Στενεύουμε τη ζωή μας, όπως στενεύουμε τη ζώνη από το παντελόνι μας. Περνάμε μια θηλιά στο λαιμό μας που κάθε χρόνο η θηλιά μικραίνει, εμείς όμως μεγαλώνουμε, μεγαλώνουμε όχι από τις μέρες που περνάνε, αλλά επειδή μεγαλώνει η απόσταση από το όνειρο.
Αναζητούμε την ευτυχία μόνο στο λεξικό, μιας και μόνο εκεί μπορούμε να τη βρούμε. Ζωγραφίζουμε καρδιές χωρίς να αγαπάμε κάποιον, ούτε καν τον εαυτό μας. Μένουμε σιωπηλοί όπως μπαίνει το αθόρυβο στο κινητό και ξεμένουμε από αισθήματα όπως βγάζουμε ένα ψυγείο από την πρίζα.
Θα θέλαμε πάρα πολύ όλη η ζωή μας είναι να είναι ωραία, να έχουμε λεφτά και πολλά εκατομμύρια followers στο Instagram, αλλά δεν το κουνάμε ρούπι από την πολύ μικρή ζωή μας, τη φυλακή μας. Η μόνη μας αδημονία είναι να φύγει και αυτή η κουραστική μέρα.
Πραγματοποιούμε σχέδια επί χάρτου με ανοιχτό Facebook και κοινοποιούμε όλες, μα όλες τις στιγμές μας με θέα τον πλανήτη. Μέχρι και οι εξωγήινοι μάθανε πού φάγαμε, πού ήπιαμε και με ποιον τι κάναμε.
Η ζωή αλλάζει όμως, δίχως να κοιτάζει πίσω, κι εμείς γερνάμε πλάι σε έναν ορό χαμένων στιγμών και απραγματοποίητων καταστάσεων. Πλάι στην αφθονία των ευκαιριών και των ηλιόλουστων ημερών εμείς κρατάμε ομπρέλα. Όλα όσα ψάχνουμε, κρύβονται στα χέρια μας και στα μάτια μας, αλλά εμείς με τα χέρια και τα μάτια βγάζουμε selfie.
Ύστερα, προσπαθούμε να διασκευάσουμε τον εαυτό μας, δίχως όμως να υπάρχει η πρώτη ύλη. Η ψυχή. Η ψυχή μας. Η ψυχή μας αιωρείται στην ανεμόσκαλα του χρόνου χωρίς να μπορούμε να την κουμαντάρουμε, σαν ελικόπτερο σε τυφώνα.
Αλίμονο, όσα αγαπήσαμε όμως υπάρχουν και είναι αυθύπαρκτα. Μας περιμένουν. Όχι για πολύ. Ας τα μετρήσουμε, ας τα θεωρήσουμε ως αγκάθια και ας τρυπήσουμε τον εαυτό μας με αυτά. Ας καταλάβουμε την έννοια του πόνου τουλάχιστον.
Ας πονέσουμε και λίγο, δεν πειράζει. Δεν χάθηκε κάνεις με λίγο αίμα. Βλέπετε; Το αίμα είναι ζεστό, το αίμα σπαρταράει στις φλέβες, ακόμα τίποτα δεν χάθηκε.
Αναζητούμε την ευτυχία μόνο στο λεξικό, μιας και μόνο εκεί μπορούμε να τη βρούμε. Ζωγραφίζουμε καρδιές χωρίς να αγαπάμε κάποιον, ούτε καν τον εαυτό μας. Μένουμε σιωπηλοί όπως μπαίνει το αθόρυβο στο κινητό και ξεμένουμε από αισθήματα όπως βγάζουμε ένα ψυγείο από την πρίζα.
Θα θέλαμε πάρα πολύ όλη η ζωή μας είναι να είναι ωραία, να έχουμε λεφτά και πολλά εκατομμύρια followers στο Instagram, αλλά δεν το κουνάμε ρούπι από την πολύ μικρή ζωή μας, τη φυλακή μας. Η μόνη μας αδημονία είναι να φύγει και αυτή η κουραστική μέρα.
Πραγματοποιούμε σχέδια επί χάρτου με ανοιχτό Facebook και κοινοποιούμε όλες, μα όλες τις στιγμές μας με θέα τον πλανήτη. Μέχρι και οι εξωγήινοι μάθανε πού φάγαμε, πού ήπιαμε και με ποιον τι κάναμε.
Η ζωή αλλάζει όμως, δίχως να κοιτάζει πίσω, κι εμείς γερνάμε πλάι σε έναν ορό χαμένων στιγμών και απραγματοποίητων καταστάσεων. Πλάι στην αφθονία των ευκαιριών και των ηλιόλουστων ημερών εμείς κρατάμε ομπρέλα. Όλα όσα ψάχνουμε, κρύβονται στα χέρια μας και στα μάτια μας, αλλά εμείς με τα χέρια και τα μάτια βγάζουμε selfie.
Ύστερα, προσπαθούμε να διασκευάσουμε τον εαυτό μας, δίχως όμως να υπάρχει η πρώτη ύλη. Η ψυχή. Η ψυχή μας. Η ψυχή μας αιωρείται στην ανεμόσκαλα του χρόνου χωρίς να μπορούμε να την κουμαντάρουμε, σαν ελικόπτερο σε τυφώνα.
Αλίμονο, όσα αγαπήσαμε όμως υπάρχουν και είναι αυθύπαρκτα. Μας περιμένουν. Όχι για πολύ. Ας τα μετρήσουμε, ας τα θεωρήσουμε ως αγκάθια και ας τρυπήσουμε τον εαυτό μας με αυτά. Ας καταλάβουμε την έννοια του πόνου τουλάχιστον.
Ας πονέσουμε και λίγο, δεν πειράζει. Δεν χάθηκε κάνεις με λίγο αίμα. Βλέπετε; Το αίμα είναι ζεστό, το αίμα σπαρταράει στις φλέβες, ακόμα τίποτα δεν χάθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου