«Δεν υπάρχει μέση οδός; Πρέπει να είναι μόνο ή βαρβαρότητα ή ανία;» Ο κύριος Γκρι διαμαρτύρεται, αλλά φταίει και αυτός. Γαλλομαθής ων –σε θλιβερή αντίθεση με μένα–, απέστειλε ένα μέιλ με μια γαλλική φράση: «Plutot la barbarie que l’ ennui!» (καλύτερα η βαρβαρότητα παρά η ανία). Λείπουν κάποιοι ειδικοί τονισμοί από τη γαλλική φράση που μόλις παρέθεσα, αλλά αυτά έχουν οι «αγγλοθρεμμένοι» υπολογιστές…
Η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Γάλλο συγγραφέα του 19ου αιώνα Θεόφιλο Γκοτιέ και την παραθέτει ο Τζορτζ Στάινερ στη μελέτη του «Ο πύργος του Κυανοπώγωνα» (μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Scripta), θεωρώντας την την «πιο προφητική κραυγή αγανάκτησης» του αιώνα εκείνου: «Καλύτερα η βαρβαρότητα παρά η ανία: αν καταφέρουμε να κατανοήσουμε τις πηγές αυτού του διεστραμμένου ίμερου, αυτού του πόθου για χάος», γράφει ο Στάινερ, «θα έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τη δική μας θέση και τη σχέση της σημερινής μας συνθήκης με το επιτιμητικό ιδανικό του παρελθόντος».
Ο Στάινερ κάνει αυτές τις σκέψεις το 1970-71, μετά τον Μάιο του 1968, τις αιματηρές ταραχές στο πανεπιστήμιο Κεντ της Αμερικής, τις θηριωδίες της ομάδας του Τσαρλς Μάνσον στην Καλιφόρνια και των Αμερικανών στρατιωτών στο βιετναμέζικο Μάι Λάι – μετά τη μαγεία του Γούντστοκ και της προσσελήνωσης, αλλά εν μέσω διαφόρων δικτατοριών ανά τον κόσμο (μέσα σε αυτές και εκείνης των Ελλήνων συνταγματαρχών).
«Γιατί τότε αυτές οι σκέψεις ηχούν αλλόκοτα σημερινές;», αναρωτήθηκε ο κύριος Γκρι, ο οποίος τραβάει το ερώτημα παραπέρα, όταν με το κινητό του φωτογραφίζει συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας: ανώνυμοι «συγγραφείς» μιλούν με πόθο που ξεχειλίζει για την «καταστροφή του πολιτισμού» σε διάφορες παραλλαγές.
Η «ανία» του Γκοτιέ είναι βέβαια απότοκος της καταθλιπτικής ανίας του Μποντλέρ, όπως την εξέφρασε στα «Άνθη του κακού». «Η ανία, καρπός της βαθιάς αδιαφορίας/ Παίρνει τις διαστάσεις της αθανασίας./ Ναρκωμένος στο βάθος της ανταριασμένης Σαχάρας» κτλ., κτλ. «Για κάθε κείμενο όπου δηλώνεται μια αυτοπεποίθηση τύπου Μπένθαμ, μια υπερήφανη “βελτιοδοξία”, υπάρχει η αντιστρόφως ανάλογη δήλωση περί νευρικής κόπωσης. Η σύνδεση του τεράστιου οικονομικοτεχνικού δυναμισμού με μία ως επί το πλείστον επιβεβλημένη κοινωνική ακινησία, μια σύνδεση πάνω στην οποία χτίστηκε ο φιλελεύθερος, αστικός πολιτισμός ολόκληρου αιώνα, δημιούργησε ένα εκρηκτικό μείγμα. Στη ζωή της τέχνης και της διανόησης προκάλεσε ορισμένες ιδιαίτερες και εντέλει καταστροφικές αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, το νόημα καθαυτό του Ρομαντισμού. Από αυτές θα γεννηθεί η νοσταλγία για την καταστροφή». Από αυτήν τη ρομαντική αντίδραση θα γεννηθούν, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο απόλυτος ολοκληρωτισμός, ο ολοκληρωτικός πόλεμος, ο ολοκληρωτικός αφανισμός, η γενοκτονία, τα γκουλάγκ. Και ο Στάινερ αναρωτιέται: «Αραγε είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάθε υψηλός πολιτισμός αναπτύσσει ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις;».
Στα δικά μας τώρα: τόσο μεγάλη ανία έφερε η ευμάρεια των προηγούμενων ετών ώστε σήμερα, εν μέσω της βαρβαρότητας των ανέργων και των αστέγων, ανώνυμοι του πλήθους μα και επώνυμοι πολιτευτές να ορέγονται αγχόνες, εμπρησμούς και βανδαλισμούς; Φτάσαμε σε τόσο υψηλό πολιτισμικό δείκτη ώστε να αναπτύξουμε «ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις»;
Μήπως όμως δεν φτάσαμε σε «υψηλό πολιτισμό», αλλά συρθήκαμε απλώς σε μια μεθυστική μείξη ανίας και βαρβαρότητας πολύ πριν η κρίση μάς χτυπήσει την πόρτα; Μήπως τώρα μας παρασύρει στη δίνη των «αυτοκαταστροφικών του παρορμήσεων» ένας όντως υψηλός πολιτισμός, ο δυτικός, αλλά εμείς, από μόνοι μας, συρθήκαμε σε τέλμα βαρβαρότητας και ανίας εν μέσω μιας επίπλαστης αφθονίας; Αν ναι, μια αντίσταση ίσως να είναι η επίμονη αγωνία του κυρίου Γκρι: η αναζήτηση μιας δημιουργικής μέσης οδού. Ούτε βαρβαρότητα ούτε ανία.
Η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Γάλλο συγγραφέα του 19ου αιώνα Θεόφιλο Γκοτιέ και την παραθέτει ο Τζορτζ Στάινερ στη μελέτη του «Ο πύργος του Κυανοπώγωνα» (μτφρ. Σεραφείμ Βελέντζας, εκδ. Scripta), θεωρώντας την την «πιο προφητική κραυγή αγανάκτησης» του αιώνα εκείνου: «Καλύτερα η βαρβαρότητα παρά η ανία: αν καταφέρουμε να κατανοήσουμε τις πηγές αυτού του διεστραμμένου ίμερου, αυτού του πόθου για χάος», γράφει ο Στάινερ, «θα έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τη δική μας θέση και τη σχέση της σημερινής μας συνθήκης με το επιτιμητικό ιδανικό του παρελθόντος».
Ο Στάινερ κάνει αυτές τις σκέψεις το 1970-71, μετά τον Μάιο του 1968, τις αιματηρές ταραχές στο πανεπιστήμιο Κεντ της Αμερικής, τις θηριωδίες της ομάδας του Τσαρλς Μάνσον στην Καλιφόρνια και των Αμερικανών στρατιωτών στο βιετναμέζικο Μάι Λάι – μετά τη μαγεία του Γούντστοκ και της προσσελήνωσης, αλλά εν μέσω διαφόρων δικτατοριών ανά τον κόσμο (μέσα σε αυτές και εκείνης των Ελλήνων συνταγματαρχών).
«Γιατί τότε αυτές οι σκέψεις ηχούν αλλόκοτα σημερινές;», αναρωτήθηκε ο κύριος Γκρι, ο οποίος τραβάει το ερώτημα παραπέρα, όταν με το κινητό του φωτογραφίζει συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας: ανώνυμοι «συγγραφείς» μιλούν με πόθο που ξεχειλίζει για την «καταστροφή του πολιτισμού» σε διάφορες παραλλαγές.
Η «ανία» του Γκοτιέ είναι βέβαια απότοκος της καταθλιπτικής ανίας του Μποντλέρ, όπως την εξέφρασε στα «Άνθη του κακού». «Η ανία, καρπός της βαθιάς αδιαφορίας/ Παίρνει τις διαστάσεις της αθανασίας./ Ναρκωμένος στο βάθος της ανταριασμένης Σαχάρας» κτλ., κτλ. «Για κάθε κείμενο όπου δηλώνεται μια αυτοπεποίθηση τύπου Μπένθαμ, μια υπερήφανη “βελτιοδοξία”, υπάρχει η αντιστρόφως ανάλογη δήλωση περί νευρικής κόπωσης. Η σύνδεση του τεράστιου οικονομικοτεχνικού δυναμισμού με μία ως επί το πλείστον επιβεβλημένη κοινωνική ακινησία, μια σύνδεση πάνω στην οποία χτίστηκε ο φιλελεύθερος, αστικός πολιτισμός ολόκληρου αιώνα, δημιούργησε ένα εκρηκτικό μείγμα. Στη ζωή της τέχνης και της διανόησης προκάλεσε ορισμένες ιδιαίτερες και εντέλει καταστροφικές αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις αυτές συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, το νόημα καθαυτό του Ρομαντισμού. Από αυτές θα γεννηθεί η νοσταλγία για την καταστροφή». Από αυτήν τη ρομαντική αντίδραση θα γεννηθούν, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο απόλυτος ολοκληρωτισμός, ο ολοκληρωτικός πόλεμος, ο ολοκληρωτικός αφανισμός, η γενοκτονία, τα γκουλάγκ. Και ο Στάινερ αναρωτιέται: «Αραγε είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάθε υψηλός πολιτισμός αναπτύσσει ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις;».
Στα δικά μας τώρα: τόσο μεγάλη ανία έφερε η ευμάρεια των προηγούμενων ετών ώστε σήμερα, εν μέσω της βαρβαρότητας των ανέργων και των αστέγων, ανώνυμοι του πλήθους μα και επώνυμοι πολιτευτές να ορέγονται αγχόνες, εμπρησμούς και βανδαλισμούς; Φτάσαμε σε τόσο υψηλό πολιτισμικό δείκτη ώστε να αναπτύξουμε «ενδορρηκτικές εντάσεις και αυτοκαταστροφικές παρορμήσεις»;
Μήπως όμως δεν φτάσαμε σε «υψηλό πολιτισμό», αλλά συρθήκαμε απλώς σε μια μεθυστική μείξη ανίας και βαρβαρότητας πολύ πριν η κρίση μάς χτυπήσει την πόρτα; Μήπως τώρα μας παρασύρει στη δίνη των «αυτοκαταστροφικών του παρορμήσεων» ένας όντως υψηλός πολιτισμός, ο δυτικός, αλλά εμείς, από μόνοι μας, συρθήκαμε σε τέλμα βαρβαρότητας και ανίας εν μέσω μιας επίπλαστης αφθονίας; Αν ναι, μια αντίσταση ίσως να είναι η επίμονη αγωνία του κυρίου Γκρι: η αναζήτηση μιας δημιουργικής μέσης οδού. Ούτε βαρβαρότητα ούτε ανία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου