφή. Τον κάνει να αναρωτιέται, να πονάει και να μην ξέρει τι να κάνει και να παραιτείται. Τον κάνει να δυναμώνει και να πεισμώνει, να σφίγγει τα δόντια και να προχωρά. Τον κάνει τρωτό κι άτρωτο την ίδια στιγμή. Τα περιθώρια στενεύουν όταν πλέον δεν μπορεί να τα τοποθετήσει κάπου και στέκεται μετέωρος.
Ζητά πολλά από τον έρωτα και γίνεται άπληστος, γκρινιάζει όταν δεν τον έχει και θέλει κάτι ακόμα καλύτερο όταν τον αποκτήσει. Είναι ζωντάνια, ορμή και πρόσκρουση. Είναι δίψα και πνιγμός, τρέμουλο και ταραχή, είναι όλα όσα αποφεύγει κι όλα όσα εύχεται, μα ακόμα κι αυτά δεν είναι ικανά να εξηγήσουν τη μεταστροφή που συντελείται στον άνθρωπο όταν ερωτεύεται. Ακόμα και τα ποιήματα που μιλούν για εκείνον, αφήνουν μια ανάσα να στέκεται στον λαιμό, χωρίς να μπορεί να φύγει, μια σκέψη να τριγυρνά την καρδιά και να την κρατά αιχμάλωτη. Οι λέξεις και μόνο είναι τα βέλη, πόσο μάλλον ένας άνθρωπος που είναι ολόκληρος στρατός. Μια επίθεση είναι ο έρωτας που δίχως δεύτερη σκέψη, προσκαλείται στη ζωή. Κανείς δεν τολμά να του κλείσει την πόρτα, αλλά ακόμα κι εάν το κάνει, ξέρει πως τίποτα δε θα μείνει όρθιο.
Ο έρωτας είναι βίαιος γιατί αναθεωρεί τα πάντα, τη στιγμή που τα καταρρίπτει όλα. Αλλάζει και μετουσιώνεται, ανταλλάσσει μα δε χαρίζει τίποτα. Ο έρωτας χρειάζεται πάντα ένα αντάλλαγμα, γιατί πάνω απ’ όλα είναι εγωιστικός κι ανθρώπινος. Εάν ήταν θεϊκό δημιούργημα, ίσως ν’ άντεχε και να επιβίωνε δίχως να έχει ανάγκη τη συνεχή επιβεβαίωση, αλλά αυτό θα ήταν μια ουτοπική κατάσταση. Τον αισθάνεται όμως σαν κάτι εξωπραγματικό και γι’ αυτό δικαιολογεί εν μέρει τη βιαιότητά του, είναι πάνω απ’ αυτόν, είναι κάτι ανεξέλεγκτο κι αδάμαστο. Ο έρωτας είναι βίαιος γιατί υπερβαίνει τα πάντα αλλά και διαβαίνει μέσα από αυτά. Μπορεί να συγκινήσει αυτή η δύναμη αλλά και να πληγώσει βαθύτατα, μπορεί να δημιουργήσει αλλά και ν’ αφανίσει. Ακόμα και τον άνθρωπο που έχει ερωτευτεί.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου