Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία: Χρονογραφία

Η έλλειψη ενός ενιαίου συστήματος χρονολόγησης -του βασικού άξονα κάθε ιστορικού έργου- στην Ελλάδα της αρχαϊκής και κλασικής εποχής καθιστούσε την ακριβή χρονολόγηση των ιστορικών γεγονότων σχεδόν αδύνατη. Ο «πατέρας της ιστορίας», o Hρόδοτος, προσφέρει μία και μοναδική απόλυτη χρονολόγηση στις Ιστορίες του, το όνομα του επώνυμου άρχοντα των Αθηναίων, του Καλλιάδη, κατά το 480 π.Χ. (8.51.1)· με αφετηρία ακριβώς αυτή τη χρονολογία μπορεί κανείς να ανασυνθέσει, μετρώντας προς τα πίσω, ολόκληρο τον χρονολογικό άξονα του ηροδότειου έργου, τις τρεις δυναστείες των βασιλιάδων της Ανατολής (της μηδικής-περσικής από τον Δηιόκη ως τον Ξέρξη, της λυδικής δυναστείας από τον Γύγη ως τον Κροίσο και της αιγυπτιακής Σαϊτικής δυναστείας από τον Ψαμμήτιχο ως τον Ψαμμήνιτο). O Θουκυδίδης υιοθετεί τη χρονολόγηση των γεγονότων του Πελοποννησιακού πολέμου κατά θέρη και χειμώνες, ενώ την έναρξη του πολέμου αισθάνεται αναγκασμένος να τη χρονολογήσει με έξι διαφορετικούς τρόπους, προκειμένου το σημαντικό αυτό στοιχείο να μπορεί να γίνει αντιληπτό σε όλους τους αποδέκτες του έργου του (2.1.2: χρονολόγηση με βάση την ιέρεια της Ήρας στο Άργος, τον επώνυμο έφορο στη Σπάρτη και τον επώνυμο άρχοντα στην Αθήνα, αλλά και ταυτόχρονα τη χρονική απόσταση από τη σύναψη της τριακονταετούς ειρήνης μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης και από τη μάχη στην Ποτείδαια, καθώς και την εποχή του έτους).
 
Ο πρώτος, ο οποίος προσπάθησε να επιλύσει το πρόβλημα της χρονολόγησης των γεγονότων, ήταν ο Ελλάνικος από τη Λέσβο. Στο έργο του Καρνεονίκαι ο κατάλογος των νικητών στους μουσικούς αγώνες των Καρνείων στη Σπάρτη χρησίμευε ως χρονολογικός άξονας μιας ιστορίας της μουσικής και της λυρικής ποίησης. Στο βασικό χρονογραφικό του έργο Ἱέρειαι τῆς Ἥρας αἱ ἐν Ἄργει (σε 3 βιβλία) ο Ελλάνικος επιχείρησε να καταγράψει ολόκληρη την ελληνική ιστορία με άξονα τη θητεία των ιερειών της Ήρας στο Άργος, με άλλα λόγια να συγγράψει το πρώτο πλήρες ελληνικό χρονικό κατά το πρότυπο των βασιλικών χρονικών της Ανατολής. Αν και το εγχείρημα αυτό ήταν καθόλα επαναστατικό και η αξία του δεν πρέπει να υποτιμάται με κανέναν τρόπο, οφείλει να ομολογήσει κανείς ότι δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την ορθή και επιτυχή εφαρμογή του συγκεκριμένου χρονολογικού συστήματος στα ελληνικά δεδομένα. Μολονότι δεν είναι δυνατόν να υπήρχαν γραπτές μαρτυρίες για τα ονόματα των ιερειών της Ήρας πριν από τον 6ο αιώνα, ο Ελλάνικος έφτανε έως την εποχή του Μακεδόνα, του γιου του Αιόλου και δισέγγονου του Δευκαλίωνα (απ. 74). Αυτό όμως σημαίνει είτε ότι βασίστηκε σε έναν (πλαστό) κατάλογο ονομάτων των ιερειών που έφθανε έως τους μυθικούς χρόνους είτε ότι επινόησε ο ίδιος τα ονόματα αυτά. Η χρονολόγηση προϊστορικών συμβάντων σε συγκεκριμένα έτη της θητείας μιας ιέρειας πρέπει επίσης να αποτελεί επινόηση του Ελλάνικου (π.χ. απ. 79b, μετανάστευση των Σικελών από την Ιταλία στη Σικελία).
 
Ο Ελλάνικος με το έργο του αυτό έθεσε τις βάσεις για τα συστηματικά χρονογραφικά έργα της ελληνιστικής κυρίως εποχής. Το πρώτο από αυτά οφείλεται στον Ερατοσθένη από την Κυρήνη (περ. 295-215· FGrHist 241) και έφερε τον τίτλο Χρονογραφίαι. Σε 12 τουλάχιστον βιβλία ο Ερατοσθένης προσέφερε έναν χρονολογικό πίνακα, ο οποίος βασιζόταν για τους ιστορικούς χρόνους στους Ολυμπιονίκες (για τους οποίους ο Ερατοσθένης είχε άλλωστε συγγράψει ένα ειδικό έργο με αυτόν τον τίτλο) και κάλυπτε το διάστημα από την άλωση της Τροίας (κατά τον Ερατοσθένη το έτος 1184/3) έως τον θάνατο του Αλεξάνδρου του Μεγάλου (324/3) (για τους μυθικούς χρόνους χρησιμοποίησε τον κατάλογο των βασιλέων της Σπάρτης). Το σύστημα της χρονολόγησης με βάση τις Ολυμπιάδες, που είχε εισαγάγει ο σοφιστής Ιππίας από την Ήλιδα (τέλη του 5ου αιώνα π.Χ.) και υιοθετήσει και ο ιστορικός Τίμαιος από το Ταυρομένιο (δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ.), επρόκειτο να κυριαρχήσει στη μετέπειτα ιστοριογραφία. Στο ίδιο έργο ο Ερατοσθένης προχώρησε και σε μια διαίρεση της ιστορίας σε 10 επακριβώς χρονολογημένες περιόδους (λ.χ. από την άλωση της Τροίας έως την κάθοδο των Ηρακλειδών, έως την κτίση της Ιωνίας, έως την επιτροπία του Λυκούργου κλπ.), η οποία έμελλε να ασκήσει και αυτή μεγάλη επίδραση.
 
Εξίσου σημαντικό είναι και το τετράτομο χρονογραφικό έργο του μαθητή του μεγάλου Αλεξανδρινού φιλολόγου Αριστάρχου, του Απολλοδώρου από την Αθήνα (FGrHist 244), που έφερε τον τίτλο Χρονικά και είχε συνταχθεί (για εύκολη απομνημόνευση) όχι σε πεζό λόγο αλλά σε ιαμβικό τρίμετρο. Τα Χρονικά κάλυπταν 1040 χρόνια πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας, αλλά περιλάμβαναν και πληροφορίες από τους τομείς της λογοτεχνίας, της τέχνης και της φιλοσοφίας, από την εποχή από την άλωση της Τροίας (1184/3) έως το 144 π.Χ. (και σε ένα παράρτημα έως το 120 ή το 110 π.Χ.). Ο Απολλόδωρος δεν έκανε χρήση των Ολυμπιάδων (τα έτη τους δεν ταίριαζαν στον έμμετρο λόγο), αλλά των επωνύμων αρχόντων της Αθήνας, και εισήγαγε επίσης την έννοια της ἀκμῆς, την οποία τοποθετούσε στο 40ό έτος της ηλικίας ενός ατόμου. Το έργο άσκησε μεγάλη επίδραση στη μεταγενέστερη ιστοριογραφία και υποκατέστησε το από επιστημονική άποψη εγκυρότερο έργο του Ερατοσθένη.
 
Τον 1ο αιώνα π.Χ. ο Κάστωρ από τη Ρόδο έγραψε ένα εξάτομο χρονογραφικό έργο με τίτλο Χρονικά (FGrHist 250), το οποίο κάλυπτε το διάστημα από τη βασιλεία του Ασσύριου Νίνου (2123/2 π.Χ.) και του σύγχρονού του βασιλιά των Σικυωνίων Αιγιαλέα έως την 179η Ολυμπιάδα (= 61/0 π.Χ.). Ο Κάστωρ προσέφερε σε σχολαστικό και ξερό ύφος έναν πολύστηλο πίνακα που αποτελούνταν από στοιχεία πέντε δυναστειών, τους βασιλείς της Ασσυρίας και των μεταγενέστερων αυτοκρατοριών της Ανατολής, τους βασιλείς της Σικυώνας και στη συνέχεια τους ιερείς του Καρνείου Απόλλωνα, τους βασιλείς του Άργους, τους βασιλείς και άρχοντες των Αθηναίων, τους βασιλείς της Άλβας και Ρώμης και στη συνέχεια τους υπάτους· για τους ιστορικούς χρόνους ως χρονολογικός άξονας χρησίμευαν οι Ολυμπιάδες.
 
Τέλος, πρέπει να γίνει λόγος και για το λεγόμενο «Πάριο Μάρμαρο», ένα παγκόσμιο χρονικό από το οποίο σώζονται δύο εκτενή αποσπάσματα σε μαρμάρινη στήλη στην Πάρο. Η επιγραφή συντάχθηκε το 264/63 π.Χ. και στοχεύει, όπως αναφέρεται ρητά, στο να προσφέρει έναν χρονολογικό πίνακα από τη βασιλεία του Κέκροπα (1581/0) έως τον Αθηναίο επώνυμο άρχοντα Διόγνητο (264/3). Η οπτική γωνία του ανώνυμου χρονικογράφου είναι αθηναιοκεντρική και ως χρονολογικός άξονας χρησιμεύει κατά συνέπεια ο κατάλογος πρώτα των βασιλιάδων και ύστερα των επώνυμων αρχόντων της Αθήνας. Τα στοιχεία που προσφέρει ανήκουν στην τοπική ιστορία της Αττικής, την παγκόσμια ιστορία, τους διάφορους πρώτους ευρετές, τη λογοτεχνία και τη μουσική.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου