Υπάρχει πραγματικό πρόβλημα στην ιδέα της κτήσης ανθρώπων. Είναι εύκολο να ξεχνάμε ότι το «η γυναίκα μου» δεν εξυπακούει ιδιοκτησία, αλλά σχέση με τη γυναίκα — όπως άλλωστε και «το παιδί μου» δεν εξυπακούει κτήση αλλά μοναδική σχέση και ευθύνη απέναντί του. Αλλά δε μας ανήκουν οι άνθρωποί μας.
Ναι, ξέρω ότι ο έρωτας κατακεραυνώνεται ή υμνείται ως κτήση ή ως αδυναμία κτήσης. Ότι γίνονται κουβέντες για γυναίκες που δίνονται αλλά δεν παραδίνονται ή, χειρότερα, που παραδίνονται και (γι’ αυτό) δε δίνονται. Ότι κουβεντιάζονται ατέλειωτα οι άντρες, που είναι ζωάκια του σεξ αδάμαστα και περιπατητικά, που δεν εξημερώνονται παρά αλυσοδένονται με τιβί κι ιμάμ μπαϊλντί, με χόμπι, καφενέ και μερεμέτια.
Οι άνθρωποι όμως δεν είναι πράγματα. Οι γυναίκες δεν είναι πόλεις που λιγουρεύεται ο κάθε πολιορκητής, ούτε οι άντρες ατίθασες ή κατοικίδιες μαϊμούδες (όχι όλοι). Τα παιδιά δεν είναι έπιπλα. Η κτήση ενός ελεύθερου ανθρώπου είναι βαθύς παραλογισμός, είναι προϊόν της εξιδανίκευσης της ζηλοτυπίας και της ιδεολογικοποίησης του πάθους. Στην περίπτωση των παιδιών, η φαντασίωση κτήσης τους προέρχεται από την ανάγκη να τα προστατέψει ο γονιός ή και να ξεπατικωθεί πάνω τους ο δικός του φαινότυπος.
Αλλά η ιδιοκτησία ανθρώπων είναι παραλογισμός. Αν περιοριστούμε στον έρωτα, ναι, η ερωτική πράξη συνοδεύεται από την πλήρη ιδιοκτησία του άλλου και από την απόλυτη κυριαρχία πάνω στον άλλο — στις καλές τις φάσεις, τουλάχιστον. Όμως, ό,τι και αν φαντασιώνεται ο ζηλότυπος εραστής, ο άλλος συνεχίζει να υπάρχει και μετά το όποιο πέρας της ερωτικής πράξης, ως ελεύθερος άνθρωπος όλος πολυπλοκότητα. Ναι, ποθώντας κι αναπολώντας και κάνοντας όνειρα, αλλά ελεύθερος. Ο έλεγχος των πιο κρυφών κυττάρων και η διερώτηση πού είναι ο νους του άλλου όταν κοιμάται (ή τρώει ή διαβάζει ή εργάζεται ή ονειροπολεί ή αφοδεύει…) είναι φαντασιώσεις. Και μόνο.
Ο άλλος (το παιδί, ο εραστής ή ερωμένη, ο φίλος ή η φίλη) είναι δικός μας επειδή έχουμε σχέση κάποιας μορφής και ενός άλφα σθένους μαζί του, όχι επειδή είμαστε ιδιοκτήτες του. Η δε αποκλειστικότητα είναι η αναγωγή αυτής της φαντασίωσης σε κάποιου είδους μονοθεϊστικό ντελίριο.
Προσωπικά φρονώ ότι και η ιδιοκτησία του άλλου και η αξίωση της αποκλειστικότητας είναι βαθιά ανήθικες στάσεις (δε θέλω να χρησιμοποιήσω διασταλτικά την κατηγορία του πολιτικού εδώ). Ναι, όταν είμαστε μαζί με κάποιον καλό είναι να είμαστε μαζί με κάποιον: να είμαστε εκεί όταν είμαστε μαζί. Ναι, ωριμάζουμε δίνοντας από τον εαυτό μας, και μάλιστα δίνοντας μαθαίνουμε πώς να φτιάχνουμε πολλές και διαφορετικές σχέσεις, προσφέροντας στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του. Ναι, η ανθρώπινη εμπειρία έχει χώρο για αποκλειστικότητες, και για τον κάπως απέλπιδα και μωσαϊκό λυρισμό τους, αλλά είναι ανήθικο να τις επιδιώκει ως τάχα ιδανικές.
Η ανηθικότητα της ιδιοκτησίας του φίλου, παιδιού, συντρόφου προκύπτει από την αντιμετώπιση του άλλου ως κάποιου κατά πολύ απλούστερου από εμάς, που μπορεί κι οφείλει να καλύπτεται (συναισθηματικά, σ3ξουαλικά ή — σπανιότερα — διανοητικά) από εμάς και μόνον από εμάς: εδώ λοιπόν υπάρχει ένας βαθύς και συνήθως ανομολόγητος πατερναλισμός. Επιπλέον, η αξίωση της αποκλειστικότητας αντιμετωπίζει τον άλλο, τον άλλο άνθρωπο, ως απλοειδές αντικείμενο: γιατί να μοιράζομαι την εσπρεσσιέρα μου, όταν μπορεί ο άλλος να πάει να πάρει μια δική του; Δε θα μοιραστώ τη γυναίκα μου όπως δε θα μοιραστώ την εσπρεσσιέρα μου. Γιατί όμως; Μήπως επειδή «την αγαπώ»;
Υπάρχει ηθική αξία στην άσκηση να πάμε από την ιδιοκτησία, και τα όποια δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν, στη σχέση. Υπάρχει ηθική αξία να απορρίψει κανείς την αποκλειστικότητα και να εναγκαλιστεί την πολλαπλότητα των αναγκών και την ίδια την πολυπλοκότητα του άλλου. Υποπτεύομαι ότι μόνον έτσι μπορεί κανείς να έχει διαρκείς, ουσιαστικές και βαθιές σχέσεις (ερωτικές, οικογενειακές, φιλικές) με όλη τη μαγεία και την ταραχή που συνεπάγονται, με τη δυσκολία και την έκπληξη, με όλον τον πόνο και τη δόξα, με όλη τη βουβή ποίηση που κάποτε παράγουν καίγοντας την καθημερινότητα για καύσιμο.
Ναι, ξέρω ότι ο έρωτας κατακεραυνώνεται ή υμνείται ως κτήση ή ως αδυναμία κτήσης. Ότι γίνονται κουβέντες για γυναίκες που δίνονται αλλά δεν παραδίνονται ή, χειρότερα, που παραδίνονται και (γι’ αυτό) δε δίνονται. Ότι κουβεντιάζονται ατέλειωτα οι άντρες, που είναι ζωάκια του σεξ αδάμαστα και περιπατητικά, που δεν εξημερώνονται παρά αλυσοδένονται με τιβί κι ιμάμ μπαϊλντί, με χόμπι, καφενέ και μερεμέτια.
Οι άνθρωποι όμως δεν είναι πράγματα. Οι γυναίκες δεν είναι πόλεις που λιγουρεύεται ο κάθε πολιορκητής, ούτε οι άντρες ατίθασες ή κατοικίδιες μαϊμούδες (όχι όλοι). Τα παιδιά δεν είναι έπιπλα. Η κτήση ενός ελεύθερου ανθρώπου είναι βαθύς παραλογισμός, είναι προϊόν της εξιδανίκευσης της ζηλοτυπίας και της ιδεολογικοποίησης του πάθους. Στην περίπτωση των παιδιών, η φαντασίωση κτήσης τους προέρχεται από την ανάγκη να τα προστατέψει ο γονιός ή και να ξεπατικωθεί πάνω τους ο δικός του φαινότυπος.
Αλλά η ιδιοκτησία ανθρώπων είναι παραλογισμός. Αν περιοριστούμε στον έρωτα, ναι, η ερωτική πράξη συνοδεύεται από την πλήρη ιδιοκτησία του άλλου και από την απόλυτη κυριαρχία πάνω στον άλλο — στις καλές τις φάσεις, τουλάχιστον. Όμως, ό,τι και αν φαντασιώνεται ο ζηλότυπος εραστής, ο άλλος συνεχίζει να υπάρχει και μετά το όποιο πέρας της ερωτικής πράξης, ως ελεύθερος άνθρωπος όλος πολυπλοκότητα. Ναι, ποθώντας κι αναπολώντας και κάνοντας όνειρα, αλλά ελεύθερος. Ο έλεγχος των πιο κρυφών κυττάρων και η διερώτηση πού είναι ο νους του άλλου όταν κοιμάται (ή τρώει ή διαβάζει ή εργάζεται ή ονειροπολεί ή αφοδεύει…) είναι φαντασιώσεις. Και μόνο.
Ο άλλος (το παιδί, ο εραστής ή ερωμένη, ο φίλος ή η φίλη) είναι δικός μας επειδή έχουμε σχέση κάποιας μορφής και ενός άλφα σθένους μαζί του, όχι επειδή είμαστε ιδιοκτήτες του. Η δε αποκλειστικότητα είναι η αναγωγή αυτής της φαντασίωσης σε κάποιου είδους μονοθεϊστικό ντελίριο.
Προσωπικά φρονώ ότι και η ιδιοκτησία του άλλου και η αξίωση της αποκλειστικότητας είναι βαθιά ανήθικες στάσεις (δε θέλω να χρησιμοποιήσω διασταλτικά την κατηγορία του πολιτικού εδώ). Ναι, όταν είμαστε μαζί με κάποιον καλό είναι να είμαστε μαζί με κάποιον: να είμαστε εκεί όταν είμαστε μαζί. Ναι, ωριμάζουμε δίνοντας από τον εαυτό μας, και μάλιστα δίνοντας μαθαίνουμε πώς να φτιάχνουμε πολλές και διαφορετικές σχέσεις, προσφέροντας στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του. Ναι, η ανθρώπινη εμπειρία έχει χώρο για αποκλειστικότητες, και για τον κάπως απέλπιδα και μωσαϊκό λυρισμό τους, αλλά είναι ανήθικο να τις επιδιώκει ως τάχα ιδανικές.
Η ανηθικότητα της ιδιοκτησίας του φίλου, παιδιού, συντρόφου προκύπτει από την αντιμετώπιση του άλλου ως κάποιου κατά πολύ απλούστερου από εμάς, που μπορεί κι οφείλει να καλύπτεται (συναισθηματικά, σ3ξουαλικά ή — σπανιότερα — διανοητικά) από εμάς και μόνον από εμάς: εδώ λοιπόν υπάρχει ένας βαθύς και συνήθως ανομολόγητος πατερναλισμός. Επιπλέον, η αξίωση της αποκλειστικότητας αντιμετωπίζει τον άλλο, τον άλλο άνθρωπο, ως απλοειδές αντικείμενο: γιατί να μοιράζομαι την εσπρεσσιέρα μου, όταν μπορεί ο άλλος να πάει να πάρει μια δική του; Δε θα μοιραστώ τη γυναίκα μου όπως δε θα μοιραστώ την εσπρεσσιέρα μου. Γιατί όμως; Μήπως επειδή «την αγαπώ»;
Υπάρχει ηθική αξία στην άσκηση να πάμε από την ιδιοκτησία, και τα όποια δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν, στη σχέση. Υπάρχει ηθική αξία να απορρίψει κανείς την αποκλειστικότητα και να εναγκαλιστεί την πολλαπλότητα των αναγκών και την ίδια την πολυπλοκότητα του άλλου. Υποπτεύομαι ότι μόνον έτσι μπορεί κανείς να έχει διαρκείς, ουσιαστικές και βαθιές σχέσεις (ερωτικές, οικογενειακές, φιλικές) με όλη τη μαγεία και την ταραχή που συνεπάγονται, με τη δυσκολία και την έκπληξη, με όλον τον πόνο και τη δόξα, με όλη τη βουβή ποίηση που κάποτε παράγουν καίγοντας την καθημερινότητα για καύσιμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου