Η εκρηκτική αύξηση των επενδύσεων στην Τεχνητή Νοημοσύνη δεν αποτυπώνεται μόνο στα χρηματιστήρια και στις αποτιμήσεις των εταιρειών, αλλά κυρίως σε κάτι πολύ πιο απτό, στην υποδομή.
Οι αναλυτές προβλέπουν ότι μέχρι το 2028 οι παγκόσμιες δαπάνες για κέντρα δεδομένων θα προσεγγίσουν τα τρία τρισεκατομμύρια δολάρια. Τα data centers μετατρέπονται έτσι στο νέο «κεντρικό νευρικό σύστημα» της ψηφιακής οικονομίας, στην σιωπηλή υποδομή πάνω στην οποία στηρίζονται τα μεγάλα μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης, οι εταιρικοί πράκτορες, τα συστήματα παραγωγής εικόνας και βίντεο, αλλά και το σύνολο σχεδόν των υπηρεσιών cloud που θεωρούμε πλέον δεδομένες.
Η εικόνα στο χρηματιστηριακό επίπεδο μοιάζει θριαμβευτική. Η Nvidia γίνεται η πρώτη εταιρεία παγκοσμίως που φτάνει αποτίμηση πέντε τρισεκατομμυρίων δολαρίων, η Microsoft και η Apple κινούνται γύρω από τα τέσσερα τρισεκατομμύρια η καθεμία, η OpenAI αποτιμάται περίπου στα πεντακόσια δισεκατομμύρια, με το μερίδιο της Microsoft να υπερβαίνει τα εκατό δισεκατομμύρια και με σενάρια που μιλούν για δημόσια εγγραφή της τάξης του ενός τρισεκατομμυρίου ήδη από το 2026. Την ίδια στιγμή, η Alphabet ανακοινώνει για πρώτη φορά έσοδα εκατό δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ένα μόνο τρίμηνο, σε μεγάλο βαθμό χάρη στην αυξανόμενη ζήτηση για υποδομές ΤΝ. Στην επιφάνεια, η ιστορία μοιάζει σαν να επιβεβαιώνει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι η νέα «μηχανή πλούτου» της εποχής.
Πίσω από τις αποτιμήσεις όμως υπάρχει ένα πολύ συγκεκριμένο στοίχημα, που είναι η φρενήρης κατασκευή και λειτουργία χιλιάδων νέων κέντρων δεδομένων. Παραδοσιακές βιομηχανικές περιοχές προσπαθούν να ξαναβρούν ρόλο μέσα από αυτήν την στροφή. Το παράδειγμα του Newport στην Ουαλία είναι χαρακτηριστικό. Στην τοποθεσία ενός παλιού εργοστασίου καλοριφέρ, η Microsoft χτίζει ένα σύγχρονο κέντρο δεδομένων που φιλοδοξεί να γίνει κόμβος της οικονομίας του μέλλοντος. Ο τοπικός πολιτικός το διατυπώνει ωμά, πως σε πόλεις σαν την δική του, το δίλημμα είναι αν θα επιμείνεις νοσταλγικά στην επιστροφή της χαλυβουργίας και των δέκα χιλιάδων θέσεων εργασίας, που μοιάζει όλο και πιο απίθανη, ή αν θα «αγκαλιάσεις το μέλλον» και θα στοιχηματίσεις πάνω στην Τεχνητή Νοημοσύνη.
Οι τέσσερις γιγαντιαίοι παίκτες της ΤΝ -Amazon, Meta, Google, Microsoft- έχουν μπει ήδη σε φάση επενδυτικής κούρσας. Υπολογίζεται ότι μόνο τα επόμενα δύο χρόνια θα δαπανήσουν πάνω από επτακόσια πενήντα δισεκατομμύρια δολάρια σε κεφαλαιουχικές δαπάνες σχετικές με την ΤΝ, από κέντρα δεδομένων και εξειδικευμένα τσιπ, μέχρι συστοιχίες διακομιστών. Σήμερα λειτουργούν ήδη περίπου έντεκα χιλιάδες κέντρα δεδομένων παγκοσμίως, αριθμός πέντε φορές μεγαλύτερος από εκείνον πριν από είκοσι χρόνια, και ο ρυθμός κατασκευής νέων μονάδων επιταχύνεται. Η Morgan Stanley εκτιμά ότι μέχρι το 2028 οι συνολικές δαπάνες για data centers θα φτάσουν σχεδόν τα τρία τρισεκατομμύρια δολάρια. Από αυτό το ποσό, περίπου 1,4 τρισεκατομμύρια προβλέπεται ότι θα προέλθουν από τα ίδια τα ταμειακά διαθέσιμα των μεγάλων αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών, ενώ περίπου 1,5 τρισεκατομμύρια θα πρέπει να καλυφθούν από άλλες πηγές χρηματοδότησης.
Εκεί ακριβώς εμφανίζεται το πρώτο μεγάλο ερωτηματικό. Το κενό αυτό αναμένεται να καλυφθεί σε μεγάλο βαθμό από τον ιδιωτικό δανεισμό, δηλαδή από το τμήμα εκείνο του χρηματοπιστωτικού συστήματος που συχνά περιγράφεται ως «σκιώδης τραπεζικός τομέας». Αναλυτές, επενδυτικές τράπεζες και εποπτικοί φορείς προειδοποιούν ότι η υπερβολική μόχλευση σε έργα που δεν έχουν εξασφαλισμένη ζήτηση ή σταθερούς πελάτες μπορεί, αν τα ποσά φτάσουν σε κλίμακα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, να μετατραπεί σε διαρθρωτικό κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία. Το σενάριο δεν είναι θεωρητικό. Ήδη βλέπουμε έργα κέντρων δεδομένων που εξαγγέλλονται με εντυπωσιακά νούμερα, χωρίς όμως να συνοδεύονται από αντίστοιχα μακροπρόθεσμα συμβόλαια.
Παράλληλα, οι ίδιες οι προοπτικές εσόδων της γενετικής ΤΝ είναι γεμάτες προσδοκίες αλλά και ασάφεια. Η Morgan Stanley προβλέπει ότι τα έσοδα από chatbots, πράκτορες ΤΝ και γεννήτριες περιεχομένου θα εκτοξευθούν από σαράντα πέντε δισεκατομμύρια δολάρια σήμερα σε ένα τρισεκατομμύριο μέχρι το 2028. Εταιρείες και δημόσιος τομέας καλούνται στην ουσία να χρηματοδοτήσουν αυτήν την μετάβαση, καταναλώνοντας ολοένα περισσότερη υπολογιστική ισχύ. Την ίδια στιγμή, μια μελέτη του MIT δείχνει ότι περίπου το 95% των οργανισμών δεν βλέπουν ακόμη ουσιαστική απόδοση στις επενδύσεις τους σε πιλοτικά προγράμματα γενετικής ΤΝ. Η απόσταση ανάμεσα στο hype και στην πραγματική, μετρήσιμη αξία παραμένει αισθητή.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναδύονται και τα mega–projects που στοιχηματίζονται σχεδόν αποκλειστικά πάνω στην ΤΝ. Το αμερικανικό Stargate, κοινοπραξία OpenAI, SoftBank και Oracle, ανακοινώνεται με προϋπολογισμό πεντακοσίων δισεκατομμυρίων δολαρίων για ένα δίκτυο κέντρων δεδομένων ΤΝ σε πολλές πολιτείες. Αντίστοιχη βρετανική εκδοχή σχεδιάζεται στην βορειοανατολική Αγγλία. Η Microsoft κατασκευάζει στο Fairview του Ουισκόνσιν ένα κέντρο δεδομένων που παρουσιάζεται ως το ισχυρότερο στον κόσμο για φορτία Τεχνητής Νοημοσύνης, ενώ η xAI του Elon Musk σχεδιάζει ένα «κολοσσιαίο» project στο Μέμφις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις εταιρειών real estate υποδομών, μόνο τα έργα που θα ξεκινήσουν μέχρι το 2025 θα προσθέσουν περίπου δέκα γιγαβάτ νέας χωρητικότητας κέντρων δεδομένων, δηλαδή ισχύ αντίστοιχη με περίπου το ένα τρίτο της συνολικής ζήτησης ρεύματος μιας χώρας όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Η συνολική παγκόσμια χωρητικότητα, που σήμερα βρίσκεται γύρω στα πενήντα εννέα γιγαβάτ, αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το τέλος της δεκαετίας, απαιτώντας επιπλέον εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε ενεργειακές, δικτυακές και υποστηρικτικές υποδομές.
Κι όμως, οι μεγάλοι παίκτες δείχνουν να αισθάνονται άνετα με αυτήν την κλίμακα. Η Google ανεβάζει τον φετινό προϋπολογισμό επενδύσεων σε ενενήντα ένα δισεκατομμύρια δολάρια και δηλώνει ότι σήμερα περνούν από τα συστήματα ΤΝ της τουλάχιστον είκοσι φορές περισσότερα δεδομένα απ’ ό,τι έναν χρόνο πριν. Η Microsoft δαπανά τριάντα πέντε δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα τρίμηνο και παρ’ όλα αυτά παραδέχεται ότι η ζήτηση για υπολογιστική ισχύ υπερβαίνει τις δυνατότητές της. Η Amazon αναγγέλλει κεφαλαιουχικές δαπάνες εκατόν είκοσι πέντε δισεκατομμυρίων δολαρίων μόνο για το 2025, με σχέδια για ακόμη περισσότερα το 2026, διπλασιάζοντας ξανά και ξανά την χωρητικότητα cloud της. Η Meta αυξάνει τις δαπάνες της τουλάχιστον στα εβδομήντα δισεκατομμύρια δολάρια, επενδύοντας τόσο στην ενίσχυση των διαφημιστικών της συστημάτων μέσω ΤΝ όσο και στο όραμα της «υπερ–νοημοσύνης».
Μόνο στο τελευταίο τρίμηνο, οι τέσσερις αυτές εταιρείες αναφέρουν συνολικά λειτουργικά κέρδη της τάξης των εκατόν εννέα δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ η Microsoft δηλώνει ότι έχει ήδη εξασφαλίσει μελλοντικές δεσμευμένες πωλήσεις υπολογιστικής ισχύος αξίας τετρακοσίων δισεκατομμυρίων δολαρίων. Για τους ίδιους, η επιθετική επέκταση δεν μοιάζει με παράλογη φούσκα, αλλά με λογική αξιοποίηση μιας ασύλληπτης ζήτησης που ήδη υπάρχει.
Το πιο αδύναμο σημείο, ωστόσο, δεν φαίνεται να είναι οι γίγαντες, αλλά οι μικρότερες εταιρείες και οι ενδιάμεσοι πάροχοι υποδομών. Πρόκειται για νεότερους παίκτες που δεν διαθέτουν τεράστια αποθέματα μετρητών ή σταθερές ροές εσόδων, αλλά σπεύδουν να χτίσουν κέντρα δεδομένων και πλατφόρμες ΤΝ με βάση την προσδοκία ότι «κάπως» η αγορά θα γεμίσει αυτήν την χωρητικότητα. Αν τα έσοδα της ΤΝ δεν φτάσουν στα επίπεδα που υπόσχονται σήμερα τα αισιόδοξα σενάρια, τότε αυτοί οι παίκτες, φορτωμένοι με χρέος και εξαρτημένοι από μια τεχνολογία που ίσως αποδειχθεί λιγότερο κερδοφόρα, κινδυνεύουν να βρεθούν εκτεθειμένοι, με επιπτώσεις που μπορεί να ξεπεράσουν τον στενό χώρο της τεχνολογίας.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, η OpenAI ξεχωρίζει ως παράδειγμα τόσο τεχνολογικής όσο και χρηματοοικονομικής «καινοτομίας». Για να χρηματοδοτήσει την τεράστια υπολογιστική ισχύ που χρειάζονται τα μοντέλα της, έχει κατασκευάσει ένα ιδιαίτερα περίπλοκο πλέγμα κυκλικών συμφωνιών. Για χρόνια, έπαιρνε δισεκατομμύρια από την Microsoft και τα επέστρεφε σχεδόν ολοκληρωτικά αγοράζοντας υπολογιστικούς πόρους στο cloud της. Όταν αυτό δεν επαρκούσε, στράφηκε σε παρόχους όπως η CoreWeave, υπογράφοντας συμβόλαια αξίας άνω των είκοσι δισεκατομμυρίων δολαρίων για υπολογιστική ισχύ και παίρνοντας ως αντάλλαγμα μετοχές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην συνέχεια ως εργαλείο χρηματοδότησης. Παράλληλα, έκλεισε συμφωνίες με την SoftBank, την Oracle και άλλους για την κατασκευή κέντρων δεδομένων όπου οι ίδιοι οι εταίροι αναλαμβάνουν το αρχικό κόστος, για να πληρωθούν στην συνέχεια με μακροχρόνια συμβόλαια χρήσης. Συμφωνίες με την Nvidia και την AMD συνοδεύονται από δικαιώματα εξαγοράς μετοχών σε ευνοϊκές τιμές, δημιουργώντας έναν ακόμη κύκλο αμοιβαίας εξάρτησης. Η OpenAI χρειάζεται τα τσιπ και οι κατασκευαστές τσιπ χρειάζονται την OpenAI ως «ατμομηχανή» ζήτησης.
Η λογική πίσω από όλα αυτά είναι διαυγής. Αν η τεχνολογική πρόοδος της ΤΝ συνεχιστεί με τον σημερινό ρυθμό και η ζήτηση για υπηρεσίες παραμείνει εκρηκτική, οι επενδύσεις αυτές θα αποσβεστούν και η OpenAI μπορεί να εξελιχθεί σε μια εξαιρετικά κερδοφόρα επιχείρηση. Αν όμως η πρόοδος επιβραδυνθεί, αν η αγορά κορεστεί ή αν αποδειχθεί ότι πολλές εφαρμογές της ΤΝ δεν είναι τόσο κερδοφόρες όσο προβλεπόταν, τότε ένα μέρος αυτών των κυκλικών χρηματοδοτικών σχημάτων μπορεί να σπάσει με θόρυβο. Μικρότερες εταιρείες με βαριά χρέη κινδυνεύουν να χρεοκοπήσουν, επενδυτές να χάσουν σημαντικά κεφάλαια και ο κλάδος να προκαλέσει δευτερογενείς αναταράξεις στο ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ο παραλληλισμός με την φούσκα των dot–com είναι αναπόφευκτος, αλλά δεν είναι απόλυτος. Τότε, η αγορά έτρεχε πίσω από «ιδέες χωρίς εταιρείες». Σήμερα, οι κύριοι χρηματοδότες της έκρηξης της ΤΝ είναι ήδη υπερκερδοφόροι όμιλοι, με πραγματικά έσοδα και καθιερωμένα επιχειρηματικά μοντέλα. Η διαφορά είναι ουσιαστική. Αυτό όμως δεν αναιρεί ότι στην περιφέρεια του οικοσυστήματος χτίζεται ένα στρώμα καθαρά κερδοσκοπικών projects, χωρίς σαφές μονοπάτι προς την κερδοφορία.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα τρία αυτά τρισεκατομμύρια για την Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι «ένα ακόμη νούμερο». Θα διαμορφώσουν την γεωγραφία της ενέργειας, τον χάρτη των βιομηχανικών περιοχών, την δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος και, τελικά, την ίδια την καθημερινότητα της ψηφιακής κοινωνίας. Το αν θα μιλάμε σε δέκα χρόνια για μια ώριμη, σταθερή υποδομή ή για ένα κύμα υπερβολής που χρειάστηκε επώδυνη διόρθωση, θα εξαρτηθεί από το αν η πραγματική αξία που θα παραχθεί από την ΤΝ θα ακολουθήσει, ή όχι, τον ρυθμό αυτών των επενδύσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου