[66] Ἀλλ᾽ ἐκεῖσ᾽ ἐπανέρχομαι. τί τὴν πόλιν, Αἰσχίνη, προσῆκε ποιεῖν ἀρχὴν καὶ τυραννίδα τῶν Ἑλλήνων ὁρῶσαν ἑαυτῷ κατασκευαζόμενον Φίλιππον; ἢ τί τὸν σύμβουλον ἔδει λέγειν ἢ γράφειν τὸν Ἀθήνησιν (καὶ γὰρ τοῦτο πλεῖστον διαφέρει), ὃς συνῄδειν μὲν ἐκ παντὸς τοῦ χρόνου μέχρι τῆς ἡμέρας ἀφ᾽ ἧς αὐτὸς ἐπὶ τὸ βῆμ᾽ ἀνέβην, ἀεὶ περὶ πρωτείων καὶ τιμῆς καὶ δόξης ἀγωνιζομένην τὴν πατρίδα, καὶ πλείω καὶ χρήματα καὶ σώματ᾽ ἀνηλωκυῖαν ὑπὲρ φιλοτιμίας καὶ τῶν πᾶσι συμφερόντων ἢ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων ὑπὲρ αὑτῶν ἀνηλώκασιν ἕκαστοι,
[67] ἑώρων δ᾽ αὐτὸν τὸν Φίλιππον, πρὸς ὃν ἦν ἡμῖν ὁ ἀγών, ὑπὲρ ἀρχῆς καὶ δυναστείας τὸν ὀφθαλμὸν ἐκκεκομμένον, τὴν κλεῖν κατεαγότα, τὴν χεῖρα, τὸ σκέλος πεπηρωμένον, πᾶν ὅ τι βουληθείη μέρος ἡ τύχη τοῦ σώματος παρελέσθαι, τοῦτο προϊέμενον, ὥστε τῷ λοιπῷ μετὰ τιμῆς καὶ δόξης ζῆν;
[68] καὶ μὴν οὐδὲ τοῦτό γ᾽ οὐδεὶς ἂν εἰπεῖν τολμήσαι, ὡς τῷ μὲν ἐν Πέλλῃ τραφέντι, χωρίῳ ἀδόξῳ τότε γ᾽ ὄντι καὶ μικρῷ, τοσαύτην μεγαλοψυχίαν προσῆκεν ἐγγενέσθαι ὥστε τῆς τῶν Ἑλλήνων ἀρχῆς ἐπιθυμῆσαι καὶ τοῦτ᾽ εἰς τὸν νοῦν ἐμβαλέσθαι, ὑμῖν δ᾽ οὖσιν Ἀθηναίοις καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν ἑκάστην ἐν πᾶσι καὶ λόγοις καὶ θεωρήμασι τῆς τῶν προγόνων ἀρετῆς ὑπομνήμαθ᾽ ὁρῶσι τοσαύτην κακίαν ὑπάρξαι, ὥστε τῆς ἐλευθερίας αὐτεπαγγέλτους ἐθελοντὰς παραχωρῆσαι Φιλίππῳ. οὐδ᾽ ἂν εἷς ταῦτα φήσειεν.
[69] λοιπὸν τοίνυν ἦν καὶ ἀναγκαῖον ἅμα πᾶσιν οἷς ἐκεῖνος ἔπραττ᾽ ἀδικῶν ὑμᾶς ἐναντιοῦσθαι δικαίως. τοῦτ᾽ ἐποιεῖτε μὲν ὑμεῖς ἐξ ἀρχῆς εἰκότως καὶ προσηκόντως, ἔγραφον δὲ καὶ συνεβούλευον καὶ ἐγὼ καθ᾽ οὓς ἐπολιτευόμην χρόνους. ὁμολογῶ. ἀλλὰ τί ἐχρῆν με ποιεῖν; ἤδη γάρ σ᾽ ἐρωτῶ πάντα τἄλλ᾽ ἀφείς, Ἀμφίπολιν, Πύδναν, Ποτείδαιαν, Ἁλόννησον· οὐδενὸς τούτων μέμνημαι·
[70] Σέρριον δὲ καὶ Δορίσκον καὶ τὴν Πεπαρήθου πόρθησιν καὶ ὅσ᾽ ἄλλ᾽ ἡ πόλις ἠδικεῖτο, οὐδ᾽ εἰ γέγονεν οἶδα. καίτοι σύ γ᾽ ἔφησθά με ταῦτα λέγοντ᾽ εἰς ἔχθραν ἐμβαλεῖν τουτουσί, Εὐβούλου καὶ Ἀριστοφῶντος καὶ Διοπείθους τῶν περὶ τούτων ψηφισμάτων ὄντων, οὐκ ἐμῶν, ὦ λέγων εὐχερῶς ὅ τι ἂν βουληθῇς. οὐδὲ νῦν περὶ τούτων ἐρῶ.
[71] ἀλλ᾽ ὁ τὴν Εὔβοιαν ἐκεῖνος σφετεριζόμενος καὶ κατασκευάζων ἐπιτείχισμ᾽ ἐπὶ τὴν Ἀττικήν, καὶ Μεγάροις ἐπιχειρῶν, καὶ καταλαμβάνων Ὠρεόν, καὶ κατασκάπτων Πορθμόν, καὶ καθιστὰς ἐν μὲν Ὠρεῷ Φιλιστίδην τύραννον, ἐν δ᾽ Ἐρετρίᾳ Κλείταρχον, καὶ τὸν Ἑλλήσποντον ὑφ᾽ αὑτῷ ποιούμενος, καὶ Βυζάντιον πολιορκῶν, καὶ πόλεις Ἑλληνίδας τὰς μὲν ἀναιρῶν, εἰς τὰς δὲ τοὺς φυγάδας κατάγων, πότερον ταῦτα ποιῶν ἠδίκει καὶ παρεσπόνδει καὶ ἔλυε τὴν εἰρήνην ἢ οὔ; καὶ πότερον φανῆναί τινα τῶν Ἑλλήνων τὸν ταῦτα κωλύσοντα [ποιεῖν αὐτὸν] ἐχρῆν, ἢ μή;
[72] εἰ μὲν γὰρ μὴ ἐχρῆν, ἀλλὰ τὴν Μυσῶν λείαν καλουμένην τὴν Ἑλλάδ᾽ οὖσαν ὀφθῆναι ζώντων καὶ ὄντων Ἀθηναίων, περιείργασμαι μὲν ἐγὼ περὶ τούτων εἰπών, περιείργασται δ᾽ ἡ πόλις ἡ πεισθεῖσ᾽ ἐμοί, ἔστω δ᾽ ἀδικήματα πάνθ᾽ ἃ πέπρακται καὶ ἁμαρτήματ᾽ ἐμά. εἰ δ᾽ ἔδει τινὰ τούτων κωλυτὴν φανῆναι, τίν᾽ ἄλλον ἢ τὸν Ἀθηναίων δῆμον προσῆκε γενέσθαι; ταῦτα τοίνυν ἐπολιτευόμην ἐγώ, καὶ ὁρῶν καταδουλούμενον πάντας ἀνθρώπους ἐκεῖνον ἠναντιούμην, καὶ προλέγων καὶ διδάσκων μὴ προΐεσθαι διετέλουν.
[73] καὶ μὴν τὴν εἰρήνην γ᾽ ἐκεῖνος ἔλυσε τὰ πλοῖα λαβών, οὐχ ἡ πόλις, Αἰσχίνη.
Φέρε δ᾽ αὐτὰ τὰ ψηφίσματα καὶ τὴν ἐπιστολὴν τὴν τοῦ Φιλίππου, καὶ λέγ᾽ ἐφεξῆς· ἀπὸ γὰρ τούτων τίς τίνος αἴτιός ἐστι γενήσεται φανερόν.
ΨΗΦΙΣΜΑ.
[Ἐπὶ ἄρχοντος Νεοκλέους, μηνὸς βοηδρομιῶνος, ἐκκλησία σύγκλητος ὑπὸ στρατηγῶν, Εὔβουλος Μνησιθέου Κόπριος εἶπεν· ἐπειδὴ προσήγγειλαν οἱ στρατηγοὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ὡς ἄρα Λεωδάμαντα τὸν ναύαρχον καὶ τὰ μετ᾽ αὐτοῦ ἀποσταλέντα σκάφη εἴκοσι ἐπὶ τὴν τοῦ σίτου παραπομπὴν εἰς Ἑλλήσποντον ὁ παρὰ Φιλίππου στρατηγὸς Ἀμύντας καταγήοχεν εἰς Μακεδονίαν καὶ ἐν φυλακῇ ἔχει, ἐπιμεληθῆναι τοὺς πρυτάνεις καὶ τοὺς στρατηγοὺς ὅπως ἡ βουλὴ συναχθῇ καὶ αἱρεθῶσι πρέσβεις πρὸς Φίλιππον,
[74] οἳ παραγενόμενοι διαλέξονται πρὸς αὐτὸν περὶ τοῦ ἀφεθῆναι τὸν ναύαρχον καὶ τὰ πλοῖα καὶ τοὺς στρατιώτας, καὶ εἰ μὲν δι᾽ ἄγνοιαν ταῦτα πεποίηκεν ὁ Ἀμύντας, ὅτι οὐ μεμψιμοιρεῖ ὁ δῆμος οὐδέν· εἰ δέ τι πλημμελοῦντα παρὰ τὰ ἐπεσταλμένα λαβών, ὅτι ἐπισκεψάμενοι Ἀθηναῖοι ἐπιτιμήσουσι κατὰ τὴν τῆς ὀλιγωρίας ἀξίαν· εἰ δὲ μηδέτερον τούτων ἐστίν, ἀλλ᾽ ἰδίᾳ ἀγνωμονοῦσιν ἢ ὁ ἀποστείλας ἢ ὁ ἀπεσταλμένος, καὶ τοῦτο λέγειν, ἵνα αἰσθανόμενος ὁ δῆμος βουλεύσηται τί δεῖ ποιεῖν.]
***
[66] Αλλά επανέρχομαι πάλι στο ερώτημα: ποιό ήταν το καθήκον της πόλης, Αισχίνη, όταν έβλεπε τον Φίλιππο να ετοιμάζεται να εγκαθιδρύσει τυραννική εξουσία στους Έλληνες; Ή τί έπρεπε να πει και να προτείνει ένας Αθηναίος σύμβουλος (γιατί αυτό έχει μεγάλη σημασία), εγώ ο οποίος ήξερα πολύ καλά ότι η πατρίδα μας, από τα πρώτα βήματά της ώς την ημέρα που εγώ ο ίδιος ανέβηκα στο βήμα, πάντοτε αγωνιζόταν για τα πρωτεία, την τιμή και τη δόξα, και ότι για το γόητρό της και τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων έχει θυσιάσει και χρήματα και ανθρώπινο δυναμικό περισσότερο από όσα έχουν θυσιάσει για τον εαυτό τους ο καθένας από τους άλλους Έλληνες,
[67] και που έβλεπα επίσης τον Φίλιππο, εναντίον του οποίου εμείς αγωνιζόμασταν για την κυριαρχία επί των Ελλήνων και τη δυναστεία, να έχει χάσει το μάτι του, να έχει σπάσει την ωμοπλάτη του, να έχει υποστεί διαμπερές τραύμα στο χέρι και στο πόδι και να αδιαφορεί για οποιοδήποτε μέρος του σώματός του ήθελε η τύχη να του αφαιρέσει, αρκεί να περάσει την υπόλοιπη ζωή του με τιμή και δόξα;
[68] Ούτε και τούτο βέβαια θα τολμούσε κανείς να πει, ότι δηλαδή σ᾽ αυτόν που ανατράφηκε στην Πέλλα, μια ασήμαντη και μικρή τότε πόλη, ταίριαζε να υπάρχει μέσα του τόσο μεγάλη φιλοδοξία, ώστε να επιθυμήσει την κυριαρχία των Ελλήνων και να του γίνει αυτό έμμονη ιδέα, ενώ εσείς, που είστε Αθηναίοι και που βλέπετε και ακούτε κάθε μέρα σε όλα, τόσο στους λόγους όσο και στα θεάματα, πράγματα που σας θυμίζουν την ανδρεία των προγόνων σας, να φανείτε τόσο μικρόψυχοι, ώστε να παραχωρήσετε με δική σας πρωτοβουλία και θέληση την ελευθερία σας στον Φίλιππο. Κανένας μα κανένας δεν θα το έλεγε αυτό.
[69] Επομένως, αυτό που σας απέμενε αναγκαστικά ήταν να εναντιωθείτε με το δίκιο σας σε όλα όσα εκείνος έκανε προσπαθώντας να σας αδικήσει. Αυτό κάνατε εσείς από την πρώτη στιγμή, όπως ήταν λογικό και ταιριαστό σε σας, αλλά το ίδιο πρότεινα και συμβούλευα και εγώ όσο καιρό είχα ενεργό ανάμειξη στην πολιτική. Το παραδέχομαι. Αλλά τί έπρεπε να είχα κάνει; Σε ερωτώ, Αισχίνη, παραλείποντας όλα τα άλλα, Αμφίπολη, Πύδνα, Ποτίδαια, Αλόννησο· κανένα από αυτά δεν αναφέρω.
[70] Το Σέρριο επίσης και το Δορίσκο, την άλωση της Πεπαρήθου και όσες άλλες αδικίες υφίστατο η πόλη μας τα αγνοώ εντελώς. Και όμως, εσύ βέβαια έλεγες ότι εγώ αναφέροντας αυτά τα μέρη ενέπλεξα τους πολίτες σε έχθρα, ενώ πίσω από αυτά τα ψηφίσματα βρίσκονταν ο Εύβουλος, ο Αριστοφών και ο Διοπείθης, όχι εγώ, ω άνθρωπε, που εύκολα λες ό,τι σε βολεύει· αλλά ούτε και γι᾽ αυτά θα μιλήσω τώρα.
[71] Εκείνος όμως που προσπαθούσε να σφετερισθεί την Εύβοια και την καθιστούσε ορμητήριο εναντίον της Αττικής, εκείνος που προσπαθούσε να βάλει χέρι στα Μέγαρα, κατελάμβανε τον Ωρεό, ισοπέδωνε τον Πορθμό, εγκαθιστούσε τύραννο στον Ωρεό τον Φιλιστίδη, στην Ερέτρια τον Κλείταρχο, υπέτασσε τον Ελλήσποντο, πολιορκούσε το Βυζάντιο, και άλλες από τις ελληνικές πόλεις κατέστρεφε, σε άλλες επανέφερε τους πολιτικούς εξόριστους, όταν έκανε αυτά, ποιό από τα δύο; Αδικούσε, παρασπονδούσε και παραβίαζε τους όρους της ειρήνης ή όχι; Επίσης, ποιό από τα δύο; Έπρεπε να παρουσιαστεί κάποιος από τους Έλληνες για να εμποδίσει αυτές τους τις ενέργειες ή όχι;
[72] Γιατί, αν δεν έπρεπε, αλλά ήταν σωστό να παρουσιαστεί η Ελλάδα ως Μυσών λεία, όπως λένε, ενώ οι Αθηναίοι ζούσαν ακόμη και ανέπνεαν, τότε εγώ μιλώντας γι᾽ αυτά έχω ανακατευτεί σε ξένες υποθέσεις, το ίδιο και η πόλη που πείσθηκε σ᾽ εμένα· αλλά όλα όσα έγιναν ας θεωρηθούν δικά μου σφάλματα. Εάν όμως έπρεπε να παρουσιαστεί κάποιος για να εμποδίσει αυτά, ποιός άλλος έπρεπε να είναι αυτός, αν όχι ο Λαός των Αθηναίων; Αυτή λοιπόν ήταν η πολιτική που ακολουθούσα εγώ και, βλέποντας εκείνον να προσπαθεί να υποδουλώσει όλο τον κόσμο, εναντιωνόμουν και δεν έπαυα να σας προειδοποιώ και να σας συμβουλεύω να μην αδιαφορείτε. Ο Φίλιππος επίσης ήταν εκείνος που παραβίασε τους όρους της ειρήνης με το να συλλάβει τα εμπορικά πλοία, όχι η πόλη, Αισχίνη.
[73] Φέρε, γραμματέα, τα σχετικά ψηφίσματα και την επιστολή του Φιλίππου και διάβασέ τα με τη σειρά· από αυτά θα αποδειχτεί ποιός και τίνος πράγματος είναι υπεύθυνος.
ΨΗΦΙΣΜΑ
[Επί άρχοντος Νεοκλέους, τον μήνα Βοηδρομιώνα, σε έκτακτη συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου που συγκλήθηκε από τους στρατηγούς, ο Εύβουλος του Μνησιθέου, Κόπριος, πρότεινε: επειδή οι στρατηγοί ανακοίνωσαν στη συνέλευση ότι ο στρατηγός του Φιλίππου Αμύντας έχει αναγκάσει τον ναύαρχο Λαοδάμαντα και τα είκοσι υπό τις διαταγές του σκάφη που στάλθηκαν στον Ελλήσποντο για να μεταφέρουν σιτηρά να προσορμιστούν στη Μακεδονία, και τα έχει αποκλείσει εκεί, να φροντίσουν οι πρυτάνεις και οι στρατηγοί να συγκληθεί η Βουλή και να εκλεγούν πρέσβεις για να σταλούν στον Φίλιππο.
[74] Μόλις αυτοί φτάσουν εκεί, να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με αυτόν για την απελευθέρωση του ναυάρχου, των σκαφών και των στρατιωτών. Και αν ο Αμύντας προέβη σ᾽ αυτές τις ενέργειες από άγνοια, να του πουν ότι ο Λαός των Αθηναίων δεν έχει κανένα παράπονο· αν όμως συνέλαβε τον Λαοδάμαντα να κάνει κάποια παράβαση παρά τις εντολές που έλαβε από τον Λαό, τότε οι Αθηναίοι θα κάνουν ανακρίσεις και θα τον τιμωρήσουν ανάλογα με τον βαθμό της παράβασης· αν όμως δεν αληθεύει κανένα από αυτά, αλλά αυθαίρετα αδικοπραγούν, είτε αυτός που τον διέταζε είτε αυτός που διατάχθηκε να κάνει αυτά, να αναφέρουν και αυτό, για να μάθει ο λαός και να αποφασίσει τί πρέπει να κάνει].
[67] ἑώρων δ᾽ αὐτὸν τὸν Φίλιππον, πρὸς ὃν ἦν ἡμῖν ὁ ἀγών, ὑπὲρ ἀρχῆς καὶ δυναστείας τὸν ὀφθαλμὸν ἐκκεκομμένον, τὴν κλεῖν κατεαγότα, τὴν χεῖρα, τὸ σκέλος πεπηρωμένον, πᾶν ὅ τι βουληθείη μέρος ἡ τύχη τοῦ σώματος παρελέσθαι, τοῦτο προϊέμενον, ὥστε τῷ λοιπῷ μετὰ τιμῆς καὶ δόξης ζῆν;
[68] καὶ μὴν οὐδὲ τοῦτό γ᾽ οὐδεὶς ἂν εἰπεῖν τολμήσαι, ὡς τῷ μὲν ἐν Πέλλῃ τραφέντι, χωρίῳ ἀδόξῳ τότε γ᾽ ὄντι καὶ μικρῷ, τοσαύτην μεγαλοψυχίαν προσῆκεν ἐγγενέσθαι ὥστε τῆς τῶν Ἑλλήνων ἀρχῆς ἐπιθυμῆσαι καὶ τοῦτ᾽ εἰς τὸν νοῦν ἐμβαλέσθαι, ὑμῖν δ᾽ οὖσιν Ἀθηναίοις καὶ κατὰ τὴν ἡμέραν ἑκάστην ἐν πᾶσι καὶ λόγοις καὶ θεωρήμασι τῆς τῶν προγόνων ἀρετῆς ὑπομνήμαθ᾽ ὁρῶσι τοσαύτην κακίαν ὑπάρξαι, ὥστε τῆς ἐλευθερίας αὐτεπαγγέλτους ἐθελοντὰς παραχωρῆσαι Φιλίππῳ. οὐδ᾽ ἂν εἷς ταῦτα φήσειεν.
[69] λοιπὸν τοίνυν ἦν καὶ ἀναγκαῖον ἅμα πᾶσιν οἷς ἐκεῖνος ἔπραττ᾽ ἀδικῶν ὑμᾶς ἐναντιοῦσθαι δικαίως. τοῦτ᾽ ἐποιεῖτε μὲν ὑμεῖς ἐξ ἀρχῆς εἰκότως καὶ προσηκόντως, ἔγραφον δὲ καὶ συνεβούλευον καὶ ἐγὼ καθ᾽ οὓς ἐπολιτευόμην χρόνους. ὁμολογῶ. ἀλλὰ τί ἐχρῆν με ποιεῖν; ἤδη γάρ σ᾽ ἐρωτῶ πάντα τἄλλ᾽ ἀφείς, Ἀμφίπολιν, Πύδναν, Ποτείδαιαν, Ἁλόννησον· οὐδενὸς τούτων μέμνημαι·
[70] Σέρριον δὲ καὶ Δορίσκον καὶ τὴν Πεπαρήθου πόρθησιν καὶ ὅσ᾽ ἄλλ᾽ ἡ πόλις ἠδικεῖτο, οὐδ᾽ εἰ γέγονεν οἶδα. καίτοι σύ γ᾽ ἔφησθά με ταῦτα λέγοντ᾽ εἰς ἔχθραν ἐμβαλεῖν τουτουσί, Εὐβούλου καὶ Ἀριστοφῶντος καὶ Διοπείθους τῶν περὶ τούτων ψηφισμάτων ὄντων, οὐκ ἐμῶν, ὦ λέγων εὐχερῶς ὅ τι ἂν βουληθῇς. οὐδὲ νῦν περὶ τούτων ἐρῶ.
[71] ἀλλ᾽ ὁ τὴν Εὔβοιαν ἐκεῖνος σφετεριζόμενος καὶ κατασκευάζων ἐπιτείχισμ᾽ ἐπὶ τὴν Ἀττικήν, καὶ Μεγάροις ἐπιχειρῶν, καὶ καταλαμβάνων Ὠρεόν, καὶ κατασκάπτων Πορθμόν, καὶ καθιστὰς ἐν μὲν Ὠρεῷ Φιλιστίδην τύραννον, ἐν δ᾽ Ἐρετρίᾳ Κλείταρχον, καὶ τὸν Ἑλλήσποντον ὑφ᾽ αὑτῷ ποιούμενος, καὶ Βυζάντιον πολιορκῶν, καὶ πόλεις Ἑλληνίδας τὰς μὲν ἀναιρῶν, εἰς τὰς δὲ τοὺς φυγάδας κατάγων, πότερον ταῦτα ποιῶν ἠδίκει καὶ παρεσπόνδει καὶ ἔλυε τὴν εἰρήνην ἢ οὔ; καὶ πότερον φανῆναί τινα τῶν Ἑλλήνων τὸν ταῦτα κωλύσοντα [ποιεῖν αὐτὸν] ἐχρῆν, ἢ μή;
[72] εἰ μὲν γὰρ μὴ ἐχρῆν, ἀλλὰ τὴν Μυσῶν λείαν καλουμένην τὴν Ἑλλάδ᾽ οὖσαν ὀφθῆναι ζώντων καὶ ὄντων Ἀθηναίων, περιείργασμαι μὲν ἐγὼ περὶ τούτων εἰπών, περιείργασται δ᾽ ἡ πόλις ἡ πεισθεῖσ᾽ ἐμοί, ἔστω δ᾽ ἀδικήματα πάνθ᾽ ἃ πέπρακται καὶ ἁμαρτήματ᾽ ἐμά. εἰ δ᾽ ἔδει τινὰ τούτων κωλυτὴν φανῆναι, τίν᾽ ἄλλον ἢ τὸν Ἀθηναίων δῆμον προσῆκε γενέσθαι; ταῦτα τοίνυν ἐπολιτευόμην ἐγώ, καὶ ὁρῶν καταδουλούμενον πάντας ἀνθρώπους ἐκεῖνον ἠναντιούμην, καὶ προλέγων καὶ διδάσκων μὴ προΐεσθαι διετέλουν.
[73] καὶ μὴν τὴν εἰρήνην γ᾽ ἐκεῖνος ἔλυσε τὰ πλοῖα λαβών, οὐχ ἡ πόλις, Αἰσχίνη.
Φέρε δ᾽ αὐτὰ τὰ ψηφίσματα καὶ τὴν ἐπιστολὴν τὴν τοῦ Φιλίππου, καὶ λέγ᾽ ἐφεξῆς· ἀπὸ γὰρ τούτων τίς τίνος αἴτιός ἐστι γενήσεται φανερόν.
ΨΗΦΙΣΜΑ.
[Ἐπὶ ἄρχοντος Νεοκλέους, μηνὸς βοηδρομιῶνος, ἐκκλησία σύγκλητος ὑπὸ στρατηγῶν, Εὔβουλος Μνησιθέου Κόπριος εἶπεν· ἐπειδὴ προσήγγειλαν οἱ στρατηγοὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ὡς ἄρα Λεωδάμαντα τὸν ναύαρχον καὶ τὰ μετ᾽ αὐτοῦ ἀποσταλέντα σκάφη εἴκοσι ἐπὶ τὴν τοῦ σίτου παραπομπὴν εἰς Ἑλλήσποντον ὁ παρὰ Φιλίππου στρατηγὸς Ἀμύντας καταγήοχεν εἰς Μακεδονίαν καὶ ἐν φυλακῇ ἔχει, ἐπιμεληθῆναι τοὺς πρυτάνεις καὶ τοὺς στρατηγοὺς ὅπως ἡ βουλὴ συναχθῇ καὶ αἱρεθῶσι πρέσβεις πρὸς Φίλιππον,
[74] οἳ παραγενόμενοι διαλέξονται πρὸς αὐτὸν περὶ τοῦ ἀφεθῆναι τὸν ναύαρχον καὶ τὰ πλοῖα καὶ τοὺς στρατιώτας, καὶ εἰ μὲν δι᾽ ἄγνοιαν ταῦτα πεποίηκεν ὁ Ἀμύντας, ὅτι οὐ μεμψιμοιρεῖ ὁ δῆμος οὐδέν· εἰ δέ τι πλημμελοῦντα παρὰ τὰ ἐπεσταλμένα λαβών, ὅτι ἐπισκεψάμενοι Ἀθηναῖοι ἐπιτιμήσουσι κατὰ τὴν τῆς ὀλιγωρίας ἀξίαν· εἰ δὲ μηδέτερον τούτων ἐστίν, ἀλλ᾽ ἰδίᾳ ἀγνωμονοῦσιν ἢ ὁ ἀποστείλας ἢ ὁ ἀπεσταλμένος, καὶ τοῦτο λέγειν, ἵνα αἰσθανόμενος ὁ δῆμος βουλεύσηται τί δεῖ ποιεῖν.]
***
[66] Αλλά επανέρχομαι πάλι στο ερώτημα: ποιό ήταν το καθήκον της πόλης, Αισχίνη, όταν έβλεπε τον Φίλιππο να ετοιμάζεται να εγκαθιδρύσει τυραννική εξουσία στους Έλληνες; Ή τί έπρεπε να πει και να προτείνει ένας Αθηναίος σύμβουλος (γιατί αυτό έχει μεγάλη σημασία), εγώ ο οποίος ήξερα πολύ καλά ότι η πατρίδα μας, από τα πρώτα βήματά της ώς την ημέρα που εγώ ο ίδιος ανέβηκα στο βήμα, πάντοτε αγωνιζόταν για τα πρωτεία, την τιμή και τη δόξα, και ότι για το γόητρό της και τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων έχει θυσιάσει και χρήματα και ανθρώπινο δυναμικό περισσότερο από όσα έχουν θυσιάσει για τον εαυτό τους ο καθένας από τους άλλους Έλληνες,
[67] και που έβλεπα επίσης τον Φίλιππο, εναντίον του οποίου εμείς αγωνιζόμασταν για την κυριαρχία επί των Ελλήνων και τη δυναστεία, να έχει χάσει το μάτι του, να έχει σπάσει την ωμοπλάτη του, να έχει υποστεί διαμπερές τραύμα στο χέρι και στο πόδι και να αδιαφορεί για οποιοδήποτε μέρος του σώματός του ήθελε η τύχη να του αφαιρέσει, αρκεί να περάσει την υπόλοιπη ζωή του με τιμή και δόξα;
[68] Ούτε και τούτο βέβαια θα τολμούσε κανείς να πει, ότι δηλαδή σ᾽ αυτόν που ανατράφηκε στην Πέλλα, μια ασήμαντη και μικρή τότε πόλη, ταίριαζε να υπάρχει μέσα του τόσο μεγάλη φιλοδοξία, ώστε να επιθυμήσει την κυριαρχία των Ελλήνων και να του γίνει αυτό έμμονη ιδέα, ενώ εσείς, που είστε Αθηναίοι και που βλέπετε και ακούτε κάθε μέρα σε όλα, τόσο στους λόγους όσο και στα θεάματα, πράγματα που σας θυμίζουν την ανδρεία των προγόνων σας, να φανείτε τόσο μικρόψυχοι, ώστε να παραχωρήσετε με δική σας πρωτοβουλία και θέληση την ελευθερία σας στον Φίλιππο. Κανένας μα κανένας δεν θα το έλεγε αυτό.
[69] Επομένως, αυτό που σας απέμενε αναγκαστικά ήταν να εναντιωθείτε με το δίκιο σας σε όλα όσα εκείνος έκανε προσπαθώντας να σας αδικήσει. Αυτό κάνατε εσείς από την πρώτη στιγμή, όπως ήταν λογικό και ταιριαστό σε σας, αλλά το ίδιο πρότεινα και συμβούλευα και εγώ όσο καιρό είχα ενεργό ανάμειξη στην πολιτική. Το παραδέχομαι. Αλλά τί έπρεπε να είχα κάνει; Σε ερωτώ, Αισχίνη, παραλείποντας όλα τα άλλα, Αμφίπολη, Πύδνα, Ποτίδαια, Αλόννησο· κανένα από αυτά δεν αναφέρω.
[70] Το Σέρριο επίσης και το Δορίσκο, την άλωση της Πεπαρήθου και όσες άλλες αδικίες υφίστατο η πόλη μας τα αγνοώ εντελώς. Και όμως, εσύ βέβαια έλεγες ότι εγώ αναφέροντας αυτά τα μέρη ενέπλεξα τους πολίτες σε έχθρα, ενώ πίσω από αυτά τα ψηφίσματα βρίσκονταν ο Εύβουλος, ο Αριστοφών και ο Διοπείθης, όχι εγώ, ω άνθρωπε, που εύκολα λες ό,τι σε βολεύει· αλλά ούτε και γι᾽ αυτά θα μιλήσω τώρα.
[71] Εκείνος όμως που προσπαθούσε να σφετερισθεί την Εύβοια και την καθιστούσε ορμητήριο εναντίον της Αττικής, εκείνος που προσπαθούσε να βάλει χέρι στα Μέγαρα, κατελάμβανε τον Ωρεό, ισοπέδωνε τον Πορθμό, εγκαθιστούσε τύραννο στον Ωρεό τον Φιλιστίδη, στην Ερέτρια τον Κλείταρχο, υπέτασσε τον Ελλήσποντο, πολιορκούσε το Βυζάντιο, και άλλες από τις ελληνικές πόλεις κατέστρεφε, σε άλλες επανέφερε τους πολιτικούς εξόριστους, όταν έκανε αυτά, ποιό από τα δύο; Αδικούσε, παρασπονδούσε και παραβίαζε τους όρους της ειρήνης ή όχι; Επίσης, ποιό από τα δύο; Έπρεπε να παρουσιαστεί κάποιος από τους Έλληνες για να εμποδίσει αυτές τους τις ενέργειες ή όχι;
[72] Γιατί, αν δεν έπρεπε, αλλά ήταν σωστό να παρουσιαστεί η Ελλάδα ως Μυσών λεία, όπως λένε, ενώ οι Αθηναίοι ζούσαν ακόμη και ανέπνεαν, τότε εγώ μιλώντας γι᾽ αυτά έχω ανακατευτεί σε ξένες υποθέσεις, το ίδιο και η πόλη που πείσθηκε σ᾽ εμένα· αλλά όλα όσα έγιναν ας θεωρηθούν δικά μου σφάλματα. Εάν όμως έπρεπε να παρουσιαστεί κάποιος για να εμποδίσει αυτά, ποιός άλλος έπρεπε να είναι αυτός, αν όχι ο Λαός των Αθηναίων; Αυτή λοιπόν ήταν η πολιτική που ακολουθούσα εγώ και, βλέποντας εκείνον να προσπαθεί να υποδουλώσει όλο τον κόσμο, εναντιωνόμουν και δεν έπαυα να σας προειδοποιώ και να σας συμβουλεύω να μην αδιαφορείτε. Ο Φίλιππος επίσης ήταν εκείνος που παραβίασε τους όρους της ειρήνης με το να συλλάβει τα εμπορικά πλοία, όχι η πόλη, Αισχίνη.
[73] Φέρε, γραμματέα, τα σχετικά ψηφίσματα και την επιστολή του Φιλίππου και διάβασέ τα με τη σειρά· από αυτά θα αποδειχτεί ποιός και τίνος πράγματος είναι υπεύθυνος.
ΨΗΦΙΣΜΑ
[Επί άρχοντος Νεοκλέους, τον μήνα Βοηδρομιώνα, σε έκτακτη συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου που συγκλήθηκε από τους στρατηγούς, ο Εύβουλος του Μνησιθέου, Κόπριος, πρότεινε: επειδή οι στρατηγοί ανακοίνωσαν στη συνέλευση ότι ο στρατηγός του Φιλίππου Αμύντας έχει αναγκάσει τον ναύαρχο Λαοδάμαντα και τα είκοσι υπό τις διαταγές του σκάφη που στάλθηκαν στον Ελλήσποντο για να μεταφέρουν σιτηρά να προσορμιστούν στη Μακεδονία, και τα έχει αποκλείσει εκεί, να φροντίσουν οι πρυτάνεις και οι στρατηγοί να συγκληθεί η Βουλή και να εκλεγούν πρέσβεις για να σταλούν στον Φίλιππο.
[74] Μόλις αυτοί φτάσουν εκεί, να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με αυτόν για την απελευθέρωση του ναυάρχου, των σκαφών και των στρατιωτών. Και αν ο Αμύντας προέβη σ᾽ αυτές τις ενέργειες από άγνοια, να του πουν ότι ο Λαός των Αθηναίων δεν έχει κανένα παράπονο· αν όμως συνέλαβε τον Λαοδάμαντα να κάνει κάποια παράβαση παρά τις εντολές που έλαβε από τον Λαό, τότε οι Αθηναίοι θα κάνουν ανακρίσεις και θα τον τιμωρήσουν ανάλογα με τον βαθμό της παράβασης· αν όμως δεν αληθεύει κανένα από αυτά, αλλά αυθαίρετα αδικοπραγούν, είτε αυτός που τον διέταζε είτε αυτός που διατάχθηκε να κάνει αυτά, να αναφέρουν και αυτό, για να μάθει ο λαός και να αποφασίσει τί πρέπει να κάνει].
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου