Μια φορά κι έναν καιρό ένα δάσκαλος περπατούσε με τον μαθητή του στο δάσος. Καθώς περπατούσαν, ανάμεσα στους φυσικούς ήχους της ζούγκλας …άρχισε να ακούγεται και ένας διαφορετικός, αφύσικος ήχος.
Τότε, ο δάσκαλος σταματάει απότομα, γυρνάει προς την πλευρά του μαθητή του και τον ρωτάει: «Μπορείς να διακρίνεις τι είναι αυτός ο ήχος;»
Ο μαθητής κοντοστάθηκε και αφού αφουγκράστηκε για λίγη ώρα απάντησε «Είναι μια καρότσα».
Ο δάσκαλος δεν φάνηκε ικανοποιημένος από την απάντηση και ρώτησε εκ νέου: «Ναι, είναι μια καρότσα αλλά τι καρότσα είναι;»
Ο μαθητής αφουγκράστηκε για λίγο ακόμα και ομολόγησε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει.
Ο δάσκαλος τότε χαμογέλασε και του είπε: «Είναι μια άδεια καρότσα, γι αυτό κάνει τόσο θόρυβο», και συνέχισε «Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Όσο πιο άδειοι είναι, τόσο πιο πολύ θόρυβο κάνουν και τόσο πιο πολύ μιλάνε».
Τότε, ο δάσκαλος σταματάει απότομα, γυρνάει προς την πλευρά του μαθητή του και τον ρωτάει: «Μπορείς να διακρίνεις τι είναι αυτός ο ήχος;»
Ο μαθητής κοντοστάθηκε και αφού αφουγκράστηκε για λίγη ώρα απάντησε «Είναι μια καρότσα».
Ο δάσκαλος δεν φάνηκε ικανοποιημένος από την απάντηση και ρώτησε εκ νέου: «Ναι, είναι μια καρότσα αλλά τι καρότσα είναι;»
Ο μαθητής αφουγκράστηκε για λίγο ακόμα και ομολόγησε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει.
Ο δάσκαλος τότε χαμογέλασε και του είπε: «Είναι μια άδεια καρότσα, γι αυτό κάνει τόσο θόρυβο», και συνέχισε «Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Όσο πιο άδειοι είναι, τόσο πιο πολύ θόρυβο κάνουν και τόσο πιο πολύ μιλάνε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου