Ο θεσμός της οικογένειας, κρατά τα σκήπτρα. Είναι ο σημαντικότερος θεσμός του ανθρώπου
Ο βιολογικός ορισμός της οικογένειας δεν ανταποκρίνεται στην ευρύτερη διάστασή του, ούτε κοινωνιολογικά ούτε απόλυτα ψυχολογικά. Συχνά, άτομα χωρίς σχέσεις αίματος μπορούν να αποτελέσουν μία οικογένεια. Η λειτουργία της οικογένειας υπάρχει από τη στιγμή που δημιουργούνται δεσμοί στις σχέσεις των μελών της. Πράγματι, ο θεσμός διατήρησε τα πρωτεία του ισχυρά. Διατηρήθηκε, γιατί είναι ανθρώπινη ανάγκη να ανήκουμε κάπου και να προσδοκούμε αυτό το «κάπου» να μας προσδώσει ασφάλεια, στήριξη, κατανόηση και αποδοχή.
Η έννοια της «δεμένης» ελληνικής οικογένειας; Μπορεί να «δέσει» το μέλλον των παιδιών της;
Είναι αλήθεια πως στον τόπο μας η δομή της «καλής» οικογένειας κρατά ιδιαιτερότητες, που έχουν σχεδόν πάντα σχέση με τις ανάγκες των γονιών. Διατηρούν τρόπους εκπαίδευσης και συμπεριφοράς που ευνουχίζουν την συναισθηματική ωριμότητα των παιδιών. Μέσα στο πλαίσιο της υπερβολικής προστασίας και προσφοράς, αρνούνται να τα αφήσουν να εξελιχθούν και να αναλάβουν τον εαυτό τους , δεν τους επιτρέπουν να αυτονομηθούν. Η υπενθύμιση: «Είμαστε πολύ δεμένη οικογένεια» κρύβει την διευκρίνιση-απειλή: «Κανένας από αυτή την οικογένεια δεν είναι έτοιμος (ώριμος) να αποχωριστεί κανέναν». Όσο πιο αδύναμα καθιστούν τα «μικρά» μέλη της οικογένειας, τόσο πιο «δεμένη» και «καλή», την αντιλαμβάνονται. Στατιστικά, οι «δεμένες» οικογένειες «δένονται» κυρίως από τις ανάγκες της μητέρας, που φυσικά δεν καλύπτονται από την συναισθηματική οντότητα του πατέρα-συζύγου. Η χειραφέτηση του παιδιού θυσιάζεται στο βωμό των γονεϊκών αναγκών. Δεν θέλουν, δηλαδή, να εγκαταλειφθούν από το παιδί, επειδή το επιλέγουν ως συναισθηματικό σύντροφο. Την ανάγκη τους, την βαφτίζουν αγάπη: «Μας λατρεύει και δεν θέλει να φύγει από κοντά μας»! Πιστέψτε με, όταν τα παιδιά «επιλέγουν για φίλους» τους γονείς, δεν αποκτούν εύκολα εραστές!
Ποιες άλλες παράμετροι ενισχύουν αυτό το φαινόμενο και «δικαιολογούν» τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των Ελλήνων γονιών;
Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι εκτός από την ψυχοπαθολογία των ανθρώπων που δημιουργούν μια οικογένεια τέτοιου είδους, υπάρχει σχέση και με τις δύσκολες εποχές που βίωσε ο ελληνισμός τους τελευταίους αιώνες (τουρκοκρατία, Α’ και Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, εμφύλιος). Το υλικό αυτό ψυχολογικά μεταφράζεται από κοινωνική σε ατομική ανασφάλεια, φόβο και συναισθηματική ευαλωτότητα. Επομένως, υπήρξε βαθιά επιθυμία στην ελληνική κοινωνία να οριοθετήσει με υπερβολή έναν οικείο εσωτερικό χώρο, που θα κάλυπτε ότι δεν της πρόσφερε το εξωτερικό περιβάλλον. Με βάση αυτά τα δεδομένα, αναπτύχθηκε σταδιακά μια μορφή δεσμού που λειτούργησε στο πλαίσιο μιας ψυχοπαθολογίας. Ένας ικανός αριθμός ελληνικών οικογενειών κλείνει ασφυκτικά τον περίγυρό της, αντιμετωπίζει τους εκτός εστίας καχύποπτα και προκαλεί μια νοσηρή συνοχή στα μέλη της. Τα παιδιά συμβιώνουν με τους γονείς, κυριολεκτικά ή συναισθηματικά, μέχρι ιδιαίτερα μεγάλες ηλικίες. Ακόμα κι όταν αποκτούν σύζυγο, σχεδόν ποτέ δεν αποεπενδύουν από την πρώτη οικογένεια, ώστε να επενδύσουν συναισθηματικά στην καινούργια.
Γιατί, αφού θεωρητικά «αγαπάμε τα παιδιά μας» και προσπαθούμε να «τους τα δώσουμε όλα», δημιουργούμε τόσους πολλούς δύσκολους, ανώριμους και φοβισμένους ενηλίκους;
Το οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί την πρώτη πηγή από την οποία το παιδί αντλεί όλες τις γνώσεις του και τις συναισθηματικές εκδοχές του. Παιδιά όμως υπήρξαν κάποτε και οι γονείς. Αυτό σημαίνει πως για να διαμορφώσουν ένα ευτυχισμένο παιδί, προϋπόθεση είναι να έχουν ζήσει και βιώσει την ευτυχία από τους δικούς τους γονείς. Αναφέρομαι σε ένα είδος αναπαραγωγής συμπεριφοράς, δηλαδή μια αλυσίδα εκπαίδευσης συναισθηματικής, που μεταφέρεται ασυνείδητα από γενιά σε γενιά. Αν δεν αποφασίσει κάποιος να κόψει έναν κρίκο από αυτή την αλυσίδα, δυστυχισμένοι και ανώριμοι γονείς θα συνεχίσουν να κατασκευάζουν δυστυχισμένα και ανώριμα παιδιά.
Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι κυριότερες δυσλειτουργίες των νέων οικογενειών;
Πιστεύω πως έχουν κοινό παρονομαστή με τις παλιές. Αναζητούν κώδικα επικοινωνίας που θα τους επιτρέψει να αγαπηθούν τα μέλη της, αλλά δεν τον βρίσκουν. Παλαιότερα, οι ρόλοι υπήρξαν περισσότερο «ξεκάθαροι» : ο άντρας φερόταν καταπιεστικά στη γυναίκα και εκείνη, αντιδρώντας, «ροκάνιζε» τη σχέση του με τα παιδιά. Σήμερα, με την εργαζόμενη γυναίκα, αλληλοκαταπιέζονται. Διεκδικούν από τα παιδιά τους να γίνουν «σύντροφοι» του πατέρα ή της μητέρας, «θεραπευτές» της οικογένειας, «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της ή καλούνται να βάλουν σε τάξη την «οικογενειακή αταξία». Στην ουσία, μιλάμε για ανώριμους συναισθηματικά γονείς που ψάχνουν ενήλικα συναισθηματικά παιδιά για να τους «νταντέψουν». Όλα αυτά καθρεφτίζουν και το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας: συναισθηματική ανωριμότητα.
Με δεδομένη τη σημερινή κατάσταση μιας γενικευμένης κρίσης, πώς βλέπετε να «στέκετε» η σύγχρονη μέση ελληνική οικογένεια; Μπορεί να λειτουργήσει σαν σάκος του κοινωνικού μποξ και πώς;
Κάθε φορά που οι «εξωτερικές» κρίσεις συναντούν τη μέση ελληνική οικογένεια, δημιουργείται μια μορφή εσωστρέφειας αντίστοιχη με αυτήν της «δεμένης» οικογένειας που σχολίασα. Όταν η πολιτεία ή η κοινωνία δεν ανταποκρίνονται στους ρόλους που θα έπρεπε να έχουν, όπως για παράδειγμα σήμερα με την οικονομική και άλλου είδους κρίση, διαχέεται ένα αίσθημα πανικού για το πώς θα «επιβιώσουμε», δηλαδή «ποιος θα μας αναλάβει». Ο κοινωνικός περίγυρος, αντί να λειτουργήσει σαν καλή μητέρα, μετατρέπεται σε μια σκληρή μητριά. Σε αντιστάθμισμα, η οικογένεια –έστω και με υπερβολή– αναλαμβάνει να παίξει ακόμα πιο «προστατευτικούς» ρόλους: «κλείνεται» στον εαυτό της. Το μόνο που μου προκαλεί ανησυχία στην εποχή μας είναι το αντανακλαστικό αποτέλεσμα της οικονομικής και συναισθηματικής μιζέριας. Η ανέχεια γεννά καινούργιες μορφές εξουσίας, και αυτές επηρεάζουν και την οικογενειακή επικοινωνία. Το παιχνίδι της εξουσίας, όταν δεν εκτονώνεται ικανοποιητικά στη σεξουαλικότητα, διοχετεύεται επιθετικά στις ανθρώπινες σχέσεις.
Στον καινούργιο αιώνα ποιες οι δομικές αλλαγές της οικογένειας και ποια τα βασικά στοιχεία της;
Κοινά στοιχεία συνεχίζουν να είναι όσα συνδέουν τα μέλη της οικογένειας , δηλαδή οι δεσμοί, βιολογικοί, νομικοί, συναισθηματικοί καθώς και αυτοί της οικογενειακής ιστορίας. Οι διαφοροποιήσεις έχουν σχέση με το οικογενειακό προφίλ. Ανατέλλει όλο και περισσότερο το είδος της μονογονεϊκής οικογένειας. Γυναίκες που επιλέγουν να αποκτήσουν παιδί χωρίς σύντροφο. Περισσότερα διαζύγια, όπου συνήθως το παιδί μεγαλώνει με τη μητέρα. Παιδιά που αποκτήθηκαν από άλλο γάμο. Άλλη παράμετρος, η «δανεική» μήτρα και η εξωσωματική διαδικασία. Κάποια παιδιά έχουν ένα βιολογικό γονιό, έναν κοινωνικό γονιό, ενώ υπάρχει ίσως ο δότης ή η δότρια που συντελεί στη γέννηση και απόκτηση τους. Γίνεται φανερό ότι αλλάζει η δομή της οικογένειας. Οι επιλογές μοιάζουν πιο «πολύπλοκες» και ταυτόχρονα πιο «χαλαρές», ενώ τα «ζευγάρια» λειτουργούν ως μοναχικές οντότητες. Ό,τι όμως κι αν αλλάξει, το αίτημα της ανθρώπινης ύπαρξης θα παραμένει ένα: να αγαπηθεί για να βιώνει ασφάλεια και αποδοχή.
Ο οικογενειακός θεσμός θα συνεχίσει να αντιστέκεται στις κρίσεις;
Η οικογενειακή ομάδα θα συνεχίσει να παίζει το σημαντικό ρόλο της. Η κρίση του θεσμού έχει μεγαλύτερη σχέση με τη συμπεριφορά του ζευγαριού. Στην ανθρώπινη συμπεριφορά, η ευχέρεια και η συνήθεια να πληγώνει ο ένας τον άλλο είναι ενδεικτική της εχθρότητας που διέπει την κοινωνική επικοινωνία. Είμαι όμως αισιόδοξος για την προσαρμοστική ικανότητα του θεσμού. Μπορεί τα οικογενειακά συμπτώματα να συμβολοποιούν το κοινωνικό άγχος, αυτό όμως μας επιτρέπει να αποκρυπτογραφήσουμε τις αιτίες της όποιας δυσλειτουργίας…
Ποιος είναι τελικά ο πραγματικός προορισμός της οικογένειας; Και πώς μπορεί να επιτευχθεί;
Οι γονείς επιλέγουν τη διδαχή της συντροφικότητας στα παιδιά τους και, ενώ πρέπει να τα διευκολύνουν συναισθηματικά να τους αποχωριστούν, τα προσκολλούν στη σχέση τους. Μας μοιάζει φυσική η αρχή (ικανοποίηση) και αφύσικο το τέλος (αποχωρισμός, θάνατος, ματαίωση). Ακούγεται απλό, αλλά η ευτυχία και η ωριμότητα –και των παιδιών και των γονιών– εξαρτώνται από τη συναισθηματική τους εκπαίδευση απέναντι στη συντροφικότητα και τον αποχωρισμό. Δοκιμάστε το!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου