Στις συντροφικές σχέσεις υφίστανται δύο διαφορετικές πλευρές της δέσμευσης. Η κοινωνική και η προσωπική.
Η κοινωνική δέσμευση αναφέρεται στον κοινωνικό περίγυρο που προσφέρει την επισημοποιηση της σχέσης. Πρόκειται για την υπογραφή ενός συμβολαίου, αντίστοιχου προς τα συμβόλαια ανάληψης εργασίας ή προς τα συμβόλαια που πιστοποιούν οικονομικές συναλλαγές.
Το κοινωνικό συμβόλαιο που καλείται να επισημοποιήσει την συντροφική συνύπαρξη, εξασφαλίζει τα θέματα που αφορούν την σχέση με την κοινωνία. Ταυτόχρονα, όμως, είναι εντελώς ανίκανο να εξασφαλίσει την τρυφερότητα, την εκτίμηση, τον πόθο, την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό.
Η προσωπική δέσμευση εκπηγάζει από την έλξη προς τον σύντροφο και την πληρότητα της σχέσης, που καταγράφονται ως σημαντικά στοιχεία της προσωπικής ολοκλήρωσης.
Η προσωπική δέσμευση δεν γίνεται αντιληπτή ως υποχρέωση, ούτε καν ως δέσμευση, αλλά αντιπροσωπεύει την προσωπική αίσθηση ότι ο ίδιος είναι μέρος της σχέσης και δεν είναι διατεθειμένος να χάσει αυτό το προνόμιο. Η προσωπική αίσθηση πληρότητας και η βεβαιότητα για την σημαντικότητα ης σχέσης οδηγούν τους συντρόφους να θέλουν να φωνάξουν, να το διαλαλήσουν και να το μοίραστούν με όλους.
Στα πλαίσια αυτά ο γάμος τους δεν συνιστά μια τυπική κοινωνική συνθήκη, η τελετή δεν αποτελεί ένα κοινωνικό event με πολλά στοιχεία show, αλλά μια έκρηξη χαράς από το συντελούμενο γεγονός της συνύπαρξής τους.
Το κάλεσμα και η αναφορά στους γονείς, στα αδέλφια, στους συγγενείς, στους φίλους, στον θεόI στα άλλα σημαντικά πρόσωπα της ζωής τους Μστά πρόσκληση συμμετοχής στη χαρά του γάμου και επίκληση των ευχών τους που θα τους συνοδεύουν στο διηνεκές του απαιτητικού ταξιδιού. Με την βεβαιότητα ότι οι ίδιοι και η σχέση τους δεν είναι μόνοι και αποκομμένοι, αλλά ότι μετέχουν σε ιια πανανθρώπινη κοινότητα στην οποία υπάρχουν πολλά αγαπημένα πρόσωπα, που τους περιβάλλουν με την αγάπη τους.
Η παρατεταμένη αναστολή της δέσμευσης στην ερωτική σχέση δεν οδηγεί στην ελευθερία, αλλά στην απόκλειση της ερωτικής επιθυμίας. Η άρνηση Γης υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: «Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω».
Ο φόβος εξ άλλου για την δέσμευση εδραιώνεται σαν μια παιδική παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που δεν θέλει να χάσει τίποτα και που θεωρεί ότι μπορεί να τα έχει όλα. Επομένως, αν επιλέξει ένα πρόσωπο για σχέση ζωής, θα απολέσει την δυνατότητα να σχετιστεί με άλλα.
Η γνωστή ερώτηση: «Και πώς μπορώ να ξέρω, αν εκείνος είναι που μου ταιριάζει καλύτερα, και όχι κάποιος άλλος που δεν τον έχω γνωρίσει ακόμη;», είναι συνεπής με την αφελή σκέψη ότι υπάρχει το ακριβώς αντίστοιχο μοναδικό κομμάτι του παζλ που πρέπει να ανα καλύψουμε.
Η απάντηση αντιστοιχεί να είναι το ίδιο αφελής: « Εχεις δίκιο! Ας ψάξεις λοιπόν και στην Νότια Αμερική και στα απομακρυσμένα χωριά της Κίνας και όπνου άλλον θα μπορούσε να υπάρχει κάποια πιθανότητα, αλλά ίσως στα 85 ανακαλύψεις 6η αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες!»
Ο φόβος επομένως για δέσμευση συχνά δεν αφορά την ανασφάλεια για το πρόσωπο του άλλου, αλλά την ανασφάλεια για την προσωπική σου ικανότητα να αναλάβεις το απαιτητικό ταξίδι της δια-κινδύνευσης, που απαιτεί δυνατά σκαριά.
Μια ξενέρωτη ισοπεδωμένη κατάσταση, όπου η ανυπαρξία πάθους εκκινεί από την εσωτερική χλιαρή διάθεση και συνεχίζει στην «ερωτική» σχέση, επιστρέφει ακόμη πιο μίζερα στον εαυτό, ώστε να αφαιρέσει κάθε ίχνος ζωής.
Αυτός που δυσκολεύεται να δεσμευτεί, τελικά είναι θύτης και θύμα της άρνησής του να κάνει μια επιλογή που να μπορεί να τον διακινήσει. Η κενότητα γίνεται ο οριστικός σύντροφος, καθώς η χρονιά αναβολή της δέσμευσης στον έρωτα οδηγεί τελεσίδικα στην οριστική ματαίωση της ερωτικότητας.
Εκείνος που αποδέχεται μια τέτοια χλιαρή σχέση, χάνει και ο ίδιος την ερωτικότητά του και καταλήγει ζητιάνος που εκλιπαρεί. Η τέχνη της αναβολής στη δέσμευση γνωρίζει τον τρόπο να μεταφέρει την προσωπική ανεπάρκεια για ερωτικό πάθος στον άλλο, ο οποίος καταγράφεται ως ανίκανος να γοητεύσει ή «λίγος», που ζητά την εξασφάλιση.
Η κοινωνική δέσμευση αναφέρεται στον κοινωνικό περίγυρο που προσφέρει την επισημοποιηση της σχέσης. Πρόκειται για την υπογραφή ενός συμβολαίου, αντίστοιχου προς τα συμβόλαια ανάληψης εργασίας ή προς τα συμβόλαια που πιστοποιούν οικονομικές συναλλαγές.
Το κοινωνικό συμβόλαιο που καλείται να επισημοποιήσει την συντροφική συνύπαρξη, εξασφαλίζει τα θέματα που αφορούν την σχέση με την κοινωνία. Ταυτόχρονα, όμως, είναι εντελώς ανίκανο να εξασφαλίσει την τρυφερότητα, την εκτίμηση, τον πόθο, την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό.
Η προσωπική δέσμευση εκπηγάζει από την έλξη προς τον σύντροφο και την πληρότητα της σχέσης, που καταγράφονται ως σημαντικά στοιχεία της προσωπικής ολοκλήρωσης.
Η προσωπική δέσμευση δεν γίνεται αντιληπτή ως υποχρέωση, ούτε καν ως δέσμευση, αλλά αντιπροσωπεύει την προσωπική αίσθηση ότι ο ίδιος είναι μέρος της σχέσης και δεν είναι διατεθειμένος να χάσει αυτό το προνόμιο. Η προσωπική αίσθηση πληρότητας και η βεβαιότητα για την σημαντικότητα ης σχέσης οδηγούν τους συντρόφους να θέλουν να φωνάξουν, να το διαλαλήσουν και να το μοίραστούν με όλους.
Στα πλαίσια αυτά ο γάμος τους δεν συνιστά μια τυπική κοινωνική συνθήκη, η τελετή δεν αποτελεί ένα κοινωνικό event με πολλά στοιχεία show, αλλά μια έκρηξη χαράς από το συντελούμενο γεγονός της συνύπαρξής τους.
Το κάλεσμα και η αναφορά στους γονείς, στα αδέλφια, στους συγγενείς, στους φίλους, στον θεόI στα άλλα σημαντικά πρόσωπα της ζωής τους Μστά πρόσκληση συμμετοχής στη χαρά του γάμου και επίκληση των ευχών τους που θα τους συνοδεύουν στο διηνεκές του απαιτητικού ταξιδιού. Με την βεβαιότητα ότι οι ίδιοι και η σχέση τους δεν είναι μόνοι και αποκομμένοι, αλλά ότι μετέχουν σε ιια πανανθρώπινη κοινότητα στην οποία υπάρχουν πολλά αγαπημένα πρόσωπα, που τους περιβάλλουν με την αγάπη τους.
Η παρατεταμένη αναστολή της δέσμευσης στην ερωτική σχέση δεν οδηγεί στην ελευθερία, αλλά στην απόκλειση της ερωτικής επιθυμίας. Η άρνηση Γης υπεράσπισης της επιλογής σου, είναι η επιλογή της ανέραστης στάσης: «Δεν φεύγω, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θέλω να παραμείνω».
Ο φόβος εξ άλλου για την δέσμευση εδραιώνεται σαν μια παιδική παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που δεν θέλει να χάσει τίποτα και που θεωρεί ότι μπορεί να τα έχει όλα. Επομένως, αν επιλέξει ένα πρόσωπο για σχέση ζωής, θα απολέσει την δυνατότητα να σχετιστεί με άλλα.
Η γνωστή ερώτηση: «Και πώς μπορώ να ξέρω, αν εκείνος είναι που μου ταιριάζει καλύτερα, και όχι κάποιος άλλος που δεν τον έχω γνωρίσει ακόμη;», είναι συνεπής με την αφελή σκέψη ότι υπάρχει το ακριβώς αντίστοιχο μοναδικό κομμάτι του παζλ που πρέπει να ανα καλύψουμε.
Η απάντηση αντιστοιχεί να είναι το ίδιο αφελής: « Εχεις δίκιο! Ας ψάξεις λοιπόν και στην Νότια Αμερική και στα απομακρυσμένα χωριά της Κίνας και όπνου άλλον θα μπορούσε να υπάρχει κάποια πιθανότητα, αλλά ίσως στα 85 ανακαλύψεις 6η αυτός που σου ταίριαζε ήταν ο νεανικός έρωτας που δεν υπερασπίστηκες!»
Ο φόβος επομένως για δέσμευση συχνά δεν αφορά την ανασφάλεια για το πρόσωπο του άλλου, αλλά την ανασφάλεια για την προσωπική σου ικανότητα να αναλάβεις το απαιτητικό ταξίδι της δια-κινδύνευσης, που απαιτεί δυνατά σκαριά.
Μια ξενέρωτη ισοπεδωμένη κατάσταση, όπου η ανυπαρξία πάθους εκκινεί από την εσωτερική χλιαρή διάθεση και συνεχίζει στην «ερωτική» σχέση, επιστρέφει ακόμη πιο μίζερα στον εαυτό, ώστε να αφαιρέσει κάθε ίχνος ζωής.
Αυτός που δυσκολεύεται να δεσμευτεί, τελικά είναι θύτης και θύμα της άρνησής του να κάνει μια επιλογή που να μπορεί να τον διακινήσει. Η κενότητα γίνεται ο οριστικός σύντροφος, καθώς η χρονιά αναβολή της δέσμευσης στον έρωτα οδηγεί τελεσίδικα στην οριστική ματαίωση της ερωτικότητας.
Εκείνος που αποδέχεται μια τέτοια χλιαρή σχέση, χάνει και ο ίδιος την ερωτικότητά του και καταλήγει ζητιάνος που εκλιπαρεί. Η τέχνη της αναβολής στη δέσμευση γνωρίζει τον τρόπο να μεταφέρει την προσωπική ανεπάρκεια για ερωτικό πάθος στον άλλο, ο οποίος καταγράφεται ως ανίκανος να γοητεύσει ή «λίγος», που ζητά την εξασφάλιση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου