Μπορεί να περάσεις μέρες, μήνες, ακόμα και χρόνια κυνηγώντας κάποιο στόχο· μπορεί να πρόκειται για κάτι τόσο απλό, όσο να πάρεις την προαγωγή που αναμφίβολα αξίζεις ή να χάσεις εκείνα τα δέκα κιλά που σ’ εμποδίζουν, τάχα μου, να αγαπήσεις τον εαυτό σου όπως του αξίζει. Μπορεί ακόμα να είναι κάτι τόσο σύνθετο όσο να δεις τον/την πρώην σου να επιστρέφει μετανιωμένος. Εσύ ξέρεις. Κοιμάσαι και ξυπνάς ελπίζοντας να δεις το όνειρό σου να πραγματοποιείται και περιστρέφεις τη ζωή σου γύρω από αυτό. Ζεις με την αγωνία, με μια αίσθηση διόλου δημιουργική, αλλά καθόλα εξοντωτική, κι απλά περιμένεις. Τί; Ένας ποιός ξέρει.
Περιμένεις όμως πολύ. Ο χρόνος σε προσπερνάει προκλητικά, κι εσύ εκεί, απλώς να επιβιώνεις, προσδοκώντας αδιαμαρτύρητα τα καλύτερα, που πάντα είναι στο δρόμο. Ο επιμένων νικά δε λένε; Ε, λοιπόν, εσύ βάλθηκες να δείξεις σε όλους τι σημαίνει «επιμένων». Λες και κάποιος σου έχει εγγυηθεί πως η ιώβεια υπομονή αποδίδει πάντα καρπούς. Δεν παραλείπεις να παρηγορείς τον εαυτό σου λέγοντάς του χαριτωμένες δικαιολογίες, τύπου «όλα για κάποιο λόγο γίνονται», και συνεχίζεις να αναμένεις αγόγγυστα.
Ώσπου, σταδιακά, αρχίζεις να εξαντλείσαι, να κουράζεσαι και να αγανακτείς. Άλλωστε δεν υπάρχει πόλεμος πιο εξουθενωτικός από την ασταμάτητη πάλη του μυαλού με υποθέσεις, προσδοκίες και σενάρια που οι άνθρωποι αυτοβούλως επιβάλουν στον ίδιο τους τον ψυχισμό. Ξαφνικά, παρατηρείς το εγώ σου ταλαιπωρημένο κι αναρωτιέσαι αν το παράκανες. Συνειδητοποιείς πως ίσως το να θέτεις τον εαυτό σου προτεραιότητα δεν είναι απαραίτητα εγωιστικό, αλλά επιτακτικό για τη διατήρηση των ψυχικών σου ισορροπιών. Και ξαφνικά όλα μοιάζουν κάπως πιο εύκολα.
Έρχεται, λοιπόν, εκείνη η μαγική στιγμή που καταλαβαίνεις τη διαφορά ανάμεσα στο «τα παρατάω» και το «ως εδώ», και τραντάζεται ευχάριστα το μουδιασμένο σου σύμπαν. Είναι εκείνη η καθηλωτική στιγμή του κεραυνοβόλου ξενερώματος, που ίσως είναι και η μοναδική αίσθηση που αξίζει να σε κάνει να ξαναπιστέψεις στα θαύματα.
Τα παρατάς. Ξυπνάς μια μέρα κι αποφασίζεις πως δε θέλεις πια να αισθάνεσαι ούτε σκατά, ούτε κομπάρσος στη ίδια σου τη ζωή, και το συννεφάκι πάνω από το κεφάλι σου, που μήνες τώρα σου έκρυβε τον ήλιο, διαλύεται μαγικά. Και τότε αλλάζεις, τόσο απλά και τόσο όμορφα. Επειδή διαπιστώνεις πως όσο χρόνο κι αν αφιερώσει κάποιος στη συναρμολόγηση ενός παζλ, ο κόπος του παραμένει άκαρπος αν του λείπει κάποιο από τα κομμάτια.
Κλείνεις, λοιπόν, το κεφάλαιο της άσκοπης αναμονής σου απλώς επειδή βαρέθηκες να ματαιοπονείς. Το ξενέρωμα δε σου προκαλεί θυμό, δε σε κάνει να μετανιώνεις που ξόδεψες άδικα τόσο χρόνο. Δεν αισθάνεσαι άδειος, δε λυπάσαι, ούτε νιώθεις κάποια απώλεια. Απλά λυτρώνεσαι κι αποδέχεσαι. Βάζεις ακόμα μια εμπειρία στο σάκο σου και μεγαλώνεις. Θέλει αποφασιστικότητα και νεύρο για να τα παρατάς, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται. Γνωρίζεις τον εαυτό σου. Το ξενέρωμα σε κάνει να ωριμάζεις, σου μαθαίνει να ζεις με την αλλαγή και να τη βλέπεις σαν ευκαιρία προσωπικής εξέλιξης κι όχι σαν κατάρα. Διαπιστώνεις πως, τελικά, ίσως ο καλύτερος γιατρός δεν είναι ο χρόνος, αλλά ο ίδιος σου ο εαυτός.
Το ξενέρωμα σου δίνει δύναμη. Εκείνη τη μαγική στιγμή ξαναγεννιέσαι· δε γίνεσαι αναίσθητος, γίνεσαι απλώς εξυπνότερος. Καταλαβαίνεις πως δε χρειάζεσαι μια προαγωγή για να αποδείξεις στον περίγυρό σου πως αξίζεις, κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη και δε του θυμώνεις πια για την πεταχτή του κοιλίτσα, βλέπεις τον/την πρώην σου να ξεπέφτει και συνειδητοποιείς πως δεν περιβάλλεται πλέον από την αχλή τελειότητας με την οποία αυθαίρετα τον/την έντυνες τόσα χρόνια. Μαθαίνεις να βασίζεις την ευτυχία σου στον εαυτό σου, κι έτσι δεν μπορεί να σου την πάρει κανένας.
Ξενερώνεις, και δεν υπάρχει συναίσθημα πιο απελευθερωτικό από αυτό. Επειδή τον άνθρωπο που κατανοεί πως αξίζει παραπάνω δεν τον σταματάει καμία δύναμη στη γη. Κι ακόμα κι αν διστάσεις λίγο πριν την απόφασή σου να παρατήσεις ένα όνειρο στη μέση, να θυμάσαι πως κανένας πόνος δε συγκρίνεται με τον πόνο που κρύβουν η αναμονή και η ανασφάλεια. Να μάθεις να ξενερώνεις για να βλέπεις την προσωπική σου ευδαιμονία ως στόχο κι ως μέσο για το χτίσιμο της ζωής σου. Επειδή, ξέρεις, δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη στον κόσμο από το να θριαμβεύεις ενάντια στον ίδιο σου τον εαυτό.
Περιμένεις όμως πολύ. Ο χρόνος σε προσπερνάει προκλητικά, κι εσύ εκεί, απλώς να επιβιώνεις, προσδοκώντας αδιαμαρτύρητα τα καλύτερα, που πάντα είναι στο δρόμο. Ο επιμένων νικά δε λένε; Ε, λοιπόν, εσύ βάλθηκες να δείξεις σε όλους τι σημαίνει «επιμένων». Λες και κάποιος σου έχει εγγυηθεί πως η ιώβεια υπομονή αποδίδει πάντα καρπούς. Δεν παραλείπεις να παρηγορείς τον εαυτό σου λέγοντάς του χαριτωμένες δικαιολογίες, τύπου «όλα για κάποιο λόγο γίνονται», και συνεχίζεις να αναμένεις αγόγγυστα.
Ώσπου, σταδιακά, αρχίζεις να εξαντλείσαι, να κουράζεσαι και να αγανακτείς. Άλλωστε δεν υπάρχει πόλεμος πιο εξουθενωτικός από την ασταμάτητη πάλη του μυαλού με υποθέσεις, προσδοκίες και σενάρια που οι άνθρωποι αυτοβούλως επιβάλουν στον ίδιο τους τον ψυχισμό. Ξαφνικά, παρατηρείς το εγώ σου ταλαιπωρημένο κι αναρωτιέσαι αν το παράκανες. Συνειδητοποιείς πως ίσως το να θέτεις τον εαυτό σου προτεραιότητα δεν είναι απαραίτητα εγωιστικό, αλλά επιτακτικό για τη διατήρηση των ψυχικών σου ισορροπιών. Και ξαφνικά όλα μοιάζουν κάπως πιο εύκολα.
Έρχεται, λοιπόν, εκείνη η μαγική στιγμή που καταλαβαίνεις τη διαφορά ανάμεσα στο «τα παρατάω» και το «ως εδώ», και τραντάζεται ευχάριστα το μουδιασμένο σου σύμπαν. Είναι εκείνη η καθηλωτική στιγμή του κεραυνοβόλου ξενερώματος, που ίσως είναι και η μοναδική αίσθηση που αξίζει να σε κάνει να ξαναπιστέψεις στα θαύματα.
Τα παρατάς. Ξυπνάς μια μέρα κι αποφασίζεις πως δε θέλεις πια να αισθάνεσαι ούτε σκατά, ούτε κομπάρσος στη ίδια σου τη ζωή, και το συννεφάκι πάνω από το κεφάλι σου, που μήνες τώρα σου έκρυβε τον ήλιο, διαλύεται μαγικά. Και τότε αλλάζεις, τόσο απλά και τόσο όμορφα. Επειδή διαπιστώνεις πως όσο χρόνο κι αν αφιερώσει κάποιος στη συναρμολόγηση ενός παζλ, ο κόπος του παραμένει άκαρπος αν του λείπει κάποιο από τα κομμάτια.
Κλείνεις, λοιπόν, το κεφάλαιο της άσκοπης αναμονής σου απλώς επειδή βαρέθηκες να ματαιοπονείς. Το ξενέρωμα δε σου προκαλεί θυμό, δε σε κάνει να μετανιώνεις που ξόδεψες άδικα τόσο χρόνο. Δεν αισθάνεσαι άδειος, δε λυπάσαι, ούτε νιώθεις κάποια απώλεια. Απλά λυτρώνεσαι κι αποδέχεσαι. Βάζεις ακόμα μια εμπειρία στο σάκο σου και μεγαλώνεις. Θέλει αποφασιστικότητα και νεύρο για να τα παρατάς, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται. Γνωρίζεις τον εαυτό σου. Το ξενέρωμα σε κάνει να ωριμάζεις, σου μαθαίνει να ζεις με την αλλαγή και να τη βλέπεις σαν ευκαιρία προσωπικής εξέλιξης κι όχι σαν κατάρα. Διαπιστώνεις πως, τελικά, ίσως ο καλύτερος γιατρός δεν είναι ο χρόνος, αλλά ο ίδιος σου ο εαυτός.
Το ξενέρωμα σου δίνει δύναμη. Εκείνη τη μαγική στιγμή ξαναγεννιέσαι· δε γίνεσαι αναίσθητος, γίνεσαι απλώς εξυπνότερος. Καταλαβαίνεις πως δε χρειάζεσαι μια προαγωγή για να αποδείξεις στον περίγυρό σου πως αξίζεις, κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη και δε του θυμώνεις πια για την πεταχτή του κοιλίτσα, βλέπεις τον/την πρώην σου να ξεπέφτει και συνειδητοποιείς πως δεν περιβάλλεται πλέον από την αχλή τελειότητας με την οποία αυθαίρετα τον/την έντυνες τόσα χρόνια. Μαθαίνεις να βασίζεις την ευτυχία σου στον εαυτό σου, κι έτσι δεν μπορεί να σου την πάρει κανένας.
Ξενερώνεις, και δεν υπάρχει συναίσθημα πιο απελευθερωτικό από αυτό. Επειδή τον άνθρωπο που κατανοεί πως αξίζει παραπάνω δεν τον σταματάει καμία δύναμη στη γη. Κι ακόμα κι αν διστάσεις λίγο πριν την απόφασή σου να παρατήσεις ένα όνειρο στη μέση, να θυμάσαι πως κανένας πόνος δε συγκρίνεται με τον πόνο που κρύβουν η αναμονή και η ανασφάλεια. Να μάθεις να ξενερώνεις για να βλέπεις την προσωπική σου ευδαιμονία ως στόχο κι ως μέσο για το χτίσιμο της ζωής σου. Επειδή, ξέρεις, δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη στον κόσμο από το να θριαμβεύεις ενάντια στον ίδιο σου τον εαυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου