Στην προσπάθειά μας να φέρουμε τις πράξεις μας πιο κοντά σε όσα πραγματικά έχουν σημασία για μας, μπορούμε να ενισχύσουμε την πειθαρχία και τη δύναμη της θέλησής μας, αλλά δυστυχώς – όπως οι περισσότεροι από εμάς έχουν μάθει με τον δύσκολο τρόπο – κάτι τέτοιο σπάνια οδηγεί στα καλύτερα αποτελέσματα.
Όταν ξεκινάμε κάτι – υποκινούμενοι από ένα επικριτικό δάχτυλο και όχι μια πρόθυμη καρδιά – μπλέκουμε σε μια αέναη ταλάντωση ανάμεσα στις καλές προθέσεις και στη λιγότερο αποτελεσματική εκτέλεση, ακόμα και όταν οι τελικοί στόχοι – βελτίωση υγείας, καλύτερες σχέσεις με την οικογένεια – θεωρητικά συνδέονται με τις αξίες μας.
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, ο Πλάτωνας συνέλαβε αυτή την εσωτερική πάλη χρησιμοποιώντας την αλληγορία ενός άρματος που το σέρνουν δύο πολύ διαφορετικά άλογα. Το ένα άλογο είναι το πάθος (οι εσωτερικές μας παρορμήσεις και πόθοι) και το άλλο η διάνοια (ο λογικός, ηθικός μας νους).
Με άλλα λόγια, ο Πλάτωνας κατανόησε ότι βρισκόμαστε διαρκώς ανάμεσα σε δύο αντίθετες κατευθύνσεις: αυτό που θέλουμε να κάνουμε και αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε. Η δική μας δουλειά, ως ηνίοχοι του άρματος, είναι να τιθασέψουμε και να κατευθύνουμε και τα δύο άλογα εκεί που θέλουμε να πάμε.
Όπως αποδείχθηκε, ο Πλάτωνας δεν είχε άδικο. Οι σύγχρονες τεχνικές νευροαπεικόνισης δείχνουν ότι κάθε φορά που το παρορμητικό σύστημα του εγκεφάλου μας (πάθος) συγκρούεται με τους λογικούς μακροπρόθεσμους στόχους μας (διάνοια), ο εγκέφαλός μας προσπαθεί – στην κυριολεξία – να τραβήξει τα χαλινάρια.
Ας υποθέσουμε ότι προσπαθείτε να τρώτε πιο υγιεινά. Βρίσκεστε σε ένα εστιατόριο και η ματιά σας πέφτει σε μια λαχταριστή μους σοκολάτα στη βιτρίνα με τα επιδόρπια. Αυτό πυροδοτεί κάποια δραστηριότητα στον επικλινή πυρήνα, μια περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την απόλαυση. Ένας θεός ξέρει πόσο πολύ λαχταράτε αυτή τη μους σοκολάτα.
Αλλά όχι, υπενθυμίζετε στον εαυτό σας. Δεν μπορείτε να τη φάτε. Ενώ συγκεντρώνετε τη δύναμή σας για να αρνηθείτε το επιδόρπιο, παίρνει τα ηνία η κάτω μετωπιαία έλικα, μια περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τον αυτοέλεγχο. Με ενεργοποιημένες τις δύο αυτές περιοχές, ο εγκέφαλός μας παλεύει κυριολεκτικά με τον εαυτό του όσο εμείς προσπαθούμε να αποφασίσουμε αν θα ορμήσουμε ή θα κρατηθούμε.
Τα πράγματα όμως περιπλέκονται ακόμη περισσότερο, αφού τα κατώτερα ένστικτά μας έχουν το προβάδισμα. Και πάλι σύμφωνα με τη νευροαπεικόνιση του εγκεφάλου, όταν είμαστε αντιμέτωποι με μια απλή επιλογή, επεξεργαζόμαστε βασικά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. η γεύση, κατά μέσο όρο 195 χιλιοστά του δευτερολέπτου νωρίτερα από ό,τι επεξεργαζόμαστε τα θέματα υγείας.
Με άλλα λόγια, ο εγκέφαλός μας μας παροτρύνει να κάνουμε συγκεκριμένες επιλογές πολύ προτού καν εμφανιστεί στο προσκήνιο η δύναμη της θέλησης. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί σε μια έρευνα το 74% των ανθρώπων δήλωσε ότι θα διάλεγε φρούτα και όχι σοκολάτα «κάποια στιγμή στο μέλλον», αλλά όταν έβαλαν μπροστά τους φρούτα και σοκολάτα, το 70% άρπαξε τη σοκολάτα.
Όταν ξεκινάμε κάτι – υποκινούμενοι από ένα επικριτικό δάχτυλο και όχι μια πρόθυμη καρδιά – μπλέκουμε σε μια αέναη ταλάντωση ανάμεσα στις καλές προθέσεις και στη λιγότερο αποτελεσματική εκτέλεση, ακόμα και όταν οι τελικοί στόχοι – βελτίωση υγείας, καλύτερες σχέσεις με την οικογένεια – θεωρητικά συνδέονται με τις αξίες μας.
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, ο Πλάτωνας συνέλαβε αυτή την εσωτερική πάλη χρησιμοποιώντας την αλληγορία ενός άρματος που το σέρνουν δύο πολύ διαφορετικά άλογα. Το ένα άλογο είναι το πάθος (οι εσωτερικές μας παρορμήσεις και πόθοι) και το άλλο η διάνοια (ο λογικός, ηθικός μας νους).
Με άλλα λόγια, ο Πλάτωνας κατανόησε ότι βρισκόμαστε διαρκώς ανάμεσα σε δύο αντίθετες κατευθύνσεις: αυτό που θέλουμε να κάνουμε και αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε. Η δική μας δουλειά, ως ηνίοχοι του άρματος, είναι να τιθασέψουμε και να κατευθύνουμε και τα δύο άλογα εκεί που θέλουμε να πάμε.
Όπως αποδείχθηκε, ο Πλάτωνας δεν είχε άδικο. Οι σύγχρονες τεχνικές νευροαπεικόνισης δείχνουν ότι κάθε φορά που το παρορμητικό σύστημα του εγκεφάλου μας (πάθος) συγκρούεται με τους λογικούς μακροπρόθεσμους στόχους μας (διάνοια), ο εγκέφαλός μας προσπαθεί – στην κυριολεξία – να τραβήξει τα χαλινάρια.
Ας υποθέσουμε ότι προσπαθείτε να τρώτε πιο υγιεινά. Βρίσκεστε σε ένα εστιατόριο και η ματιά σας πέφτει σε μια λαχταριστή μους σοκολάτα στη βιτρίνα με τα επιδόρπια. Αυτό πυροδοτεί κάποια δραστηριότητα στον επικλινή πυρήνα, μια περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την απόλαυση. Ένας θεός ξέρει πόσο πολύ λαχταράτε αυτή τη μους σοκολάτα.
Αλλά όχι, υπενθυμίζετε στον εαυτό σας. Δεν μπορείτε να τη φάτε. Ενώ συγκεντρώνετε τη δύναμή σας για να αρνηθείτε το επιδόρπιο, παίρνει τα ηνία η κάτω μετωπιαία έλικα, μια περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τον αυτοέλεγχο. Με ενεργοποιημένες τις δύο αυτές περιοχές, ο εγκέφαλός μας παλεύει κυριολεκτικά με τον εαυτό του όσο εμείς προσπαθούμε να αποφασίσουμε αν θα ορμήσουμε ή θα κρατηθούμε.
Τα πράγματα όμως περιπλέκονται ακόμη περισσότερο, αφού τα κατώτερα ένστικτά μας έχουν το προβάδισμα. Και πάλι σύμφωνα με τη νευροαπεικόνιση του εγκεφάλου, όταν είμαστε αντιμέτωποι με μια απλή επιλογή, επεξεργαζόμαστε βασικά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. η γεύση, κατά μέσο όρο 195 χιλιοστά του δευτερολέπτου νωρίτερα από ό,τι επεξεργαζόμαστε τα θέματα υγείας.
Με άλλα λόγια, ο εγκέφαλός μας μας παροτρύνει να κάνουμε συγκεκριμένες επιλογές πολύ προτού καν εμφανιστεί στο προσκήνιο η δύναμη της θέλησης. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί σε μια έρευνα το 74% των ανθρώπων δήλωσε ότι θα διάλεγε φρούτα και όχι σοκολάτα «κάποια στιγμή στο μέλλον», αλλά όταν έβαλαν μπροστά τους φρούτα και σοκολάτα, το 70% άρπαξε τη σοκολάτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου