Αχάριστοι είναι οι άνθρωποι.
Ηλίθια φέρονται και πληγώνουν κάθε πλάσμα στο διάβα τους. Δεν ξέρουν να δέχονται το καλό. Δε φαντάζονται πως ότι είναι δίπλα τους είναι το ιδανικό. Αχάριστοι είναι και ανέντιμοι. Τίποτα δεν τους είναι αρκετό και κανείς δεν τους κάνει ευτυχισμένους.
Έως ότου φύγει. Μέχρι τη μέρα που θα ψάχνουν εκείνο που δεν τους ικανοποιούσε. Τη μέρα που δε θα είναι τίποτα δίπλα τους. Ούτε αυτό που θεωρούσαν δεδομένο. Τότε θα δουν πως, τελικά, ήταν το μοναδικό που ήθελαν.
Οι άνθρωποι δε θα σου πουν ποτέ ευχαριστώ. Δε θα παραδεχτούν ποτέ πως η ζωή τους είναι έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Δεν τους γεμίζει κανείς. Καμία αγάπη δεν είναι τέλεια. Κανείς έρωτας δεν είναι ιδανικός. Κανένας δεν είναι αυτός που τους αξίζει. Όποια κι αν είναι η πλευρά που βλέπουν, στιγμή δε θα καταλάβουν τι θέλουν και τι όχι. Ώσπου να το χάσουν, το ξαναλέω.
Όμοια με αυτούς κι εσύ…
Τα μάτια σου είναι τυφλά. Δε θες να κοιτάξεις δίπλα σου και να παραδεχθείς πως το έχεις ήδη. Εκεί είναι αυτό που φτιάχτηκε για να σε γεμίσει. Κοντά σου έχεις εκείνο που το λένε “μισό”. Δικό σου είναι και το περιμένουν στη γωνία να στο κατασπαράξουν. Αλλά για σένα δε μετρά.
Γιατί, καλέ μου; Ξέρω δεν είσαι μόνο εσύ.
Έχω δει να πέφτουν και να ζητούν συγνώμη. Έχω διαβάσει σε ιστορίες για εκείνους που τους κάνει παρέα η μοναξιά, μιας κι έχασαν αυτό που δεν εκτίμησαν. Τους έχω συναντήσει εκείνους που αναπολούν το παρελθόν κι εύχονται να το άλλαζαν. Εύχονται να μπορούσαν να εκτιμήσουν το δεδομένο.
Μα όσα κι αν δω ή ακούσω, ένα μόνο δεν κατάλαβα. Γιατί είμαστε αχάριστοι οι άνθρωποι; Γιατί δεν μπορεί να μας προειδοποιήσει η ζωή; Γιατί να μη ξέρουμε τι μέλλει να μετανιώσουμε; Γιατί αφήνουμε τόσο εύκολα τους ανθρώπους να φεύγουν;
Δε θα σου πω να αλλάξεις. Γεννιέται ο άνθρωπος, μάτια μου. Άνοιξε τα μάτια σου, θα σου πω. Δε θες να γυρίζεις το μυαλό σου και να μετράς τι έχασες.
Ότι έφυγε, δε γυρνάει.
Μια φορά σου χαρίζεται η ζωή. Τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Κανείς δεν είναι για πάντα.
Ηλίθια φέρονται και πληγώνουν κάθε πλάσμα στο διάβα τους. Δεν ξέρουν να δέχονται το καλό. Δε φαντάζονται πως ότι είναι δίπλα τους είναι το ιδανικό. Αχάριστοι είναι και ανέντιμοι. Τίποτα δεν τους είναι αρκετό και κανείς δεν τους κάνει ευτυχισμένους.
Έως ότου φύγει. Μέχρι τη μέρα που θα ψάχνουν εκείνο που δεν τους ικανοποιούσε. Τη μέρα που δε θα είναι τίποτα δίπλα τους. Ούτε αυτό που θεωρούσαν δεδομένο. Τότε θα δουν πως, τελικά, ήταν το μοναδικό που ήθελαν.
Οι άνθρωποι δε θα σου πουν ποτέ ευχαριστώ. Δε θα παραδεχτούν ποτέ πως η ζωή τους είναι έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Δεν τους γεμίζει κανείς. Καμία αγάπη δεν είναι τέλεια. Κανείς έρωτας δεν είναι ιδανικός. Κανένας δεν είναι αυτός που τους αξίζει. Όποια κι αν είναι η πλευρά που βλέπουν, στιγμή δε θα καταλάβουν τι θέλουν και τι όχι. Ώσπου να το χάσουν, το ξαναλέω.
Όμοια με αυτούς κι εσύ…
Τα μάτια σου είναι τυφλά. Δε θες να κοιτάξεις δίπλα σου και να παραδεχθείς πως το έχεις ήδη. Εκεί είναι αυτό που φτιάχτηκε για να σε γεμίσει. Κοντά σου έχεις εκείνο που το λένε “μισό”. Δικό σου είναι και το περιμένουν στη γωνία να στο κατασπαράξουν. Αλλά για σένα δε μετρά.
Γιατί, καλέ μου; Ξέρω δεν είσαι μόνο εσύ.
Έχω δει να πέφτουν και να ζητούν συγνώμη. Έχω διαβάσει σε ιστορίες για εκείνους που τους κάνει παρέα η μοναξιά, μιας κι έχασαν αυτό που δεν εκτίμησαν. Τους έχω συναντήσει εκείνους που αναπολούν το παρελθόν κι εύχονται να το άλλαζαν. Εύχονται να μπορούσαν να εκτιμήσουν το δεδομένο.
Μα όσα κι αν δω ή ακούσω, ένα μόνο δεν κατάλαβα. Γιατί είμαστε αχάριστοι οι άνθρωποι; Γιατί δεν μπορεί να μας προειδοποιήσει η ζωή; Γιατί να μη ξέρουμε τι μέλλει να μετανιώσουμε; Γιατί αφήνουμε τόσο εύκολα τους ανθρώπους να φεύγουν;
Δε θα σου πω να αλλάξεις. Γεννιέται ο άνθρωπος, μάτια μου. Άνοιξε τα μάτια σου, θα σου πω. Δε θες να γυρίζεις το μυαλό σου και να μετράς τι έχασες.
Ότι έφυγε, δε γυρνάει.
Μια φορά σου χαρίζεται η ζωή. Τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Κανείς δεν είναι για πάντα.