Από τον τραγικό ποιητή Μοσχίωνα (3ο αι. π.χ.) σώζονται περίπου δέκα αποσπάσματα. Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι το εκτενέστερο σωζόμενο απόσπασμα του Μοσχίωνα.Παρακολουθεί την εξέλιξη από την αρχική κατάσταση αγριότητας, όταν οι άνθρωποι ζούσαν όπως τα ζώα, ως την κατάκτηση του πολιτισμού...
"Πρώτα όμως θα πάω πίσω και θα ξετυλίξω με τον λόγο
πώς άρχισε και πώς εδραιώθηκε ο θνητός βίος.
Ήτανε κάποτε μια εποχή που οι θνητοί
είχαν συνήθειες όμοιες με τα ζώα,
που κατοικούσαν σε σπηλιές πάνω στα όρη
και σε ανήλιαγα φαράγγια· γιατί δεν υπήρχε ακόμη
ούτε το στεγασμένο σπίτι ούτε η απλόχωρη πόλη
οχυρωμένη με πέτρινους πύργους.
Το γαμψό άροτρο δεν έσχιζε το σκούρο χώμα,
που τρέφει το καρπερό σιτάρι,
και το φιλόπονο σίδερο δεν φρόντιζε
τις χλοερές σειρές της βακχικής αμπέλου·
η γης ήτανε στείρα, σκληρή, αφιλόξενη.
Η σαρκοβόρος βρώση τους πρόσφερε αλληλοκτόνα δείπνα.
Ο νόμος ήταν ανίσχυρος, η βία μοιραζόταν τον θρόνο με τον Δία·
τον αδύναμο τον κατασπάραζαν οι ισχυρότεροι.
Όταν όμως ο χρόνος, που γεννάει και τρέφει τα πάντα,
έστρεψε τον θνητό βίο σε δρόμο αντίστροφο,
είτε επιστρατεύοντας τον στοχασμό του Προμηθέα
είτε την ανάγκη είτε με τη μακρόχρονη τριβή
καθιστώντας διδάσκαλο την ίδια τη φύση.
Τότες ευρέθη ο καρπός της ήμερης τροφής της αγνής Δήμητρας,
ευρέθηκε η γλυκιά πηγή του Βάκχου,
η γη, έως τότε άσπαρτη,
οργωνόταν ήδη από βόδια που σέρνανε τον ζυγό·
ύψωσαν πόλεις με τείχη και πύργους,
έχτισαν στεγασμένα σπίτια
και από τον άγριο βίο οδηγήθηκαν στην ήμερη διαβίωση.
Από τότε όρισε ο νόμος να σκεπάζουν με τάφους όσους πεθαίνουν
και στους άθαφτους νεκρούς να προσφέρουν τον κλήρο της σκόνης
που δικαιούνται
και να μην αφήνουν μπροστά στα μάτια των ανθρώπων
την ασεβή ανάμνηση των αλλοτινών δείπνων."
"Πρώτα όμως θα πάω πίσω και θα ξετυλίξω με τον λόγο
πώς άρχισε και πώς εδραιώθηκε ο θνητός βίος.
Ήτανε κάποτε μια εποχή που οι θνητοί
είχαν συνήθειες όμοιες με τα ζώα,
που κατοικούσαν σε σπηλιές πάνω στα όρη
και σε ανήλιαγα φαράγγια· γιατί δεν υπήρχε ακόμη
ούτε το στεγασμένο σπίτι ούτε η απλόχωρη πόλη
οχυρωμένη με πέτρινους πύργους.
Το γαμψό άροτρο δεν έσχιζε το σκούρο χώμα,
που τρέφει το καρπερό σιτάρι,
και το φιλόπονο σίδερο δεν φρόντιζε
τις χλοερές σειρές της βακχικής αμπέλου·
η γης ήτανε στείρα, σκληρή, αφιλόξενη.
Η σαρκοβόρος βρώση τους πρόσφερε αλληλοκτόνα δείπνα.
Ο νόμος ήταν ανίσχυρος, η βία μοιραζόταν τον θρόνο με τον Δία·
τον αδύναμο τον κατασπάραζαν οι ισχυρότεροι.
Όταν όμως ο χρόνος, που γεννάει και τρέφει τα πάντα,
έστρεψε τον θνητό βίο σε δρόμο αντίστροφο,
είτε επιστρατεύοντας τον στοχασμό του Προμηθέα
είτε την ανάγκη είτε με τη μακρόχρονη τριβή
καθιστώντας διδάσκαλο την ίδια τη φύση.
Τότες ευρέθη ο καρπός της ήμερης τροφής της αγνής Δήμητρας,
ευρέθηκε η γλυκιά πηγή του Βάκχου,
η γη, έως τότε άσπαρτη,
οργωνόταν ήδη από βόδια που σέρνανε τον ζυγό·
ύψωσαν πόλεις με τείχη και πύργους,
έχτισαν στεγασμένα σπίτια
και από τον άγριο βίο οδηγήθηκαν στην ήμερη διαβίωση.
Από τότε όρισε ο νόμος να σκεπάζουν με τάφους όσους πεθαίνουν
και στους άθαφτους νεκρούς να προσφέρουν τον κλήρο της σκόνης
που δικαιούνται
και να μην αφήνουν μπροστά στα μάτια των ανθρώπων
την ασεβή ανάμνηση των αλλοτινών δείπνων."
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου