Ανεκπλήρωτος έρωτας. Δύο λέξεις, χιλιάδες πρόσωπα. Ένας πόνος βαθύς και αδιαπέραστος που χιλιάδες άνθρωποι γύρω μας, δίπλα μας τον έχουν βιώσει. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν αισθανθεί ανύπαρκτοι για το πρόσωπο της καρδιάς, έχουν φωνάξει και δεν έλαβαν τίποτα πίσω παρά μόνο σιωπή.
Να υπάρχεις και όμως, να είσαι ανύπαρκτος για το πρόσωπο εκείνο που αγαπάς όσο κανένα. Να σε αγαπάνε και πάλι να αισθάνεσαι μόνος, επειδή την αγάπη που τόσο λαχταράς να μη μπορείς να έχεις. Να αισθάνεσαι πως ζεις και πως δε ζεις ταυτόχρονα. Να αναπνέεις και να σου κόβεται η ανάσα πως όταν αισθάνεσαι πως ξανά από κοντά σου απομακρύνεται.
Να προσπαθείς και πάντοτε να μένεις πίσω, να αισθάνεσαι σα χώμα που το πατεί και να ευγνωμονείς και για αυτό. Να θέλεις να είσαι το τελευταίο άτομο στη σκέψη του και να αισθάνεσαι χαρά επειδή έστω και έτσι σε σκέφτεται. Να θυμώνουν όλοι και να σου λένε πως πρέπει να ξεχάσεις και εσύ να μη δίνεις δεκάρα ια την αξιοπρέπειά σου –γιατί αγαπάς. Και στη μάχη της αγάπης, ακόμα και η ίδια η λογική λυγίζει.
Πόνος βαθύς μέσα στην καρδιά η ώρα αυτή, η ώρα της προσμονής. Να περιμένεις από το σκοτάδι της ανυπαρξίας να περάσεις στο φως της αναγνώρισης, να ακούσεις το ‘’σε αγαπώ’’ εκείνο που θα σε κάνει να σκιρτήσεις από χαρά. Και να σε κάνει να χαίρεσαι μονάχα η ελπίδα της αλλαγής, αυτό που είχε γράψει κάποτε και ο σπουδαίος Οδυσσέας Ελύτης: «Έχει αυτή την κατάρα ο άνθρωπος. Πάντοτε να ελπίζει».
Όταν αγαπάς, τίποτα δεν μπορεί να σε σταματήσει από το να προσδοκάς. Και αυτός ο ανεκπλήρωτος έρωτας που σιγοκαίει τα στήθη σου και ματώνει την καρδιά σου, ακόμα και αυτός σου δίνει ένα κίνητρο για να ζεις, να υπάρχεις, να ατενίζεις την κάθε ημέρα. Κάθε μέρα πιστεύεις πως κάτι θα αλλάξει και θα αγαπηθείς. Ακόμα και αν αυτό δε γίνει όμως, έγινες ήδη ένας καλύτερος άνθρωπος για κάτι που αγάπησες. Και αυτό είναι δώρο ζωής.
Να υπάρχεις και όμως, να είσαι ανύπαρκτος για το πρόσωπο εκείνο που αγαπάς όσο κανένα. Να σε αγαπάνε και πάλι να αισθάνεσαι μόνος, επειδή την αγάπη που τόσο λαχταράς να μη μπορείς να έχεις. Να αισθάνεσαι πως ζεις και πως δε ζεις ταυτόχρονα. Να αναπνέεις και να σου κόβεται η ανάσα πως όταν αισθάνεσαι πως ξανά από κοντά σου απομακρύνεται.
Να προσπαθείς και πάντοτε να μένεις πίσω, να αισθάνεσαι σα χώμα που το πατεί και να ευγνωμονείς και για αυτό. Να θέλεις να είσαι το τελευταίο άτομο στη σκέψη του και να αισθάνεσαι χαρά επειδή έστω και έτσι σε σκέφτεται. Να θυμώνουν όλοι και να σου λένε πως πρέπει να ξεχάσεις και εσύ να μη δίνεις δεκάρα ια την αξιοπρέπειά σου –γιατί αγαπάς. Και στη μάχη της αγάπης, ακόμα και η ίδια η λογική λυγίζει.
Πόνος βαθύς μέσα στην καρδιά η ώρα αυτή, η ώρα της προσμονής. Να περιμένεις από το σκοτάδι της ανυπαρξίας να περάσεις στο φως της αναγνώρισης, να ακούσεις το ‘’σε αγαπώ’’ εκείνο που θα σε κάνει να σκιρτήσεις από χαρά. Και να σε κάνει να χαίρεσαι μονάχα η ελπίδα της αλλαγής, αυτό που είχε γράψει κάποτε και ο σπουδαίος Οδυσσέας Ελύτης: «Έχει αυτή την κατάρα ο άνθρωπος. Πάντοτε να ελπίζει».
Όταν αγαπάς, τίποτα δεν μπορεί να σε σταματήσει από το να προσδοκάς. Και αυτός ο ανεκπλήρωτος έρωτας που σιγοκαίει τα στήθη σου και ματώνει την καρδιά σου, ακόμα και αυτός σου δίνει ένα κίνητρο για να ζεις, να υπάρχεις, να ατενίζεις την κάθε ημέρα. Κάθε μέρα πιστεύεις πως κάτι θα αλλάξει και θα αγαπηθείς. Ακόμα και αν αυτό δε γίνει όμως, έγινες ήδη ένας καλύτερος άνθρωπος για κάτι που αγάπησες. Και αυτό είναι δώρο ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου