Μία από τις στρατηγικές που έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για την αντιμετώπιση των αγχογόνων και άλλων οδυνηρών καταστάσεων είναι η μόνωση του συναισθήματος από το γνωστικό περιεχόμενο μιας κατάστασης.
Με πιο τεχνικούς όρους, το συναισθηματικό στοιχείο μιας εμπειρίας ή μιας ιδέας είναι δυνατόν να διαχωριστεί από τη γνωστική του διάσταση.
Η μόνωση του συναισθήματος ως άμυνα έχει μεγάλη αξία: οι χειρουργοί δεν θα ήταν σε θέση να εργάζονται αποδοτικά εάν διαρκώς τους απασχολούσε η αγωνία των ασθενών τους, η προσωπική τους αποστροφή, η δυσφορία ή ο σαδισμός τους την ώρα που χειρουργούν κάποιον ασθενή.
Ούτε οι στρατηγοί θα ήταν σε θέση να σχεδιάζουν μια μάχη εάν τους απα σχολούσε διαρκώς η φρίκη του πολέμου. Ούτε όμως και οι αστυνομικοί θα μπορούσαν να διερευνούν βίαια εγκλήματα χωρίς να καταρρακώνονται ψυχικά. Σε κοινωνικό επίπεδο η λειτουργία της μόνωσης του συναισθήματος αποδίδεται με τον όρο «ψυχικό μούδιασμα» (psychic numbing), που επινόησε ο Litton (1968). Με τον όρο αυτό επεξηγείται η συνέπεια μιας καταστροφής που υφίσταται το άτομο.
Οι θεραπευτές που εργάστηκαν με επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος αναφέρουν ότι έμειναν άναυδοι από τον ξύλινο λόγο που χρησιμοποιούσαν αυτοί οι άνθρωποι όταν περιέγραφαν τις φρικαλεότητες που είχαν υποστεί και οι οποίες ξεπερνούσαν κάθε φαντασία.
Ο πολιτικός επιστήμονας Herman Kahn(1962) έγραψε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο για τα πιθανά αποτελέσματα μιας πυρηνικής καταστροφής. Εκείνο που προκαλεί εντύπωση στο βιβλίο του είναι ότι οι πιο φρικτές συνέπειες της ατομικής καταστροφής περιγράφονται λεπτομερώς με έναν αποστασιοποιημένο, σχεδόν κεφάτο τρόπο.
Αν και σε ακραίες καταστάσεις η μόνωση έχει μια πραγματικά προσαρμοστική αξία για το άτομο, η άμυνα αυτή βρίσκεται ένα βαθμό πιο πάνω από τη διάσχιση: η οδυνηρή εμπειρία δεν εξαλείφεται εξολοκλήρου από τη συνείδηση, αποκόπτεται όμως το συναισθηματικό της νόημα.
Η μόνωση μπορεί επίσης να γίνει μια κεντρική άμυνα του ατόμου ακόμη και χωρίς προηγούμενα τραυματικά γεγονότα, μέσω κάποιας συγκεκριμένης ανατροφής που δέχεται το παιδί σε συνδυασμό με την ιδιοσυγκρασία του.
Όλοι έχουμε γνωρίσει μερικούς ανθρώπους οι οποίοι ισχυρίζονται ότι δεν έχουν συναισθηματικές αντιδράσεις απέναντι σε πράγματα που οι υπόλοιποι από εμάς αντιδρούμε με έντονα συναισθήματα.
Αυτοί οι άνθρωποι μερικές φορές θεωρούν την κατάστασή τους πλεονέκτημα και εξιδανικεύουν την αποκλειστική έκφραση λογικών σκέψεων από μέρους τους.
Ο θαυμασμός του πολιτισμού μας γι’ αυτή την ικανότητα διαχωρισμού του συναισθήματος από τη λογική φαίνεται στη μεγάλη πραγματικά αφοσίωση του τηλεοπτικού κοινού στο «Star Τrek» και ειδικότερα στο χαρακτήρα του Spock. Το γεγονός ότι η μόνωση θεωρείται μια μάλλον αμυντική και όχι φυσική διάθεση φαίνεται από την από φαση των συγγραφέων αυτής της σειράς να προσδώσουν στον Mr. Spock μια λανθάνουσα συναισθηματική πλευρά, οι καταβολές της οποίας εντοπίζονται στη γήινη μητέρα του.
Σύμφωνα με τους ψυχαναλυτικούς στοχαστές, η μόνωση είναι η πιο πρωτόγονη «διανοητική» άμυνα και το βασικό στοιχείο της ψυχολογικής λειτουργίας μηχανισμών όπως η διανοητικοποίηση, η εκλογίκευση και η ηθικοποίηση. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η αποπομπή στο ασυνείδητο των προσωπικών συναισθηματικών επιπτώσεων κάθε κατάστασης, ιδέας ή γεγονότος. Όταν η βασική άμυνα ενός ατόμου είναι η μόνωση και το πρότυπο ζωής του αντανακλά την υπερεκτίμηση της σκέψης και την υποτίμηση του συναισθήματος, τότε ο χαρακτήρας του αποκαλείται ψυχαναγκαστικός.
Διανοητικοποίηση
Διανοητικοποίηση είναι ο όρος που χαρακτηρίζει μια πιο εξελιγμένη παραλλαγή της μόνωσης του συναισθήματος από τη νόηση.
Η τυπική δήλωση ενός ατόμου που χρησιμοποιεί τη μόνωση είναι ότι δεν έχει συναισθήματα, ενώ το άτομο που χρησιμοποιεί τη διανοητικοποίηση κάνει μεν λόγο για συναισθήματα αλλά με έναν τρόπο ο οποίος μοιάζει να στερείται συναισθήματος.
Για παράδειγμα, το σχόλιο «Όπως είναι φυσικό, λοιπόν, έχω θυμώσει γι’ αυτό», ειπωμένο με έναν ανέμελο, αποστασιοποιημένο τόνο, αποκαλύπτει ουσιαστικά ότι, παρόλο που η ιδέα της βίωσης του συναισθήματος του θυμού γίνεται θεωρητικά αποδεκτή από το άτομο, η πραγματική έκφραση αυτού του συναισθήματος συνεχίζει να εμποδίζεται.
Όταν κατά τη διάρκεια της ψυχανάλυσης οι ασθενείς προχωρούν σε διανοητικοποιήσεις για τη θεραπεία τους, έχουν την τάση να αναφέρουν τις εμπειρίες τους από αυτήν (ενν. τη θεραπεία) με έναν τόνο που μοιάζει περισσότερο με μετάδοση μετεωρολογικού δελτίου της ψυχής τους παρά με αποκάλυψη κάποιου σημαντικού γεγονότος με συναισθηματική απήχηση.
Στην προεδρική καμπάνια του 1988, όταν ο Μάικλ Δουκάκης ερωτήθηκε σχετικά με την αντίδρασή του σε έναν υποθετικό βιασμό της συζύγου του, ήρθε αντιμέτωπος με την περιφρόνηση του κοινού λόγω της άμυνας της διανοητικοποίησης που χρησιμοποίησε.
Η διανοητικοποίηση χειρίζεται τη συνηθισμένη συναισθηματική υπερφόρτωση με τον ίδιο τρόπο που η μόνωση χειρίζεται την τραυματική υπερδιέγερση. Η ικανότητα ενός ατόμου να μπορεί να σκέπτεται λογικά σε μια συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση είναι ενδεικτική της ύπαρξης ενός ισχυρού Εγώ, και στο βαθμό που οι συναισθηματικές πτυχές της κατάστασης υφίστανται τελικά επεξεργασία και καταλήγουν σε συναισθηματική αναγνώριση η εν λόγω άμυνα λειτουργεί εποικοδομητικά.
Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι έχουν κάνει ένα άλμα στην ωρίμανση της προσωπικότητάς τους όταν βλέπουν ότι κάτω από ψυχοπιεστικές συνθήκες είναι ικανοί να αντιδρούν με διανοητικοποίηση και όχι με μια παρορμητική, αντανακλαστική αντίδραση. Όταν όμως ένα άτομο φαίνεται ότι δεν έχει την ικανότητα να απομακρυνθεί από μια αμυντική, χωρίς συναίσθημα θέση, όπως συνέβη με τον κύριο Δουκάκη, τότε οι άλλοι διαισθάνονται ότι δεν είναι ειλικρινές. Το σεξ, ο αστεϊσμός, η καλλιτεχνική έκφραση και άλλες ευχάριστες μορφές παιχνιδιού των ενηλίκων μπορεί να απουσιάζουν χωρίς λόγο σε ένα άτομο που έχει μάθει να εξαρτάται από τη διανοητικοποίηση για να αντιμετωπίζει τη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου