Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2021

ΣΤΩΪΚΟΙ ΚΑΙ ΣΤΩΪΚΙΣΜΟΣ: ΠΡΟΣΩΠΑ - ΚΑΤΩΝ Ο ΝΕΩΤΕΡΟΣ

Ο Κάτων ο Νεώτερος (Μάρκος Πόρκιος Κάτων ο Υτικαίος, Marcus Porcius Cato Uticensis, 94 - 46), υπήρξε επιφανής Ρωμαίος πολιτικός του 1ου αιώνος π.α.χ.χ., δισεγγονός του αυστηρού Κάτωνος του Πρεσβυτέρου, του περιφήμου Τιμητού (Κήνσορος) του έτους 184 που εχθρεύετο κάθε ξένη επιρροή (ακόμη και αυτόν τον Ελληνισμό) και έκλεινε όλες τις ομιλίες του με τη γνωστή φράση «..και η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί !» («..ceterum censeo Carthaginem esse delendam !»). Ο Νεώτερος Κάτων, αντιθέτως, βαθυστόχαστος δημοκρατικός και αυστηρός όχι με τους άλλους ανθρώπους αλλά μόνον με την συνείδησή του, ησπάσθη με ενθουσιασμό τις δημοκρατικές αξίες (από τον θείο του Marcus Livius Drusus) και, επίσης, τον Στωϊκισμό, τον οποίο εφήρμοσε με αυστηρότητα τόσο στην προσωπική, όσο και στην έντονη πολιτική ζωή του (Χιλίαρχος το 67, Κουαίστωρ το 65, Δήμαρχος το 62 και Πραίτωρ το 54) και απελάμβανε της ανωτάτης υπολήψεως των συμπολιτών του, λόγω της εντιμότητός του, της ευθύτητός του και της αφοσιώσεώς του στην Δικαιοσύνη και την Αρετή, τον απεκάλεσαν δε κάποτε «ζωντανό άγαλμα της Αρετής» (Virtutium viva imago). Η αγαπημένη του ρήση ήταν ότι «η Φιλοσοφία είναι χρήσιμη μόνον όταν μπορεί να τεθεί σε πρακτική εφαρμογή». Υπήρξε υπέρμαχος των πνευματικών ελευθεριών και αφοσιωμένος οπαδός της Δημοκρατίας, στην οποία αφιέρωσε τα τελευταία 15 έτη του βίου του, ενέπνευσε δε προσωπικώς τον Βρούτο στον αγώνα κατά της μοναρχικής επιδιώξεως του Ιουλίου Καίσαρος. 

Στον Στωϊκισμό, ο Κάτων, ενετάχθη ενεργώς μετά τη μαθητεία του δίπλα στον Αθηνόδωρο τον Ταρσέα, εν έτει 67 στην πόλη της Περγάμου, όπου υπηρετούσε ως Χιλίαρχος (Tribunus Militum). Με τον θάνατό του, ο οποίος τον ανέδειξε σε μία από τις λαμπρότερες μορφές του Αρχαίου Κόσμου, επεβεβαίωσε με τον πιο απόλυτο τρόπο τις ιδέες του, τερματίζοντας ο ίδιος μέσα σε γαλήνη και αταραξία την ζωή του, κατά την στωϊκή αρχή της «ευλόγου αποχωρήσεως», όταν το πολιτικό του όραμα είχε πλέον οριστικώς διαψευσθεί. Είχε προηγουμένως συνταχθεί με τον Πομπήϊο (του οποίου τα σχέδια ν’ ανακηρυχθεί δικτάτωρ είχε εμποδίσει ο ίδιος, το έτος 54, ως Πραίτωρ) στη σύγκρουση του τελευταίου με τον Ιούλιο Καίσαρα, θεωρώντας την επικράτηση του πρώτου, ως του λιγώτερο αντιδημοκρατικού, συγκριτικώς πιο ευνοϊκή για την δημοκρατική υπόθεση, τον συνώδευσε δε στην πορεία γύρω από την Αδριατική και εκράτησε με ολιγομελή φρουρά το Δυρράχιο, μέχρι την πανωλεθρία της παρατάξεώς του στη μάχη των Φαρσάλων. Μαζί με τους Quintus Caecilius Metellus και Pius Scipio, πέρασε εν συνεχεία στην Αφρική, όπου συνέχισε τον πόλεμο κατά του τυράννου, διοικώντας και προστατεύοντας με τις λεγεώνες του την Υτίκη, από όπου και πήρε το προσωνύμιό του (Uticensis) τιμηθείς παντοιοτρόπως από τους κατοίκους της πόλεως. 

Μετά την ήττα των δημοκρατικών στη μάχη της Θάψου, τον Απρίλιο του έτους 46 π.α.χ.χ., αυτοκτόνησε σε ηλικία 48 ετών με έναν ηρωϊκό και υπεράνθρωπο τρόπο για να μη στερηθεί της αξιοπρεπείας του, ως αιχμάλωτος του Καίσαρος. Εκάλεσε τους συντρόφους του σε δείπνο, στο οποίο ανεπτύχθη μία πολύωρος φιλοσοφική συζήτηση με κύριους ομιλητές τον ίδιο, τον περιπατητικό Δημήτριο και τον στωϊκό Απολλώνιο, και, εν συνεχεία, εχαιρέτησε τους συνδαιτημόνες και έδωσε όπως κάθε νύκτα τα συνθήματα στις φρουρές του στρατοπέδου του, όρκισε δε τους άνδρες του να κλείσουν ειρήνη με τον Καίσαρα για το καλό της Ρώμης, αλλά και για να μην καταστραφεί η πόλη της Υτίκης που εφιλοξένησε την αντίστασή τους. Αποσυρθείς όμως στο δωμάτιό του με τον πλατωνικό διάλογο περί της αθανασίας της ψυχής στο χέρι, είδε ότι το ξίφος του έλειπε από τη θήκη του και εδημιούργησε μεγάλη αναστάτωση, πείθοντας τελικώς τον υιό του που το είχε κρύψει για να μη μπορέσει ο πατέρας του να αυτοκτονήσει, να το επιστρέψει, με το επιχείρημα ότι το αντίθετο θα τον παρέδιδε άοπλο στα χέρια του τυράννου. Μερικές ώρες αργότερα, όταν όλοι είχαν κοιμηθεί, ο Κάτων έσυρε το ξίφος και το εβύθισε στο σώμα του, αλλά η πράξη του έγινε αντιληπτή από τους συντρόφους του που ματαίως προσεπάθησαν αν τον σώσουν. Ακόμη και όταν ο ιατρός τού εμάζεψε τα εκχυθέντα σπλάχνα και του συνέρραψε το τραύμα, ο Κάτων, σπρώχνοντάς τον με όλη τη δύναμη που του είχε απομείνει, ολοκλήρωσε με αποφασιστικότητα και αταραξία την «εύλογον αναχώρησίν» του, διασπώντας με τα χέρια του τις ραφές λίγο προτού ξεψυχήσει, συνεπής προς τις απόψεις του περί της μέχρι εσχάτων εμμονής των εναρέτων ανδρών στις αρχές και τις πεποιθήσεις τους, όπως και στο ότι ο ηρωϊκός θάνατος ενός ανθρώπου δύναται να περισώσει τα όσα δεν επέτυχαν οι έως τότε προσπάθειές του και αγώνες του.  

Ο νικητής Καίσαρ, προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί την προκατάληψη του πλήθους κατά των αυτοχείρων, περιέφερε κατά τον Θρίαμβό του, το έτος 46, καρικατούρες των Lucius Scipio και Petreius ενώ αυτοκτονούσαν, δίπλα σε μία του Κάτωνος «που αυτοξεσκιζόταν σαν άγριο θηρίο». Η προπαγάνδα όμως υπήρξε ατυχής, καθώς ο λαός, ενθυμούμενος την αυτοθυσία των αρχαίων ηρώων του (λ.χ. Decius Mus και Regulus) ξέσπασε σε αποδοκιμασίες. Ο Κάτων είχε κατορθώσει να ιεροποιήσει την περιφρόνηση για τον θάνατο, η οποία έκτοτε θα καθοδηγεί όλους τους Ρωμαίους αγωνιστές της Ελευθερίας. Ο υιός και η θυγατέρα του Πορκία, σύζυγος του Marcus Junius Brutus, έμειναν συνεπείς στις αρχές του πατρός τους, η δε Πορκία αυτοκτόνησε και αυτή στο τέλος του δικού της αγώνος για την Δημοκρατία. 

Αμέσως μετά τον προκλητικό Θρίαμβο του Καίσαρος, ο Κικέρων, συνέγραψε έναν δοξαστικό προς τιμήν του (έναν «Κάτωνα»), ο οποίος υπήρξε τόσο δημοφιλής που εκυκλοφόρησε σε δευτέρα έκδοση την Άνοιξη του επομένου έτους. Αντίδραση υπήρξε μόνον από τον ίδιο τον Καίσαρα που, κηρύσσοντας τάχα ότι ο Κάτων του.. εστέρησε την χαρά να φανεί μαζί του γενναιόψυχος (..) συνέγραψε εναντίον του έναν πολεμικό «Αντικάτωνα» («Αnticato»). Ο καισαρικός «Αντικάτων», που προσπαθούσε να γελοιοποιήσει τον νεκρό και να τον παραστήσει ως ματαιόδοξο, εκκεντρικό και παντελώς άδειο από πνευματική υπόσταση, προεκάλεσε μία έκρηξη αλλεπαλλήλων δοξαστικών «Κατώνων»: από τον γαμβρό του νεκρού υπερμάχου της Δημοκρατίας Marcus Junius Brutus το Καλοκαίρι του 45, από τον Fadius Gallus και από τον Munatius Rufus. Ένας ακόμη καισαρικός «Αντικάτων» που ηκολούθησε, δεν εστάθη ικανός να αντιστρέψει το μαζικό αίσθημα. Οι ιστορικοί και οι ποιητές των αμέσως επομένων γενεών, εδέχθησαν και εδόξασαν τον Κάτωνα, ως την απόλυτο ενσάρκωση της Αρετής και έσχατο υπερασπιστή της Παρρησίας (Εloquentia) και της Δημοκρατίας. Έκτοτε, έως των ημερών μας, ο ένδοξος θάνατός του ενέπνευσε πολλά θεατρικά δράματα και το όνομά του έμεινε στην Ιστορία ως σύμβολο της απολύτου εντιμότητος στη δημοσία ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου