«Στήριξα πάνω στον Κώστα κάθε μου στιγμή. Μαζί του να κάνω τα πάντα. Ακόμα και τίποτα να μη γινόταν, ακόμα και να μην κάναμε τίποτα. Ακόμα και αν είχα βαρεθεί. Πάμε εκδρομή; Πάμε, αν και ήδη βαριόμουν. Αλλά δεν μπορούσα. Είχα εγκλωβιστεί τελείως. Κάτι σαν εθισμός. Εξάρτηση. Έφτιαξα μια εξαρτητική σχέση. Και έγινα «ζητιάνος αγάπης». Έφαγα την τυρόπιτα μέχρι τέλους με το ζόρι, ακόμα και αν δε μου άρεσε η γεύση της. Ήθελα να μου καλύψει το κενό μου. Γιατί δεν μπορούσα καθόλου να μείνω μόνη; Γιατί δεν ήθελα πια να έρχομαι αντιμέτωπη με την αλήθεια. Με κανένα είδους αλήθειας για τον εαυτό μου και τη ζωή. Ήθελα να ζήσω την πλάνη..».
Όταν- συχνά σπάνια- ο δυνατός έρωτας σου χτυπήσει την πόρτα, ακολουθεί συνήθως μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής σου: χαράς, ζωντάνιας, δημιουργικής διάθεσης. Σαν για λίγο να βλέπεις τον κόσμο από άλλη ματιά, όπως όταν ήσουν παιδί, πιο αισιόδοξα, πιο ανάλαφρα, με ανοικτότητα και ενδιαφέρον. Σαν η ζωή σου να αποκτά αληθινό νόημα.
Ο καιρός όμως περνά, και αργά ή γρήγορα αυτή η χαρά αρχίζει στις περισσότερες- για να μην πούμε σε όλες τις περιπτώσεις να φθίνει και να μετατρέπεται σταδιακά σε άλλου είδους συναισθήματα, όχι και τόσο ευχάριστα πάντα.
Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, όπου ο έρωτας οδήγησε σε μόνιμη σχέση, συχνά ξυπνάει κάποιος μια μέρα και αναρωτιέται: «τι κάνω με αυτόν τον άνθρωπο δίπλα μου;» «πού πήγε ο έρωτάς μας εκείνων των ημερών;» «πώς καταντήσαμε έτσι;», «πού έχει χαθεί ο εαυτός μου; Δεν με αναγνωρίζω» «γιατί ενώ βαριέμαι ζηλεύω και δεν μπορώ να χωρίσω με τίποτα;». Και άλλου είδους τέτοια ερωτήματα.
Φαίνεται ότι συχνά μένουμε με τον σύντροφο που κάποτε ερωτευτήκαμε τρελά από αγάπη, μένοντας- στην καλύτερη μάλλον περίπτωση- σε μια ανικανοποίητη κατάσταση ρουτίνας και συνήθειας γιατί «τον/την αγαπάμε πραγματικά».
Με κάποιον όμως που συζείς για αρκετά χρόνια, σίγουρα θα υπάρξουν και δυσκολότερες καταστάσεις εκτός της συνήθειας: τσακωμοί, διαφωνίες, διαφορετικές νοοτροπίες, διαφορετικές στάσεις και ενίοτε μιζέρια, καταπίεση. Τα οποία μάλλον βάζουμε τον εαυτό μας να τα ανέχεται εις το όνομα αυτής της «πραγματικής» αγάπης. Άλλωστε, πού να πάς πια; Ξανά από την αρχή; Δεν είσαι πια και στην ηλικία να αλλάζεις συντρόφους κάθε τρεις και λίγο. Ακούς και τα πλέον τετριμμένα κλισέ «οι σχέσεις θέλουν δουλειά , φροντίδα και προσπάθεια και από τους δύο» και πείθεις τον εαυτό σου να προσπαθήσει.
Δεν θα ήθελα στο κείμενο αυτό να μιλήσω όμως για το τι πρέπει ή όχι να κάνεις για να κρατήσεις τη σχέση σου ζωντανή, ούτε να εκφέρω άποψη για το αν είναι αυτό λειτουργικό ή όχι.
Θέλω να μοιραστώ κάποιες σκέψεις για τη φύση των ερωτικών σχέσεων και ίσως να σου δώσω ένα έναυσμα να αναλογιστείς σε σχέση με τον εαυτό σου.
Ας ρίξουμε μια πιο γενική ματιά πρώτα.
Ο άνθρωπος και το προσωπικό του υπαρξιακό «δράμα»
Κάθε άνθρωπος, είναι μια «παθολογία». Μα η λέξη παθολογία, δεν μου αρέσει. Είναι μια λέξη περιοριστική στις μνήμες που φέρνει στο μυαλό. Το τι είναι παθολογία, είναι πάρα πολύ ρευστό. Θα λέγαμε λοιπόν ίσως καλύτερα, ότι κάθε άνθρωπος έχει το υπαρξιακό του δράμα. Ή κάτι τέτοιο. Κάθε άνθρωπος, είναι «τρελός». Είναι μια πολύπλοκη κατάσταση. Ειδικά τη δική σου τρέλα, δεν μπορείς να τη δεις με τίποτα. Παρά μόνο να έχεις εκλάμψεις συνειδητότητας και άνοιγμα επιπέδων συνείδησης. Ίσως ένας σοφός άνθρωπος έχει μεγάλο εύρος συνείδησης.
Και τελικά καταλαβαίνεις, ότι δεν έχει σημασία αν θα ονομάσεις την παθολογία παθολογία, τρέλα, πρόβλημα, ή ό,τιδήποτε άλλο. Ονόμασέ την όπως θες. Αυτή είναι μια υπαρξιακή κατάσταση. Ένα υπαρξιακό μονοπάτι που καλείσαι να διαβείς.
Το δράμα σου διαχέεται παντού, σε όλο σου το φάσμα, σε όλους τους ανθρώπους με τους οποίους σχετίζεσαι, σε όλες τις καταστάσεις στις οποίες είσαι μέσα, σε όλες τις φαντασιώσεις, σε όλες τις σκέψεις και σε όλα τα συναισθήματά σου. Βρίσκεται τόσο καλά εντυπωμένο σε κάθε κύτταρο του σώματός σου, το δράμα σου γίνεται «εσύ».
Όμως δεν είσαι μόνο το δράμα σου. Είσαι κάτι πολύ περισσότερο. Κάπου εκεί μέσα υπάρχει κάτι πραγματικά αυθεντικό. Είναι τόσο αυθεντικό που σ όλη σου τη ζωή το φοβάσαι, φοβάσαι να τ αγγίξεις. Αυτό το αυθεντικό, προκαλεί φόβο.
Συνάμα, δεν είσαι μόνο μια «παθολογική» κατάσταση, αλλά έχεις και ικανότητες, ταλέντα, ζωτικότητα καθώς και πάρα πολλή δύναμη μέσα σου, που συχνά δεν την αναγνωρίζεις.
Το να συνδεθείς πραγματικά με την πηγή δύναμης και αυθεντικότητας μέσα σου, σου προκαλεί φόβο. Φοβάσαι να τα αναγνωρίσεις. Να τα αγγίξεις. Γιατί αν τα αγγίξεις, καταρρέει όλο το οικοδόμημα με βάση το οποίο έχεις ορίσει το ποιος είσαι και το τι κάνεις. Έρχεσαι αντιμέτωπος με την κενότητα. Με το θάνατο. Όταν μπορείς να βιώνεις την κενότητα, τότε αυτόματα βιώνεις την ολότητα.
Η ολότητα είναι η κενότητα. Όταν λέμε κενός, δεν εννοούμε «τίποτα», αντίθετα εννοούμε «όλα».
Όταν φτάσεις στο σημείο να βιώνεις την υπαρξιακή σου κατάσταση, σημαίνει ότι είσαι ένας άνθρωπος πολύ τολμηρός.
Σημαίνει ότι μπορείς να χωράς ταυτόχρονα όλον τον πόνο και όλη την ομορφιά της ζωής. Έτσι, ούτε η λέξη κενότητα περιγράφει την έννοια του κενού. Το κενό είναι το «να υπάρχω», το να υπάρχω με τα πάντα.
Το υπαρξιακό μονοπάτι και η «φωτεινή μας» πηγή, πάνε μαζί στη ζωή.
Υπάρχουν ταυτόχρονα.
Ίσως το μεγαλύτερο στοίχημα της ζωής είναι να ισορροπούμε σε αυτό το «ταυτόχρονα», με τον πιο υγιή, ευχάριστο και δημιουργικό τρόπο.
Οι σχέσεις των ανθρώπων: όταν τα προσωπικά «δράματα» εμπλέκονται!
Αν όμως, ένας άνθρωπος δεν έχει καλά-καλά επίγνωση του ίδιου προσωπικού δράματος που παίζει, αν ο ίδιος δεν μπορεί να αντέξει να «υπάρξει» με τον εαυτό του, αν ο ίδιος δεν αναγνωρίζει την πηγή δύναμης και ζωτικότητας μέσα του, τότε τι γίνεται στις σχέσεις, όπου όλα συνυπάρχουν επί δύο;
Τι είναι αυτή η νέα οντότητα που δημιουργείται από δύο διαφορετικά σύμπαντα, η σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων;
Εκεί όπως καταλαβαίνετε και θα έχετε εξ εμπειρίας διαπιστώσει, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα!
«Είμαστε ζητιάνοι της αγάπης. Πολλοί άνθρωποι μπαίνουν σε μια σχέση γιατί ζητιανεύουν την αγάπη» (Osho),
Όταν διάβασα αυτό, μου είχε φανεί υπερβολικό. Μέχρι που το διαπίστωσα..εξ εμπειρίας!
Εκτός δηλαδή ότι «έπαιξα το δράμα μου» κανονικότατα και εν μέρει μόνο συνειδητοποιώντας το (αυτή είναι η καλή περίπτωση, να το συνειδητοποιείς εν μέρει ή να αναρωτιέσαι και να το ψάχνεις), διαπίστωσα εκ των υστέρων, ότι έψαχνα να βρω ουσιαστικά κάποιον να μου γεμίσει το κενό μου, μια παρηγοριά, μια αγκαλιά, ένα χάδι (αυτή ήταν η δική μου περίπτωση, άλλος μπορεί να αναζητά έναν θύτη/ένα θύμα, έναν «πατέρα»/μια «μητέρα», έναν δάσκαλο/ένα μαθητή κοκ).
Εκεί που δεν μπορούσα να το αντέξω, έτρεχα στην αγκαλιά, και απαιτούσα από τον άλλο να κάνει και να μου δώσει πράγματα, που εγώ η ίδια δεν μπορούσα να δώσω στον εαυτό μου. Και πώς κάποιος να με αντέξει, αν εγώ η ίδια δεν αντέχω τον εαυτό μου; Πώς να μου το λύσει αυτό το δράμα όλης μου της ζωής που εγώ δεν έχω κάνει τόσα χρόνια; Άσε που εμπλέκεται και το δικό του, περιπλεκόμαστε και στο τέλος βγαίνει ένας..αχταρμάς.
Σε κάποια φάση ξεχνάς ποιος είσαι, που πας, τι θέλεις και γιατί το θέλεις. Συγχέεσαι στην τρυφερή αγκαλιά και απολαμβάνεις τη λήθη, που πολύ μακριά βρίσκεται από την αλήθεια.
Για μένα, δεν είναι υπερβολή να αποδεχτώ πια ότι όλες οι ερωτικές σχέσεις, είναι μια αυταπάτη. Οι ερωτικές σχέσεις είναι η παθολογία σου. Μέσα από κάθε ερωτικό σύντροφο που διαλέγεις, διαλέγεις να δεις ένα κομμάτι της παθολογίας σου κάθε φορά. Κάθε σύντροφος είναι η επιλογή σου για να γνωρίσεις ένα κομμάτι της παθολογίας σου κάθε φορά.
Συχνά όταν εμείς οι άνθρωποι συζούμε με το σύντροφό μας, δημιουργούμε σχέση εξάρτησης. Δημιουργείται μια εξάρτηση της ζωής του ενός με τον άλλο. Κοινοί λογαριασμοί. Κοινά «συμφέροντα». Κοινοί «φίλοι και παρέες». Κοινό σπίτι. Όλα αυτά τα κοινά, δεν είναι πραγματικά κοινά με την έννοια ότι τα μοιράζεσαι γιατί απλώς τα προσφέρεις.
Φτιάχνεις με τον άλλο μια «συνομωσία» για να επιβιώσεις στον κόσμο. Είμαι μια συμφωνία για να αμυνθείς ενάντια στον κόσμο. Είναι μια συμφωνία, κρυφή, μυστική, ένα συμβόλαιο δύο ανθρώπων για να αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα και τη μοναξιά του κόσμου. Και τις οικονομικές τους καταστάσεις και τις αντιξοότητες της ζωής.
Συχνά συναντάμε οικογένειες- «φρούρια»: ο μόνος τόπος που μπορείς να δηλώσεις κάποια ταυτότητα, για να έχεις να λες ότι κάποιος είσαι. Και στην πραγματικότητα, είναι ένα λυπηρό φιάσκο. Μια λυπηρή συμμαχία. Μια απεγνωσμένη προσπάθεια να νομίζεις ότι έχεις αξία. Ένα λυπηρό σύμπλεγμα σχέσεων.
Κανείς δεν μπορεί πραγματικά να δώσει σε αυτές τις οικογένειες. Γιατί, αν θες πραγματικά να δώσεις, δίνεις από χαρά, και εκεί τελειώνει. Δεν δίνεις για να διατηρήσεις τη σύμβαση, για να είσαι κατοχυρωμένος, για να νιώσεις ασφάλεια, ή για να καλύψεις το ναρκισσισμό σου ή ένα κοινωνικό στάτους.
Χρειάζεται να αναθεωρήσουμε τον κοινωνικό θεσμό της οικογένειας, να βρούμε έναν καινούριο, πιο λειτουργικό τρόπο να δομούμε τις οικογένειές μας, αλλά αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα που θα χρειαστεί ένα δικό του άρθρο!
Τι κάνουμε λοιπόν με τα προσωπικά μας δράματα, τις σχέσεις, τις πλάνες και πώς θα βρούμε μια πιο αυθεντική χαρούμενη ζωή;
Χτίζοντας σχέσεις μεγαλύτερης επίγνωσης, λιγότερο εξαρτητικές ή σχέσεις ενήλικα προς ενήλικα
Όταν λέω ότι οι ερωτικές σχέσεις είναι μια αυταπάτη, σε καμιά περίπτωση δεν εννοώ ότι δεν θα πρέπει να συνάπτουμε ερωτικές σχέσεις, μόνο και μόνο γι αυτό. Μπες στη ζωή και ζήσε τη. Είναι η ευκαιρία σου. Αν αυτό γίνεται μέσα από ένα σύντροφο, ζήσε το μέσα από ένα σύντροφο. Αν αυτό γίνεται με το να μονάσεις, ζήσε με το να μονάσεις. Αυτό που έχει σημασία είναι η δράση.
Η δράση είναι η λύση σε οποιονδήποτε προβληματισμό. Μπες στη ζωή και ζήσε.
Πώς μπορούμε να φτιάχνουμε λοιπόν σχέσεις λιγότερο εξαρτητικές και περισσότερο αυθεντικές;
Πώς μπορώ να συνδεθώ μαζί σου με έναν αυθεντικό και δημιουργικό τρόπο;
Συχνά προσπαθούμε είτε «να σώσουμε», είτε να αλλάξουμε τον άλλο.
Και οι δύο αυτές στάσεις συνιστούν αποτυχία από το να συνδεθούμε με τον άλλο πραγματικά. Που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα υποβιβάζουμε την αξία και τη δυνατότητα του άλλου. Τη δυνατότητά του να υπάρξει ως υπεύθυνος ενήλικας με τις επιλογές που κάνει κάθε φορά ακόμα και αν είναι διαφορετικός από εμάς ή δεν μας ταιριάζουν οι επιλογές του.
Από την άλλη, υπάρχει ένας άλλος τρόπος σύνδεσης με τον άλλο: ως ενήλικας προς ενήλικα. Από μια στάση, είμαι ok είσαι ok
Θα παραλληλίσω αυτή τη μορφή σύνδεσης με τη σχέση «θεραπευτή» και «θεραπευόμενου» από τη διαδικασία της ψυχοθεραπείας.
Ο «θεραπευτής» είναι στην πραγματικότητα ένας φιλικός συνταξιδιώτης. Στο ταξίδι που κάνεις βιώνοντας την υπαρξιακή σου κατάσταση. Κάποιος που σχετίζεται ή προσπαθεί να σχετίζεται με σένα και την υπαρξιακή σου κατάσταση:
«Απλώς είμαι μαζί σου, εκεί όταν αντικρίζεις και ανακαλύπτεις τις «σκιές» σου. Απλώς περπατώ πλάι σου, όταν διαβαίνεις πάνω στις σκιές σου.
Τίποτα δεν μπορώ να κάνω για σένα, απολύτως. Εκτός από το να στέκομαι παραδίπλα και να αποστομώνομαι και εγώ όταν αποστομώνεσαι με τις ανακαλύψεις σου, από το να παρατηρώ τον πόνο σου όταν πονάς και από το να συνδέομαι με τη ζωή σου, όταν συνδέεσαι με το φως σου και τότε να χαίρομαι μαζί σου.
Μόνο αυτό λοιπόν μπορώ να κάνω ως «θεραπευτής». Να είμαι ένας φιλικός συνοδοιπόρος. Και να είμαι κάποιος που θα ξέρεις ότι είναι διαθέσιμος να είναι μαζί σου στο ταξίδι σου».
Αν λοιπόν τείνουμε να σχετιζόμαστε όλο και περισσότερο με τέτοιον τρόπο, πλάι στον άλλο, διαχωρισμένοι αλλά και μαζί, μπορώντας να αφουγκραστούμε και να συνοδεύσουμε τον άλλο στην υπαρξιακή του κατάσταση, τότε οι σχέσεις θα γίνονται περισσότερο αυθεντικές και ελεύθερες.
Ίσως δεν είναι τυχαίο, ότι οι λίγοι πραγματικά σοφοί άνθρωποι, δεν έχουν ανάγκη από μια ερωτική σχέση. Ένας πραγματικά σοφός άνθρωπος, δεν έχει ανάγκη από κανένα game. Δεν έχει ανάγκη να γνωρίσει τον εαυτό του μέσα από κάποιον άλλο. Γιατί γνωρίζει τον εαυτό του. Ή και να μην τον γνωρίζει ολοκληρωτικά, μπορεί να αντέχει την υπαρξιακότητά του ανά πάσα στιγμή. Έτσι, ένας σύντροφος δεν του χρειάζεται.
Έτσι ένας σοφός άνθρωπος γίνεται συχνά δάσκαλος. Ένας δάσκαλος, δεν ανήκει πουθενά, ούτε καν στον ίδιο του τον εαυτό. Ένας δάσκαλος εκπέμπει το φως του στους μαθητές του.
Όταν αγγίξεις τη σοφία, δεν μπορείς παρά να σιωπήσεις. Η σοφία δεν περιγράφεται. Όταν αγγίξεις τη σοφία δεν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις γι αυτήν. Απλώς τη ζεις.
Όταν αγγίξεις τη σοφία, συμπονάς, συμπλέεις με τους ανθρώπους. Δεν θες να τους μάθεις κάτι, δεν θες να τους κάνεις να δουν κάτι, δεν θες να τους λύσεις κάτι. Απλώς είσαι μαζί τους στην παθολογία τους, την παρατηρείς, σχετίζεσαι και ακτινοβολείς φως. Όποιος μπορεί να δει το φως και είναι έτοιμος, μαθαίνει.
Επίλογος
Τι μπορεί να κάνει λοιπόν ένας άνθρωπος σε αυτή τη ζωή; Μπορεί να υπάρχει με την ύπαρξη γύρω του. Να χαίρεται όταν μπορεί να χαρεί. Να μπαίνει μέσα στη ζωή και να τη ζει. Με αυτήν την έννοια, κάθε μορφή δράσης είναι προτιμότερη από την περισυλλογή ή τη φιλοσοφία. Όταν η δράση συνοδεύεται από τη σκέψη-συνείδηση του βίωματος της δράσης, τότε αποκτάς σοφία σιγά-σιγά.
Όσο περισσότερο γίνεσαι σοφός, τόσο περισσότερο συνδέεσαι. Είναι μια γειωμένη κατάσταση.
Όσο περισσότερο γίνεσαι σοφός, τόσο περισσότερο μπορείς να ζεις σε κατάσταση ευγνωμοσύνης. Η κατάσταση ευγνωμοσύνης, δεν είναι μόνο μακάρια, είναι πολύ επίπονη ταυτόχρονα. Γιατί όταν βρίσκεσαι σε κατάσταση ευγνωμοσύνης, σημαίνει ότι μπορείς να δεις.
Κάθε άνθρωπος είναι σαν ένα άστρο σ αυτόν τον πλανήτη τη γη. Ένα άστρο που βιώνει την έκρηξη της φωτεινότητάς του απλώς για να τη βιώσει, για να γίνει αυτή, για να εκδηλωθεί. Για να εκδηλώσει το ποιος είναι. Για να εκδηλώσει μία έκφανση του ποιος είναι. Μόλις αυτό γίνει, το άστρο σβήνει. Δεν ξέρω αν χάνεται ή όχι. Διαισθάνομαι όμως ότι δε χάνεται αλλά μεταλλάσσεται σε άλλη μορφή ενέργειας, Ή ίσως ενώνεται με μια αρχική πηγή συνολικής ενέργειας.
Ας μη γίνουμε όμως φιλόσοφοι!
Ας πούμε «θα προσπαθήσω να με κουβαλάω, όσο πιο χαρούμενα γίνεται , με όσο περισσότερη ζωή μπορώ να αδράξω».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου