Στην Μ ραψωδία της Ιλιάδας -κι ενώ μαίνεται η μάχη μπροστά στα τείχη της Τροίας- ο Τρώας Πολυδάμας πλησιάζει τον Έκτορα και τον συμβουλεύει να μην επιτεθούν στα πλοία των Αχαιών («μὴ ἴομεν Δαναοῖσι μαχησόμενοι περὶ νηῶν»), γιατί τα σημάδια, οι οιωνοί, δεν είναι καλοί: «Όχι, ας μην πάμε να χτυπήσουμε τ᾿ Αργίτικα καράβια· / τι έτσι θαρρώ θα γένει: αν φάνηκε στ’ αλήθεια το σημάδι / τούτο στους Τρώες, καθώς λογιάζαμε το σκάμα να διαβούμε, / ένας αϊτός ψηλοπετάμενος ζερβιά μεριά απ’ τ᾿ ασκέρι, / κι εκράτα αιματωπό στα νύχια του θεριακωμένο φίδι, / ακόμα ζωντανό, και το άφησε πριν φτάσει στην κούρνια του, / και δεν κατάφερε στ᾿ αϊτόπουλα γυρνώντας να το φέρει· / όμοια και μείς, κι αν τώρα σπάσουμε των Αχαιών τις πόρτες / και το τειχί με πλήθια δύναμη κι οι Αργίτες κάμουν πίσω, / τον ίδιο δρόμο δε θα γύρουμε με τάξη απ᾿ τα καράβια.»
Όπως είναι γνωστό, οι Αχαιοί και οι σύμμαχοί τους δεν πολεμούν για την «πατρώα γη»· οι Τρώες όμως υπερασπίζονται την πατρίδα τους και η απόφαση τους να πολεμήσουν όχι μόνο είναι αμετάκλητη, αλλά και θεάρεστη· η δειλία και οι σκέψεις για υποχώρηση ταιριάζουν μόνο σε απερίσκεπτους ή σε ανθρώπους που οι θεοί τους πήραν τα μυαλά («θεοὶ φρένας ὤλεσαν»). Η κλασική ομηρική φράση «Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.» αποδίδεται στον γενναίο Έκτορα:
«Τα λόγια ετούτα, Πολυδάμαντα, καθόλου δε μ᾿ αρέσουν / κι άλλη βουλή να δώσεις δύνεσαι καλύτερη από τούτη. / Όμως αλήθεια, τούτα που ‘λεγες, με τα σωστά σου αν τα ‘πες, / ατοί τους οι θεοί σου σήκωσαν τα φρένα δίχως άλλο’ / που θες του Δία του βροντοσκούταρου το θέλημα καθόλου / να μην ψηφήσουμε, που εσύγκλινε κι έδωσε λόγο ατός του. / Κι εσύ ζητάς στ᾿ ανοιχτοφτέρουγα πουλιά να δώσω πίστη, / που ούτε καθόλου εγώ τα γνοιάζομαι κι ουδέ τα λογαριάζω, / δεξιά, κατά τον ήλιο αν λάμνουνε και την αυγή, ως πετούνε, / για και ζερβά, κατά το σύθολο στα δυτικά σκοτάδι. / Στου Δία μονάχα εμείς το θέλημα ν᾿ ακούσουμε ταιριάζει, / που ‘ναι τρανός, και τους αθάνατους και τους θνητούς ορίζει. / Να διαφεντεύεις την πατρίδα σου το πιο καλό σημάδι!»
Ή
«Μα αν τέτοιο λόγο αληθινά τον λες με τα σωστά σου, / τότες θα πει οι αθάνατοι πως σ’ έχουν ξεμωράνει, / που εδώ μου ψέλνεις ορισμούς του Δία ν’ αστοχήσω / και κάλια θες εγώ πουλιά κι αητούς μ’ οργιά φτερούγες / ν’ ακούσω… που δεν τους ψηφάω, στο νου μου δεν τους βάνω, / θένε δεξά ας πηγαίνουνε όθε ανατέλνει ο ήλιος, / θένε ζερβά, κατάισα κατά τη μαύρη δύση. / Εμείς τη γνώμη του Διός ν’ ακούμε πρέπει, π’ όλους / ορίζει αθρώπους και θεούς. Ένα πουλί είναι απ’ όλα / το πιο καλό, να πολεμάς για τη γλυκιά πατρίδα.»
Όπως είναι γνωστό, οι Αχαιοί και οι σύμμαχοί τους δεν πολεμούν για την «πατρώα γη»· οι Τρώες όμως υπερασπίζονται την πατρίδα τους και η απόφαση τους να πολεμήσουν όχι μόνο είναι αμετάκλητη, αλλά και θεάρεστη· η δειλία και οι σκέψεις για υποχώρηση ταιριάζουν μόνο σε απερίσκεπτους ή σε ανθρώπους που οι θεοί τους πήραν τα μυαλά («θεοὶ φρένας ὤλεσαν»). Η κλασική ομηρική φράση «Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.» αποδίδεται στον γενναίο Έκτορα:
«Τα λόγια ετούτα, Πολυδάμαντα, καθόλου δε μ᾿ αρέσουν / κι άλλη βουλή να δώσεις δύνεσαι καλύτερη από τούτη. / Όμως αλήθεια, τούτα που ‘λεγες, με τα σωστά σου αν τα ‘πες, / ατοί τους οι θεοί σου σήκωσαν τα φρένα δίχως άλλο’ / που θες του Δία του βροντοσκούταρου το θέλημα καθόλου / να μην ψηφήσουμε, που εσύγκλινε κι έδωσε λόγο ατός του. / Κι εσύ ζητάς στ᾿ ανοιχτοφτέρουγα πουλιά να δώσω πίστη, / που ούτε καθόλου εγώ τα γνοιάζομαι κι ουδέ τα λογαριάζω, / δεξιά, κατά τον ήλιο αν λάμνουνε και την αυγή, ως πετούνε, / για και ζερβά, κατά το σύθολο στα δυτικά σκοτάδι. / Στου Δία μονάχα εμείς το θέλημα ν᾿ ακούσουμε ταιριάζει, / που ‘ναι τρανός, και τους αθάνατους και τους θνητούς ορίζει. / Να διαφεντεύεις την πατρίδα σου το πιο καλό σημάδι!»
Ή
«Μα αν τέτοιο λόγο αληθινά τον λες με τα σωστά σου, / τότες θα πει οι αθάνατοι πως σ’ έχουν ξεμωράνει, / που εδώ μου ψέλνεις ορισμούς του Δία ν’ αστοχήσω / και κάλια θες εγώ πουλιά κι αητούς μ’ οργιά φτερούγες / ν’ ακούσω… που δεν τους ψηφάω, στο νου μου δεν τους βάνω, / θένε δεξά ας πηγαίνουνε όθε ανατέλνει ο ήλιος, / θένε ζερβά, κατάισα κατά τη μαύρη δύση. / Εμείς τη γνώμη του Διός ν’ ακούμε πρέπει, π’ όλους / ορίζει αθρώπους και θεούς. Ένα πουλί είναι απ’ όλα / το πιο καλό, να πολεμάς για τη γλυκιά πατρίδα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου