Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1355a-1355b)

Ὅτι μὲν οὖν τὰ ἔξω τοῦ πράγματος οἱ ἄλλοι τεχνολογοῦσι, καὶ διότι μᾶλλον ἀπονενεύκασι πρὸς τὸ δικολογεῖν, φανερόν· χρήσιμος δέ ἐστιν ἡ ῥητορικὴ διά τε τὸ φύσει εἶναι κρείττω τἀληθῆ καὶ τὰ δίκαια τῶν ἐναντίων, ὥστε ἐὰν μὴ κατὰ τὸ προσῆκον αἱ κρίσεις γίγνωνται, ἀνάγκη δι᾽ αὑτῶν ἡττᾶσθαι, τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ἄξιον ἐπιτιμήσεως, ἔτι δὲ πρὸς ἐνίους οὐδ᾽ εἰ τὴν ἀκριβεστάτην ἔχοιμεν ἐπιστήμην, ῥᾴδιον ἀπ᾽ ἐκείνης πεῖσαι λέγοντας· διδασκαλίας γάρ ἐστιν ὁ κατὰ τὴν ἐπιστήμην λόγος, τοῦτο δὲ ἀδύνατον, ἀλλ᾽ ἀνάγκη διὰ τῶν κοινῶν ποιεῖσθαι τὰς πίστεις καὶ τοὺς λόγους, ὥσπερ καὶ ἐν τοῖς Τοπικοῖς ἐλέγομεν περὶ τῆς πρὸς τοὺς πολλοὺς ἐντεύξεως. ἔτι δὲ τἀναντία δεῖ δύνασθαι πείθειν, καθάπερ καὶ ἐν τοῖς συλλογισμοῖς, οὐχ ὅπως ἀμφότερα πράττωμεν (οὐ γὰρ δεῖ τὰ φαῦλα πείθειν), ἀλλ᾽ ἵνα μὴ λανθάνῃ πῶς ἔχει, καὶ ὅπως ἄλλου χρωμένου τοῖς λόγοις μὴ δικαίως αὐτοὶ λύειν ἔχωμεν. τῶν μὲν οὖν ἄλλων τεχνῶν οὐδεμία τἀναντία συλλογίζεται, ἡ δὲ διαλεκτικὴ καὶ ἡ ῥητορικὴ μόναι τοῦτο ποιοῦσιν· ὁμοίως γάρ εἰσιν ἀμφότεραι τῶν ἐναντίων. τὰ μέντοι ὑποκείμενα πράγματα οὐχ ὁμοίως ἔχει, ἀλλ᾽ ἀεὶ τἀληθῆ καὶ τὰ βελτίω τῇ φύσει εὐσυλλογιστότερα καὶ πιθανώτερα ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν. πρὸς δὲ τούτοις ἄτοπον εἰ τῷ σώματι μὲν αἰσχρὸν μὴ δύνασθαι

[1355b] βοηθεῖν ἑαυτῷ, λόγῳ δ᾽ οὐκ αἰσχρόν· ὃ μᾶλλον ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου τῆς τοῦ σώματος χρείας. εἰ δ᾽ ὅτι μεγάλα βλάψειεν ἂν ὁ χρώμενος ἀδίκως τῇ τοιαύτῃ δυνάμει τῶν λόγων, τοῦτό γε κοινόν ἐστι κατὰ πάντων τῶν ἀγαθῶν πλὴν ἀρετῆς, καὶ μάλιστα κατὰ τῶν χρησιμωτάτων, οἷον ἰσχύος ὑγιείας πλούτου στρατηγίας· τούτοις γὰρ ἄν τις ὠφελήσειεν τὰ μέγιστα χρώμενος δικαίως καὶ βλάψειεν ἀδίκως.

Ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἔστιν οὐθενός τινος γένους ἀφωρισμένου ἡ ῥητορική, ἀλλὰ καθάπερ ἡ διαλεκτική, καὶ ὅτι χρήσιμος, φανερόν, καὶ ὅτι οὐ τὸ πεῖσαι ἔργον αὐτῆς, ἀλλὰ τὸ ἰδεῖν τὰ ὑπάρχοντα πιθανὰ περὶ ἕκαστον, καθάπερ καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις τέχναις πάσαις (οὐδὲ γὰρ ἰατρικῆς τὸ ὑγιᾶ ποιῆσαι, ἀλλὰ μέχρι οὗ ἐνδέχεται, μέχρι τούτου προαγαγεῖν· ἔστιν γὰρ καὶ τοὺς ἀδυνάτους μεταλαβεῖν ὑγιείας ὅμως θεραπεῦσαι καλῶς)· πρὸς δὲ τούτοις ὅτι τῆς αὐτῆς τό τε πιθανὸν καὶ τὸ φαινόμενον ἰδεῖν πιθανόν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῆς διαλεκτικῆς συλλογισμόν τε καὶ φαινόμενον συλλογισμόν· ἡ γὰρ σοφιστικὴ οὐκ ἐν τῇ δυνάμει ἀλλ᾽ ἐν τῇ προαιρέσει· πλὴν ἐνταῦθα μὲν ἔσται ὁ μὲν κατὰ τὴν ἐπιστήμην ὁ δὲ κατὰ τὴν προαίρεσιν ῥήτωρ, ἐκεῖ δὲ σοφιστὴς μὲν κατὰ τὴν προαίρεσιν, διαλεκτικὸς δὲ οὐ κατὰ τὴν προαίρεσιν ἀλλὰ κατὰ τὴν δύναμιν. περὶ δὲ αὐτῆς ἤδη τῆς μεθόδου πειρώμεθα λέγειν, πῶς τε καὶ ἐκ τίνων δυνησόμεθα τυγχάνειν τῶν προκειμένων. πάλιν οὖν οἷον ἐξ ὑπαρχῆς ὁρισάμενοι αὐτὴν τίς ἐστι, λέγωμεν τὰ λοιπά.

***
Έγινε λοιπόν φανερό ότι όλοι ως τώρα οι συγγραφείς εγχειριδίων ρητορικής τέχνης μιλούν για πράγματα που είναι εκτός θέματος· έγινε επίσης φανερό για ποιόν λόγο έδειξαν μιαν ιδιαίτερη προτίμηση προς τον δικανικό λόγο. Η ρητορική, ωστόσο, είναι χρήσιμη πρώτα πρώτα γιατί η αλήθεια και το δίκαιο έχουν εκ φύσεως μεγαλύτερη δύναμη από τα αντίθετα τους· αν επομένως οι δικαστικές κρίσεις δεν γίνονται κατά τον προσήκοντα τρόπο, υποχρεωτικά η αλήθεια και το δίκαιο νικιούνται από τα αντίθετα τους — και αυτό είναι άξιο μομφής. Πέραν τούτου: Ακόμη και αν κατείχαμε την ακριβέστερη επιστημονική γνώση, ορισμένους ανθρώπους δεν θα ήταν εύκολο να τους πείσουμε διαμορφώνοντας με βάση αυτήν τον λόγο μας· κι αυτό γιατί ο επιστημονικός λόγος αποτελεί διαφωτιστική διδασκαλία, η διαφωτιστική όμως διδασκαλία είναι κάτι που αποκλείεται τελείως σε μια τέτοια περίπτωση: για τα επιχειρήματα και τους λόγους μας είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε τους κοινούς τόπους, όπως υποστηρίξαμε στα Τοπικά μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να απευθυνόμαστε στα πλήθη. Επίσης, ο ρήτορας πρέπει να είναι σε θέση να πείθει και για το αντίθετο, ακριβώς όπως και στους διαλεκτικούς συλλογισμούς — όχι, βέβαια, για να κάνουμε και τα δύο (κανείς δεν πρέπει να πείθει τον κόσμο να κάνει ευτελή πράγματα), αλλά για να μη μας διαφεύγει η πραγματική ουσία του θέματος και, σε περίπτωση που κάποιος άλλος επιχειρηματολογεί αντίθετα με το σωστό και δίκαιο, εμείς να μπορούμε να ανατρέπουμε τα επιχειρήματα του. Καμιά από τις άλλες τέχνες δεν συλλογίζεται προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις: μόνο η διαλεκτική και η ρητορική το κάνουν αυτό, γιατί και η μία και η άλλη ασχολούνται —το ίδιο— με αντίθετα μεταξύ τους πράγματα. Φυσικά, τα υποκείμενα πράγματα δεν είναι της ίδιας αξίας: τα αληθινά και καλύτερα πράγματα εκ φύσεως γεννούν πάντοτε —για να μιλήσουμε γενικά— καλύτερους συλλογισμούς και είναι πιο πειστικά. Εξάλλου, αν είναι ντροπή το να μη μπορεί κανείς

[1355b] να υπερασπιστεί τον εαυτό του με τη βοήθεια του σώματός του, θα ήταν άτοπο να μην είναι ντροπή το να μη μπορεί να κάνει το ίδιο αυτό πράγμα με τη βοήθεια του λόγου, ο οποίος μάλιστα αποτελεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό χαρακτηριστικό του ανθρώπου από ό,τι η χρήση του σώματός του. Και αν κανείς πει ότι ένας που κάνει άδικη χρήση αυτής της μεγάλης δύναμης του λόγου μπορεί να γίνει πρόξενος μεγάλου κακού, θα αντιτάξω, φυσικά, ότι, με εξαίρεση την αρετή, αυτό ισχύει για όλα τα αγαθά, και κατά κύριο λόγο για τα πιο χρήσιμα, όπως είναι η σωματική δύναμη, η υγεία, ο πλούτος, η αρχηγία στρατού: όπως η σωστή χρήση τους μπορεί να ωφελήσει τα μέγιστα, έτσι και η μη σωστή τους χρήση μπορεί να προκαλέσει τη μεγαλύτερη βλάβη.

Είναι λοιπόν πια τώρα φανερό ότι η ρητορική δεν ασχολείται με μια συγκεκριμένη ομάδα θεμάτων, αλλ᾽ ότι, επομένως, είναι κάτι σαν τη διαλεκτική· επίσης ότι είναι χρήσιμη· ακόμη ότι έργο της δεν είναι να επιτύχει να πείσει, αλλά να διακρίνει τα υπάρχοντα σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση μέσα πειθούς — ακριβώς όπως και σε όλες τις άλλες τέχνες, της ιατρικής π.χ. έργο δεν είναι να ξαναδώσει στον άρρωστο την υγεία του, αλλά να προωθήσει τη θεραπεία του ως εκεί που αυτό είναι εφικτό· απόδειξη ότι η ιατρική μπορεί να ασκήσει το θεραπευτικό της έργο με τον πρέποντα τρόπο ακόμη και σε αρρώστους που είναι αδύνατο να ξαναβρούν την υγεία τους). Πέρα από αυτά είναι επίσης φανερό ότι είναι έργο μιας και της αυτής τέχνης να επισημάνει το πραγματικά πειστικό αλλά και το φαινομενικά πειστικό — ακριβώς όπως έργο της διαλεκτικής είναι να επισημάνει τον πραγματικό αλλά και τον φαινομενικό συλλογισμό· γιατί η σοφιστική δεν έχει να κάνει με την ικανότητα του συλλογίζεσθαι, αλλά με τη θεληματική επιλογή κάποιου είδους συλλογισμών/επιχειρημάτων· ενώ, πάντως, στην περίπτωση της ρητορικής ρήτορας λέγεται και αυτός που ξεκινάει από την επιστημονική του σκευή αλλά και αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων, στην περίπτωση της διαλεκτικής αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων λέγεται σοφιστής, και λέγεται διαλεκτικός όχι αυτός που επιλέγει θεληματικά κάποιο είδος συλλογισμών/επιχειρημάτων, αλλά αυτός που έχει γενικά την ικανότητα του συλλογίζεσθαι.

Ας προσπαθήσουμε όμως τώρα να πραγματευθούμε την ίδια τη μέθοδο: με ποιούς τρόπους και από ποιές αρχές ξεκινώντας θα μπορέσουμε να πετύχουμε τους σκοπούς που θέσαμε. Ας ξαναδώσουμε λοιπόν —σαν να αρχίζουμε τώρα τον λόγο μας— τον ορισμό της ρητορικής και ας περάσουμε ύστερα σε όλα τα υπόλοιπα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου