Όταν ο Άλντους Χάξλεϋ έγραφε το «Θαυμαστό Νέο Κόσμο» δεν κοιτούσε απλώς το μέλλον, κοιτούσε την ανθρωπότητα με τρόπο απογυμνωτικό κι ανελέητο. Το ανθρώπινο είδος, σαν σε μικροσκόπιο εργαστηρίου, φαίνεται τόσο προβλέψιμο, τόσο χοντροκομμένο, που η πορεία του μοιάζει προδιαγεγραμμένη στο βαθμό του αυτονόητου. Το μεγαλείο του Χάξλεϋ δεν περιορίζεται στην επιτυχημένη, σε βαθμό προφητείας, μελλοντολογική τοποθέτηση της ανθρώπινης μοίρας, αλλά στη φυσικότητα που αποδίδεται.
Ο απόλυτος παραλογισμός του ανθρώπου ρέει τόσο ομαλά, τόσο ανεπιτήδευτα, τόσο αδιαπραγμάτευτα λογικά, σαν ανόθευτη αλήθεια, σαν απαρασάλευτη τάξη υπεράνω κάθε συζητήσεως. Σαν ιατρική γνωμάτευση σε μελλοθάνατο, με το απαράμιλλο κύρος των εργαστηριακών εγγυήσεων. Κάπως έτσι παίρνει διαστάσεις ντοκουμέντου που όμως εντελώς ανορθόδοξα δεν αφορά το παρελθόν αλλά το απώτερο μέλλον. Ο Χάξλεϋ δεν φαίνεται να μελετά τη ροή της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά την καθαυτό ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία που κινείται στα πλαίσια συγκεκριμένων συμπεριφορών που καθορίζονται από πανομοιότυπες επιθυμίες.
Η εκπλήρωση των επιταγών της ευτυχίας και το πάθος του ανθρώπου να βιώσει την προσωπική ελευθερία γυρίζουν εναντίον του, τον εγκλωβίζουν, τον απομονώνουν, τον οδηγούν στο απάνθρωπο. Η ανθρώπινη ελευθερία ορίζεται μόνο από κατά συνθήκη ελευθερίες, που έχουν συγκεκριμένες και χειροπιαστές σταθερές και που μοιραία γίνονται δεσμά κι αυτοαναιρούνται. Ο Χάξλεϋ μελετώντας τους ανθρώπους αντιλαμβάνεται ότι το από κοινού αίσθημα περί ελευθερίας εστιάζει στην ελευθερία της κατανάλωσης, στην ελευθερία της ανά πάσα στιγμής εκπλήρωσης της προσωπικής βούλησης, δηλαδή στην έλλειψη περιττών υποχρεώσεων, και την ελευθερία της προσωπικής ασφάλειας. Σ’ αυτό το τρίπτυχο εστιάζει ο Χάξλεϋ παρουσιάζοντας το μελλοντικό «Νέο Κόσμο» να χτίζεται ακριβώς πάνω σ’ αυτές τις δομές ευτυχίας με τρόπο ωμό κι αδυσώπητο.
Δείχνοντας τις διαθέσεις του από την αρχή επιλέγει ως πρώτη εικόνα το εργαστήριο που είναι υπεύθυνο για τις γεννήσεις. Σε καθεστώς πλήρους αποστείρωσης, παρακολουθούμε τους εργαζόμενους νοσηλευτές να φροντίζουν τα μωρά στις κοιτίδες τους που αναπτύσσονται με απαρασάλευτο, νοσηρό προγραμματισμό. Παρακολουθούμε τον απόλυτο έλεγχο γεννήσεων. Τα παιδιά είναι αποκλειστικά εργαστηριακή υπόθεση, οι εγκυμοσύνες απαγορεύονται δια νόμου – ως εκ τούτου οικογένειες δεν υπάρχουν – και φυσικά μόνο κατόπι παραγγελίας από τον υπεύθυνο κρατικό μηχανισμό. Από θέση αρχής χωρίζονται σε κατηγορίες.
Οι λιγότεροι σε αριθμό είναι οι προικισμένοι πνευματικά και οι περισσότεροι οι χειρώνακτες. Τα νούμερα καθορίζονται από τις ανάγκες της κοινωνίας. Τα μεγάφωνα παίζουν χαμηλόφωνα τραγουδάκια που υμνούν την κατανάλωση, του τύπου «την παλιά μου μπλούζα δεν τη θέλω, θέλω μόνο την καινούρια» ή «τα πράγματά μου τα πετάω για να πάρω άλλα» κτλ. Κάπως έτσι εξασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη, αφού δεν υπάρχει ούτε υπερπληθυσμός, ούτε ανεργία, ούτε η αδηφάγα ανταγωνιστικότητα που αλλοτριώνει τους ανθρώπους στα πλαίσια της επιβίωσης.
Εξάλλου, με τη μεθοδική πλύση εγκεφάλου αποφεύγεται και το συγκρουσιακό της διαφορετικότητας, αφού κάθε ομάδα νεογέννητων διαποτίζεται αλάθευτα από τα ιδανικά που πρέπει να υπηρετήσει. Όμοιοι άνθρωποι σε απόλυτη κοινωνική αρμονία με εξασφαλισμένη πληθώρα αγαθών σε ονειρική συμβίωση. Ένας καλοκουρδισμένος, επίγειος παράδεισος. Γιατί όμως οι άνθρωποι ασφυκτιούν; Γιατί καταπίνουν συνεχώς χαπάκια ευτυχίας; Γιατί και πάλι καταλήγουμε στη φρενίτιδα, τη νεύρωση και την τρέλα;
Εντελώς απροσδόκητα εμφανίζεται ο Άγριος επιβεβαιώνοντας τις φήμες για την ύπαρξη μιας άγριας φυλής που κατοικεί κάπου μακριά. Φήμες που κινούνταν πάντα κάτω από τα νέφη της απροσδιοριστίας και της ασάφειας του απόμακρου. Φήμες που μιλούσαν για μια κοινωνία ζούγκλας, με ανθρώπους αχαλίνωτους, που καυγάδιζαν και πολλές φορές εγκληματούσαν, που διατηρούσαν οικογένειες και καθορίζονταν από την τύχη, που εμφάνιζαν αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές, που παρέμεναν στο ζωώδες εκπροσωπώντας το από καιρό εξαφανισμένο απολίτιστο της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Άνθρωποι ακατέργαστοι, καθόλου εκλεπτυσμένοι, πραγματικά αγρίμια, ενδεχομένως επικίνδυνοι.
Κι εδώ ξεκινά η σύγκρουση του παλιού με το καινούριο. Ο Άγριος περιφέρεται από υπεύθυνο σε υπεύθυνο σαν αρκούδα σε τσίρκο. Πραγματικά μαινόμενος αδυνατεί να προσαρμοστεί επιμένοντας στο πρωτόγονο και το ενστικτώδες, που δεν μπαίνει σε καλούπια και παραμένει απρόβλεπτο, φαινόμενο εξωφρενικό μέσα στον αρτηριοσκληρωτικό μηχανισμό του απαρέγκλιτου. Μια πραγματική βόμβα. Παρά τις αδυναμίες της παρουσίασής του (αδυναμίες που αναγνωρίζει κι ο ίδιος ο Χάξλεϋ) δημιουργεί επαρκώς τον αντίθετο πόλο που βαραίνει το Νέο Κόσμο.
Το ανθρώπινο συναίσθημα και το απροσδιόριστο της ανθρώπινης φύσης που έχει ανάγκη τους συνανθρώπους και που είναι αδύνατο να βιώσει την ατομική ευτυχία γιατί πολύ απλά ευτυχία μεμονωμένη είναι ευτυχία ανύπαρκτη. Ακόμα κι οι ανεπιθύμητες επιθετικές συμπεριφορές είναι αναπόσπαστες από την ανθρώπινη φύση που είναι καταδικασμένη να συγκρούεται και να συνυπάρχει σ’ ένα αντιφατικό δίπολο που όμως καθορίζει επακριβώς όλο το βάθος της πολυπλοκότητας της. Η κατάργηση αυτού του διπόλου στα πλαίσια του πολιτισμού δεν είναι παρά ευνουχισμός, δηλαδή δυστυχία, δηλαδή η άλλη όψη της βαρβαρότητας.
Τελικά ποιος είναι πιο βάρβαρος; Ο Άγριος με την ασημαντότητα της οχλοβοής του ή οι άνθρωποι του Νέου Κόσμου με τον εκλεπτυσμένο ακρωτηριασμό που ομαλοποιεί τη συνύπαρξη;
Ο Άγριος απαγγέλλει Σαίξπηρ
Οι κάτοικοι του Νέου Κόσμου τον αγνοούν καθώς τα βιβλία που εκφράζουν τα ανθρώπινα πάθη κρίνονται απαγορευμένα. Παρά τη χοντροκομμένη υπερβολή κρύβεται άλλη μια αλήθεια. Η τέχνη είναι συνυφασμένη με τα ανθρώπινα πάθη κι αυτό την καθιστά αιώνιο σύντροφο. Η εξωραϊστική τέχνη δεν είναι τέχνη και γι’ αυτό είναι καταδικασμένη εξ’ αρχής. Ο Άγριος όταν πια χάνει τελείως τον εαυτό του, κυριολεκτικά ένα βήμα πριν από τη συντριβή, καταφεύγει στην τέχνη. Ο Σαίξπηρ λειτουργεί ως ύστατο καταφύγιο, ως τελική αναπνοή κι επαναδιαπραγμάτευση. Μετά απ’ αυτό έρχεται το τέλος, όπως ήταν προδιαγεγραμμένο απ’ την αρχή. Το τέλος του Αγρίου δεν είναι τίποτε άλλο από το τέλος της ανθρωπότητας που πλέον αλλάζει μορφή χάνοντας κάθε υπόσταση. Γίνεται Θαυμαστός Νέος Κόσμος.
Και κάπως έτσι τα πράγματα για τον αναγνώστη γίνονται απλά. Φυσικά και συμπαθούμε τον Άγριο, φυσικά κι απεχθανόμαστε το Νέο Κόσμο με την άκρατα τυποποιημένη ελευθερία του, που δεν είναι τίποτε άλλο από το απόλυτο ανελεύθερο. Όμως λίγο πριν το φινάλε ο Άγριος συζητά με το Συντονιστή του Νέου Κόσμου. Ο Συντονιστής εκπροσωπώντας τη σοφία του κυνισμού μιλάει για πολέμους, για κτηνωδίες, για την τραγικότητα της ιστορίας, για το ολοκληρωτικά απάνθρωπο του παρελθόντος. Ναι, ευνουχίζει τους πολίτες, ναι, τους χειραγωγεί πετσοκόβοντας κάθε ελευθερία σκέψης, ναι, υπάρχει μοναξιά, πλαστή ευτυχία, αποξένωση. Μπροστά στο μακελειό της ιστορίας ο Νέος Κόσμος προτείνει νιάτα κι αφθονία. Που είναι το κακό; «…καθώς περνά ο καιρός οι άνθρωποι θα βλέπουν πως η ανεξαρτησία δεν γίνηκε για το ανθρώπινο είδος»
Το χαξλεϋκό αμείλικτο στέκεται πάνω μας σαν καλογυαλισμένη λεπίδα, καταδεικνύοντας το αδιέξοδο, χωρίς όμως να το αποδίδει πουθενά αλλού πέρα από την ίδια την παραδοξότητα της ανθρώπινης φύσης. Της αυτοκαταστροφικής, αντιφατικής, αλλοπρόσαλλης ανθρώπινης φύσης. Ο Χάξλεϋ δεν ψάχνει για δεκανίκια. Ούτε πολιτικά συστήματα, ούτε ιστορικές συγκυρίες, ούτε η πάλη των τάξεων, ούτε συμφέροντα, ούτε τίποτε. Το κέντρο είναι μόνο ο άνθρωπος με την τραγικότητα της ύπαρξής του που είτε έτσι, είτε αλλιώς παραμένει εγκλωβισμένος.
Ο Θαυμαστός Νέος Κόσμος, γραμμένος μόλις το 1932, δεν καταστρέφει απλώς το μύθο της προόδου – που σήμερα, 80 χρόνια αργότερα, επιβεβαιώνεται σχεδόν κατά γράμμα – αλλά προχωρά ακόμη περισσότερο. Φέρνοντας τον άνθρωπο αντιμέτωπο με τον εαυτό του καταδεικνύει το ατελέσφορο της ύπαρξης που έχει καθαρά εσωτερικά αίτια. Ο άνθρωπος δεν έχει άλλη λύση από τον επαναπροσδιορισμό του εαυτού του και την αναζήτηση μιας άλλης οπτικής.
Ο απόλυτος παραλογισμός του ανθρώπου ρέει τόσο ομαλά, τόσο ανεπιτήδευτα, τόσο αδιαπραγμάτευτα λογικά, σαν ανόθευτη αλήθεια, σαν απαρασάλευτη τάξη υπεράνω κάθε συζητήσεως. Σαν ιατρική γνωμάτευση σε μελλοθάνατο, με το απαράμιλλο κύρος των εργαστηριακών εγγυήσεων. Κάπως έτσι παίρνει διαστάσεις ντοκουμέντου που όμως εντελώς ανορθόδοξα δεν αφορά το παρελθόν αλλά το απώτερο μέλλον. Ο Χάξλεϋ δεν φαίνεται να μελετά τη ροή της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά την καθαυτό ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία που κινείται στα πλαίσια συγκεκριμένων συμπεριφορών που καθορίζονται από πανομοιότυπες επιθυμίες.
Η εκπλήρωση των επιταγών της ευτυχίας και το πάθος του ανθρώπου να βιώσει την προσωπική ελευθερία γυρίζουν εναντίον του, τον εγκλωβίζουν, τον απομονώνουν, τον οδηγούν στο απάνθρωπο. Η ανθρώπινη ελευθερία ορίζεται μόνο από κατά συνθήκη ελευθερίες, που έχουν συγκεκριμένες και χειροπιαστές σταθερές και που μοιραία γίνονται δεσμά κι αυτοαναιρούνται. Ο Χάξλεϋ μελετώντας τους ανθρώπους αντιλαμβάνεται ότι το από κοινού αίσθημα περί ελευθερίας εστιάζει στην ελευθερία της κατανάλωσης, στην ελευθερία της ανά πάσα στιγμής εκπλήρωσης της προσωπικής βούλησης, δηλαδή στην έλλειψη περιττών υποχρεώσεων, και την ελευθερία της προσωπικής ασφάλειας. Σ’ αυτό το τρίπτυχο εστιάζει ο Χάξλεϋ παρουσιάζοντας το μελλοντικό «Νέο Κόσμο» να χτίζεται ακριβώς πάνω σ’ αυτές τις δομές ευτυχίας με τρόπο ωμό κι αδυσώπητο.
Δείχνοντας τις διαθέσεις του από την αρχή επιλέγει ως πρώτη εικόνα το εργαστήριο που είναι υπεύθυνο για τις γεννήσεις. Σε καθεστώς πλήρους αποστείρωσης, παρακολουθούμε τους εργαζόμενους νοσηλευτές να φροντίζουν τα μωρά στις κοιτίδες τους που αναπτύσσονται με απαρασάλευτο, νοσηρό προγραμματισμό. Παρακολουθούμε τον απόλυτο έλεγχο γεννήσεων. Τα παιδιά είναι αποκλειστικά εργαστηριακή υπόθεση, οι εγκυμοσύνες απαγορεύονται δια νόμου – ως εκ τούτου οικογένειες δεν υπάρχουν – και φυσικά μόνο κατόπι παραγγελίας από τον υπεύθυνο κρατικό μηχανισμό. Από θέση αρχής χωρίζονται σε κατηγορίες.
Οι λιγότεροι σε αριθμό είναι οι προικισμένοι πνευματικά και οι περισσότεροι οι χειρώνακτες. Τα νούμερα καθορίζονται από τις ανάγκες της κοινωνίας. Τα μεγάφωνα παίζουν χαμηλόφωνα τραγουδάκια που υμνούν την κατανάλωση, του τύπου «την παλιά μου μπλούζα δεν τη θέλω, θέλω μόνο την καινούρια» ή «τα πράγματά μου τα πετάω για να πάρω άλλα» κτλ. Κάπως έτσι εξασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη, αφού δεν υπάρχει ούτε υπερπληθυσμός, ούτε ανεργία, ούτε η αδηφάγα ανταγωνιστικότητα που αλλοτριώνει τους ανθρώπους στα πλαίσια της επιβίωσης.
Εξάλλου, με τη μεθοδική πλύση εγκεφάλου αποφεύγεται και το συγκρουσιακό της διαφορετικότητας, αφού κάθε ομάδα νεογέννητων διαποτίζεται αλάθευτα από τα ιδανικά που πρέπει να υπηρετήσει. Όμοιοι άνθρωποι σε απόλυτη κοινωνική αρμονία με εξασφαλισμένη πληθώρα αγαθών σε ονειρική συμβίωση. Ένας καλοκουρδισμένος, επίγειος παράδεισος. Γιατί όμως οι άνθρωποι ασφυκτιούν; Γιατί καταπίνουν συνεχώς χαπάκια ευτυχίας; Γιατί και πάλι καταλήγουμε στη φρενίτιδα, τη νεύρωση και την τρέλα;
Εντελώς απροσδόκητα εμφανίζεται ο Άγριος επιβεβαιώνοντας τις φήμες για την ύπαρξη μιας άγριας φυλής που κατοικεί κάπου μακριά. Φήμες που κινούνταν πάντα κάτω από τα νέφη της απροσδιοριστίας και της ασάφειας του απόμακρου. Φήμες που μιλούσαν για μια κοινωνία ζούγκλας, με ανθρώπους αχαλίνωτους, που καυγάδιζαν και πολλές φορές εγκληματούσαν, που διατηρούσαν οικογένειες και καθορίζονταν από την τύχη, που εμφάνιζαν αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές, που παρέμεναν στο ζωώδες εκπροσωπώντας το από καιρό εξαφανισμένο απολίτιστο της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Άνθρωποι ακατέργαστοι, καθόλου εκλεπτυσμένοι, πραγματικά αγρίμια, ενδεχομένως επικίνδυνοι.
Κι εδώ ξεκινά η σύγκρουση του παλιού με το καινούριο. Ο Άγριος περιφέρεται από υπεύθυνο σε υπεύθυνο σαν αρκούδα σε τσίρκο. Πραγματικά μαινόμενος αδυνατεί να προσαρμοστεί επιμένοντας στο πρωτόγονο και το ενστικτώδες, που δεν μπαίνει σε καλούπια και παραμένει απρόβλεπτο, φαινόμενο εξωφρενικό μέσα στον αρτηριοσκληρωτικό μηχανισμό του απαρέγκλιτου. Μια πραγματική βόμβα. Παρά τις αδυναμίες της παρουσίασής του (αδυναμίες που αναγνωρίζει κι ο ίδιος ο Χάξλεϋ) δημιουργεί επαρκώς τον αντίθετο πόλο που βαραίνει το Νέο Κόσμο.
Το ανθρώπινο συναίσθημα και το απροσδιόριστο της ανθρώπινης φύσης που έχει ανάγκη τους συνανθρώπους και που είναι αδύνατο να βιώσει την ατομική ευτυχία γιατί πολύ απλά ευτυχία μεμονωμένη είναι ευτυχία ανύπαρκτη. Ακόμα κι οι ανεπιθύμητες επιθετικές συμπεριφορές είναι αναπόσπαστες από την ανθρώπινη φύση που είναι καταδικασμένη να συγκρούεται και να συνυπάρχει σ’ ένα αντιφατικό δίπολο που όμως καθορίζει επακριβώς όλο το βάθος της πολυπλοκότητας της. Η κατάργηση αυτού του διπόλου στα πλαίσια του πολιτισμού δεν είναι παρά ευνουχισμός, δηλαδή δυστυχία, δηλαδή η άλλη όψη της βαρβαρότητας.
Τελικά ποιος είναι πιο βάρβαρος; Ο Άγριος με την ασημαντότητα της οχλοβοής του ή οι άνθρωποι του Νέου Κόσμου με τον εκλεπτυσμένο ακρωτηριασμό που ομαλοποιεί τη συνύπαρξη;
Ο Άγριος απαγγέλλει Σαίξπηρ
Οι κάτοικοι του Νέου Κόσμου τον αγνοούν καθώς τα βιβλία που εκφράζουν τα ανθρώπινα πάθη κρίνονται απαγορευμένα. Παρά τη χοντροκομμένη υπερβολή κρύβεται άλλη μια αλήθεια. Η τέχνη είναι συνυφασμένη με τα ανθρώπινα πάθη κι αυτό την καθιστά αιώνιο σύντροφο. Η εξωραϊστική τέχνη δεν είναι τέχνη και γι’ αυτό είναι καταδικασμένη εξ’ αρχής. Ο Άγριος όταν πια χάνει τελείως τον εαυτό του, κυριολεκτικά ένα βήμα πριν από τη συντριβή, καταφεύγει στην τέχνη. Ο Σαίξπηρ λειτουργεί ως ύστατο καταφύγιο, ως τελική αναπνοή κι επαναδιαπραγμάτευση. Μετά απ’ αυτό έρχεται το τέλος, όπως ήταν προδιαγεγραμμένο απ’ την αρχή. Το τέλος του Αγρίου δεν είναι τίποτε άλλο από το τέλος της ανθρωπότητας που πλέον αλλάζει μορφή χάνοντας κάθε υπόσταση. Γίνεται Θαυμαστός Νέος Κόσμος.
Και κάπως έτσι τα πράγματα για τον αναγνώστη γίνονται απλά. Φυσικά και συμπαθούμε τον Άγριο, φυσικά κι απεχθανόμαστε το Νέο Κόσμο με την άκρατα τυποποιημένη ελευθερία του, που δεν είναι τίποτε άλλο από το απόλυτο ανελεύθερο. Όμως λίγο πριν το φινάλε ο Άγριος συζητά με το Συντονιστή του Νέου Κόσμου. Ο Συντονιστής εκπροσωπώντας τη σοφία του κυνισμού μιλάει για πολέμους, για κτηνωδίες, για την τραγικότητα της ιστορίας, για το ολοκληρωτικά απάνθρωπο του παρελθόντος. Ναι, ευνουχίζει τους πολίτες, ναι, τους χειραγωγεί πετσοκόβοντας κάθε ελευθερία σκέψης, ναι, υπάρχει μοναξιά, πλαστή ευτυχία, αποξένωση. Μπροστά στο μακελειό της ιστορίας ο Νέος Κόσμος προτείνει νιάτα κι αφθονία. Που είναι το κακό; «…καθώς περνά ο καιρός οι άνθρωποι θα βλέπουν πως η ανεξαρτησία δεν γίνηκε για το ανθρώπινο είδος»
Το χαξλεϋκό αμείλικτο στέκεται πάνω μας σαν καλογυαλισμένη λεπίδα, καταδεικνύοντας το αδιέξοδο, χωρίς όμως να το αποδίδει πουθενά αλλού πέρα από την ίδια την παραδοξότητα της ανθρώπινης φύσης. Της αυτοκαταστροφικής, αντιφατικής, αλλοπρόσαλλης ανθρώπινης φύσης. Ο Χάξλεϋ δεν ψάχνει για δεκανίκια. Ούτε πολιτικά συστήματα, ούτε ιστορικές συγκυρίες, ούτε η πάλη των τάξεων, ούτε συμφέροντα, ούτε τίποτε. Το κέντρο είναι μόνο ο άνθρωπος με την τραγικότητα της ύπαρξής του που είτε έτσι, είτε αλλιώς παραμένει εγκλωβισμένος.
Ο Θαυμαστός Νέος Κόσμος, γραμμένος μόλις το 1932, δεν καταστρέφει απλώς το μύθο της προόδου – που σήμερα, 80 χρόνια αργότερα, επιβεβαιώνεται σχεδόν κατά γράμμα – αλλά προχωρά ακόμη περισσότερο. Φέρνοντας τον άνθρωπο αντιμέτωπο με τον εαυτό του καταδεικνύει το ατελέσφορο της ύπαρξης που έχει καθαρά εσωτερικά αίτια. Ο άνθρωπος δεν έχει άλλη λύση από τον επαναπροσδιορισμό του εαυτού του και την αναζήτηση μιας άλλης οπτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου