Είναι η απουσία της φαντασίας που μεταβάλλει τον άνθρωπο σε ανάπηρο της πραγματικότητας.
Η αίγλη της νεότητας είναι ως ένα σημείο, αίγλη του σφάλματος. Ζηλιάρηδες γέροι που όλα σας τα ’χετε προβλέψει. Δε θα ’ρθει ποτέ το αηδόνι να λαλήσει πάνω στη σωφροσύνη σας. Μωρέ δε θα ’ρθει, δε θα ’ρθει.
Ο ασυγχρονισμός της φύσης και του ανθρώπου έφερε τον ασυγχρονισμό της ψυχής και του σώματος. Όπου δεν ακούγεται αηδόνι, ακούγεται κοκτέιλ Μολότοφ. Τα πουλιά εκδικούνται, δε φοίτησαν αυτά ποτέ τους στο Κατηχητικό.
Η λέξη αυτή -αγάπη! αγάπη!- φωτοβολώντας με μυριάδες πρίσματα μια στιγμή ευτυχίας που η τύχη θα παίρνει κάθε φορά για να τη χαρίζει σε δυο πάντοτε καινούριους ανθρώπους, ρίχνεται με ριπές ουράνιας τραμουντάνας απάνω από στέγες και σύννεφα.
Στα παραμύθια, στα τραγούδια, στις λαϊκές παραδόσεις, το συναντάμε συχνά. Οπουδήποτε ξεσπάει ο άνθρωπος, κι αφήνει τα ένστικτά του να μιλήσουν, πετάει. Θέλω να πω, πάει αντίθετα προς τους φυσικούς νόμους που τον καθηλώνουν. Διαμαρτύρεται για μιαν ακόμη παρ’ ολίγον περιπέτεια που δεν του δόθηκε να χαρεί. Θέλει να κατακτήσει, να βιάσει, να εκσπερματώσει, να προεκτείνει τις σωματικές του δυνάμεις σε όλο το μάκρος των νοητικών του λειτουργιών. Αυτά τα κράνη και τα σπαθιά που τα παλεύει από μικρός, οι ξεκοιλιασμένες κούκλες και τα ξεχαρβαλωμένα ρολόγια τι άλλο νόημα μπορεί να έχουν;
Είμαστε όλοι μας δέσμιοι μιας ευτυχίας που από δικό μας λάθος αποστερούμαστε.
Φτάνουμε σιγά σιγά να μην πιστεύουμε στον εαυτό μας προς χάριν εκείνων που δεν πιστεύουν -που δεν θέλουν να πιστεύουν- στο δικό τους εαυτό.
Πότε, μα πότε θα μπορέσουμε να νιώσουμε όλοι μας πόσο βαθύ, σοβαρό, γοητευτικό πράγμα είναι η ζωή; Σ’ όποια στιγμή κι αν παραμερίσουμε τις αραχνιασμένες ιδέες που μας εμποδίζουν να σταθούμε ανεπηρέαστοι αντίκρυ της, θα διαγνώσουμε μέσα στα βάθη του είναι της όλα όσα και μέσα στο βάθος του δικού μας είναι αξεδιάλυτα ζουν συμπλεγμένα, όλα όσα μάταια προσπαθούμε να βάλουμε από τη μια μεριά κι από την άλλη μεριά, τονίζοντας από αδυναμία -ίσως και από συνήθεια- τις αντιθέσεις τους.
Ζητώ συγγνώμη για τον εύκολο συμβολισμό, αλλά η εποχή μας σ’ αυτήν ακριβώς την αλήθεια συμποσούται: μια καταπληκτική τεχνική πρόοδος αγωνίζεται να θεραπεύσει τα δεινά που προκαλεί στον άνθρωπο μια καταπληκτική τεχνική πρόοδος. Βρισκόμαστε μακριά από την εποχή που ο άνθρωπος ονειρευόταν ένα πουλί. Από τη στιγμή που πέταξε το πρώτο αεροπλάνο, εκείνος έχασε τα φτερά του. Τα φτερά που, είναι αλήθεια, πολύ συχνά τον απομάκρυναν από ένα τέλος σε ειρηνικό κρεβάτι. και ύστερα; Στο αναμεταξύ εκείνος εκσπερμάτωνε. Θέλω να πω, του δινότανε η ευχέρεια να ξοδέψει όχι μόνο ένα ποσοστό από το λευκό εκείνο σπέρμα που αναλογεί στον κάθε άνθρωπο και που έτσι ή αλλιώς ακόμη και χωρίς συνεταίρο, βρίσκεται τρόπος να βγει, μα κι ένα μεγάλο ποσοστό από το άλλο, το μαύρο σπέρμα, που -δεν είναι η θέση εδώ να αναρωτηθεί κανείς «γιατί»- συμβαίνει να περικλείνει στα βάθη της η ψυχή του. Και που επίσης, αν δεν ξοδευτεί με τη μέθοδο του απροσδόκητου (θα έπρεπε να πω: του θαύματος) ή της οποιασδήποτε περιπέτειας, κινδυνεύει να τον οδηγήσει στην παράκρουση. Όλες αυτές οι περιπλανήσεις των λαών που διαβάζουμε στα παλαιά χρονικά, η μόνιμη σχεδόν διαβίωσή τους χωρίς αστυνόμευση, το παρθένο έδαφος που πρωτοπατούσανε, οι ληστείες, οι απαγωγές, οι αρπαγές… αντιστοιχούσανε σε ποταμούς σωστούς μαύρου σπέρματος που αποτρέπανε κάθε ιδέα κόρου ή ανίας, και χαλαρώνανε τα ελατήρια ενός νευρικού συστήματος που αντέχει στα πάντα εκτός από την αχρησία.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου