Πέμπτη 17 Ιουνίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἀντιγόνη (1091-1114)

ΧΟ. ἁνήρ, ἄναξ, βέβηκε δεινὰ θεσπίσας.
ἐπιστάμεσθα δ᾽, ἐξ ὅτου λευκὴν ἐγὼ
τήνδ᾽ ἐκ μελαίνης ἀμφιβάλλομαι τρίχα,
μή πώ ποτ᾽ αὐτὸν ψεῦδος ἐς πόλιν λακεῖν.
1095 ΚΡ. ἔγνωκα καὐτὸς καὶ ταράσσομαι φρένας·
τό τ᾽ εἰκαθεῖν γὰρ δεινόν, ἀντιστάντα δὲ
ἄτῃ πατάξαι θυμὸν ἐν δεινῷ πάρα.
ΧΟ. εὐβουλίας δεῖ, παῖ Μενοικέως, λαβεῖν.
ΚΡ. τί δῆτα χρὴ δρᾶν; φράζε· πείσομαι δ᾽ ἐγώ.
1100 ΧΟ. ἐλθὼν κόρην μὲν ἐκ κατώρυχος στέγης
ἄνες, κτίσον δὲ τῷ προκειμένῳ τάφον.
ΚΡ. καὶ ταῦτ᾽ ἐπαινεῖς καὶ δοκεῖς παρεικαθεῖν;
ΧΟ. ὅσον γ᾽, ἄναξ, τάχιστα· συντέμνουσι γὰρ
θεῶν ποδώκεις τοὺς κακόφρονας Βλάβαι.
1105 ΚΡ. οἴμοι· μόλις μέν, καρδίας δ᾽ ἐξίσταμαι
τὸ δρᾶν· ἀνάγκῃ δ᾽ οὐχὶ δυσμαχητέον.
ΧΟ. δρᾶ νυν τάδ᾽ ἐλθὼν μηδ᾽ ἐπ᾽ ἄλλοισιν τρέπε.
ΚΡ. ὧδ᾽ ὡς ἔχω στείχοιμ᾽ ἄν· ἴτ᾽ ἴτ᾽ ὀπάονες,
οἵ τ᾽ ὄντες οἵ τ᾽ ἀπόντες, ἀξίνας χεροῖν
1110 ὁρμᾶσθ᾽ ἑλόντες εἰς ἐπόψιον τόπον.
ἐγὼ δ᾽, ἐπειδὴ δόξα τῇδ᾽ ἐπεστράφη,
αὐτός τ᾽ ἔδησα καὶ παρὼν ἐκλύσομαι.
δέδοικα γὰρ μὴ τοὺς καθεστῶτας νόμους
ἄριστον ᾖ σῴζοντα τὸν βίον τελεῖν.

***
ΧΟΡ. Έφυγε ο μάντης, βασιλιά, αφού είπε
φοβερές προφητείες, και ξέρομε όλοι,
από τότε που αυτές φορώ τις άσπρες
αντί τις μαύρες τρίχες, πως ως τώρα
ψέμα ποτέ δεν είπε αυτός στην πόλη.
ΚΡΕ. Κι εγώ το ξέρω και ταράζεται
ο νους μου· γιατί και να υποχωρήσω
τρομερό θα ᾽ταν, μα κι αν επιμείνω,
είναι φόβος σε συφορά μην πέσω.
ΧΟΡ. Χρειάζεται γνώση, γιε του Μενοικέα.
ΚΡΕ. Και τί πρέπει λοιπόν να κάμω; Πε μου
και θα σ᾽ ακούσω εγώ. ΧΟΡ. Να πας να βγάλεις
1100 την κόρη απ᾽ την υπόγεια φυλακή της,
και τον άταφο θάψε ευτύς σε μνήμα.
ΚΡΕ. Έτσι το εγκρίνεις κι είσαι της ιδέας
να υποχωρήσω; ΧΟΡ. Κι όσο, βασιλιά μου,
πιο γρήγορα μπορείς, γιατί προφταίνουν
τους άμυαλους γοργές των θεών οι Βλάβες.
ΚΡΕ. Αλίμονο, με κόπο, μα όμως το κάνω
κι απ᾽ την απόφασή μου παραιτιούμαι,
γιατί κανείς δεν πρέπει να τα βάζει
με την ανάγκη. ΧΟΡ. Λοιπόν τρέξε ο ίδιος
και μην τ᾽ αφήσεις αυτά πάνω σ᾽ άλλους.
ΚΡΕ. Έτσι όπως είμαι φεύγω· τρέχτε, δούλοι,
όσ᾽ είστε και δεν είστε, πάρτε αξίνες
στα χέρια και τραβάτε ευτύς στο μέρος
1110 που βλέπετ᾽ εκεί πέρα· κι εγώ τώρα,
μια που έτσι άλλαξα γνώμη, πάω ο ίδιος
να τη βγάλω αποκεί· γιατί φοβούμαι
μη δεν είν᾽ το καλύτερο να ζούμε
φυλάγοντας τους νόμους που ᾽ναι για όλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου