H ευτυχία μου, ή μάλλον να γίνω ευτυχισμένος, ή πρέπει να είμαι ευτυχισμένος, ή καλύτερα όταν μεγαλώσω, θα γίνω ευτυχισμένος ακούγεται σαν ιδιότητα, σαν δεξιότητα που κάποιοι καταφέρνουν να αποκτήσουν και κάποιοι άλλοι όχι. Το μυστικό της κατάκτησης της ευτυχίας φαίνεται πως είναι ένα διαχρονικό θέμα υψηλού ενδιαφέροντος.
Φιλόσοφοι, θεολόγοι, ψυχολόγοι, ακόμα και οικονομολόγοι προσπάθησαν μέσα στα χρόνια να αποκρυπτογραφήσουν τα μυστικά συστατικά της ευτυχίας και να τα δώσουν στον κόσμο, ώστε όλοι μας να αποκτήσουμε το όπιό μας, ένα όπιο που θα μας «ανεβάσει» στην πιο σημαντική κορυφή της ζωής μας.
Έρευνα που έγινε από το πανεπιστήμιο του Ιλινόις και το πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια στην πολιτεία των ΗΠΑ, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 10.000 άτομα από 48 χώρες, έδειξε πως η κατάκτηση της ευτυχίας βαθμολογήθηκε από τους συμμετέχοντες, από όλο τον πλανήτη , ως το πιο επιθυμητό επίτευγμα σε σχέση με άλλα εξίσου σημαντικά αγαθά όπως την εύρεση προσωπικού νοήματος στη ζωή, την κατάκτηση πλούτου ή την εξασφάλιση μιας θέσης στον παράδεισο μετά θάνατον. Πως ορίζεται όμως η ευτυχία;
Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια» μιλάει για πρώτη φορά για την «ευδαιμονία». Σύμφωνα με τον Σταγειρίτη φιλόσοφο η ευτυχία (ευδαιμονία), είναι προσανατολισμένη στην ανθρώπινη πράξη, άρα στις δυνατότητες που θα αναπτύξει ο καθένας μας μέσα στην ζωή του. Ο βουδισμός ορίζει την ευτυχία ως την αναίτια χαρά. Ο Χριστιανισμός ως την εσωτερική βασιλεία των Ουρανών. Ενώ, ο νομπελίστας φιλόσοφος Άλμπερτ Σβάιτσερ (Albert Schweitzer) υποστηρίζει πως η ευτυχία δεν είναι τίποτα παραπάνω από «…καλή υγεία και κακή μνήμη».
Στο παρόν άρθρο η ευτυχία θα μπορούσε να οριστεί ή μάλλον να παρομοιαστεί μ’ έναν θερμοστάτη που ρυθμίζει τα συναισθήματά μας. Η λειτουργία αυτού του προσωπικού θερμοστάτη εξαρτάται από τα δικά μας θετικά αποθέματα συναισθημάτων. Συναισθήματα όπως είναι η χαρά, η ανακούφιση, η γαλήνη, η ικανοποίηση και η ηρεμία εξασφαλίζουν τη σωστή λειτουργία του θερμοστάτη μας. Όταν η θερμοκρασία των θετικών συναισθημάτων φτάσει σε επιθυμητές τιμές «ευτυχίας», ο θερμοστάτης, διακόπτει τη λειτουργία του, όταν όμως οι επιθυμητές θετικές τιμές αρχίζουν να πέφτουν, ξεκινά και πάλι να λειτουργεί ψάχνοντας να βρει τα απαιτούμενα θετικά συναισθήματα ώστε να νιώσουμε ξανά όμορφα, χαρούμενα, ευτυχισμένα.
Ωστόσο, στην πράξη η συλλογή θετικών συναισθημάτων είναι μια πολυσύνθετη διαδικασία καθώς περιλαμβάνει και ένα σύνολο άλλων νοητικών διεργασιών. Τα συναισθήματά μας δεν καθορίζονται μόνο από το πώς νιώθουμε. Διαμορφώνονται απ’ τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους, για παράδειγμα το χιούμορ τους. Απ’ τον τρόπο που αξιολογούμε τις προθέσεις τους. Απ’ την εικόνα που έχουμε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας, για το σώμα μας, την αυτοεκτίμησή μας. Απ’ την ποιότητα των σχέσεων μας, του γάμου μας. Απ’ την πληρότητα που αντλούμε μέσα από τις προσωπικές μας επαφές.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ευτυχία φαίνεται να είναι μια στάση ζωής, της δικής μας ζωής. Ευτυχία, είναι οι καθημερινές μας συνήθειες, οι επιλογές μας, ο τρόπος που λειτουργούμε στις φιλίες μας, οι αποφάσεις μας και η αποδοχή αυτών των αποφάσεων που διατηρούν τον «θερμοστάτη» μας σε ικανοποιητικά επίπεδα λειτουργίας. Είναι το αποτέλεσμα των προσδοκιών μας, των ιδεών μας, της αποδοχής μας για το τι μπορούμε να αλλάξουμε στην ζωή μας και τι όχι. Ακόμα όμως και αν καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε την εύρυθμη λειτουργία του «θερμοστάτη» μας, πώς θα καταλάβουμε πως είμαστε ευτυχισμένοι; Τι θ’ έχει αλλάξει; Μήπως τελικά το κυνήγι της ευτυχίας είναι κάτι παραπάνω από αισθήσεις, είναι στρατηγική;
Όπως αναφέρει ο Paul Watzlawick, «…ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος να ικανοποιείται με την απλή ευτυχία». Ούτε με την απόλυτη θα συμπλήρωνα εγώ. Συγκεκριμένα, σε μελέτη στην οποία οι ερευνητές παρακολούθησαν ανθρώπους που είχαν κερδίσει το λαχείο-κάτι που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι το εισιτήριο που ανοίγει τις πύλες της απόλυτης ευτυχίας, οι συμμετέχοντες μέσα σε περίπου ένα χρόνο επέστρεψαν στο ίδιο επίπεδο ευτυχίας που είχαν και πριν το κερδίσουν. Το εντυπωσιακό ωστόσο, είναι πως σε αντίστοιχη μελέτη που έγινε σε άτομα που έπαθαν παραπληγία, παρατηρήθηκε πως μέσα σε ένα χρόνο περίπου από την αναπηρία τους, επέστρεψαν και αυτοί στο αρχικό επίπεδο της ευτυχίας τους.
Αυτό εξηγείται ίσως από το γεγονός πως ο ανθρώπινος εγκέφαλος χρειάζεται τη σύγκριση για να παραμένει σε εγρήγορση. Χωρίς τη σύγκριση υπάρχει ο φόβος της ανάπαυλας, της βαρεμάρας, του τέλματος, του θανάτου του εγκεφάλου και άρα και του ίδιου του ατόμου. Επομένως, ότι και να κατακτούμε, ότι στόχο και όνειρο μας να εκπληρώνουμε η ιδέα της ευτυχίας θα παραμένει φευγαλέα, επιφανειακή, άπιαστη και θα γυρίζουμε εσαεί γύρω από τον φαύλο κύκλο της αναζήτησή της.
Ο ορισμός της ευτυχίας τελικά φαίνεται πως είναι προσωπική υπόθεση για τον καθένα μας. Ο προσωπικός μας θερμοστάτης που ορίζει το επίπεδό της, εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς και τα αποθέματά μας. Όσο για το αν χρειάζεται στρατηγική για την επίτευξή της, θα έλεγα πως μάλλον όχι, καθώς καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως μια καλή ζωή είναι παραπάνω από το να νιώθουμε μόνο θετικά και όμορφα συναισθήματα. Η ζωή είναι το ρίσκο μου και οι αποτυχίες μου, είναι η προσφορά μου και η αποδοχή μου είναι η αγάπη μου είναι… η ευτυχία μου. Και τελικά ναι, όταν μεγαλώσω μπορώ να ΕΙΜΑΙ και όχι να γίνω ευτυχισμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου