Ο άνθρωπος είναι εξελικτικά προσανατολισμένος να δημιουργεί σχέσεις με τους άλλους και να εντάσσεται σε ομάδες, ώστε να καλύψει τις βιοτικές, συναισθηματικές και ψυχολογικές του ανάγκες. Οι J. Bowlby (θεωρία του δεσμού) και D. Winnicott (Θεωρία των αντικειμενότροπων σχέσεων), μέσα από τις μελέτες τους σε βρέφη, ανέδειξαν την εξελικτική βάση της δημιουργίας στενών συναισθηματικών και φροντιστικών δεσμών και της αίσθησης του «ανήκειν».
Ο άνθρωπος ως βρέφος και ως παιδί εξαρτάται για μια μεγάλη χρονική περίοδο από τη φροντίδα και την αφοσίωση των ενηλίκων ώστε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί. Τα βρέφη διαθέτουν ορισμένες βιολογικά προκαθορισμένες συμπεριφορές οι οποίες ονομάζονται «συμπεριφορές προσκόλλησης», ώστε να εξασφαλισθεί η συναισθηματική τους εγγύτητά με τους γονείς ή άλλους ενήλικες που τα φροντίζουν.
Ο Winnicott τόνισε την απόλυτη ανάγκη που έχουν οι άνθρωποι και ιδιαίτερα τα παιδιά για κοντινές συναισθηματικές σχέσεις. Ο ίδιος διατύπωσε ότι το βρέφος θα μπορέσει να αναπτύξει έναν προσωπικό εαυτό μόνο εάν βιώσει την αφοσίωση και φροντίδα από μια «αρκετά καλή μητέρα», καθώς η τέλεια μητέρα δεν υπάρχει. Στη θεωρία του, ο όρος «αντικείμενο» χρησιμοποιείται για να αποδώσει την εσωτερικευμένη εικόνα του ανθρώπου με τον οποίο το βρέφος/ παιδί έχει αναπτύξει έναν ισχυρό συναισθηματικό δεσμό.
Η εικόνα αυτού του ανθρώπου, βρίσκεται πάντα μέσα στο νου του ατόμου και αποτελεί μια καθαρά προσωπική/ υποκειμενική αντίληψη και εμπειρία. Έτσι διαμορφώνεται ένας συναισθηματικός δεσμός ανάμεσα στο παιδί και στην εικόνα του αγαπημένου/ σημαντικού ενήλικα (πχ. μητέρα), όπως αυτή έχει εσωτερικευθεί στο μυαλό του παιδιού και μπορεί να επηρεάσει και τις μετέπειτα σχέσεις του ατόμου στην ενήλικη ζωή του.
Χωρίς τη δόμηση αμοιβαίων και θετικών σχέσεων ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει, καθώς ως βρέφος και ως παιδί εξαρτάται από την οικογένεια και τους ενήλικες γενικότερα για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, ενώ επιπροσθέτως δεν θα μπορέσει να έχει υγιή ανάπτυξη στο συναισθηματικό και κοινωνικό τομέα, εάν οι άλλοι δεν καλύψουν τις ψυχολογικές/ συναισθηματικές του ανάγκες. Υπό αυτό το πρίσμα, η ανάγκη του ανθρώπου για κοινωνική αλληλεπίδραση είναι και βιολογική, ενώ η ποιότητα της αλληλεπίδρασης ασκεί σημαντική επιρροή στα συναισθήματά μας.
Οι σύγχρονες έρευνες τεκμηριώνουν τα παραπάνω και αναδεικνύουν τις αρνητικές συνέπειες της μοναξιάς και της απομόνωσης στην ψυχική και σωματική υγεία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος όταν νιώθει μόνος, αποκομμένος από τους άλλους ή δεν έχει αναπτύξει στενές διαπροσωπικές σχέσεις, βιώνει πόνο. Η μοναξιά πηγάζει από την έλλειψη ικανοποίησης βασικών συναισθηματικών και κοινωνικών αναγκών μέσα από τις σχέσεις. Όταν αυτές οι ανάγκες δεν καλύπτονται, υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα στις πραγματικές σχέσεις και στην ποιότητα των σχέσεων που θα επιθυμούσε κάποιος να έχει.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ο κοινωνικός και ο σωματικός πόνος έχουν την ίδια εστία στον εγκέφαλο των ανώτερων θηλαστικών και του ανθρώπου, ενώ η χρόνια μοναξιά επηρεάζει αρνητικά τη σωματική και ψυχική υγεία. Επίσης συνδέεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση και την αρνητική συναισθηματική διάθεση, των οποίων επακόλουθο είναι οι αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό και τους άλλους. Αντιθέτως, οι θετικές, ουσιαστικές σχέσεις μειώνουν το στρες και συμβάλλουν στην καλή σωματική και ψυχική υγεία,
Έτσι, οι διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνουν όχι μόνο τις εμπειρίες του ατόμου, αλλά και τη βιολογία του. Ο εγκέφαλός μας είναι σχεδιασμένος κοινωνικά, δηλαδή δέχεται ερεθίσματα από το κοινωνικό περιβάλλον και συντονίζεται και επικοινωνεί με τον εγκέφαλο των άλλων, μέσω πολύπλοκων νευρωνικών διεργασιών. Η Κοινωνική Νευροεπιστήμη αποτελεί έναν εξελισσόμενο τομέα των Νευροεπιστημών που μελετάει τον λεγόμενο «Κοινωνικό εγκέφαλο», δηλαδή το κύκλωμα των νευρώνων και των δομών που ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και εγείρουν διεργασίες σχετικές με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας για τους άλλους και τη σχέση μας μαζί τους. Οι διεργασίες αυτές συμβάλλουν στην εναρμόνιση του ατόμου με την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση των άλλων, ενώ συγχρόνως επηρεάζουν και τον δικό του εσωτερικό κόσμο.
Επιπλέον, οι διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνουν τον εγκέφαλο μέσω της νευροπλαστικότητας του. Δηλαδή οι επαναλαμβανόμενες εμπειρίες (είτε θετικές, είτε αρνητικές), επιδρούν στο σχηματισμό των συνάψεων και ενισχύουν τις συνάψεις που έχουν σχέση με αυτές τις εμπειρίες. Για αυτό το λόγο η ποιότητα των σχέσεων που έχουμε δομήσει με τους άλλους, μπορεί να συνεχίσει να μας επηρεάζει ακόμα και ύστερα από πολλά χρόνια.
Με τον ίδιο τρόπο, οι επανορθωτικές εμπειρίες (βίωση θετικών αλληλεπιδράσεων- σχέσεων) μπορούν να δημιουργήσουν στον εγκέφαλο νέες συνάψεις ή να ενισχύσουν τις υπάρχουσες που συνδέονται με τις θετικές εμπειρίες και αυτό θα συμβάλλει στη βελτίωση της ψυχικής υγείας και ανθεκτικότητας του ατόμου, στην ανάπτυξη νέων κοινωνικών δεξιοτήτων και στη δόμηση πιο ικανοποιητικών σχέσεων. Τέλος, οι Siggel & Βrayson αναφέρουν τις παραπάνω διεργασίες ως διαπροσωπική απαρτίωση του εγκεφάλου, η οποία θα είναι επιτυχής όταν καλλιεργούμε τις σχέσεις μας με τους άλλους συνδεόμενοι με αυτούς, ενώ συγχρόνως σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και σεβόμαστε τη μοναδικότητά μας.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι ένας σημαντικός παράγοντας για να ζει αρμονικά ένα άτομο και να εξελίσσεται μια κοινωνία, είναι να εστιαστεί το ενδιαφέρον των ανθρώπων στις αρμονικές διαπροσωπικές σχέσεις και στην καλλιέργεια κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων όπως η ενσυναίσθηση, ο αλληλοσεβασμός, η αυτεπίγνωση, δεξιότητες συνεργασίας, διαχείρισης συγκρούσεων, λειτουργική έκφραση των συναισθημάτων κλπ.
Η θεωρία του δεσμού του John Bowlby
Ο άνθρωπος ως βρέφος και ως παιδί εξαρτάται για μια μεγάλη χρονική περίοδο από τη φροντίδα και την αφοσίωση των ενηλίκων ώστε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί. Τα βρέφη διαθέτουν ορισμένες βιολογικά προκαθορισμένες συμπεριφορές οι οποίες ονομάζονται «συμπεριφορές προσκόλλησης», ώστε να εξασφαλισθεί η συναισθηματική τους εγγύτητά με τους γονείς ή άλλους ενήλικες που τα φροντίζουν.
Ο J. Bowlby υποστήριξε ότι η συναισθηματική ποιότητα του δεσμού που θα αναπτύξει το βρέφος/ παιδί με τους γονείς του και άλλα σημαντικά πρόσωπα, θα επηρεάσει τις μετέπειτα σχέσεις του στο μέλλον. Σύμφωνα με τον ίδιο υπάρχουν τέσσερις τύποι δεσμού: ο αποφευκτικός, ο αγχώδης, ο αποδιοργανωμένος και ο ασφαλής.Η αγάπη λοιπόν είναι ένα απαραίτητο συναίσθημα για την ψυχική επιβίωση των ανθρώπων.
Η θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων του Donald Winnicott
Ο Winnicott τόνισε την απόλυτη ανάγκη που έχουν οι άνθρωποι και ιδιαίτερα τα παιδιά για κοντινές συναισθηματικές σχέσεις. Ο ίδιος διατύπωσε ότι το βρέφος θα μπορέσει να αναπτύξει έναν προσωπικό εαυτό μόνο εάν βιώσει την αφοσίωση και φροντίδα από μια «αρκετά καλή μητέρα», καθώς η τέλεια μητέρα δεν υπάρχει. Στη θεωρία του, ο όρος «αντικείμενο» χρησιμοποιείται για να αποδώσει την εσωτερικευμένη εικόνα του ανθρώπου με τον οποίο το βρέφος/ παιδί έχει αναπτύξει έναν ισχυρό συναισθηματικό δεσμό.
Η εικόνα αυτού του ανθρώπου, βρίσκεται πάντα μέσα στο νου του ατόμου και αποτελεί μια καθαρά προσωπική/ υποκειμενική αντίληψη και εμπειρία. Έτσι διαμορφώνεται ένας συναισθηματικός δεσμός ανάμεσα στο παιδί και στην εικόνα του αγαπημένου/ σημαντικού ενήλικα (πχ. μητέρα), όπως αυτή έχει εσωτερικευθεί στο μυαλό του παιδιού και μπορεί να επηρεάσει και τις μετέπειτα σχέσεις του ατόμου στην ενήλικη ζωή του.
Επιπτώσεις όταν δεν καλύπτονται οι συναισθηματικές ανάγκες
Χωρίς τη δόμηση αμοιβαίων και θετικών σχέσεων ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει, καθώς ως βρέφος και ως παιδί εξαρτάται από την οικογένεια και τους ενήλικες γενικότερα για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, ενώ επιπροσθέτως δεν θα μπορέσει να έχει υγιή ανάπτυξη στο συναισθηματικό και κοινωνικό τομέα, εάν οι άλλοι δεν καλύψουν τις ψυχολογικές/ συναισθηματικές του ανάγκες. Υπό αυτό το πρίσμα, η ανάγκη του ανθρώπου για κοινωνική αλληλεπίδραση είναι και βιολογική, ενώ η ποιότητα της αλληλεπίδρασης ασκεί σημαντική επιρροή στα συναισθήματά μας.
Οι σύγχρονες έρευνες τεκμηριώνουν τα παραπάνω και αναδεικνύουν τις αρνητικές συνέπειες της μοναξιάς και της απομόνωσης στην ψυχική και σωματική υγεία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος όταν νιώθει μόνος, αποκομμένος από τους άλλους ή δεν έχει αναπτύξει στενές διαπροσωπικές σχέσεις, βιώνει πόνο. Η μοναξιά πηγάζει από την έλλειψη ικανοποίησης βασικών συναισθηματικών και κοινωνικών αναγκών μέσα από τις σχέσεις. Όταν αυτές οι ανάγκες δεν καλύπτονται, υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα στις πραγματικές σχέσεις και στην ποιότητα των σχέσεων που θα επιθυμούσε κάποιος να έχει.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ο κοινωνικός και ο σωματικός πόνος έχουν την ίδια εστία στον εγκέφαλο των ανώτερων θηλαστικών και του ανθρώπου, ενώ η χρόνια μοναξιά επηρεάζει αρνητικά τη σωματική και ψυχική υγεία. Επίσης συνδέεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση και την αρνητική συναισθηματική διάθεση, των οποίων επακόλουθο είναι οι αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό και τους άλλους. Αντιθέτως, οι θετικές, ουσιαστικές σχέσεις μειώνουν το στρες και συμβάλλουν στην καλή σωματική και ψυχική υγεία,
Η σημαντικότητα των διαπροσωπικών σχέσεων
Έτσι, οι διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνουν όχι μόνο τις εμπειρίες του ατόμου, αλλά και τη βιολογία του. Ο εγκέφαλός μας είναι σχεδιασμένος κοινωνικά, δηλαδή δέχεται ερεθίσματα από το κοινωνικό περιβάλλον και συντονίζεται και επικοινωνεί με τον εγκέφαλο των άλλων, μέσω πολύπλοκων νευρωνικών διεργασιών. Η Κοινωνική Νευροεπιστήμη αποτελεί έναν εξελισσόμενο τομέα των Νευροεπιστημών που μελετάει τον λεγόμενο «Κοινωνικό εγκέφαλο», δηλαδή το κύκλωμα των νευρώνων και των δομών που ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και εγείρουν διεργασίες σχετικές με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας για τους άλλους και τη σχέση μας μαζί τους. Οι διεργασίες αυτές συμβάλλουν στην εναρμόνιση του ατόμου με την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση των άλλων, ενώ συγχρόνως επηρεάζουν και τον δικό του εσωτερικό κόσμο.
Νευροπλαστικότητα του εγκεφάλου
Επιπλέον, οι διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνουν τον εγκέφαλο μέσω της νευροπλαστικότητας του. Δηλαδή οι επαναλαμβανόμενες εμπειρίες (είτε θετικές, είτε αρνητικές), επιδρούν στο σχηματισμό των συνάψεων και ενισχύουν τις συνάψεις που έχουν σχέση με αυτές τις εμπειρίες. Για αυτό το λόγο η ποιότητα των σχέσεων που έχουμε δομήσει με τους άλλους, μπορεί να συνεχίσει να μας επηρεάζει ακόμα και ύστερα από πολλά χρόνια.
Επανορθωτικές εμπειρίες
Με τον ίδιο τρόπο, οι επανορθωτικές εμπειρίες (βίωση θετικών αλληλεπιδράσεων- σχέσεων) μπορούν να δημιουργήσουν στον εγκέφαλο νέες συνάψεις ή να ενισχύσουν τις υπάρχουσες που συνδέονται με τις θετικές εμπειρίες και αυτό θα συμβάλλει στη βελτίωση της ψυχικής υγείας και ανθεκτικότητας του ατόμου, στην ανάπτυξη νέων κοινωνικών δεξιοτήτων και στη δόμηση πιο ικανοποιητικών σχέσεων. Τέλος, οι Siggel & Βrayson αναφέρουν τις παραπάνω διεργασίες ως διαπροσωπική απαρτίωση του εγκεφάλου, η οποία θα είναι επιτυχής όταν καλλιεργούμε τις σχέσεις μας με τους άλλους συνδεόμενοι με αυτούς, ενώ συγχρόνως σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και σεβόμαστε τη μοναδικότητά μας.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι ένας σημαντικός παράγοντας για να ζει αρμονικά ένα άτομο και να εξελίσσεται μια κοινωνία, είναι να εστιαστεί το ενδιαφέρον των ανθρώπων στις αρμονικές διαπροσωπικές σχέσεις και στην καλλιέργεια κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων όπως η ενσυναίσθηση, ο αλληλοσεβασμός, η αυτεπίγνωση, δεξιότητες συνεργασίας, διαχείρισης συγκρούσεων, λειτουργική έκφραση των συναισθημάτων κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου