Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες αποπνέουν μια δροσιά αυστηρή, που δε χωρά πολλές κουβέντες.
Κινούνται μέσα στο χρόνο σοβαρές, σαν αριστοκράτισσες.
Όσο όμως νιώθει κανείς ότι αυτές καθορίζουν το πλαίσιο του θαυμασμού, τόσο ξεχειλίζουν ρομαντισμό και ευαισθησία.
Όσο πιο ασπρόμαυρες, τόσο πιο ζωηρές οι μνήμες που ξεσηκώνουν, κάποτε δε μνήμες από εποχές που δεν έζησες και νοσταλγείς, με έναν πόνο γλυκό να σε κατατρώει.
Είναι κάποιες που τρυπώνουν μέσα σου αθόρυβα και φτάνεις να αντιληφθείς την παρουσία τους μόνο αφού πια έχουν αρχίσει να παγώνουν τα χέρια και μηχανικά αναζητούν μια φωτιά να τα ζεστάνει, ένα ζευγάρι γάντια, σαν εκείνα τα παλιά στενά δερμάτινα γάντια με τη μυρωδιά του δέρματος έντονη και την απαλή επένδυση να σε αγκαλιάζει τρυφερά. Σα γυναίκα ντελικάτη που χορεύει πάνω σε κουρασμένα βλέφαρα.
Είναι κάποιες που μόλις συναντηθούν με το βλέμμα σου, ανοίγουν μια ρωγμή στην καρδιά, φέρνουν έναν πόνο οξύ που διαρκεί μόνο λίγα δευτερόλεπτα.
Και μετά είναι σα να σπρώχνεις τα πορτοπαράθυρα της θύμησης και να μπαίνεις μέσα στη ζωή σου, στο είναι σου, με ταχύτητα ιλιγγιώδη, να σκαλίζεις τα αρμάρια και τις ντιβανοκασέλες να ξεθάψεις τις παλιές μυρωδιές, που σαν αυτές άλλες δεν είχε.
Τότε που κατηφόριζες και σου μύριζε το ξύλο που καιγόταν στο τζάκι μέσα στην παγωνιά της νύχτας και το μόνο που ζητούσες ήταν να κουρνιάσεις και να ονειρευτείς τη σαγήνη των μελλούμενων.
Και που μέσα σου καταγράφηκαν όλα τα στιγμιότυπα μιας ασπρόμαυρης ζωής με τα πιο ζωντανά χρώματα, οι σιωπές με μουσικές δυνατές, τα μονότονα απογεύματα με σκηνές από τα προσεχώς, γεμάτα υποσχέσεις εκείνης της τρυφερής οικειότητας που φέρνει ένα μούδιασμα γαλήνης.
Όλα τα δειλινά που ευλογήθηκες να αντικρίσεις, όλα τα ξημερώματα που ζευγάρωσαν με τη ματιά σου, όλοι οι απόηχοι του γέλιου ενός παιδιού που τρέχει ανέμελο, έχουν κάτι από το ασπρόμαυρο μιας φωτογραφίας που δεν είναι άλλο από το είδωλο της ψυχής σου.
Σε πύρινο άσπρο-μαύρο.
Εκεί που σε δυο μόνο δευτερόλεπτα κλείνεις τον κόσμο ολάκερο στον ψηφιακό δίσκο...
Κινούνται μέσα στο χρόνο σοβαρές, σαν αριστοκράτισσες.
Όσο όμως νιώθει κανείς ότι αυτές καθορίζουν το πλαίσιο του θαυμασμού, τόσο ξεχειλίζουν ρομαντισμό και ευαισθησία.
Όσο πιο ασπρόμαυρες, τόσο πιο ζωηρές οι μνήμες που ξεσηκώνουν, κάποτε δε μνήμες από εποχές που δεν έζησες και νοσταλγείς, με έναν πόνο γλυκό να σε κατατρώει.
Είναι κάποιες που τρυπώνουν μέσα σου αθόρυβα και φτάνεις να αντιληφθείς την παρουσία τους μόνο αφού πια έχουν αρχίσει να παγώνουν τα χέρια και μηχανικά αναζητούν μια φωτιά να τα ζεστάνει, ένα ζευγάρι γάντια, σαν εκείνα τα παλιά στενά δερμάτινα γάντια με τη μυρωδιά του δέρματος έντονη και την απαλή επένδυση να σε αγκαλιάζει τρυφερά. Σα γυναίκα ντελικάτη που χορεύει πάνω σε κουρασμένα βλέφαρα.
Είναι κάποιες που μόλις συναντηθούν με το βλέμμα σου, ανοίγουν μια ρωγμή στην καρδιά, φέρνουν έναν πόνο οξύ που διαρκεί μόνο λίγα δευτερόλεπτα.
Και μετά είναι σα να σπρώχνεις τα πορτοπαράθυρα της θύμησης και να μπαίνεις μέσα στη ζωή σου, στο είναι σου, με ταχύτητα ιλιγγιώδη, να σκαλίζεις τα αρμάρια και τις ντιβανοκασέλες να ξεθάψεις τις παλιές μυρωδιές, που σαν αυτές άλλες δεν είχε.
Τότε που κατηφόριζες και σου μύριζε το ξύλο που καιγόταν στο τζάκι μέσα στην παγωνιά της νύχτας και το μόνο που ζητούσες ήταν να κουρνιάσεις και να ονειρευτείς τη σαγήνη των μελλούμενων.
Και που μέσα σου καταγράφηκαν όλα τα στιγμιότυπα μιας ασπρόμαυρης ζωής με τα πιο ζωντανά χρώματα, οι σιωπές με μουσικές δυνατές, τα μονότονα απογεύματα με σκηνές από τα προσεχώς, γεμάτα υποσχέσεις εκείνης της τρυφερής οικειότητας που φέρνει ένα μούδιασμα γαλήνης.
Όλα τα δειλινά που ευλογήθηκες να αντικρίσεις, όλα τα ξημερώματα που ζευγάρωσαν με τη ματιά σου, όλοι οι απόηχοι του γέλιου ενός παιδιού που τρέχει ανέμελο, έχουν κάτι από το ασπρόμαυρο μιας φωτογραφίας που δεν είναι άλλο από το είδωλο της ψυχής σου.
Σε πύρινο άσπρο-μαύρο.
Εκεί που σε δυο μόνο δευτερόλεπτα κλείνεις τον κόσμο ολάκερο στον ψηφιακό δίσκο...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου