Μύρισε Ανοιξη!
Πήγα μια βόλτα στη λατρεμένη μου θάλασσα και κάθισα στην αμμουδιά. Βύθισα τα πόδια μου στη δροσερή άμμο και ανάσανα βαθιά να νιώσω το άρωμα της θάλασσας. Αρχισα να πετάω πετραδάκια στην αγκαλιά της, απολαμβάνοντας το απαλό αεράκι να μου χαϊδεύει το πρόσωπο και τα μαλλιά. Ατένιζα την απεραντοσύνη της, εκεί όπου γινόταν ένα με τον ουρανό και μύριζα, σχεδόν γευόμουν την αλμύρα της.
Δύο κοχυλάκια δίπλα μου, το ένα κοντά στο άλλο, λαμπύριζαν κάτω από τον ήλιο. Ενα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα χείλη μου όταν δυο μικρά ψαράκια αναπήδησαν μπροστά μου μέσα στο νερό. Δύο γλάροι παίζανε μεταξύ τους, χαιρόσουν να τους βλέπεις. Μια βάρκα παραδίπλα, περίμενε τον βαρκάρη της να την ταξιδέψει. Γέμισε το βλέμμα μου γαλάζιο και η ψυχή μου αγαλλίαση.
Εκατσα αρκετή ώρα εκεί, δεν ξέρω πόση. Ξάφνου, έβαλε ψύχρα και γύρεψα να ρίξω στους ώμους μου το ζακετάκι που ‘χα φέρει. Το βλέμμα μου έπεσε δεξιά και είδα κάποιον να κάθεται κι εκείνος στην αμμουδιά και να φτιάχνει κάστρα. Εκείνος με είχε δει ώρα που ήμουν εκεί, το ένιωσα, ήταν τόσο απορροφημένος από αυτό που έκανε… Συνέχισε να κάνει αυτό που κάνει κι εγώ συνέχισα να κοιτάω τη θάλασσα. Ηταν λίγο μακρυά μου για να ακούσω τα λόγια του, ο αέρας όμως μου έφερε τη φωνή του…
– Πως σε λένε; με ρώτησε.
– Υπομονή… με λένε! Εσένα;
– Εμένα με λένε Στόχο!
– Και που στοχεύεις;
– Στο όραμα…! Εσύ γιατί κοιτάς τη θάλασσα;
– H θάλασσα είναι το συναίσθημα. Αυτό κοιτάω. Το ξέρεις ότι είμαι σημαντική για σένα;
– Το ξέρω, γι΄αυτό απολαμβάνω την παρουσία σου. Με βοηθάς να φτάσω πιό γρήγορα στο στόχο μου. Να ολοκληρώσω το κάστρο μου.
– Ετοιμάζεσαι για πόλεμο και φτιάχνεις κάστρο;
– Ναι, γι’ αυτό πρέπει να το θωρακίσω όσο πιο καλά γίνεται και να το οπλίσω με τα καλύτερα όπλα.
– Είσαι πολεμιστής;
– Είμαι, αλλά δεν θα σκοτώσω κανέναν, θα βγω να δώσω τη μάχη μου!
– Είμαι σίγουρη ότι θα νικήσεις!
– Το πιστεύω! Εχω εσένα σύμμαχο, ναι, θα νικήσω!
– Μόνος σου θα μείνεις στο κάστρο όταν το τελειώσεις;
– Οχι, θα σε πάρω μαζί μου!
– Μα… εγώ είμαι ήδη μαζί σου!
– Το ξέρω! Εσύ το ξέρεις ότι κι εγώ είμαι σημαντικός για σένα;
– Ναι, με βοήθησες να αποκτήσω την αρετή της υπομονής. Το είχα βάλει στόχο!
– Μόλις τελειώσω, θα έρθω!
– Σε περιμένω!… Μην αργήσεις να έρθεις… έβαλε ψύχρα…
– Δεν θα αργήσω… μα… είμαι ήδη μαζί σου, δεν το ξέρεις;
– Δεν το ξέρω… το νιώθω όμως!
Ο αέρας κόπασε τότε γιατί δεν χρειαζόταν πια, να μεταφέρει άλλα λόγια…
Σύντομα ο Στόχος τελείωσε το κάστρο του με επιτυχία και πήγε και βρήκε και έκλεισε στην αγκαλιά του την Υπομονή. Κι εκείνη, αφέθηκε μέσα στην αγκαλιά του, πάνω στην αμμουδιά να απολαμβάνουν μαζί τη θάλασσα και είπε μέσα της… “Τώρα δεν το νιώθω μόνο, το ξέρω κιόλας”!
Πήγα μια βόλτα στη λατρεμένη μου θάλασσα και κάθισα στην αμμουδιά. Βύθισα τα πόδια μου στη δροσερή άμμο και ανάσανα βαθιά να νιώσω το άρωμα της θάλασσας. Αρχισα να πετάω πετραδάκια στην αγκαλιά της, απολαμβάνοντας το απαλό αεράκι να μου χαϊδεύει το πρόσωπο και τα μαλλιά. Ατένιζα την απεραντοσύνη της, εκεί όπου γινόταν ένα με τον ουρανό και μύριζα, σχεδόν γευόμουν την αλμύρα της.
Δύο κοχυλάκια δίπλα μου, το ένα κοντά στο άλλο, λαμπύριζαν κάτω από τον ήλιο. Ενα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα χείλη μου όταν δυο μικρά ψαράκια αναπήδησαν μπροστά μου μέσα στο νερό. Δύο γλάροι παίζανε μεταξύ τους, χαιρόσουν να τους βλέπεις. Μια βάρκα παραδίπλα, περίμενε τον βαρκάρη της να την ταξιδέψει. Γέμισε το βλέμμα μου γαλάζιο και η ψυχή μου αγαλλίαση.
Εκατσα αρκετή ώρα εκεί, δεν ξέρω πόση. Ξάφνου, έβαλε ψύχρα και γύρεψα να ρίξω στους ώμους μου το ζακετάκι που ‘χα φέρει. Το βλέμμα μου έπεσε δεξιά και είδα κάποιον να κάθεται κι εκείνος στην αμμουδιά και να φτιάχνει κάστρα. Εκείνος με είχε δει ώρα που ήμουν εκεί, το ένιωσα, ήταν τόσο απορροφημένος από αυτό που έκανε… Συνέχισε να κάνει αυτό που κάνει κι εγώ συνέχισα να κοιτάω τη θάλασσα. Ηταν λίγο μακρυά μου για να ακούσω τα λόγια του, ο αέρας όμως μου έφερε τη φωνή του…
– Πως σε λένε; με ρώτησε.
– Υπομονή… με λένε! Εσένα;
– Εμένα με λένε Στόχο!
– Και που στοχεύεις;
– Στο όραμα…! Εσύ γιατί κοιτάς τη θάλασσα;
– H θάλασσα είναι το συναίσθημα. Αυτό κοιτάω. Το ξέρεις ότι είμαι σημαντική για σένα;
– Το ξέρω, γι΄αυτό απολαμβάνω την παρουσία σου. Με βοηθάς να φτάσω πιό γρήγορα στο στόχο μου. Να ολοκληρώσω το κάστρο μου.
– Ετοιμάζεσαι για πόλεμο και φτιάχνεις κάστρο;
– Ναι, γι’ αυτό πρέπει να το θωρακίσω όσο πιο καλά γίνεται και να το οπλίσω με τα καλύτερα όπλα.
– Είσαι πολεμιστής;
– Είμαι, αλλά δεν θα σκοτώσω κανέναν, θα βγω να δώσω τη μάχη μου!
– Είμαι σίγουρη ότι θα νικήσεις!
– Το πιστεύω! Εχω εσένα σύμμαχο, ναι, θα νικήσω!
– Μόνος σου θα μείνεις στο κάστρο όταν το τελειώσεις;
– Οχι, θα σε πάρω μαζί μου!
– Μα… εγώ είμαι ήδη μαζί σου!
– Το ξέρω! Εσύ το ξέρεις ότι κι εγώ είμαι σημαντικός για σένα;
– Ναι, με βοήθησες να αποκτήσω την αρετή της υπομονής. Το είχα βάλει στόχο!
– Μόλις τελειώσω, θα έρθω!
– Σε περιμένω!… Μην αργήσεις να έρθεις… έβαλε ψύχρα…
– Δεν θα αργήσω… μα… είμαι ήδη μαζί σου, δεν το ξέρεις;
– Δεν το ξέρω… το νιώθω όμως!
Ο αέρας κόπασε τότε γιατί δεν χρειαζόταν πια, να μεταφέρει άλλα λόγια…
Σύντομα ο Στόχος τελείωσε το κάστρο του με επιτυχία και πήγε και βρήκε και έκλεισε στην αγκαλιά του την Υπομονή. Κι εκείνη, αφέθηκε μέσα στην αγκαλιά του, πάνω στην αμμουδιά να απολαμβάνουν μαζί τη θάλασσα και είπε μέσα της… “Τώρα δεν το νιώθω μόνο, το ξέρω κιόλας”!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου