4.2. Κοινωνία
Η ελληνιστική κοινωνία ήταν πολυεθνική και πολυπολιτισμική. Η Ελληνική πολιτισμική παρουσία ήταν έντονη, αλλά οι ελληνίζοντες ξένοι δεν επηρεάζονταν μόνο από τον Ελληνισμό, αλλά και τον επηρέαζαν.
Η Ελληνική γλώσσα κυριάρχησε ως επικοινωνιακό μέσο, καθώς τώρα τη μάθαιναν και τη χρησιμοποιούσαν ως Κοινή γλώσσα πλήθος λαοί, αλλά και έχασε με την τριβή ένα μέρος από τον μορφολογικό πλούτο και τη μουσικότητά της.
Στη θρησκεία οι ελληνικοί θεοί έγιναν γνωστοί και λατρεύτηκαν ως βαθιά μέσα στην Ασία, φυσικά και στην Αίγυπτο· όμως την ίδια στιγμή ξένοι θεοί, όπως η Ίσιδα και ο Όσιρης από την Αίγυπτο, ο Άττης από τη Φρυγία κ.ά., αξιώθηκαν να αποκτήσουν έλληνες πιστούς. Την επιτυχία τους τη χρωστούν σε μεγάλο βαθμό στην ανατολίτικη μυστηριακή φύση της λατρείας τους. Η Ελληνιστική εποχή, με τους αυξημένους φόβους και τις μεγάλες ευκαιρίες, ευνοούσε τις μυστηριακές λατρείες, που κατά κάποιον τρόπο καταλαγιάζουν τους φόβους και ενισχύουν τις ελπίδες για ευδαιμονία, αν όχι σε τούτη, τουλάχιστο στη μεταθανάτια ζωή. Συνηθισμένο φαινόμενο ήταν η θεοκρασία: έλληνες και ξένοι συγγενικοί θεοί ταυτίζονταν, τα ονόματά τους συνδυάζονταν και οι πιστοί αναγνώριζαν ένα θεό Δία-Σαβάζιο, Ερμή-Άνουβη, Σάραπη-Πλούτωνα κλπ.
Γενικά, η θρησκευτική πίστη, όπως τη γνωρίσαμε περισσότερο στα αρχαϊκά, λιγότερο στα κλασικά χρόνια, είχε στην Ελληνιστική εποχή υποχωρήσει. Μπορεί τα αφιερώματα να ήταν πλουσιότερα και οι ναοί μεγαλοπρεπέστεροι, μπορεί οι δημόσιες λατρευτικές εκδηλώσεις να φάνταζαν πολυτελέστερες παρά ποτέ, αλλά στο βάθος ο πλούτος και η αστάθεια της εποχής είχαν κλονίσει τα θεμέλια τόσο της ηθικής όσο και της θρησκείας. Οι μεταφυσικές ανάγκες των ανθρώπων, όταν δεν καλύπτονταν από τις μυστηριακές λατρείες, ικανοποιούνταν από δεισιδαιμονικές ας τις πούμε πρακτικές, όπως τα ξόρκια, τα φυλαχτά, η μαγεία γενικά, και ακόμα από την αστρολογία και τη μαντική στις ποικίλες μορφές της. Μία μόνο θεά είδε τα χρόνια εκείνα τη λατρεία της να αναβαθμίζεται: η θεά Τύχη.
Χαρακτηριστικό για την εποχή φαινόμενο ήταν και οι αθρόες αποθεώσεις. Η υποτιθέμενη εξύψωση ενός θνητού, συνήθως ηγεμόνα, στην τάξη των θεών, η κατασκευή ναών αφιερωμένων στη λατρεία του, η προσφορά θυσιών κλπ., ήταν φαινόμενα συνηθισμένα στην Ανατολή, όχι όμως και στην Ελλάδα, όπου οι αντίστοιχες μαρτυρίες είναι ελάχιστες και αμφίβολες. Μόνο τώρα, μετά τον Μεγαλέξανδρο, που ζωντανός ακόμα διεκδικούσε, ως γιος του Άμμωνα-Δία, θεϊκές τιμές, οι διάδοχοί του, οι Σελευκίδες, οι Πτολεμαίοι και οι Ατταλίδες, δεν ισχυρίζονταν μόνο ότι κατάγονταν από θεούς, αλλά και φρόντιζαν όταν πεθάνουν να αποθεωθούν οι ίδιοι, καμιά φορά και οι σύζυγοί τους, για το μεγαλείο τους και για τις ευεργεσίες τους στη χώρα. Με αυτά τα δεδομένα οι αποθεώσεις δε βασίζονταν στη θρησκευτική πίστη αλλά σε πολιτικές αποφάσεις που σκοπό είχαν να ενισχύσουν το κύρος της δυναστείας.
Όσο για την ηθική τάξη: οι κάθε λογής απατεώνες, οι αχόρταγοι παράσιτοι, οι εταίρες, οι μεσίτρες, οι ξαδιάντροπες κουβέντες, η σωματική κακοποίηση και εκμετάλλευση των δούλων, όλα όσα από παλιά θεωρούνταν περιθωριακά και αξιοκατάκριτα, φαίνεται ότι αποτελούσαν τώρα συνηθισμένα και φυσικά φαινόμενα της καθημερινής ζωής. Κείμενα και αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι η ελληνιστική κοινωνία, τουλάχιστο στα αστικά κέντρα, όπου κυκλοφορούσε και επιβίωνε κάθε καρυδιάς καρύδι, εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έκδοτη στις ηδονές, ανήθικη, σπάταλη, αδίστακτη κλπ. - αλλά βέβαια παρόμοιοι χαρακτηρισμοί, απ᾽ όπου και αν προέρχονται, είναι συχνά υπερβολικοί, αν όχι και άδικοι.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου