Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2018

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Όμηρος και ιστορία - Η «πολύχρυσος Μυκήνη», Άλλα κτίσματα

Άλλα κτίσματα μέσα στην ακρόπολη

Εκτός από τα κτίρια κοντά στη δεξαμενή εντοπίστηκαν μέσα στην ακρόπολη και άλλα μεμονωμένα κτίσματα, δημόσιας μάλλον λειτουργίας, όχι σε άμεση σχέση με το ανάκτορο. Τα θεμέλια των υπογείων και των διαδρόμων ενός κτιρίου που ακουμπούσε στο δυτικό κυκλώπειο τείχος αναγνωρίστηκαν ως μέρος ενός διώροφου, πιθανόν, κτίσματος που βρισκόταν ανάμεσα στην Πύλη των Λεόντων και τον Ταφικό Περίβολο Α. Το κτίριο ονομάστηκε «Σιταποθήκη», λόγω της εύρεσης μέσα σε αυτό πιθαριών με απανθρακωμένα σιτηρά και συνδέθηκε λόγω ακριβώς της γειτνίασης με την Πύλη με το μέρος όπου ήταν εγκατεστημένη η φρουρά της ακρόπολης.
 
Στα νότια του Ταφικού Περιβόλου Α και μεταξύ αυτού και του κυκλώπειου τείχους εντοπίστηκαν, επίσης, τα θεμέλια μιας σειράς σπιτιών, η χρήση των οποίων είναι αβέβαιη. Έχουν ονομαστεί με διάφορα ονόματα που προέρχονται από τη θέση τους, τους αρχαιολόγους που τα ανέσκαψαν, αλλά και από ευρήματα που τα χαρακτηρίζουν. Υπάρχουν, λοιπόν, η «Οικία του κρατήρα των πολεμιστών», όπου βρέθηκε το περίφημο αγγείο με παράσταση Μυκηναίων πολεμιστών, η «Νότια Οικία», η «Οικία της επικλινούς αναβάσεως», το «Κτίριο Wace» και η «Οικία Τσούντα». Το «Κτίριο Μ» που ακουμπούσε στο βόρειο κυκλώπειο τείχος αποτελούμενο από διαδρόμους, δωμάτια και αποθήκες, ονομάστηκε από τον αρχαιολόγο Γ. Μυλωνά, «Κτίριο του στρατιωτικού διοικητή της ακροπόλεως», αλλά μπορεί να είναι και τμήμα ιδιωτικής κατοικίας κάποιου αξιωματούχου.
 
Μνημεία έξω από την ακρόπολη
 
Έξω από την Ακρόπολη των Μυκηνών και στον ομώνυμο λόφο, αλλά και στον γειτονικό λόφο της Παναγίτσας, και γενικότερα στους γύρω λόφους εντοπίστηκαν από την αρχαιολογική έρευνα διάφοροι τύποι τάφων, ο Ταφικός Περίβολος Β, οι χαρακτηριστικοί μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι και κάποιοι λαξευτοί θαλαμοειδείς, αλλά και οικίες. Εντοπίστηκαν, επίσης, τα ίχνη ενός οδικού δικτύου το οποίο συνέδεε τις Μυκήνες με τις άλλες περιοχές της Αργολίδας, την Πρόσυμνα, την Τίρυνθα, την Ασίνη κ.ά.

(α) Ταφικός περίβολος Β

Ενώ ο Ταφικός Περίβολος Α ανακαλύφτηκε από τον Σλήμαν στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Ταφικός Περίβολος Β ανασκάφηκε στη δεκαετία του 1950, μεταξύ 1952 και 1955 πιο συγκεκριμένα, από τους Έλληνες αρχαιολόγους Ι. Παπαδημητρίου και Γ. Μυλωνά. Μέσα στον κύκλο, που ήταν κατασκευασμένος από λίθους που σώζονται μέχρι ύψος 1 μέτρου, βρέθηκαν 24 κάθετοι λακκοειδείς τάφοι των 17ου και 16ου αι. π.Χ., κάποιοι εκ των οποίων είναι αρχαιότεροι του Περιβόλου Α, ενώ η διάμετρός του υπολογίστηκε σε 28 μέτρα περίπου. Οι ομοιότητες με τον Ταφικό Περίβολο Α δεν είναι μόνο κατασκευαστικές, αλλά αφορούν και τα έθιμα ταφής. Σε κάθε τάφο βρέθηκαν από μία έως πέντε ταφές, με την πλειοψηφία να περιέχει δύο έως τέσσερις, οι οποίες ήταν κτερισμένες με πολυτέλεια. Οι συγγενικές σχέσεις μεταξύ των νεκρών δεν έχουν αποκατασταθεί, αλλά πρόσφατες έρευνες με ανάλυση DNA έδειξαν ότι ένας άνδρας και μια γυναίκα στον τάφο Γ ήταν αδέλφια (Papazoglou-Manioudaki κ.ά. 2010: 157). Ο τάφος αυτός ήταν ο μεγαλύτερος και περιείχε μία γυναικεία και τρεις ανδρικές ταφές. Πάνω στον τάφο είχε στηθεί ανάγλυφη λίθινη στήλη με παράσταση οπλισμένου άνδρα, που επιτίθεται σε λιοντάρι.
 
Προσωπίδες, όπλα, κοσμήματα, σφραγίδες και αγγεία από πολύτιμα υλικά συνόδευαν ως κτερίσματα τους νεκρούς, ενώ και εδώ όπως και στον ταφικό κύκλο Α εντοπίστηκαν στήλες που θα αποτελούσαν τα σήματα των τάφων. Ανάμεσα στα ευρήματα του τάφου Γ ξεχωρίζει μια μικροσκοπική, με μόλις 0,009μ. διάμετρο, ψηφίδα από αμέθυστο λίθο που φέρει την παράσταση ενός γενειοφόρου Μυκηναίου σε προφίλ, ενώ από άλλον τάφο προέρχεται ένα μικρό αγγείο, μήκους 0,13μ., από ορυκτό (ορεία) κρύσταλλο σε σχήμα πάπιας.
 
Λόγω του γεγονότος ότι η ανασκαφή του Περιβόλου Β ήταν πιο σύγχρονη και πραγματοποιήθηκε με ασφαλέστερες ανασκαφικές μεθόδους σε σχέση με εκείνη του Περιβόλου Α, δόθηκε η δυνατότητα να πραγματοποιηθούν και ανθρωπολογικές έρευνες που οδήγησαν σε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Με βάση τα σκελετικά ευρήματα υπολογίστηκε ότι το μέσο ύψος των αντρών ήταν το 1.71μ., ενώ των γυναικών 1.50μ. Σε έναν σκελετό, που ανήκε σε άνδρα ηλικίας 28 ετών, είχε γίνει τομή με τη μέθοδο του τρυπανισμού στο κρανίο για ιατρικούς λόγους, ύστερα από κάποιο κάταγμα, ενώ διαπιστώθηκαν και περιπτώσεις χολόλιθων και αρθρίτιδας σε άλλους σκελετούς. Πρόσφατα έγιναν, επίσης, απόπειρες να αναπαρασταθούν τα πρόσωπα των θαμμένων νεκρών (βλ. Castleden 2005: 66-69).

(β) Οι θολωτοί τάφοι

Στους λόφους των Μυκηνών βρέθηκαν εννέα θολωτοί τάφοι. Δεν είναι όλοι σύγχρονοι, γεγονός που βοήθησε στη μελέτη της εξέλιξης της αρχιτεκτονικής τους. Περιείχαν περισσότερες από μία ταφές και αυτό μπορεί να παραπέμπει σε οικογενειακή χρήση τους από αξιωματούχους ή ευγενείς της μυκηναϊκής κοινωνίας. Ένας δρόμος σκαμμένος στον μαλακό βράχο, που είχε τις περισσότερες φορές τοιχώματα επενδυμένα με κατεργασμένες πέτρες, οδηγούσε στον ταφικό θάλαμο. Η πρόσοψη αυτού του θαλάμου ήταν κατασκευασμένη με κατεργασμένους λίθους, είχε θύρα με ογκόλιθους ως υπέρθυρα και το λεγόμενο "κουφιστικό τρίγωνο" από επάνω, που εξασφάλιζε την ισομερή κατανομή των βαρών της υπερδομής του τάφου στις δυο παραστάδες που πλαισίωναν την πόρτα του. Η οροφή των τάφων αυτών ήταν χτισμένη από μεγάλες, κατάλληλα δουλεμένες πέτρες, κατά το χαρακτηριστικό μυκηναϊκό εκφορικό σύστημα, έτσι ώστε να δημιουργείται θόλος. Ένας τεχνητός λόφος φτιαγμένος με χώμα και πέτρες, ένας τύμβος δηλαδή, σκέπαζε τον τάφο μετά τη χρήση του. Σε περίπτωση επανάχρησης ο τάφος ανοιγόταν από τον δρόμο και τη θύρα του.
 
Κάποια από τα ονόματα των παραπάνω θολωτών τάφων προδίδουν τη στενή σύνδεση που θεώρησαν οι ευρετές και οι ανασκαφείς τους ότι είχαν αυτοί με τα ομηρικά έπη και τη μυκηναϊκή μυθολογία. Οι λεγόμενοι «του Αιγίσθου» και «της Κλυταιμήστρας» αποδόθηκαν στο παράνομο ζευγάρι που δολοφόνησε τον Αγαμέμνονα όταν γύρισε από την Τροία. Ο «τάφος των Λεόντων» βρίσκεται σχετικά κοντά τους, λίγο παραπέρα ο
«Θησαυρός του Ατρέα» (http://en.wikipedia.org/wiki/Treasury_of_Atreus), είναι ο τάφος που ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας είχε δει και θεωρήσει ως θησαυροφυλάκιο του μυθικού Ατρέα, γενάρχη της δυναστείας που κυβέρνησε τις Μυκήνες.
 
Ο «Θησαυρός του Ατρέα» είναι ένας από τους νεότερους θολωτούς τάφους, καθώς κατασκευάστηκε γύρω στο 1250 π.Χ., την εποχή, δηλαδή, που στην ακρόπολη συμπεριλήφθηκε ο Ταφικός Περίβολος Α και δημιουργήθηκε η Πύλη των Λεόντων. Είναι ένα από τα ωραιότερα δείγματα ταφικής αρχιτεκτονικής αυτής της περιόδου. Ο δρόμος του, μήκους 36μ., κατέληγε σε μια μεγαλοπρεπώς στολισμένη πρόσοψη με ημικιόνια από πρασινόλιθο τα οποία επιστέφονταν από επίκρανα που με τη σειρά τους αποτελούσαν τις βάσεις μικρότερων παρόμοιων ημικιονίων. Τα τελευταία πλαισίωναν το σκεπασμένο με πλάκες ανακουφιστικό τρίγωνο επάνω από τον ογκώδη μονόλιθο που λειτουργούσε ως υπέρθυρο του τάφου. Όλη αυτή η αρχιτεκτονική σύνθεση θα έδινε μια αξιοσημείωτη αίσθηση χρωματικής ποικιλίας. Η δίφυλλη πόρτα του τάφου πρέπει να ήταν ξύλινη, αλλά έφερε, ίσως, μεταλλική διακόσμηση. Ο θόλος στον θάλαμο του τάφου ήταν κατασκευασμένος με το γνωστό μυκηναϊκό εκφορικό σύστημα από πελεκημένους λίθους οι οποίοι, στην κάθε πλευρά του θόλου, τοποθετούνταν ο ένας πιο μέσα από τον άλλο ώσπου να συναντηθούν οι δυο πλευρές στην κορυφή. Εκεί έκλειναν με έναν μονόλιθο, το λεγόμενο «κλειδί» του τάφου, αφού, εκτός από την είσοδο, μόνο από εκεί μπορούσε να εισέλθει κανείς. Ο «Θησαυρός του Ατρέα» είναι, επίσης, ένας από τους ελάχιστους τάφους που στο εσωτερικό του υπήρχε ένα δεύτερο, πλευρικό ταφικό δωμάτιο, ένας θάλαμος στον οποίο έμπαινε κανείς από μια θύρα στον τοίχο του τάφου.

(γ) Τα σπίτια

Έχουν ανασκαφεί αρκετές οικίες έξω από τα τείχη. Τα σπίτια αυτά δείχνουν αρκετές ομοιότητες με όσα βρέθηκαν μέσα στην ακρόπολη. Δεν υπάρχει, πάντως, η δυνατότητα αποκατάστασης κάποιου πολεοδομικού ιστού τόσο γιατί η έρευνα επικεντρώθηκε στην ακρόπολη και τους τάφους, όσο και γιατί όλες οι οικίες δεν είναι σύγχρονες, ενώ έχουν υποστεί και καταστροφές από την αλλαγή χρήσης με τα χρόνια. Ο «Θησαυρός του Ατρέα», για παράδειγμα, κατασκευάστηκε σε μια περιοχή όπου υπήρχαν παλαιότερα σπίτια τα οποία και καταστράφηκαν. Μπορεί, όμως, να ειπωθεί με βάση την αρχιτεκτονική, τη διάρθρωση και τα ευρήματα αυτών των σπιτιών ότι ανήκουν, μάλλον, σε μια «κάτω πόλη» των Μυκηνών στην οποία ζούσαν άνθρωποι εξέχοντες που βρίσκονταν σε στενή εξάρτηση με τους κατοίκους της ακρόπολης. Οι πρόσφατες έρευνες στις Μυκήνες έχουν επικεντρωθεί, μάλιστα, ανάμεσα στα άλλα στην ανάδειξη της σημασίας αυτής της «κάτω πόλης».
 
Εντοπίστηκαν αυλές, διάδρομοι, τοιχογραφημένα δωμάτια, υπόγεια και ισόγεια, αλλά και μεγαρόσχημα οικοδομήματα που συγκροτούν συμπλέγματα κτιρίων. Τα ευρήματά τους οδήγησαν στο να θεωρηθούν κατοικίες διαφόρων αξιωματούχων ή εμπόρων, ή εργαστήρια για παραγωγή αρωμάτων χωρίς, όμως, αυτή η ταύτιση να είναι απολύτως σίγουρη. Αναγνωρίστηκαν, έτσι, η «Οικία του Λαδέμπορου», στην οποία βρέθηκαν πολλά πιθάρια που αποδείχτηκε ότι περιείχαν λάδι ή η «Οικία του Οινέμπορου» με βάση ευρήματα σχετικά με κρασί. Σπαράγματα πινακίδων της Γραμμικής Β γραφής βρέθηκαν στην πρώτη, ενώ πλακίδια από ελεφαντοστό με παράσταση σφιγγών ή οκτώσχημων ασπίδων βρέθηκαν στην «Οικία των Σφιγγών» και στην «Οικία των Ασπίδων» αντίστοιχα. Η λεγόμενη «Δυτική Οικία» θεωρήθηκε ότι ήταν το διοικητικό κέντρο της περιοχής. Τα ίχνη μιας σεισμικής καταστροφής κατά τον 12ο αι. π.Χ. είναι έκδηλα, ενώ βρέθηκαν και κάποιοι σκελετοί ανθρώπων που είχαν καταπλακωθεί από οικοδομικά υλικά, θύματα, προφανώς, αυτής της καταστροφής.

(δ) Θαλαμοειδείς τάφοι

Στους γύρω από τις Μυκήνες λόφους εντοπίστηκαν πάνω από 100 θαλαμοειδείς ή θαλαμωτοί τάφοι. Όπως μαρτυρεί και το όνομά τους αποτελούνται από έναν θάλαμο σκαμμένο στον μαλακό φυσικό βράχο στον οποίο οδηγεί ένας, επίσης σκαμμένος στο βράχο, δρόμος. Αυτοί οι τάφοι ήταν μάλλον οικογενειακοί και περιείχαν κτερίσματα, προσφορές προς τον νεκρό, που ποίκιλλαν από κεραμικά μέχρι μεταλλικά σκεύη, ενώ αφθονούσαν και τα αντικείμενα από πολύτιμα μέταλλα. Το πλήθος του οπλισμού, από κράνη μέχρι εγχειρίδια, αλλά και των άλλων αντικειμένων που έχει βρεθεί να συνοδεύουν τους νεκρούς δείχνει, ίσως, ότι θάβονταν σε αυτούς τα μέλη μιας κοινωνικής τάξης που ήθελε να τονίζει τις διαφορές της από τις υπόλοιπες τάξεις με την επίδειξη πολεμικής «αρετής», αλλά και πλούτου και «πολυτέλειας». Είναι χαρακτηριστικό ότι σε θαλαμοειδείς τάφους έχουν βρεθεί ακόμα και χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια, όπως δείχνουν τα παραδείγματα από τον λεγόμενο «Θησαυρό των Αηδονιών» που βρέθηκε σε παρόμοιους τάφους στη Νεμέα της Κορινθίας.

(ε) Οι μυκηναϊκοί δρόμοι

Τέσσερις δρόμοι ξεκινούσαν από τις Μυκήνες και ένωναν την περιοχή με την Κορινθία και την υπόλοιπη Αργολίδα. Ήταν λιθόστρωτοι και το πλάτος τους επέτρεπε το ταξίδι τροχοφόρων αρμάτων. Ενώ παλαιότερα είχαν συνδεθεί με τον πόλεμο και το εμπόριο ως τμήμα ευρύτερων οδικών δικτύων που ένωναν απομακρυσμένες μεταξύ τους περιοχές, νεότερες έρευνες έχουν δείξει ότι προορίζονταν για χερσαίες επικοινωνίες τοπικού επιπέδου (Jansen 2001). Παρόλα αυτά ήταν αρκετά οργανωμένοι καθώς εντοπίστηκαν κατά μήκος τους διάφοροι σταθμοί και, ίσως, να υπήρχαν και κάποια σπίτια. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο, όμως, που συνδέεται με αυτούς είναι η ύπαρξη γεφυρών, κατασκευασμένων με τον εκφορικό τρόπο και το κυκλώπειο σύστημα. Ένα παράδειγμα παρόμοιας γέφυρας σώζεται στην περιοχή της Καζάρμας μεταξύ Ναυπλίου και Επιδαύρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου