Nα κρατήσουμε αποστάσεις από τους μικροαστούς, που συνηθίζουν να βαφτίζουν την αδιανόητη αδράνειά τους τελειομανία. «Αν δεν είχα το κακό χούι να τα εκτελώ όλα άψογα, ξέρεις τι θα είχα καταφέρει μέχρι τώρα;» μουρμουρίζουν.
Έπειτα βουλιάζουν ξανά στον καναπέ της απραγίας τους. Και από την ασφαλή τους θεσούλα, συνηθίζουν να αποδομούν με σπάνια μαεστρία τα επιτεύγματα των άλλων. Γιατί οι μικροαστοί κρυφά μισούν τις φυλακές που έχτισαν για την αφεντιά τους. Και προβάλλουν στους γύρω τους τις δικές τους σκιές, σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να απαλλαγούν από την φριχτή τυραννία των ανικανοποίητων επιθυμιών τους.
Ξεφυσούν συνεχώς οργισμένοι, αλλά την ίδια στιγμή κατηγορούν τον διπλανό τους ότι θυμώνει εύκολα. Προχωρούν σφιχταγκαλιασμένοι με τη μιζέρια τους, ωστόσο καταλήγουν στη γνωμάτευση πως κάτι πολύ άσχημο πρέπει να συμβαίνει στον γείτονα, τον συνάδερφο, τον φίλο ή ακόμη και τον σκύλο τους, αφού δεν τους βλέπουν και πολύ καλά τελευταία.
Στην ουσία, βέβαια, οι μικροαστοί τον εαυτό τους δεν βλέπουν πολύ καλά. Ή μάλλον καθόλου. Απλώς γιατί δεν τον αντέχουν. Και έτσι τρέχουν μακριά από όσες αλήθειες αρνούνται να αντικρίσουν κατάματα.
Την πραγματικότητα τη διαστρεβλώνουν. Την εξωραΐζουν. Την ντύνουν με τα πιο αστραφτερά ρούχα, μπας και καμουφλάρουν την ασχήμια της. Γιατί ένα πρόβλημα, όταν δεν αναγνωρίζεται ως τέτοιο, δεν υφίσταται. Αν, όμως, αναδυθεί στην επιφάνεια, τότε θα πρέπει να κάνουν κάτι για αυτό. Και βαριούνται τόσο πολύ… Και αισθάνονται τόσο αδύναμοι…
Εκείνη η γυναίκα που τρέχει από το πρωί ως το βράδυ για να τα βγάλει πέρα με τις υποχρεώσεις των παιδιών, ενώ ο σύζυγός της σφυρίζει αδιάφορα, προτιμά να πιστέψει πως έτσι λειτουργούν όλες οι οικογένειες παρά να αναλάβει την ευθύνη μιας γενναίας αλλαγής στάσης.
Και ο τύπος που μεγαλύτερη φιλοδοξία δεν έτρεφε ποτέ του από το να βολευτεί σε μια σταθερή και χωρίς σκοτούρες θεσούλα, δυσανασχετεί με την προαγωγή του παλιού συμφοιτητή του, αποφεύγοντας να σκεφτεί πως ο καθένας στο τέλος της ημέρας εισπράττει τη συγκομιδή των κόπων του.
Και τελικά με τους μικροαστούς δεν βρήκε ποτέ κανείς το δίκιο του. Γιατί το να εμπλέξουν τους υπόλοιπους στο δράμα τους συνιστά τον ύψιστο στόχο τους, την ένοχη απόλαυση της ανούσιας καθημερινότητάς τους, τον μηχανισμό άμυνας που επινόησαν, προκειμένου να αποσπούν την προσοχή τους από όσα τους συνθλίβουν.
Τους αφήνουμε, λοιπόν, οριστικά πίσω μας. Και επιλέγουμε τους ωραίους ανθρώπους, που τολμούν να βγουν από την πεπατημένη, μαθαίνοντάς μας, με τη γενναιότητά τους, πως η ασφάλεια που καταλήγει στη στασιμότητα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον ψυχικό θάνατο.
Περπατάμε δίπλα στους όμορφους τρελούς, που δεν κρατούν χώρο στην καρδιά τους για τις πικρίες και που καλά το ξέρουν πως η σοβαροφάνεια συνιστά το γκρίζο καταφύγιο όσων ουδέποτε κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν τη μαγεία της ζωής.
Στρέφουμε την ενέργειά μας στους αλλόκοτους τύπους, με τα λαμπερά μάτια και τα σπινθηροβόλα μυαλά, όσους δεν σωπαίνουν στην αδικία και δεν βολεύονται στη μετριότητα, εκείνους που αναζητούν ενθουσιώδεις συνοδοιπόρους στην εξερεύνηση των μυστηρίων της ύπαρξης και όχι δεύτερες φωνές στη συναυλία του ωχαδερφισμού και της μουρμούρας.
Ξετρυπώνουμε από τις πιο ευφάνταστες γωνιές του σύμπαντος αυτούς που, μετατουσιώνοντας τον πόνο τους σε δημιουργία, έγιναν σπουδαίοι θεραπευτές και σημαντικοί μεταρρυθμιστές όσων κάποτε τους συνέθλιψαν.
Προχωράμε πλάι στους αντισυμβατικούς, που καθόλου δεν τους εντυπωσιάζουν οι καλογυαλισμένες βιτρίνες, που προκαλούν με τις ερωτήσεις τους και κάνουν θόρυβο με τις αναζητήσεις τους, που ενοχλούν τους υπάκουους και ταρακουνούν το σύστημα.
Επιλέγουμε όσους τολμούν να είναι αυθεντικοί. Με κάθε κόστος. Εκείνους που δεν φοβούνται τις σκοτεινές αποχρώσεις της ψυχής και διατηρούν την αγκαλιά τους ανοιχτή στις πτήσεις αλλά και τις πτώσεις μας.
Καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι με τους φανατικότερους θαυμαστές του ανθρώπινου ταλέντου και τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της προόδου, αυτούς που χειροκροτούν τα μικρά και μεγάλα μας κατορθώματα, ανάβοντας τη σπίθα των πιο ευφάνταστων οραμάτων μας.
Συναναστρεφόμαστε τους ελεύθερους, που δεν σέρνουν ως βαρίδια στην πλάτη τις προκαταλήψεις τους και δεν γυρεύουν δεκανίκια στην πορεία τους. Προχωράμε πλάι στους ακέραιους, που δεν περιμένουν να γυρίσουμε την πλάτη μας για να ξεστομίσουν δηλητηριώδη σχόλια εναντίον μας και που παθιάζονται τόσο με την πραγματικότητά τους, ώστε κανένα ενδιαφέρον δεν τρέφουν να ζητούν τα ρέστα σε άλλους για αυτή.
Γιατί θυμόμαστε ακόμη όσους κάποτε μας δίδαξαν πως η ζωή αντιστοιχεί σε κάτι πολύ περισσότερο από τη μικροαστική φούσκα της μετριότητας και του φθόνου. Ζωή, λοιπόν, είναι το κουράγιο να σηκωνόμαστε έπειτα από τις πιο τρανταχτές αποτυχίες μας, η διάθεσή μας να διατηρούμε τον ενθουσιασμό μας για τον ήλιο που ανατέλλει το χάραμα και για το λουλούδι που σκορπά τη μεθυστική μυρωδιά του στο μπαλκόνι μας.
Ζωή είναι οι άνθρωποι που γενναιόδωρα μας ενθάρρυναν να συναντήσουμε την ομορφότερη εκδοχή μας και οι παλιοί φίλοι, που συναντάμε ξανά, για να διαπιστώσουμε πως οι ψυχές πάντα βρίσκουν τον τρόπο να συνεχίζουν όσες ιστορίες ουδέποτε έκλεισαν.
Ζωή είναι και οι νέοι φίλοι, που εισέβαλλαν ξαφνικά στον κόσμο μας, όμως εμείς, για ένα περίεργο λόγο, νιώθουμε πως βρίσκονταν πάντα κάπου εκεί κοντά μας, καρτερώντας απλώς την κατάλληλη στιγμή να μας ανταμώσουν.
Ζωή είναι η πίστη στην ομορφιά, η καλή κουβέντα που λέμε στον άγνωστο και του φτιάχνουμε τη μέρα, το πείσμα μας να μην προδώσουμε τον εαυτό μας, η επιμονή μας να ξεγελάμε τον φόβο του θανάτου με τη δημιουργία.
Και τελικά ζωή είναι η στιγμή που αντιλαμβανόμαστε πως οι πιο τρελές μας ιδέες τρέχουν για να μας συναντήσουν, πως η αγάπη που εισπράξαμε δεν πήγε χαμένη και πως κάνουμε τον κόσμο μας λιγάκι καλύτερο, κάθε φορά που αγγίζουμε ουσιαστικά τις καρδιές των γύρω μας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου