Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023

Η Παιδεία των Αξιωματικών κατά Πλάτωνα

1. Εισαγωγικά

Ο Πλάτων με την προτεινόμενη παιδεία έχει ως μοναδικό σκοπό την όσο δυνατόν τελειοποίηση του ανθρώπου, ώστε τελικά αυτός να καταστεί ένας άριστος πολίτης για το καλό του συνόλου της πόλης.

Σύμφωνα δε με τις Πλατωνικές αντιλήψεις η παιδεία μπορεί να αρχίζει από την παιδική ηλικία, αλλά ποτέ δεν τελειώνει.

Μάλιστα τονίζει με έμφαση, εάν η πολιτεία ενδιαφέρεται να έχει άριστους επιστήμονες και τεχνίτες, ο πολίτης πρέπει από την παιδική ηλικία παίζοντας με το παιχνίδι που ταιριάζει στην προτίμησή του, συγχρόνως σπουδάζει και την εργασία με την οποία ως ώριμος πολίτης θα ασχοληθεί.

Αλλά αυτή η παιδεία αφορά τη μόρφωση των πολιτών από την παιδική ηλικία, η οποία όμως για να είναι ολοκληρωμένη, πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται με την παιδεία προς την αρετή, η οποία κάνει τον πολίτη να επιθυμεί να γίνει τέλειος, ώστε να γνωρίζει να άρχει και να άρχεται με δικαιοσύνη.

Διότι πρέπει όλοι μας να συμφωνήσουμε ότι καλοί πολίτες είναι εκείνοι οι οποίοι μπορούν να διοικούν τους εαυτούς τους και κακοί εκείνοι οι οποίοι δεν μπορούν.

Επί πλέον το έργο αυτό θα είναι πιο άνετο, όταν κάποιος γνωρίζει τη φύση και τις συνήθειες της ψυχής και είναι πολύ χρήσιμο να καλλιεργεί κάποιος τις συνήθειες της ψυχής σύμφωνα με τις περί αυτής γνώσεις του και κατά τον Πλάτωνα η πλέον κατάλληλη για αυτόν τον σκοπό θεωρείται η τέχνη της πολιτικής, δηλαδή της ηγεσίας εκείνης που γνωρίζει και την επιστήμη της ψυχολογίας, όπως θα λέγαμε σήμερα.1

Με ανάλογο πνεύμα, που επίσης καταδεικνύει την αξία της διαπαιδαγώγησης, θα μιλήσει και ο Δημόκριτος λέγοντας γενικά ότι η φυσική ικανότητα και η διδασκαλία είναι συμπληρωματικά και ότι η φύση μπορεί να επηρεασθεί από την διδασκαλία.2

Ανεξάρτητα εάν η φύση της ψυχής είναι ή όχι δισυπόστατη, όπως ο Πλάτων πρεσβεύει, γεγονός όμως είναι ότι όλοι συμφωνούν ότι η διδασκαλία διαμορφώνει τη ψυχή του ανθρώπου.

Θέσεις οι οποίες έχουν διαπιστωθεί και από τη σύγχρονη Ψυχολογία, η οποία δέχεται τη γονότυπο και τη φαινότυπο συμπεριφορά του ανθρώπου.

Γονότυπος είναι ο φυσικός χαρακτήρας, ο οποίος φέρεται κληρονομικά από τη γέννησή του σε κάθε άνθρωπο, ενώ φαινότυπος είναι η επίκτητη συμπεριφορά, η οποία αποκτάται με την αγωγή και την διδασκαλία του ανθρώπου.

Φαινότυπη είναι η «καθ’ έξη» συμπεριφορά κατά τον Αριστοτέλη, η οποία, όπως χαρακτηρίζεται από τον ίδιο, είναι η «δεύτερη φύση» του ανθρώπου.

Μία «δεύτερη φύση», η οποία σύμφωνα με τις περί μεταλλάξεων θέσεις της Βιολογίας, δύναται με το πέρασμα του χρόνου να περάσει και στα γονίδια του κυττάρου, με συνέπεια σήμερα να έχουμε τον πολιτισμένο από τον πρωτόγονο άνθρωπο.

Να, γιατί η παιδεία έχει τόση μεγάλη σπουδαιότητα για τον πολιτισμό του ανθρώπου, διότι περνά στο γενετικό κώδικα των γονιδίων και προοδευτικά μεταφέρεται κληρονομικά ως ήθος του ανθρώπου.

Έτσι δεν έχουμε απλώς μόνο μια διαρκή συμπληρωματική παρουσία της «καθ’ έξη» συμπεριφοράς στη γονότυπη προσωπικότητα, αλλά ταυτόχρονα με την παιδεία έχουμε ένα διαρκές «γίγνεσθαι» στη φύση του ανθρώπου, ώστε δικαίως να λέγεται ότι: «το περιβάλλον γεννά, η προσωπικότητα γεννιέται, η συμπεριφορά απορρέει».3

Με αυτή την αξιολογία της παιδείας ο Πλάτων στην «Πολιτεία» του θα καθορίσει τις βασικές κατευθύνσεις αυτής για τους «Φύλακες» και τις «Φυλακίδες», δηλαδή για τους Αξιωματικούς και η οποία παιδεία βεβαίως δύναται να αφορά τον κάθε ηγέτη, αλλά και τον κάθε πολίτη στις γενικές του σκέψεις.

Οι κατευθύνσεις αυτές είναι τρισυπόστατες και έχουν ως στόχους την διαμόρφωση του ήθους της ψυχής με εργαλεία τη μουσική και τον λόγο, την διάπλαση του σώματος κυρίως με τη γυμναστική και τέλος την καλλιέργεια του πνεύματος με την μάθηση.

Αυτή την Πλατωνική παιδεία, η οποία αναφέρεται ιδιαίτερα στους Αξιωματικούς, θα αναπτύξουμε στη συνέχεια.4

2. Διαμόρφωση Ήθους Ψυχής

Η ψυχή των νέων που προορίζονται για ηγέτες, αλλά και για κάθε νέο πολίτη, ο Πλάτων θεωρεί μεγίστη σπουδαιότητα ότι πρέπει να διαμορφώνεται προς την αρετή από τη νεαρή, από αυτή την απαλή ηλικία, διότι τότε εισχωρεί βαθειά στη ψυχή τους η παιδεία και χαράσσεται ως χαρακτήρας συμπεριφοράς επάνω στα άτομα.

Γι’ αυτόν τον λόγο ο Πλάτων λέει ότι δεν μπορεί η πολιτεία να αφήνει οποιονδήποτε να διδάσκει τους νέους πολίτες με δοξασίες αντίθετες από εκείνες που αποβλέπουν ώστε να γίνουν τέλειοι πολίτες.

α. Ποίηση και Μύθοι

Ως τέτοιους επικίνδυνους μυθοποιούς ο Πλάτων θεωρεί τους ποιητές, εννοώντας κυρίως τους Ορφέα, Όμηρο και Ησίοδο της μυθικής εποχής, οι οποίοι παριστάνουν τους Θεούς και τους ήρωες να έχουν μεταξύ τους, αλλά και με τους άλλους ανθρώπους, έχθρες, δολοπλοκίες και πολέμους, θέλοντας προφανώς με αυτόν τον άσχημο τρόπο να δείξουν ως φυσική τη συνύπαρξη της αρετής και της κακίας.

Τέτοια παραμύθια μακριά από τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι πρέπει να πιστεύουν ότι οι πολίτες και ιδιαίτερα αυτοί που προορίζονται ως φύλακες της πολιτείας, δεν πρέπει να έχουν έχθρα μεταξύ τους και ότι αυτό είναι ανόσιο πράγμα.

Ούτε με αλληγορία πρέπει να παρουσιάζονται αυτά τα παραμύθια διότι τα παιδιά δεν μπορούν να κρίνουν ποιος είναι ο αληθινός και ποιος ο ψεύτικος λόγος.

Γι’ αυτό τον λόγο οι ποιητές και οι διηγηματογράφοι πρέπει να προσέχουν πολύ ώστε να συντάσσουν τα έργα τους ανάλογα με την ηλικία των παιδιών, διότι όσα εντυπώνονται στα μυαλά τους μένουν κατά κανόνα ανεξίτηλα και αμετάβλητα.

Είναι ανάγκη λοιπόν τα παιδιά από την πρώτη αρχή της ηλικίας τους να έχουν ακούσματα και εικόνες που να ευνοούν την ανάπτυξη της αρετής σε αυτά.

Πρέπει λοιπόν οι φύλακες από παιδιά να μάθουν να τιμούν τον Θεό και τους γονείς τους, αλλά συγχρόνως να μη θεωρούν ως κάτι το ασήμαντο και την ανάπτυξη της μεταξύ τους φιλίας και συναδελφικότητας.

Στη συνέχεια ο Πλάτων θα τονίσει ότι η αγωγή των φυλάκων πρέπει να είναι τέτοια, ώστε αυτοί να είναι ανδρείοι και αυτό θα επιτευχθεί όταν ελαττώσουν στον ελάχιστο δυνατό βαθμό τον φόβο για τον θάνατο.

Διότι έτσι μόνο, όταν δηλαδή θα ελευθερωθεί από τον φόβο του θανάτου, θα προτιμήσει τον ένδοξο θάνατο από την ταπεινωτική ήττα και την αιχμαλωσία, τα οποία πρέπει να μάθει να φοβάται περισσότερο από τον θάνατο.5

Και ο Δημόκριτος χαρακτηρίζει ανόητους αυτούς τους ανθρώπους που φοβούνται τον θάνατο, εξ αιτίας της μεγάλης επιθυμίας αυτών για τη ζωή, έστω προφανώς κι αν ήταν δούλοι κάποιας άλλης κατάστασης, από τη οποίαν ο άνθρωπος λυτρώνεται μέσα από τον θάνατό του.6

Συνεχίζει ο Πλάτων τον κώδικα δεοντολογίας για την αγωγή των φυλάκων λέγοντας ότι μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η καλλιέργεια της αλήθειας αποκλείοντας τα ψέματα από αυτούς.

Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι ο Πλάτων επιτρέπει μόνο στους άρχοντες να πουν το ψέμα προς αποφυγή κινδύνου εξ’ αιτίας των εχθρών ή των πολιτών με μοναδικό σκοπό να ωφελήσουν την πόλη.7

Αυτή η εξαίρεση για το ψέμα από τον άρχοντα, έδωσε αφορμή στο σύγχρονο φιλόσοφο τον Καρλ Πόππερ, να χαρακτηρίσει τον Πλάτωνα ως προπαγανδιστή φιλόσοφο.8

Πλην όμως αυτός ο χαρακτηρισμός δεν ευσταθεί για τον Πλάτωνα, καθόσον στο ίδιο περιεχόμενο για την ηθική αγωγή των φυλάκων και εκεί που κάνει λόγο για τους μύθους ο Πλάτων κατακρίνει το ψέμα, το οποίο θεωρεί ως «απομίμημα κάποιου παθήματος», δηλαδή ότι αυτοί που χρησιμοποιούν το ψέμα έχουν κάποια ψυχολογική πάθηση, όπως πράγματι επιβεβαιώνεται και από τη σύγχρονη Ψυχολογία ως μηχανισμός άμυνας ενός παθολογικού ατόμου.

Τελικά ο Πλάτων δεν διαστρεβλώνει την αλήθεια, όπως κάνει ο προπαγανδιστής, αλλά επιτρέπει τη χρήση εικόνων της αλήθειας προκειμένου να πείσει τους πολίτες ποιο είναι το καλό της πόλης, όπως έκανε και για την διαπαιδαγώγηση των φυλάκων προκειμένου να εμπνεύσει σε αυτούς τη θεοσέβεια.

Αλλά ακόμη και αν ο ηγέτης βρίσκεται σε μία κατάσταση επιλογής μεταξύ ειλικρίνειας και ωφελιμότητας της πόλης, αλήθειες είναι αμφότερες, προτιμότερη όμως η αλήθεια της ωφελιμότητας της πόλης και υπ’ αυτήν την έννοια, ταυτίζεται το αγαθό με την ωφελιμότητα.

Αυτό είναι και το πνεύμα του Πλάτωνα για την ανοχή του ψέματος στους άρχοντες και όχι όπως κατηγορήθηκε από τον Καρλ Πόππερ ότι πρεσβεύει ως φιλόσοφος προπαγανδιστικές αντιλήψεις.

Επίσης η αγωγή στο ήθος των φυλάκων πρέπει να στρέφεται προς τη σωφροσύνη, καθόσον αφορά την πειθαρχία αυτών προς τους αρχηγούς τους, αλλά και στην άσκηση αυτών των ιδίων ώστε να είναι εγκρατείς και εξουσιαστές των ηδονών που φέρνουν τα συμπόσια, οι καλοφαγίες και τα αφροδίσια.

Ακόμη οι φύλακες, κατά τον Πλάτωνα, δεν επιτρέπεται να είναι φιλοχρήματοι και δωρολήπτες και πρέπει να προστατεύονται από λόγια ποιητών που λένε ότι τα χρήματα και τα δώρα πείθουν και τους πλέον σεπτούς άρχοντες, μην αφήνοντας και τους θεούς απ’ έξω.

Ο Πλάτων γνώριζε πόσον ολέθριο θα ήταν για την πόλη, εάν οι συνειδήσεις των αρχόντων εξαγοράζοντο από το χρήμα και τα δώρα και δεν ασκούσαν τα καθήκοντά τους δίκαια και προς το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου.

Από όσα μέχρις εδώ αναφέρθηκαν, ο Πλάτων έδειξε τις κατευθύνσεις προς τις οποίες πρέπει να στρέφεται η καλλιέργεια του ήθους της ψυχής των νέων ανθρώπων και ιδιαίτερα αυτών που προορίζονται ως φύλακες της πόλης.

Η προσπάθειά του αυτή αποσκοπεί στο να προστατεύσει τους νέους ανθρώπους από τις διηγήσεις ποιητών και πεζογράφων και από παρόμοιες παραστάσεις, οι οποίες παρουσιάζουν πολλούς ανθρώπους να είναι ευδαίμονες παρόλες τις αδικίες που έχουν διαπράξει, ενώ η ζωή των δικαίων ανθρώπων να είναι άθλια και ότι η δικαιοσύνη αφορά τους άλλους, χωρίς κάποιο δικό τους όφελος.

Αν και όλα αυτά που ισχυρίζονται οι ποιητές και οι πεζογράφοι είναι λαθεμένα, πρέπει, λέει ο Πλάτων, να απαγορευθούν από την παιδεία των νέων, για να μη γεννούν μέσα στη ψυχή τους αχαλίνωτες επιθυμίες πονηριάς, στην ηλικία αυτή που διαμορφώνονται οι συνειδήσεις τους, αλλά απεναντίας πρέπει να διαπαιδαγωγούνται με τις ενάρετες πλευρές της κοινωνίας.

Είναι γεγονός ότι ο Πλάτων για την διαμόρφωση του ήθους των νέων πολιτών και ιδιαίτερα των φυλάκων, μεταξύ της ειλικρινούς πραγματικότητας και της ωφελιμότητας της κοινωνίας, προτιμά η παιδεία των νέων να έχει την δεύτερη κατεύθυνση της ωφελιμότητας της κοινωνίας.

Η οποία κατεύθυνση σε πραγματικό επίσης επίπεδο είναι η μόνη η οποία εξασφαλίζει την αρμονία και την ευδαιμονία του συνόλου της κοινωνίας, αλλά και κάθε ανθρώπου χωριστά.

Ο σκοπός δε αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την εγκατάσταση της αρετής στις ψυχές των ανθρώπων με την κατάλληλη παιδεία από τις μικρές ηλικίες, όπως ο Πλάτων από εκείνη την εποχή παραγγέλλει, προκειμένου και η ψυχή του ανθρώπου να μη δέρεται από τις διχοστασίες, οι οποίες προκαλούν διαταραχές στο ενιαίο της προσωπικότητας.

Δίκαια ο Πλάτων επιμένει στην ενάρετη διαπαιδαγώγηση των νέων, η οποία είναι συγχρόνως και αληθινή και ωφέλιμη, η οποία στερεοποιούμενη ως «δεύτερη φύση» καθιστά τον άνθρωπο και τις κοινωνίες δυνατές και ευδαίμονες.

β. Θεατρική Μίμηση και Πρότυπα

Ο Πλάτων, αφού ολοκλήρωσε ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο της ηθικής παιδείας, στη συνέχεια της διαλογικής του έρευνας στην «Πολιτεία» έρχεται να θέσει προς έρευνα τον τρόπο και τη μεθοδολογία διδασκαλίας αυτού του ήθους που ο ίδιος έχει διακηρύξει.

Προκειμένου δε οι παιδαγωγοί να φέρουν εις πέρας το έργο τους σε αυτόν τον σκοπό, τίθεται το ερώτημα εάν η πλέον κατάλληλη μέθοδος είναι η απλή διήγηση, ή η διήγηση συνοδευόμενη από θεατρική μίμηση ή με ανάμειξη αυτών των δύο μορφών;

Τίθεται λέει ο Πλάτων αυτό το ερώτημα, διότι από την επιλογή της μορφής της διδασκαλίας θα εξαρτηθεί εάν θέλουμε οι φύλακές μας να είναι ή όχι μιμητικοί.

Απασχολεί έντονα τον Πλάτωνα να μην εθιστούν οι φύλακες στη μίμηση, ώστε να μην ασχολούνται μιμούμενοι και σε άλλα επαγγέλματα, πέραν αυτού του δικού τους, το οποίο στη φύση τους ταιριάζει και για το οποίο έχουν επιλεγεί από την πολιτεία ως φύλακες της πόλης.

Διότι ο Πλάτων πρεσβεύει ότι από τη φύση του κάθε άτομο μόνο ένα επάγγελμα μπορεί να ασκεί με επιτυχία, πολλά όμως όχι, διότι για τα πολλά είναι υποχρεωμένος να μιμείται και επομένως η γενική αποτυχία του σε όλα είναι προδιαγεγραμμένη.

Καταστάσεις λίαν επικίνδυνες για έναν ηγέτη και ιδιαίτερα για τους φύλακες, οι οποίοι, όπως συνεχίζει να λέει ο Πλάτων, όντας ελεύθεροι από όλες τις άλλες εργασίες, πρέπει να είναι επιστημονικά καταρτισμένοι εργάτες της ασφάλειας και της ελευθερίας της πόλης και να μην ασχολούνται σε καμία άλλη εργασία που δεν συντελεί σε αυτό τον μοναδικό σκοπό, αποφεύγοντας έτσι και τις δυσάρεστες συνέπειες από τη μίμηση στις άλλες εργασίες.9

Στο ίδιο πνεύμα με τον Πλάτωνα περί επαγγελματικής δικαιοσύνης και αποφυγής της μίμησης κινήθηκε και ο Αριστοτέλης υποστηρίζοντας ότι στα έργα της πόλης απαιτείται διαφορετική ικανότητα για καθένα από αυτά τα καθήκοντα είτε πρόκειται να είναι τεχνίτες και γεωργοί, είτε βουλευτές και δικαστές ή και στα άλλα έργα με τα οποία η πόλη λειτουργεί.

Ενώ πρέπει, επί πλέον, να υπάρχουν μερικοί ικανοί που να γίνονται άρχοντες και οι οποίοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους αποκλειστικά χάριν της πόλης.10

Ο Πλάτων μέχρις εδώ με έμφαση συνιστά την αποφυγή ως τρόπο διδασκαλίας στους νέους τη θεατρική μίμηση, η οποία μπορεί να εκτρέψει αυτούς από τη φυσική ελευθερία της συνειδήσεώς τους, αλλά και από αυτήν η οποία μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους στη διαμόρφωση μιας ανήθικης συνείδησης.

Απεναντίας όμως αποδέχεται και συνιστά τη θεατρική μίμηση ως μέθοδο διδασκαλίας από την παιδική ηλικία, η οποία έχει ως πρωταγωνιστές πρότυπα που ταιριάζουν σε ανθρώπους ανδρείους, σώφρονες, ευλαβείς, ελεύθερους και με όλες τις παρόμοιες αρετές.

Υποστηρίζει δε αυτές τις θέσεις διότι έχει παρατηρήσει ότι αυτές οι μιμήσεις που αρχίζουν από την εύπλαστη παιδική ηλικία και συνεχίζουν και στην ωριμότερη,

στερεοποιούνται στη συνείδησή τους, εθίζονται ως δεύτερη φύση και επηρεάζουν το σώμα, τη διανόηση και τον λόγο.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι τα πρότυπα εμπνέουν μίμηση και επομένως κάθε ευγενής και φρόνιμος άνθρωπος πρέπει να έχει ως πρότυπο την ενάρετη σε ήθος προσωπικότητα, η οποία πράγματι διαπαιδαγωγεί με τη συμπεριφορά του και την ιστορία του.

Όταν δε το άτομο από την παιδική ηλικία διαπαιδαγωγείται με πρότυπα υψηλών ιδανικών, γίνεται άνθρωπος ανώτερης ποιότητας σε ήθος και είναι πολύ δύσκολο στη συνέχεια να παρασυρθεί από πρότυπα χαμηλότερης συμπεριφοράς και εάν τυχόν πέσει, είναι σε θέση πάλι να βρεί τη φυσική του ισορροπία.

Κλείνοντας ο Πλάτων τη μορφή της παιδείας με τη μίμηση και τα πρότυπα λέει, ότι αυτά βέβαια συμβαίνουν όταν τα πρότυπα εμπνέουν χρηστά ήθη, αλλά και οι διδασκόμενοι είναι ευγενούς καταγωγής, ώστε η μίμηση προτύπων να μη πέσει σε ανάξια πρόσωπα.11

Την αξία επίσης των αγαθών ανθρώπων ως προτύπων για την καλή συμπεριφορά των άλλων θα τονίσει και ο Δημόκριτος από τα Αβδηρα.12

γ. Άσματα και Μελωδίες

Αφού ο Πλάτων στους διαλόγους του στην «Πολιτεία» ερεύνησε τι και πως πρέπει να λέγεται για τη διαμόρφωση του ενάρετου ήθους στους φύλακες και στις φυλακίδες, έρχεται η σειρά να εξετασθεί ποια άσματα και μελωδίες ταιριάζουν για την επιτυχία του ιδίου σκοπού.

Εισέρχεται στην εξέταση του θέματος αναλύοντας μια μελωδία στα συστατικά της τα οποία ορίζονται από τον λόγο, τη μουσική αρμονία και τον ρυθμό, τα οποία αρμονία και ρυθμός προσαρμόζονται στα λόγια της μελωδίας, ενώ δεν μπορεί να συμβεί το αντίθετο.

Επομένως μελωδίες με λόγια και μουσική που έχουν να κάνουν με θρήνους και οδυρμούς, ως επίσης και αυτές που μπορούν να οδηγήσουν τους φύλακες σε μέθη, μαλακότητα και αδράνεια, είναι αταίριαστοι γι’ αυτούς και πρέπει να αποκλεισθούν από την παιδεία τους.

Πρέπει όμως να επιτρέπονται και να συμβαίνουν εκείνες οι μελωδίες που συμβάλλουν στην καλλιέργεια της ανδρείας τόσο στις πολεμικές επιχειρήσεις, όσο και στις άλλες αποστολές, ρόλο τον οποίο σήμερα παίζουν τα στρατιωτικά εμβατήρια.

Μελωδίες οι οποίες να αντιμάχονται τον πόνο των τραυμάτων ή της πορείας προς τον θάνατο των φυλάκων ή την πτώση αυτών σε κάποια άλλη συμφορά, ώστε σε όλες αυτές τις περιπέτειες να μένει καρτερικός και κραταιός.

Ακόμα αποδεκτές είναι και εκείνες οι μελωδίες, που δεν εξάπτουν την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι καταξιώθηκαν και αναγνωρίστηκαν από την κοινωνία σε ειρηνικές άλλες πράξεις και συντελούν ώστε αυτοί οι άνθρωποι να μένουν σώφρονες και μετριόφρονες, μένοντας ικανοποιημένοι με αυτό που από τις περιστάσεις παρουσιάζεται, έστω και αν ο καιρός έχει άλλα γυρίσματα.

Ώστε μελωδίες που καλλιεργούν την ανδρεία και τη σωφροσύνη στην ευτυχία και στη δυστυχία των ανθρώπων, δεν πρέπει να αποκλείονται από την παιδεία των φυλάκων.

Μετά την αρμονία γίνεται λόγος για τους ρυθμούς της μελωδίας και ερευνάται ποιοι ρυθμοί ταιριάζουν και εκφράζουν τη ζωή του κόσμιου και ανδρείου ανθρώπου, από τις τάξεις των οποίων θα προέλθει ο φύλακας.

Με την παραπάνω σύντομη επιχειρηματολογία του ο Πλάτων απέδειξε την εναρμονισμένη αμφίδρομη σχέση, η οποία υπάρχει μεταξύ των ρυθμών της μελωδίας, του ήθους ψυχής, αλλά και της διανόησης, τονίζοντας έτσι την αξία της ευρυθμίας των μελωδιών στη διαμόρφωση της ψυχής και του πνεύματος των νέων ανθρώπων, αλλά και για την ευζωία των άλλων ηλικιών.

Μάλιστα την αξία επίδρασης στους ανθρώπους της ευρυθμίας και της ευσχημοσύνης επεκτείνει και στις άλλες συγγενικές τέχνες: στη ζωγραφική, στην αρχιτεκτονική, στη ραπτική και στο κέντημα, ως επίσης και στην κατασκευή των άλλων σκευών, συνιστώντας να μην επιτρέπεται στην πόλη να αναπτύσσονται τέτοιοι τεχνίτες, τα άρρυθμα και άσχημα κατασκευάσματα των οποίων συντελούν στην κακοήθεια, στην ακολασία και στην απελευθερία των πολιτών.

Δικαιολογεί δε αυτές τις προτροπές του λέγοντας ότι η αρρυθμία, η ασχημοσύνη και η αναρμοστία αδελφώνονται με την κακολογία και την κακοήθεια και απεναντίας η ευρυθμία και η ευσχημοσύνη με το σωφρονισμένο και το καλό ήθος του ανθρώπου.

Τέτοια εύρυθμα και εύσχημα μηνύματα προερχόμενα από όλες τις κατευθύνσεις της πόλης ως ακούσματα και εικόνες φέρνουν, σαν απαλή αύρα, υγεία στους ανθρώπους και από τη μικρή ηλικία οδηγούν τις ψυχές τους στην εξομοίωση με αυτά τα μηνύματα καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλία και τον καλό λόγο μεταξύ των πολιτών.

Σωστά εκφράζεται ο Πλάτων ότι οι εύρυθμες μελωδίες συντελούν στην υγεία των ανθρώπων, διότι και σήμερα η μουσική χρησιμοποιείται από την ιατρική επιστήμη ως μέσον θεραπείας των ψυχών και κατ’ επέκταση του σώματος.

Αυτό διότι είναι γνωστό ότι ο εγκέφαλος και γενικά το νευρικό μας σύστημα λειτουργεί με τα ηλεκτρικά νευρικά κύματα μέσω των οποίων μεταφέρονται τα μηνύματα και προς το σώμα.

Επειδή και η μουσική είναι κύματα δύνανται να συντονίζονται και να αποσυντονίζονται με τα νευρικά κύματα, προκαλώντας αντίστοιχα ευεξία ή το αντίθετό του στον άνθρωπο, δικαιώνοντας έτσι και τον Πλάτωνα που ομιλεί περί αδελφοποίησης της εύρυθμης ή άρρυθμης μελωδίας, αντίστοιχα με την καλοήθεια ή την κακοήθεια της ψυχής.13

Με το ίδιο πνεύμα για την αξία της μουσικής θα μιλήσει και ο Πυθαγόρας, ο οποίος θεωρούσε αυτή ως κύριο μάθημα για τους νέους, αλλά και ως θεραπεία στα πάθη της ψυχής.

Βεβαίως δεν υστερεί σε αναφορές για τη δύναμη της μουσικής στη διαμόρφωση της ψυχής και του πνεύματος και ο Αριστοτέλης, ο οποίος και αυτός συνιστά ότι για την ορθή διάπλαση των νέων πρέπει να μελετώνται και να επιλέγονται οι κατάλληλες αρμονίες και οι ρυθμοί που θα εισαχθούν στην παιδεία.

Αυτό διότι πιθανόν να υπάρχει κάποια συγγένεια της ψυχής προς τις αρμονίες και τους ρυθμούς, όπως ομολογούν ορισμένοι σοφοί ότι η ψυχή είναι ή εμπεριέχει αρμονία, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη σύγχρονη νευρολογία, όπως παραπάνω αναφέρθηκε.14

Αλλά η επίδραση της μελωδίας ως λόγου, αρμονίας και ρυθμού δεν περιορίζεται μόνο στη ψυχή του κάθε πολίτη, αλλά η δυναμική τους επεκτείνεται στο σύνολο των πολιτών, ώστε ο Πλάτων να επικαλείται ως παράδειγμα την Αθηναϊκή Δημοκρατία, της οποίας η ομαλή λειτουργία της διατηρείτο χάριν των εύσχημων και ευήθων μελωδιών.

Απεναντίας, όταν οι μελωδίες έγιναν αναρχούμενες από τους ποιητές και τους μελωδούς, όλοι έγιναν παντογνώστες επί παντός επιστητού, η ελευθερία χάθηκε, επικράτησε η αναρχία και η ασυδοσία χωρίς όρια, με κύρια χαρακτηριστικά την αμάθεια και την αναισχυντία.

Μήπως λοιπόν η αξιολογική ηθική κρίση στην οποία έχει εισέλθει σήμερα η κοινωνία μας και η οποία απειλεί τις λειτουργίες της, δύναται να αποδοθεί στην απουσία των αρχών που ο Πλάτων διακηρύσσει για την διάπλαση του ήθους των νέων;

Ο ίδιος τελικά θα κλείσει αυτές τις σκέψεις του για την διαμόρφωση του ήθους των νέων ανθρώπων λέγοντας:

Η αληθινή γνώση απελευθερώνει τους ανθρώπους, αλλά η αμάθεια ή η απατηλή γνώση υποδουλώνει και καταστρέφει το ωραίο, το εύσχημο, το ελεύθερο.15

3. Σωματική Διάπλαση

Ακριβώς γι’ αυτή την ωραία, εύσχημη και ελεύθερη προσωπικότητα του φύλακα, αλλά και του κάθε πολίτη, ο Πλάτων συνεχίζει τις απόψεις του για την παιδεία με τη γυμναστική, ως την πλέον κατάλληλη αγωγή για την διάπλαση ενός υγιούς σώματος.

Με τη βασική βέβαια προϋπόθεση ότι η γυμναστική πρέπει να αρχίζει από την παιδική ηλικία και να εξακολουθεί σε όλη την διάρκεια της ζωής με έναν επιστημονικά διαπιστωμένο τρόπο.

Δίνει μεγάλη σημασία ο Πλάτων στη γυμναστική διότι πρεσβεύει στην αρχή: ότι το γερό σώμα με την αρετή κάνει και τη ψυχή καλή και απεναντίας η καλή ψυχή με την δική της αρετή βελτιώνει και το σώμα.16

Από την ίδια Πλατωνική αρχή, ότι ένας υγιής νους πρέπει να κατοικεί σε υγιές σώμα, διέπονται και οι απόψεις του Πυθαγόρα, ο οποίος, πρεσβεύοντας ότι η ψυχή τοποθετήθηκε στο σώμα από τον Θεό, δέχεται ότι αυτή ενεργεί μέσω του σώματος, γι’ αυτό και ήθελε το σώμα να είναι υγιές για να εκτελεί πρόθυμα τις εντολές της ψυχής.

Για την υγεία και τη θεραπεία του σώματος, ο Πυθαγόρας δύο πράγματα θεωρεί αναγκαία: τη γυμναστική και την διατροφή.17

Αλλά, εάν για τον Πυθαγόρα είναι αναγκαία προϋπόθεση το υγιές σώμα για την κανονική λειτουργία της ψυχής, ο Δημόκριτος εάν ήταν δικαστής, με ευχαρίστηση θα καταδίκαζε τη ψυχή για τις οδύνες και για όλες τις δυστυχίες του σώματος, που με την αμέλειά της συντελεί πολλά να χάνονται, άλλα να παραλύουν από τη μέθη και άλλα να φθείρονται και να διασπώνται εξ’ αιτίας της φιληδονίας.18

Οι διαμετρικές όμως αυτές απόψεις του Πυθαγόρα και του Δημόκριτου επιβεβαιώνουν την αμφίδρομη αρχή του Πλάτωνα περί αμοιβαίας σχέσης και επίδρασης ψυχής και σώματος, η οποία είναι αποδεκτή και από τη σύγχρονη ψυχοσωματική ιατρική.

Η οποία αποδέχεται ότι ένας μεγάλος αριθμός των σωματικών ασθενειών οφείλονται μεν στην κακή ψυχική υγεία, αλλά και αντιστρόφως το ασθενικό σώμα επηρεάζει σοβαρά και τη ψυχική υγεία και διάθεση, με αποτέλεσμα η ασθένεια σώματος και ψυχής να περιπίπτουν τον άνθρωπο σε ένα φαύλο ασθενικό κύκλο αυτών των δύο οντοτήτων, με τελική κατάληξη την αποσύνθεση και την κατάρρευση της προσωπικότητας.19

Αυτές τις δυσάρεστες συνέπειες έχει κατά νου ο Πλάτων, γι’ αυτό και από την εποχή του αφήνει αυτή την παρακαταθήκη, για μία ενάρετη ψυχή σε ένα γερό σώμα, ώστε αμφίδρομα με αρετή να λειτουργούν αμφότερα, διατηρούντα την υγεία της προσωπικότητας.

Την αξία των οποίων αναγνώρισε και ο Αριστοτέλης με την διευκρίνιση ότι πρέπει να αποφεύγεται να καταβάλλεται συγχρόνως το σώμα και ο νους, καθόσον η υπερκόπωση του σώματος αντανακλά και καταβάλλει και το νου και αντιστρόφως η υπερκόπωση του νου αντανακλά στο σώμα.20

Αλλά οι απόψεις αυτές του Πλάτωνα και των άλλων φιλοσόφων για την αξία του γερού σώματος, ώστε πιο άνετα να εκτελεί τα κελεύσματα του νου, επιβεβαιώνονται και από σύγχρονες μετρήσεις επί των αθλητών που βελτιώνουν συνεχώς τις επιδόσεις τους από την άριστη αμοιβαία συνεργασία σωματικών μυών και της δύναμης της νόησης.21

Με αυτό το πνεύμα ο Πλάτων επανερχόμενος στους φύλακες και αφού προτρέπει αυτούς να αποφεύγουν τη μέθη και την πολυφαγία, συνιστά επίσης σ’ αυτούς να προσδίδουν μεγαλύτερη φροντίδα στη γυμναστική και στη δίαιτα, διότι ως πολεμικοί αθλητές έχουν σοβαρότερες υποχρεώσεις να ανταπεξέλθουν επιτυχώς σε ύψιστο βαθμό τις δύσκολες συνθήκες των εκστρατειών, δίχως νερό και φαγητό, τις ζέστες του καλοκαιριού και το ψύχος του χειμώνα, αρχές επί των οποίων εξακολουθούν και σήμερα να ασκούνται οι στρατοί.

Συμπληρώνει όμως ο Πλάτων τις απόψεις του για τη γυμναστική των πολεμιστών λέγοντας ότι για να είναι αποτελεσματική πρέπει να είναι απλή και μετρημένη όπως και η μουσική που θα συνοδεύει αυτή.

Διότι η απλότητα γεννά με την δύναμη της μουσικής σωφροσύνη μέσα στις ψυχές και κατ’ επέκταση η δύναμη της γυμναστικής υγεία μέσα στα σώματα.

Αδελφωμένες θεωρεί ο Πλάτων τη μουσική και τη γυμναστική, διότι έτσι αρμονικά δεμένα θεωρεί το σώμα και τη ψυχή σε μία αμοιβαία μεταξύ τους αλληλοεπίδραση, ως την πλέον αρμόζουσα παιδεία των φυλάκων, αλλά και των άλλων πολιτών, προκειμένου η πολιτεία στο σύνολό της να λειτουργεί κατά σωστό τρόπο.

Αλλά δυστυχώς, θα πει πάλι ο Πλάτων, όταν σε μία κοινωνία οι νέοι, αλλά και οι ενήλικες, απομακρύνονται από αυτή την αρμονία σώματος και ψυχής στην αρετή, τότε πολλαπλασιάζονται οι ακολασίες και οι αρρώστιες και ανοίγουν οι πόρτες των φυλακών και των νοσοκομείων.

Δεν πρόκειται για νοσήματα από τραύματα του σώματος από εξωτερικές αιτίες, αλλά για αρρώστιες που προέρχονται από την ανία της απραξίας και του τρόπου ζωής, που η απουσία των νέων από τα γυμναστήρια τους ωθεί σε βίαιες πράξεις και στην κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών με συνέπεια να γεμίζουν οι φυλακές και τα νοσοκομεία.

Βέβαια, επειδή η γυμναστική και η δίαιτα εξασφαλίζουν τη σωματική υγεία, δεν σημαίνει ότι πρέπει να φθάνουμε στο άλλο άκρο των υπερβολών ασχολούμενοι μόνο με αυτά, παραμελούντες τις οικογενειακές μας υποχρεώσεις, τις άλλες εργασίες μας στην πόλη, αποφεύγοντας ακόμα και τις εκστρατείες, διότι τότε και η ψυχή βλάπτεται με τις ασθενικές φαντασιώσεις του ίδιου, αλλά και δυσλειτουργίες φέρνει στο σύνολο της κοινωνίας.

Επομένως, συμπεραίνει ο Πλάτων, για να μη χρειάζονται καθόλου οι γιατροί και οι δικαστές, παρά μόνο σε περιπτώσεις ανάγκης, απαραίτητη είναι η γυμναστική, η οποία οπωσδήποτε πρέπει να συνοδεύεται και από την κατάλληλη μουσική.

Θα μπορούσε επίσης να διατυπωθεί ότι και η γυμναστική ως κίνηση υποβοηθά το έργο της ψυχής, εφόσον αυτή ταυτίζεται με τον εγκέφαλό μας και γενικά με το νευρικό σύστημα, μέσω των οποίων εξασφαλίζεται η κίνηση όλων των κυττάρων του σώματος.

Έτσι όταν το σώμα κινείται με τη γυμναστική διευκολύνει και το έργο της ψυχής το οποίο είναι να κινεί κάθε κύτταρο του σώματος, δικαιώνοντας τον Πλάτωνα που λέει ότι η γυμναστική με αρετή βελτιώνει και τη ψυχή.

Τελικά η μουσική ως ψυχοθεραπεία και η γυμναστική ως κίνηση συνεργαζόμενες αμφότερες αρμονικά ενισχύουν το έργο της ψυχής.

Όχι άδικο συμπέρασμα, όταν είναι διαπιστωμένο ότι ο εγκέφαλος ως ψυχή είναι το επίκεντρο της ζωής του ανθρώπου, αλλά και κάθε όντος.

Αυτό γενικά είναι το πνεύμα του Πλάτωνα για τη γυμναστική παιδεία των νέων, επισημαίνοντας όμως την τήρηση του μέτρου σε αυτή την παιδεία.

Ώστε με την υπέρμετρη γυμναστική να μη βγουν οι νέοι αγριότεροι από όσο πρέπει και από τη μουσική μαλακότεροι σε βαθμό απαράδεκτο.

Επειδή δε την αγριότητα από τη φύση της παρουσιάζει το θυμοειδές, που έχει σχέση με την αρετή της ανδρείας, τη δε μαλακότητα η φιλοσοφική φύση, που έχει σχέση επίσης με την αρετή της σωφροσύνης και επειδή ως γνωστό αυτές οι αρετές πρέπει να κοσμούν ιδιαίτερα τους φύλακες, γι’ αυτόν τον λόγο η γυμναστική με τη μουσική στην παιδεία των φυλάκων πρέπει να έχει τέτοιο μέτρο, ώστε να εξασφαλίζει την καλλιέργεια σε αυτούς των αρετών της ανδρείας και της σωφροσύνης.22

Συμπέρασμα με το οποίο συμφωνεί και ο Αριστοτέλης λέγοντας ότι η γυμναστική πρέπει να αποβλέπει στην καλλιέργεια της ανδρείας και να αποφεύγεται η ανάπτυξη του θηριώδους.23

Επομένως, θα πει ολοκληρώνοντας τις απόψεις του αυτές ο Πλάτων και στην πόλη μας θα χρειασθεί να έχουμε πάντοτε ηγέτες που να γνωρίζουν από αυτές τις ισορροπίες, ώστε να παραμένει ασάλευτη η τάξη μέσα στην κοινωνία μας.24

Πραγματικά αποτελεί τέχνη για τον ηγέτη όχι μόνο να γνωρίζει την επιστήμη εκείνη, αλλά να είναι ικανός να χρησιμοποιεί αυτή, ώστε άλλοτε μεν να διατηρεί σε έξαρση τον ενθουσιασμό και την αισιοδοξία των πολιτών και άλλοτε δε εντέχνως να συντελεί ώστε στους πολίτες να κυριαρχεί η λογική σκέψη.

Τέτοιους όμως χειρισμούς από τον ηγέτη απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις ψυχολογίας και ιδιαίτερα να γνωρίζει τη ψυχολογία της ομάδας, ώστε με την τεχνική της ενίσχυσης και της απόσβεσης του λόγου και των πράξεων να διατηρείται η γαλήνη στην κοινωνία των πολιτών.

Τελικά μπορεί να διατυπωθεί ότι αποτελεί σημαντικό εργαλείο στα χέρια του ηγέτη η γνώση της ψυχολογίας, η οποία θα του επιτρέπει να συνθέτει αρμονικά το θυμοειδές και το φιλοσοφικό τμήμα της ψυχής χάριν της ευταξίας της κοινωνίας των πολιτών, όπως λέει και ο Πλάτων.25

4. Πνευματική Μόρφωση

α. Ο Μύθος του Σπηλαίου

Αφού ο Πλάτων κατέθεσε τις προτάσεις του για την διάπλαση του ήθους και του σώματος των νέων ανθρώπων και ιδιαίτερα γι’ αυτούς που προορίζονται ως φύλακες, ολοκληρώνει τις σκέψεις του για την πνευματική μόρφωση αυτών.

Την αξία ως επίσης και ποια πρέπει να είναι η μορφή της πνευματικής παιδείας αυτών που προορίζονται ως ηγέτες της κοινωνίας, ο Πλάτων, ως συνήθως, θα τις αποδώσει με τον περίφημο «μύθο του σπηλαίου», όπως επικράτησε να λέγεται.

Κρίνεται επομένως αναγκαίο να γίνει μία συνοπτική, κατά το δυνατόν, περιγραφή αυτού, με τις ανάλογες ερμηνείες του και προεκτάσεις καθόσον αφορά και τη φύση της γνωσιολογίας, εφόσον ο μύθος, αλλά και το παρόν θέμα μας, έχει να κάνει με την απόκτηση γνώσης.

Την αξία της παιδείας και της απαιδευσίας ο Πλάτων παριστάνει με την ακόλουθη περιπετειώδη εικόνα:

Μέσα σε μία υπόγεια σπηλιά, που έχει ένα μακρύ άνοιγμα προς τον δρόμο, από τον οποίο έρχεται και το φως, υπάρχουν άνθρωποι από μικρά παιδιά δεμένοι με δεσμά σε πόδια και αυχένες, έτσι ώστε να μένουν ακίνητοι βλέποντας μόνο κατ’ ευθείαν, χωρίς οι δεσμοί αυτοί να επιτρέπουν να γυρίσουν κυκλικά τα κεφάλια τους.

Οπότε οι δεσμώτες αυτοί δεν έχουν άλλες παραστάσεις και εμπειρίες παρά μόνο από τα είδωλα των σκιών των πραγματικών ανθρώπων, ζώων και αντικειμένων που κινούνται στο δρόμο και οι σκιές τους προβάλλονται στο απέναντι από τους δεσμώτες τοίχο, από τις οποίες επίσης θεωρούν ότι προέρχονται και οι φωνές τους λόγω της αντήχησης.

Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι είναι ολοκληρωτικά αδύνατον να θεωρούν ως αλήθεια κάτι άλλο, εκτός από αυτά τα είδωλα τα οποία έχουν γνωρίσει από την παιδική τους ηλικία, τονίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον σκοταδισμό του ανθρώπου, τον οποίο η αμάθειά του μπορεί να τον κρατήσει σε όλη του τη ζωή δέσμιο μια εικονικής πραγματικότητας, όταν και ο ίδιος δεν κάνει κάποια προσπάθεια να σπάσει τα δεσμά του σκοταδισμού του κινούμενος από την περιέργειά του.

Αυτό συμβαίνει όμως στη συνέχεια του μύθου εξιστορώντας ο Πλάτων τον τρόπο της λύτρωσής τους από τα δεσμά και τη θεραπεία αυτών από την αφροσύνη τους.

Υποτίθεται ότι κάποιος από αυτούς τους δεσμώτες κατόρθωσε και λύθηκε από τα δεσμά του, σηκώθηκε όρθιος, γύρισε τον αυχένα του και βάδισε με άλγη λόγω των δεσμών και της ακινησίας του προς το άνοιγμα του σπηλαίου από όπου ερχόταν το φως.

Από τις σκιές που μέχρι τότε έβλεπε ως αληθινές, έρχεται τώρα με καθαρή ματιά σε επαφή με τα πραγματικά αντικείμενα και είναι επόμενο να πέφτει σε απορία θεωρώντας ως αληθινότερα αυτά που έβλεπε τότε, από την πραγματικότητα που τώρα παρουσιάζεται ενώπιόν του.

Επειδή αισθάνεται και άλγος στα μάτια του, που δεν ήταν εθισμένα στο φως, αισθάνεται την ανάγκη να ξαναγυρίσει στο σπήλαιο, όπου θα μπορούσε άνετα να βλέπει τα είδωλα που θεωρούσε σαφέστερα ως πραγματικά.

Αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις, όση δύναμη ξεχωριστή από τους άλλους και αν έδειξε ο δεσμώτης, ο οποίος θέλησε να γνωρίσει τη φωτεινή αλήθεια, χρειάζεται άλλη τόση - σύμφωνα με την αφήγηση του Πλάτωνα - να τον συγκρατήσει στον κόσμο της φωτεινής αλήθειας, όση οδύνη και αγανάκτηση να προκαλεί στον απελευθερωμένο δεσμώτη η διαμονή του κοντά στη χώρα του φωτός, ώστε να μην επιστρέψει πάλι στον σκοταδισμό της αμάθειας και της μικρότητάς του.

Έτσι παραμένοντας και εθιζόμενος στον κόσμο της πραγματικότητας μαθαίνει προοδευτικά πλέον να διαχωρίζει τα είδωλα των ανθρώπων και των άλλων αντικειμένων από τα πραγματικά πρωτότυπά τους.

Ευρισκόμενος δε ο δεσμώτης σε αυτόν τον ωραίο κόσμο της γνώσης με την δική του προσπάθεια, αλλά και με το χέρι βοήθειας που έτυχε από τον καλό δάσκαλό του και αναμιμνησκόμενος την προηγούμενη κατοίκησή του και τη σοφία των ειδώλων, καλοτυχίζει τον εαυτό του γι’ αυτή την ανάβαση, αλλά συγχρόνως ευσπλαχνίζεται και τους συνδεσμώτες του.

Συνεχίζοντας αυτός πλέον ο δεσμώτης τους συλλογισμούς του από τον κόσμο του φωτός της γνώσης, δεν μετανόησε για την απόφασή του αυτή, παρόλα τα βάσανα που πέρασε για να συναντηθεί με τον επάνω αυτόν ωραίο κόσμο και μπροστά σε αυτό το αγαθό της γνώσης που βρέθηκε, ουδόλως θα αισθανόταν κάποια επιθυμία να τύχει επαίνων και βραβείων και των άλλων τιμών, όπως ήταν θεσπισμένα στον απατηλό κόσμο του σπηλαίου για τους πλέον οξυδερκείς και ικανούς από τους δεσμώτες.

Πλην όμως αναλογίζεται πώς θα μπορέσει να προσαρμοσθεί και πάλι σε εκείνες τις συνθήκες του σκοταδισμού των συνδεσμωτών του και ποια γλώσσα να χρησιμοποιήσει προκειμένου να κατανοήσουν ποια είναι η πραγματική αλήθεια των ειδώλων που βλέπουν, ώστε οι ίδιοι να πεισθούν και να προσπαθήσουν την ανάβασή τους στον κόσμο του φωτός της γνώσης.

Διότι εάν δεν συμβεί αυτό υπάρχει πιθανότητα ο λυτρωτής τους να γελοιοποιηθεί, αλλά και ο κίνδυνος εάν μπορούσαν αληθινά να τον φονεύουν.

Αυτό το τέλος έχει κατά νου ο Πλάτων από τον δάσκαλό του τον Σωκράτη, αλλά και από προγενέστερους φιλοσόφους και γι’ αυτό στον μύθο αυτό ο ανυψωθείς δεσμώτης του συλλογίζεται την κάθοδό του στους άλλους συνδεσμώτες του, ώστε να μην έχει την ίδια με αυτούς κατάληξη.

Αυτός ουσιαστικά ήταν ο μύθος των δεσμωτών του σπηλαίου, που ο Πλάτων διατύπωσε παραβολικά προκειμένου να τονίσει με έμφαση την αξία της υψηλής γνώσης, η οποία όμως την ανάβασή της αυτή πρέπει απαραιτήτως να συνδυάσει και με την άνοδο της ψυχής του στο νοητό χώρο, τόσον από πλευράς ήθους όσον και από πλευράς γνώσεων, όπως αφήνει ο Πλάτων να εννοηθεί με την έννοια του αγαθού.

Εδώ ο Πλάτων γνωσιολογικά φαίνεται να ερμηνεύει ότι ο δεσμώτης αφού κατόρθωσε από τις απατηλές γνώσεις των ειδώλων της αμάθειάς του να φθάσει στις γνώσεις των εμπειριών των αισθήσεων, οι οποίες περιέχουν το φως της αλήθειας, από αυτές πρέπει να καταλήξει στο φως της νοητής αλήθειας, ατενίζοντας την ιδέα του Αγαθού, από όπου πηγάζει όλη η αλήθεια, αλλά ταυτοχρόνως και κάθε αρετή προκειμένου ο άνθρωπος να συμπεριφέρεται σωστά στην κοινωνία.

Ο Πλάτων χρησιμοποιεί την έννοια του Αγαθού ως ένα ιδεατό χώρο τον οποίο ο άνθρωπος πρέπει να έχει ως επιδίωξη στη ζωή του για την απόκτηση ολοκληρωτικής γνώσης του φυσικού κόσμου, στον οποίο στόχο απαραιτήτως γνωσιολογικά πρωταγωνιστεί ο νους και οπωσδήποτε αυτή όλη η προσπάθειά του και η πορεία του απαραιτήτως πρέπει να συνοδεύεται από ενάρετο βίο, ώστε πραγματικά να αποτελεί ανάβαση και απελευθέρωση του «δεσμώτη» ανθρώπου στη χώρα του Αγαθού.

Εκεί σε αυτό το ύψος όπου έφθασε ο ίδιος βρίσκει την ουσιαστική ευδαιμονία του και δεν θέλει να ασχολείται με την ανθρώπινη αθλιότητα.

Εάν μεν αυτός ο χαρισματικά ευφυής άνθρωπος κάνει το λάθος να παρασυρθεί από τα πάθη του, με αποτέλεσμα από τον χώρο του Αγαθού να πέσει στις οδύνες του απατηλού κόσμου και να γίνει καταγέλαστος, είναι άξιος του παθήματός του, θα πει ο Πλάτων.

Αλλά το ίδιο, πλην όμως λιγότερη συμφορά, θα υποστεί και εκείνος ο οποίος αν και δεν έχει τις πνευματικές και ηθικές δυνάμεις τολμά να προχωρήσει σε κορυφές της κοινωνίας, θα γίνει αξιολύπητος λόγω της μεγάλης του αμάθειας στους υψηλούς κοινωνικούς του ρόλους για τους οποίους δεν είχε τα προσόντα.

Συμπληρώνοντας όμως τις απόψεις του ο Πλάτων, μέσα από τον μύθο του σπηλαίου, διευκρινίζει ότι η γνώση και η επιστήμη αυτή δεν είναι εύκολο θέμα, όπως διατείνονται επιπόλαια οι σοφιστές ότι μπορούν «στα τυφλά μάτια να βάλουν όραση», αλλά απαιτεί την κατάλληλη ικανότητα του νου και τη θέληση του ανθρώπου με «ψυχή και σώμα» να δοθεί σε αυτή την προσπάθεια, για να κατακτήσει το φως της γνώσης και της αρετής.

Αυτό όμως είναι το έργο της παιδείας, ώστε με μέθοδο και τέχνη να μορφώσει τους νόες προς την ορθή κατεύθυνση, ώστε να είναι χρήσιμη και ωφέλιμη και όχι βλαπτική στον άνθρωπο, διότι η καλλιέργεια του νου είναι θεϊκότερη και δυνατότερη από όλες τις άλλες ψυχικές και σωματικές αρετές.

Συνεχίζοντας ο Πλάτων την ανάλυση του μύθου του σπηλαίου και κάνοντας την τελική στροφή για ποιόν σκοπό διατύπωσε αυτόν, θα πει: Ότι είναι λογικό, αλλά και βγαίνει αναγκαστικά σαν συμπέρασμα από όλα τα προηγούμενα ότι ούτε οι απαίδευτοι, οι οποίοι δεν έχουν γνωρίσει τι είναι αλήθεια, ούτε όσοι είχαν την δυνατότητα να περνούν τη ζωή τους μονομερώς έως το τέλος μέσα στην παιδεία θα μπορούσαν να διοικήσουν με ικανοποιητικά αποτελέσματα την πόλη, οι πρώτοι επειδή λείπει από τη ζωή τους ο σκοπός ο οποίος πρέπει να τους προσανατολίζει σε οποιαδήποτε πράξη τους ατομική ή δημόσια, οι δεύτεροι επειδή με τη θέλησή τους, ζωντανοί όντες, έχουν μεταφερθεί και ζουν στη χώρα των μακάρων μακριά από τα πρακτικά θέματα της ζωής.

Αλλά για να μη στερηθεί η πόλη τους άριστους κυβερνήτες, πρέπει η ίδια η πολιτεία να επιλέγει και να παιδεύει τις καλύτερες ευφυίες των φιλοσόφων και αφού λάβουν την κατάλληλη μόρφωση και απολαύσουν το αξίωμά τους, πρέπει να θέλουν στη συνέχεια να κατεβαίνουν πάλι στο επίπεδο των «δεσμωτών», όχι για να παίρνουν από το μερίδιο των κόπων τους και τις αναξιοπρεπείς τιμές τους, αλλά για να ανυψώσουν τους συμπολίτες τους «δεσμώτες» στη χώρα του αγαθού, μακριά από το σκότος της αμάθειας και τα πάθη της κακίας.

Με άλλα λόγια ο Πλάτων συνιστά ούτε οι απαίδευτοι σε θέματα διοίκησης της πόλης, αλλά ούτε και αυτοί που είναι πεπαιδευμένοι σε αυτές τις επιστήμες χωρίς να έχουν πρακτική εμπειρία.

Επομένως οι πλέον κατάλληλοι θα μπορούσε να συμπληρωθεί ότι είναι οι πεπαιδευμένοι στις διοικητικές επιστήμες, οι οποίοι αναδεικνύονται μέσα από τα δημόσια πράγματα και διαθέτουν εμπειρία επ’ αυτών.

Αυτοί οι πεφωτισμένοι σε γνώση και εμπειρία, αλλά και του αρίστου ήθους δημόσιοι άνδρες, αφού ανέλθουν στα ανώτατα αξιώματα, έχουν την υποχρέωση έναντι της πολιτείας η οποία τους ανέδειξε, σαν μέσα στων μελισσών τα σμήνη οδηγητές και αρχηγοί να κατέρχονται στο χώρο των συμπολιτών τους «δεσμωτών», διότι είναι οι μόνοι κατάλληλοι να διαφωτίσουν τους «δεσμώτες» ποια είναι η αλήθεια των σκιών των ειδώλων, ώστε αυτοί να κατανοήσουν τις πραγματικές αξίες του ωραίου, του δικαίου και του αγαθού.

Έτσι μόνο, λέει ο Πλάτων, άρχοντες και πολίτες θα ζουν μέσα σε μία πόλη όλοι σωστά ενημερωμένοι για τα δημόσια πράγματα, χωρίς τον σκοταδισμό της άγνοιας όπως συμβαίνει σε άλλες πόλεις, που διοικούνται από άρχοντες οι οποίοι σκιαμαχούν και διχοστατούν ο ένας προς τον άλλον ποιος θα πάρει την εξουσία, θεωρώντας αυτή ότι είναι ένα μεγάλο αγαθό.

β. Μαθήματα Φυλάκων

Όλη αυτή η εξιστόρηση και η ερμηνεία συγχρόνως του μύθου του σπηλαίου από τον Πλάτωνα δεν εγένετο τυχαία, αλλά ήταν σκόπιμη.

Μέσα από αυτόν τον λογοτεχνικά μαγευτικό, με τη μορφή των διαλόγων, τρόπο παρουσίασης του μύθου, ο Πλάτων, κατά τον χρόνο συγγραφής της «Πολιτείας» του, απέβλεπε να δημιουργήσει τον φιλόσοφο άρχοντα της πόλης, προερχόμενο από τον φιλόσοφο φύλακα, ο οποίος ήταν ο μόνος από όλους τους αξιωματούχους της πόλης που θα πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις του μύθου του σπηλαίου για κυβερνήτης αυτής.

Έτσι με αυτόν τον σκοπό του φιλόσοφου κυβερνήτη, ερευνώνται ποιά μαθήματα είναι τα πλέον κατάλληλα, που θα εφελκύσουν τη ψυχή από τον σκοταδισμό της γέννησής τους προς την ουσία των όντων, ή όπως λέει η παράδοση, από τον Άδη να ανέβουν στους Θεούς.

Βέβαια, συμπληρώνει ο Πλάτων, ποια άλλα μαθήματα χρειάζονται ανεξάρτητα από τη μουσική, τη γυμναστική και τις άλλες τέχνες για τα οποία μιλήσαμε για την καλλιέργεια της ψυχής και την διάπλαση του σώματος.

Κατ’ αρχάς, ένα τέτοιο μάθημα που ανεβάζει το πνεύμα από τον Άδη στους Θεούς, πρέπει να έχει το προνόμοιο να χρησιμοποιείται από όλες τις τέχνες και τις επιστήμες, ως επίσης και από τις διανοητικές αναζητήσεις των ερευνητών.

Αυτό το μάθημα έχει σχέση με τον αριθμό και τον λογισμό.

Αμέσως μετά από αυτή την διαπίστωση ο Πλάτων απευθύνει στους συνομιλητές του χάριν της τέχνης του διαλόγου, το ερώτημα:

Ή δεν είναι αλήθεια πως κάθε τέχνη και επιστήμη είναι αναγκασμένη να έχει το μερίδιό της σε αυτές τις επιστήμες, ασφαλώς και η πολεμική;

Διότι η πρώτη μας φροντίδα για τον πολεμικό ηγέτη είναι να μπορεί να λογαριάζει και να αριθμεί.

Επί πλέον και όπως όλα τα πράγματα δείχνουν, τα μαθήματα αυτά ανήκουν σε εκείνα που από τη φύση τους είναι φτιαγμένα να καλλιεργούν τη νόηση και ότι έχουν μία προωθητική δύναμη να υψώνουν τον άνθρωπο προς την ουσία των όντων και την αλήθεια.

Πράγματι και σήμερα τα μαθηματικά θεωρούνται ως καθαρή επιστήμη της ανθρώπινης διάνοιας, τόση δε είναι η συμβολή τους στη γνώση, ώστε οδήγησε μερίδα και των σύγχρονων φιλοσόφων να δέχονται ότι η γνώση παράγεται αποκλειστικά και μόνο από τον νου.

Επειδή ακόμα τα μαθηματικά ασκούν κατά κύριο λόγο τη διάνοια, γι’ αυτό και ο Πλάτων έθεσε αυτά ως βασικό μάθημα στην παιδεία των πολεμικών ηγετών, θέση την οποία κατέχουν και σήμερα στις Στρατιωτικές Ακαδημίες.

Είναι λοιπόν απαραίτητα τα μαθηματικά στον πολεμικό ηγέτη, διότι έτσι ακονίζεται καλύτερα η διάνοιά του στα προβλήματα της τακτικής του πολέμου, ενώ στον φιλόσοφο επίσης είναι αναγκαία, διότι και σ’ αυτόν με τους μαθηματικούς υπολογισμούς ενισχύεται η διάνοιά του να πλησιάζει την ουσία των πραγμάτων.

Άρα, έτσι ο φύλακας-αξιωματικός γίνεται και πολεμικός και φιλόσοφος.

Με αυτόν τον στόχο του φιλόσοφου πολεμικού ηγέτη ο Πλάτων θα συνεχίσει να εκθέτει τα κατάλληλα για την παιδεία των φυλάκων μαθήματα, συνεχίζοντας να θεωρεί ως δεύτερο τη γεωμετρία.

Διότι οι γνώσεις της γεωμετρίας βοηθούν στην ίδρυση και στην κατασκευή των στρατοπέδων, στην επιλογή και στην οχύρωση των καταλλήλων τοποθεσιών, για τους σχηματισμούς ανάπτυξης και σύμπτυξης των στρατευμάτων κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις και γενικά το μάθημα αυτό βοηθά στην εκτέλεση όλων των ελιγμών, τους οποίους χρησιμοποιούν τα στρατεύματα στις μάχες και στις πορείες.

Βέβαια, λέει ο Πλάτων, για να λέμε την αλήθεια για όλες αυτές τις αποστολές θα επαρκούσαν οι πλέον αναγκαίες γνώσεις στη λογιστική και στη γεωμετρία.

Πλην όμως έχουμε την υποχρέωση, σύμφωνα με τον στόχο που θέσαμε του φιλοσόφου πολεμικού ηγέτη, εκτός από τις εφαρμοσμένες και πρακτικές να διδάξουμε και τις θεωρητικές γνώσεις αυτών των μαθημάτων, διότι έτσι μόνον οι φύλακες-αξιωματικοί μπορούν να σκέπτονται υψηλότερα και να παίρνουν σωστές αποφάσεις και για άλλα επίσης σοβαρά διοικητικά θέματα.

Ως τρίτο αναγκαίο μάθημα για την παιδεία των φυλάκων εκτιμάται η αστρονομία, διότι αυτό το μάθημα παρέχει την δυνατότητα να γνωρίζουν τις καιρικές συνθήκες όλους τους μήνες και τις εποχές, γνώσεις πολύ σημαντικές όχι μόνο για τη γεωργία και τη ναυτιλία, αλλά και για την διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων.

Η ορθότητα αυτών των απόψεων του Πλάτωνα από εκείνη την εποχή για τη σημαντικότητα των καιρικών συνθηκών και της γεωμετρίας του εδάφους επιβεβαιώνεται μέχρι σήμερα, που θεωρούνται ως από τους θεμελιωδέστερους παράγοντες για την διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων.

Πλην όμως οι σκέψεις του Πλάτωνα για τα μαθήματα των φυλάκων δεν περιορίζονται μόνο σε αυτά και προκειμένου να εισαγάγει το κορυφαίο των μαθημάτων, επικαλείται την αδελφική συγγένεια η οποία υπάρχει μεταξύ όλων των επιστημών και εάν αυτή η κοινή επικοινωνία όλων των επιστημών αποκαλυφθεί από τους φύλακες, τότε δεν ήταν άδικος ο κόπος μας στην έρευνά μας για τα πλέον κατάλληλα μαθήματα σε αυτούς.

Γι’ αυτήν όμως την πορεία αποκάλυψης της ουσιαστικής αλήθειας μόνο με την διαλεκτική μπορεί να επιτευχθεί.

Μία τέχνη της οποίας κατ’ εξοχήν εργαλείο είναι μόνον ο λόγος της νόησης, αποκλείοντας τη συμμετοχή των αισθήσεων.

Η διαλεκτική είναι εκείνη η διαδικασία, η οποία παραλληλίζεται με την ελευθέρωση του δεσμώτη από το σπήλαιο και την ανάβασή του στην περιοχή του φωτός και στην οποία μπορεί η σπουδή όλων αυτών των μαθημάτων να οδηγήσουν τους φύλακες στο ευγενέστατο εκείνο στοιχείο της ψυχής τους, που θα τους επιτρέψει να γνωρίσουν το άριστο, που είναι μέσα στα πράγματα, ώστε να λάβουν ορθές αποφάσεις.

Επομένως, λέει ο Πλάτων, δεν θα υπάρξει κάποια αντίρρηση να προταθεί η διδαχή στους φύλακες της διαλεκτικής ως ξεχωριστής επιστήμης της έρευνας, που προσπαθεί με μεθοδικό τρόπο να βρίσκει την ουσία των πραγμάτων και ως εξ’ αυτής της ιδιότητας δικαίως να τοποθετηθεί ως θριγκός επάνω στο οικοδόμημα όλων των μαθημάτων των φυλάκων.26

Όπως σήμερα, ως «θριγκός» των μαθημάτων που δέχεται ο αξιωματικός, μπορεί να θεωρηθεί η εκτίμηση των παραγόντων μια επιχειρησιακής κατάστασης προκειμένου να ληφθεί η σωστή απόφαση, η οποία και εκφράζει διαλεκτικά την «αδελφική συγγένεια» όλων των παραγόντων, όπως λέει ο Πλάτων.

Ασφαλώς η διαλεκτική είναι η «θριγκός» όλων των μαθημάτων, έστω και αν η παιδεία των φυλάκων συμπληρωθεί με τις επιστήμες εκείνες, που έχουν ως αντικείμενο γνώσης τις ψυχές των ανθρώπων και άμεσα εδώ στην «Πολιτεία» του δεν προτάθηκαν από τον Πλάτωνα.

Πλην όμως για την αξία αυτών των επιστημών κατ’ επανάληψη ο Πλάτων στους λόγους του με έμφαση αναφέρεται και επομένως θα ήταν αδύνατον να στερήσει αυτές από την παιδεία των φυλάκων, ως κατ’ εξοχήν ασχολουμένους με την διοίκηση ανθρώπων, όταν μάλιστα συνιστά σε αυτούς να επανέρχονται στο σπήλαιο για την ανόρθωση των άλλων δεσμωτών.

Μία από αυτές τις επιστήμες, όπως φάνηκε από προηγούμενες αναφορές, αλλά θα επαναλάβει ο Πλάτων και στο έργο του «Αντεραστές», είναι η δικαστική.

Είναι δε η τέχνη εκείνη, που κάνει άριστους τους ανθρώπους και είναι η ίδια η τέχνη, που τιμωρεί και γνωρίζει να ξεχωρίζει τους καλούς από τους κακούς.

Ακόμα είναι η τέχνη που μπορεί να χειρίζεται τον ένα, μπορεί και τους πολλούς και εκείνη που μπορεί τους πολλούς, μπορεί και τον ένα.

Γενικά είναι εκείνη η επιστήμη που σου επιτρέπει να γνωρίζεις τον εαυτό σου και τους άλλους και αυτή η γνώση αποκαλύπτει φρόνιμο άνθρωπο, αρετή που πρέπει να κοσμεί κάθε ηγέτη, σύμφωνα με τις αντιλήψεις του Πλάτωνα.27

Το έργο αυτό επίσης της καλλιέργειας και της διοίκησης της ψυχής των ανθρώπων ο Πλάτων, όπως είδαμε αλλά και στους «Νόμους» επαναλαμβάνει, αναθέτει στη επιστήμη της Πολιτικής, ως την χρησιμότερη γι’ αυτόν τον σκοπό τέχνης χειρισμού της φύσης και των συνηθειών της ψυχής.28

Εάν όμως το έργο χειρισμού και καλλιέργειας των ψυχών τότε ο Πλάτων είχε αναθέσει στην δικαστική και στην πολιτική, σήμερα εξυπηρετείται από τις επιστήμες της Ψυχολογίας και της Κοινωνιολογίας, των οποίων βέβαια οι γνώσεις είναι αναγκαίες σε όλες τις επιστήμες και τέχνες της κοινωνίας και ιδιαίτερα στους ηγέτες της που διοικούν ανθρώπους.

γ. Κλιμάκωση Μαθημάτων

Αφού ο Πλάτων προσδιόρισε τα πλέον κατάλληλα μαθήματα που ταιριάζουν στην παιδεία των φυλάκων και τα οποία κυρίως αποβλέπουν στη φιλοσοφική καλλιέργεια της διάνοιάς τους, έρχεται η σειρά να εξετασθεί σε ποιούς και κατά ποιό τρόπο θα κλιμακωθούν αυτά τα μαθήματα.

Θέτει δε ως πρωταρχική προϋπόθεση ότι τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής αυτών που θα δεχθούν αυτά τα μαθήματα, πρέπει να είναι τα ίδια που ταιριάζουν για την επιλογή αρχόντων.

Δείχνοντας ευθύς εξ’ αρχής ότι ο Πλάτων προορίζει πλέον τους φιλοσόφους-φύλακες ως άρχοντες της πόλης.

Κατ’ αρχάς αυτοί που θα επιλεγούν για να δεχθούν την υψηλή παιδεία των φυλάκων, πρέπει να διακρίνονται ως προς τη φύση του χαρακτήρα τους, ώστε να είναι οι θετικότατοι, οι ανδρειότατοι και σε βαθμό που είναι κατορθωτό, οι ευσωμότατοι.

Εξυπακούεται βέβαια ότι αυτά τα ηθικά και σωματικά προσόντα των προς επιλογή φυλάκων, πρέπει απαραίτητα να συνοδεύονται και από τα αντίστοιχα κατά φύση πνευματικά προσόντα, τα οποία να ευνοούν την παιδεία των μαθημάτων που περιγράφηκαν.

Η επιλογή αυτή των φυλάκων αρχίζει από την παιδική ηλικία, με μία προπαίδεια της λογιστικής και της γεωμετρίας με τη μορφή των παιχνιδιών και με έναν ελεύθερο τρόπο διδαχής, ώστε να μη δείχνει εξαναγκασμό στη μάθηση, προκειμένου μέσα από αυτή να γίνεται η επιλογή των καλύτερων.

Εξ’ άλλου είναι κανόνας ότι δεν πρέπει ο ελεύθερος να μαθαίνει με δουλικό αναγκασμό κανένα μάθημα.

Όποιος λοιπόν, θα πει ο Πλάτων, αναδειχθεί σταθερά πρόθυμος και ανταποκριθεί σε όλες αυτές τις σωματικές, ψυχικές και πνευματικές δοκιμασίες, τότε μπορεί να επιλέγεται ως ικανός για να δεχθεί και τα άλλα στάδια της παιδείας τω φυλάκων.

Μία δοκιμασία επιλογής η οποία έχει καθολική και σήμερα ανάλογη εφαρμογή για όλους τους υποψήφιους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων πριν από την κανονική φοίτησή τους στις Στρατιωτικές Ακαδημίες.

Αυτοί οι εικοσάχρονοι νέοι που θα περάσουν αποτελεσματικά αυτές τις δοκιμασίες, αφού τους δοθούν μεγαλύτερες τιμές από τους άλλους γι’ αυτήν την επιτυχία τους, συνεχίζουν τη μόρφωσή τους στα ίδια μαθήματα που είχαν διδαχθεί κατά την παιδική τους ηλικία, σε ανώτερο βέβαια επίπεδο, ώστε να μπορούν να γνωρίζουν την ουσία των πραγμάτων και να αναδεικνύονται διαλεκτικοί μεταξύ αυτών των επιστημών που διδάσκονται.

Οι δοκιμασίες όμως των φυλάκων δεν σταματούν, αλλά συνεχίζονται και όσοι πάλι από αυτούς δείξουν στην πορεία τους ως φύλακες τα κατάλληλα προσόντα, δηλαδή θετικότητα στον πόλεμο και στις άλλες από τους νόμους διατεταγμένες υποχρεώσεις τους και αφού περάσουν τα τριάντα χρόνια της ηλικίας τους, προάγονται σε τιμητικώτερα αξιώματα με κριτήριο ελέγχου την διαλεκτική τους δύναμη, δηλαδή όπως θα λέγαμε σήμερα, την ικανότητά τους να εκτιμούν πραγματικά τους παράγοντες και να παίρνουν σωστές αποφάσεις.

Αφού προηγουμένως βέβαια δεχθούν και πάλι επιλεκτικά σπουδές στη διαλεκτική επιστήμη, δηλαδή κάποιο ανάλογο επίπεδο με τη σύγχρονη επιμόρφωση των αξιωματικών στις Ανώτατες Σχολές.

Αμέσως μετά από αυτή τη σπουδή τους στη διαλεκτική επιστήμη, οι φύλακες θα κατέλθουν στο σπήλαιο για να γίνουν πολεμικοί αρχηγοί, λαμβάνοντας όλα τα αξιώματα που χρειάζονται νέους ανθρώπους, ώστε να μην υστερούν καθόλου κατ’ εμπειρία συγκριτικά με τους άλλους προφανώς «δεσμώτες».

Δοκιμασία πολύ δύσκολη για τους φύλακες σε αυτά τα αξιώματα, που θα αντιμετωπίζουν πειρασμούς και κλονισμούς ωθώντας αυτούς σε όλες τις παρεκκλίσεις, μέσα σε μία διάρκεια δέκα πέντε χρόνων.

Μία άλλη φάση δοκιμασιών των φυλάκων κατά Πλάτωνα, η οποία θα μπορούσε να παραλληλισθεί με αυτή της σημερινής πορείας των αξιωματικών ως διοικητές Στρατιωτικών Μονάδων, η οποία πράγματι αποτελεί και την κρισιμότερη δοκιμασία του αξιωματικού.

Η κλιμάκωση όμως της παιδείας και των δοκιμασιών στην εξέλιξη των φυλάκων, σύμφωνα με τις απόψεις του Πλάτωνα συνεχίζονται.

Όταν λοιπόν οι φύλακες γίνουν πενήντα χρόνων, όσοι επέζησαν και αριστεύσουν κατά πάντα και από κάθε άποψη σε γνώσεις και στις πράξεις, θα οδηγηθούν στην τελευταία βαθμίδα αφιερώνοντας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στη φιλοσοφία, έχοντας τώρα μόνον κατά νου το καθήκον τους να διατηρούν την πόλη, τους πολίτες και τους εαυτούς τους σε κόσμια τάξη.

Έτοιμοι πλέον καθ’ όλα οι φύλακες της «Πολιτείας» του Πλάτωνα να πάρουν μέρος στους κόπους και στις ευθύνες της πολιτικής ζωής, ως και στα αξιώματα αυτής, όχι ως τιμητική διάκριση, αλλά ως ένας εξαναγκασμός εξ αιτίας του συμφέροντος της πόλης.

Τα ίδια, λέει ο Πλάτων ισχύουν και για τις φυλακίδες, διότι όσα έχουν ειπωθεί για τους άνδρες, αφορούν και τις γυναίκες, όσες βέβαια από αυτές είναι από τη φύση προικισμένες με τα κατάλληλα προσόντα.

Αφού πλέον οι φύλακες εξάντλησαν όλες τις δοκιμασίες τους και εκπλήρωσαν στο ακέραιο όλα τα καθήκοντά τους και αφού έχουν εκπαιδεύσει άλλους σαν τους εαυτούς τους, για να μείνουν στη δική τους θέση ως φύλακες της πόλης, τότε μπορούν να μεταβούν και να κατοικήσουν στις νήσους των μακάρων κατά Πλάτωνα, τιμώντας αυτούς η πόλη και θεωρώντας αυτούς συγχρόνως θεϊκούς ανθρώπους.29

Είναι δε πραγματικά δίκαιο αυτούς τους άρχοντες να τιμά η πόλη ως θεϊκούς ανθρώπους – υπεράνθρωπους θα ονόμαζε ο Νίτσε – καθόσον, μετά από αυστηρή επιλογή, καθόλη την πορεία των καθηκόντων τους δοκιμάζονται και κρίνονται προκειμένου να προαχθούν μέχρι των ανωτάτων αξιωμάτων της πολιτείας και κυρίως διότι η ζωή τους, καθόλη την διάρκειά της, ήταν γεμάτη πράξεων προσφοράς προς την πόλη και τους πολίτες.

Οι τιμές σε τέτοιους άρχοντες και αρχόντισσες δεν αποτελούν διάκριση, αλλά ανταπόδοση ευγνωμοσύνης της πόλης για τις κοινωνικές προσφορές αυτών των ανθρώπων από όλες τις θέσεις των αξιωμάτων τους.

Διότι τα αξιώματα παρέχονται στους ικανούς, όχι προς ικανοποίηση προσωπικών αναγκών και φιλοδοξιών, αλλά για προσφορά κοινωνικού και ανθρωπιστικού έργου με μόνο κίνητρο το καθήκον τους.

Αυτούς τους υψηλούς κοινωνικούς σκοπούς εξυπηρετούν η αυστηρή επιλογή τους και η ξεχωριστή παιδεία τους, που είχε προτείνει ο Πλάτων από τότε.

δ. Η Σημασιολογία του Μύθου

Με τον μύθο του σπηλαίου τονίζεται κατ’ αρχάς η τρομερή κατάσταση στην οποία υπάρχει ο άνθρωπος ως δέσμιος τους σκότους της άγνοιάς του και της απαιδευσίας του πνεύματός του, με συνέπεια η γνώση του να περιορίζεται στα είδωλα της πραγματικής αλήθειας.

Προκειμένου όμως να γνωρίσει το φως της αλήθειας, πρέπει μόνος του να σπάσει τα δεσμά και να «στρέψει τον αυχένα» ολόπλευρα στη γνώση.

Αλλά όμως αυτή η «στροφή του αυχένα» επιτυγχάνεται από τα εξαιρετικά άτομα της κοινωνίας, τα οποία έχουν τη φυσική προδιάθεση και διερωτώνται φιλοσοφικά, έχουν αγάπη για την αλήθεια και θέλουν να μάθουν πολλά γι’ αυτή.

Η ολοκλήρωση της «στροφής του αυχένα» και η απελευθέρωση του ανθρώπου «δεσμώτη» και η ανάβασή του στη χώρα του «φωτός» είναι η πολυμάθεια και η ολόπλευρη γνώση της αλήθειας, όταν δηλαδή ο άνθρωπος γίνεται φιλόσοφος.

Η ολόπλευρη όσο το δυνατόν γνώση της αλήθειας προσφέρει πλέον στον πεφωτισμένο άνθρωπο και πληρότητα ψυχής, διότι μόνο όταν αυτές οι γνώσεις συνδυάζονται και με την αρετή της ψυχής, γίνεται ο άνθρωπος αυτάρκης, καταξιωμένος από το αγαθό, που ο Πλάτων λέει και μη έχοντας ανάγκη των τιμών του κόσμου των «ειδώλων».

Ώστε οι μεγάλες αλήθειες κατακτώνται από τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι έχουν τις πνευματικές και ψυχικές από τη φύση ικανότητες, αλλά και έρωτα να ανακαλύπτουν αλήθειες.

Αλλά υποχρέωση αυτών των χαρισματικών ανθρώπων, οι οποίοι καταξιώθηκαν να συναντηθούν με το αγαθό της αλήθειας, είναι να μεταλαμπαδεύει το φως της γνώσης» κα στους «δεσμώτες» συνανθρώπους του, διότι έτσι η ανθρωπότητα εξελίσσεται πνευματικά και εκπολιτίζεται.

Έργο όμως πολύ δύσκολο για αυτούς τους χαρισματικούς φιλοσόφους, οι οποίοι προβαίνουν στην ομολογία της αλήθειας, καθόσον οι συνάνθρωποί τους είχαν εθισθεί στην αλήθεια των «ειδώλων».

Συνέπεια αυτών των δυσχερειών είναι η πολιτιστική εξέλιξη της κοινωνίας να προχωρεί με τους ρυθμούς των «δεσμωτών του σπηλαίου» και οι μεγάλοι δάσκαλοι της ανθρωπότητας να γνωρίζουν τους διωγμούς και τη φυσική καταστροφή τους από τους «δεσμώτες».

Αλλά αυτές οι κοινωνικές δυσχέρειες αποτελούν συγχρόνως και προκλήσεις εμπειρικών δοκιμασιών για τον φιλόσοφο, ο οποίος επιβάλλεται με ζήλο να αφοσιώνεται στο θεϊκό αυτό καθήκον του της μετάδοσης των γνώσεων τις οποίες ο ίδιος απέκτησε και στους συνανθρώπους του.

Εξ’ άλλου αυτό είναι και το ηγετικό, κοινωνικό έργο του φιλοσόφου, το οποίο αναδεικνύει και τις ικανότητές του, επιβεβαιώνοντας τις δυνατότητές του να βιώνει τόσο στον κόσμο των ιδεών του και της έμπνευσης, όσο και στον κόσμο της πραγματικότητας και των εφαρμογών.

Κάπως έτσι προφανώς θεωρούσε και ο Πλάτων τον φιλόσοφο, γι’ αυτό και η ιστορική πρότασή του: οι φιλόσοφοι να γίνουν κυβερνήτες ή οι κυβερνήτες να γίνουν φιλόσοφοι.

Αλλά, με τον μύθο του σπηλαίου ο Πλάτων δεν αναδεικνύει μόνο το ιδεώδες ότι οι φιλόσοφοι πρέπει να ηγούνται της κοινωνίας, αποκαλύπτει συγχρόνως και την εξελικτική πορεία των σκέψεών του σχετικά με τη γνωσιολογία, δηλαδή με την προέλευση και τον τρόπο απόκτησης της γνώσης.

Καθόσον στο πρώιμο έργο του τον «Μένωνα», σύμφωνα με τις περί αθανασίας και μετενσάρκωσης της ψυχής απόψεις του ο Πλάτων υποστήριζε την απόκτηση των γνώσεων με την διαδικασία της ανάμνησης, γεγονός το οποίον απέδειξε με το πείραμα του δούλου, ο οποίος με τις συνεχείς εκμαιευτικές ερωτήσεις του Πλάτωνα απέδειξε το Πυθαγόρειο θεώρημα.

Παρέχοντας έτσι την δυνατότητα στον Πλάτωνα να ισχυρίζεται ότι οι γνώσεις όλες είναι καταχωρημένες στη ψυχή του ανθρώπου σαν σε όνειρο, προφανώς στο ασυνείδητο και έρχονται στο συνειδητό ως στέρεες γνώσεις με τα κατάλληλα ερωτήματα.30

Δεν αποκλείεται στο πρώιμο αυτό έργο του τον «Μένωνα» ο Πλάτων να είναι ακόμα επηρεασμένος από τον δάσκαλό του τον Σωκράτη, ο οποίος, ως γνωστό, ήταν κήρυκας της αυτογνωσίας με τη μαιευτική μέθοδο.

Πλην όμως αμφότεροι δέχονται την ύπαρξη αλήθειας και την οποία χωροθετούν εντός της ψυχής, δηλαδή στον νου του ανθρώπου.

Ο Πλάτων όμως της «Πολιτείας» εξελίσσεται και στον μύθο του σπηλαίου τοποθετεί την απόλυτη αλήθεια στον χώρο του «αγαθού» και το οποίον ο άνθρωπος μπορεί να προσεγγίσει μόνο με την κατάλληλη παιδεία έχοντας προς τούτο τη φυσική προδιάθεση.

Έτσι ο Πλάτων με τον μύθο του σπηλαίου τοποθετεί και αυτός τη «στρογγυλή αλήθεια» όπως και ο Παρμενίδης στου «Θεού το ξακουστό στρατί» όπου τον φιλόσοφο φέρουν τα «άτια τα σοφά» συνοδευόμενο από τις «θυγατέρες του ηλίου» οι οποίες οδήγησαν αυτόν από την άγνοια της «νύχτας» στη γνώση του «φωτός».

Το υπέροχο αυτό ποίημα της γνωσιολογίας του Παρμενίδη για τη «στρογγυλή αλήθεια» συνεχίζει να λέει για το μακρινό αυτό ταξίδι του φιλοσόφου:

«Δεν σε έβαλε μοίρα κακή σε αυτόν τον δρόμο που τόσο μακριά είναι από των ανθρώπων τα βήματα, αλλά η δικαιοσύνη. Πρέπει όλα να τα μάθεις, την ήσυχη καρδιά της στρογγυλής αλήθειας και τις ιδέες των θνητών τις ψεύτικες.»31

Γνωσιολογία του Παρμενίδη η οποία είναι παράλληλη με αυτή στον μύθο του σπηλαίου του Πλάτωνα, ο οποίος τοποθετεί την αλήθεια στο «αγαθό» αντί στου «Θεού το ξακουστό στρατί» και αντί τα «άτια τα σοφά» με τις «θυγατέρες του ηλίου», ο ίδιος ο άνθρωπος σπάει τα «δεσμά» της αγνοίας του και με τη βοήθεια της παιδείας ανέρχεται στου «Θεού το ξακουστό στρατί» όπου η «δικαιοσύνη» των φυσικών του χαρισματικών ικανοτήτων έφεραν τον φιλόσοφο.

Την αξία αυτής της παιδείας θα τονίσει και ο Δημόκριτος λέγοντας: «ούτε τέχνη, ούτε σοφία μπορεί κανείς να αποκτήσει, αν δεν υποβληθεί σε μαθητεία. Τα δε ωραία τα γνωρίζουν και τα επιζητούν με ζήλο εκείνοι που έχουν τη φυσική προς αυτά διάθεση».32

Με όση όμως φυσική διάθεση και αν ο φιλόσοφος άνθρωπος είναι προικισμένος, όση παιδεία ολόπλευρη και αν δεχθεί, θα κατακτά βέβαια το «φως του αγαθού» του Πλάτωνα και τη «στρογγυλή αλήθεια» του Παρμενίδη, πλην όμως θα φθάνει πάντα μόνο μέχρι στου «Θεού το ξάστερο στρατί» και αδύνατη θα είναι η πιο πέρα πορεία στην κατοικία του Θεού.

Πάντα θα αναζητά να συλλάβει την αλήθεια του «αγαθού», αλλά αυτή διαρκώς θα παραμένει ασύλληπτη και θα διαφεύγει της ανθρώπινης διάνοιας …

Έχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο με το μύθο του σπηλαίου ο Πλάτων διατυπώσει και σύγχρονες περί θεολογίας απόψεις.

Ναι μεν ο Παρμενίδης και ο Πλάτων προτρέπουν τον άνθρωπο να οδεύει προς τη στρογγυλή και την απόλυτη αλήθεια την οποία θεωρούν ότι υπάρχει, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τον σοφιστή Γοργία ο οποίος λέει: «Δεν υπάρχει τίποτα. Και αν υπήρχε κάτι δεν θα μπορούσαμε ωστόσο να το γνωρίζουμε. Αν υποτεθεί ότι υπήρχε κάτι και ότι ήταν γνωστό, δεν θα μπορούσαμε εν τούτοις να το φανερώσουμε στους άλλους».33

Αθεϊστική απογοητευτική άποψη του Γοργία, την οποία όπως είδαμε αντικρούει ο Πλάτων με τον υπέροχο αυτό μύθο του σπηλαίου, όπου ομιλεί για την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας στον χώρο του «αγαθού», προς την οποία πρέπει ο άνθρωπος να οδεύει με την πλούσια και πολυμερή εμπειρία των γνώσεων, τις οποίες στη συνέχεια καλείται να μεταδίδει και στους άλλους ανθρώπους.

Μπορεί βέβαια αυτή η απόλυτη αλήθεια του «αγαθού» να είναι ασύλληπτη από την ανθρώπινη διάνοια, το οποίο δεν ξεκαθαρίζεται σαφώς από τον Πλάτωνα στον μύθο το σπηλαίου, πλην όμως αφήνεται να εννοηθεί από τον Παρμενίδη, ο οποίος ομιλεί σαφέστερα για του «Θεού το ξακουστό στρατί», δηλαδή κάνει λόγο για «στρατί» ως πορεία προς τον Θεό.

Λόγω αδυναμίας της ανθρώπινης φύσης ίσως να μη μπορούμε να γνωρίσουμε την απόλυτη αλήθεια, όπως ισχυρίζεται ο Γοργίας, όχι όμως να δεχθούμε ότι δεν υπάρχει, όπως ο ίδιος πάλι ισχυρίζεται και αυτή η αδυναμία συμβαίνει επειδή «η φύση αρέσκεται να κρύπτεται», όπως λέει ο Ηράκλειτος.34

Έτσι λοιπόν τοποθετήθηκαν τα όρια των δυνατοτήτων της ανθρώπινης γνωσιολογίας τα οποία διαρκώς είναι διαστελλόμενα και η οποία διαστολή τους, σύμφωνα με τις απόψεις του Πλάτωνα, όπως αρχικά είδαμε αυτές στον «Μένωνα» και μετέπειται στον μύθο του σπηλαίου της «Πολιτείας», επιτυγχάνονται τόσον με τις ικανότητες του νου όσον και με την εμπειρία της μάθησης.

Απόψεις οι οποίες θα μπορούσαν να είναι παράλληλες με αυτές τις τελικές απόψεις γνωσιολογίας του Δημόκριτου, ο οποίος ομιλεί για τις «αληθινές» και τις σκοτεινές» γνώσεις, θεωρώντας ως θεμελιώδεις τις εμπειρίες των αισθήσεων επί των οποίων οικοδομούνται οι καθαρές θεωρητικές γνώσεις οι παραγόμενες από τον νου.35

Γνωσιολογικές φιλοσοφικές απόψεις του Δημόκριτου και του Πλάτωνα, οι οποίες επίσης προσομοιάζουν με αυτές του σύγχρονου φιλοσόφου Ιμμάνουελ Καντ, ο οποίος με τα έργα του «Κριτική του Καθαρού Λόγου» και το άλλο «Κριτική του Πρακτικού Λόγου» παρουσιάζει αντίστοιχα σε αυτά ότι υπάρχουν καθαρές ανεξάρτητες a-priori γνώσεις από αυτές τις εμπειρικές a-postepriori.

Δηλαδή υποστηρίζει ότι οι πρώτες καθαρές γνώσεις σχηματίζονται από τη διάνοια και μόνο, χωρίς την εμπειρία, της οποίας τις γνώσεις θεωρεί συμπτωματικές.36

Αλλά το γνωσιολογικό αυτό θέμα εξακολουθεί να απασχολεί μέχρι σήμερα τη φιλοσοφία και την επιστήμη, εάν δηλαδή πηγή των γνώσεων είναι ο νους, οπότε όλα τα αισθητά αντικείμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως προβολές του νου, ή ότι οι γνώσεις προέρχονται από τις αισθήσεις, οπότε και τα αισθητά αντικείμενα είναι πραγματικά.

Εξακολουθεί να υπάρχει αυτό το ερώτημα, παρόλη την πρόοδο της εγκεφαλικής φυσιολογίας και των άλλων επιστημών, διότι δεν μπορεί να ερμηνευθεί ακόμα η φυσική αντίφαση των μεγεθών των παραστάσεων του έξω κόσμου με αυτές που στον νου του εγκεφάλου καταχωρούνται, αλλά και παράγονται.

Μια και μας δίδεται η αφορμή από την σημασιολογία του μύθου του σπηλαίου του Πλάτωνα, ας επιδιωχθεί με τόλμη να παρουσιασθεί κάποια απάντηση στο ερώτημα.

Η πρόταση αυτή αρχίζει με την αξιωματική αρχή ότι το περιβάλλον γεννά, η προσωπικότητα γεννιέται, η συμπεριφορά απορρέει, ή με άλλα λόγια ότι περιβάλλον και άνθρωπος αποτελούν βιολογικά ένα ενιαίο αυτορρυθμιζόμενο φυσικό σύστημα, το οποίο σημαίνει ότι το περιβάλλον εκπέμπει τα μηνύματα και ο άνθρωπος ανάλογα ανταποκρίνεται.

Αποτέλεσμα αυτής της ανταπόκρισης ήταν η όλη βιολογική λειτουργία, επομένως και οι εγκεφαλικές του, όπως η μνήμη, η φαντασία με τις λειτουργίες της ανάπλασης και των συνειρμών και η ελεγκτικοί μηχανισμοί της αντίληψης και της νοημοσύνης.

Άρα πρωταρχική πηγή γνώσεων δύναται να θεωρηθεί το περιβάλλον, τα μηνύματα του οποίου εισερχόμενα μέσω των αισθήσεων στον εγκέφαλο, αναγνωρίζονται κατ’ αρχάς από την αντίληψη και εκείθεν ο άνθρωπος αντιδρά με βάση αυτά ή αποθηκεύει αυτά στη μνήμη.

Τις αποθηκευμένες στη μνήμη από το περιβάλλον προερχόμενες γνώσεις, αυτόνομα με τη βούλησή του ο άνθρωπος δύναται να ανακαλεί και συγχρόνως να συνθέτει σε νέα καθαρή νοητική γνώση με την βοήθεια της συνειρμικής λειτουργίας, της οποίας βέβαια η ορθότητα κρίνεται από τη νοημοσύνη.

Παρατηρείται λοιπόν ότι η καθαρή γνώση για την οποία μιλούν οι φιλόσοφοι, όπως ο Δημόκριτος, ο Πλάτων, αλλά και ο Καντ, παράγεται βέβαια καθαρά από τους μηχανισμούς του νου του εγκεφάλου, πλην όμως η αφετηρία τους είναι τα αντικείμενα του έξω κόσμου, τα οποία έχουν καταχωρηθεί στη μνήμη, οπότε δικαίως θεωρείται θεμελιώδης η συμμετοχή των αισθήσεων για την δημιουργία των καθαρών γνώσεων.

Έχει λοιπόν πράγματι ο εγκέφαλος την δυνατότητα, όχι μόνο να προσλαμβάνει, αλλά και να δημιουργεί γνώσεις και είναι δικαιολογημένες οι θέσεις τους και ο διαχωρισμός αυτών σε «σκοτεινές» και «καθαρές», διότι οι με τη φαντασία του νου καθαρές παραγόμενες γνώσεις είναι υψηλότερες και πιο πέρα από αυτές των αισθήσεων, δυνάμενες να αγγίζουν την αλήθεια του «αγαθού» του Πλάτωνα.

Όσον αφορά για το αναπάντητο ακόμα ερώτημα της αντίφασης μεταξύ των εξωτερικών και εγκεφαλικών παραστάσεων, θα μπορούσε να απαντηθεί με την αρχή του ολογράμματος μέσα από μία σύνθεση κυμάτων, τα οποία εκφράζονται με το σολιτόνιο, το οποίο μπορεί να συμπιέζεται σε σημειακό κύμα εισερχόμενο και διατρέχοντας τους νευρώνες του εγκεφάλου και να αποσυμπιέζεται πρακτικά στον αντικειμενικό κόσμο εξερχόμενες.

Άρα, γνωσιολογικά την ίδια πραγματικότητα εκφράζουν τόσον ο νους, όσον και οι αισθήσεις και δεν μπορούσε να είναι διαφορετικά, εφόσον όλα είναι δημιουργήματα της ίδιας φύσης γενικά.

Ακριβώς όμως αυτή η συμπίεση και η αποσυμπίεση της ολογραφικής αρχής, σύμφωνα με την οποία το μέγιστο δύναται να εμπεριέχεται στο ελάχιστο κατ’ αμφίδρομη πορεία, αποτελεί ένα από τα πλέον θαυμαστά έργα του «Αγαθού» του Πλάτωνα ή της φύσης κατ’ άλλη έκφραση.37

5. Συμπέρασμα

Η ανάβαση όμως στη χώρα του «αγαθού» δεν μπορεί να επιτευχθεί με μόνη τη μόρφωση του πνεύματος, εάν δεν ορμάται από την δύναμη της θέλησης και ένα σώμα υγιές και γυμνασμένο, το οποίο πρόθυμα να εκτελεί τα κελεύσματα των αρετών της ψυχής.

Αυτή την τρισυπόστατη παιδεία ο Πλάτων προτείνει για τους φύλακες, της οποίας οι αρχές εφαρμόζονται και σήμερα στις Στρατιωτικές Ακαδημίες, αν και αφήνει να εννοηθεί ότι μπορεί αυτή να έχει έναν καθολικότερο χαρακτήρα στην παιδεία των νέων ανθρώπων της κοινωνίας.

Η τρισυπόστατη παιδεία του Πλάτωνα είναι διαχρονικής εμβέλειας και εφαρμοζόμενη προάγει και θεραπεύει σήμερα και στο μέλλον τις κοινωνίες των ανθρώπων, για τους λόγους που λεπτομερώς αναλύθηκαν στο κείμενο.

Πιθανόν όμως η καθολική εφαρμογή της προτεινόμενης από τον Πλάτωνα παιδείας, να απαιτούσε και ένα τέταρτο σκέλος, το οποίο προστέθηκε από τον Αριστοτέλη, ώστε αυτή να είναι και χρήσιμη, δηλαδή όπως θα λέγαμε σήμερα να συνδεθεί με την αγορά εργασίας.

6. Επίλογος

Δεν αποτελεί υπερβολή εάν υποστηριχθεί ότι μόνο μία παιδεία, σύμφωνα με τις Πλατωνικές και Αριστοτελικές απόψεις, εξασφαλίζει την αρμονική λειτουργία της κοινωνίας, εφόσον ο άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να βιώνει σε οργανωμένες κοινωνίες.
--------------------
Σημειώσεις – Σχόλια

1. Πλάτων. Πολιτεία. 376e – 377a, 644b, 644e-645a, 650b. Μετάφραση-Σχόλια

Κ.Δ. Γεωργούλης. Εκδόσεις Σιδέρης. Αθήνα 1963.

2. W.K.C. Guthrie. Οι Σοφιστές. Σελίδες 73-75, 305, 306, 306-307, 311-312, 312, 451. Σημειώσεις 12, 35, 477.

3. Άρης Διαμαντόπουλος. Εγκυκλοπαίδεια Ψυχολογίας. 1ος Τόμος, Προσωπικότητα.

4. Άρης Διαμαντόπουλος. Φιλοσοφία Ηγεσίας. Το Ήθος του Ηγέτη στον Πλάτωνα. Κεφάλαιο 7ο. Αγωγή Αρχόντων. Σελίδες 194-233, 432-457. Διδακτορική Διατριβή.

5. Πλάτων. Πολιτεία. 377b-378e, 379a, 380a-b, 382b, 382e, 383c, 386a-c, 387b, 387c-e, 388e. 

6. Κ.Δ. Γεωργούλης. Δημόκριτος. Αποσπάσματα 175, 205, 206. Σελίδες 241, 242.- H. Diels-W. Kranz. Προσωκρατικοί. Δημόκριτος. Δημοκρίτου Γνώμαι. Αποσπάσματα 175, 205, 206. Τομος Β΄.

7. Πλάτων. Πολιτεία 389b. 

8. Καρλ Πόπερ. Η Ανοικτή Κοινωνία και οι Εχθροί της. Τόμοι Ι και ΙΙ.

9. Πλάτων. Πολιτεία 389d-e, 390d-e, 391e, 392a-b, 392d, 392c, 394e-395a..

10. Αριστοτέλης. Πολιτικά 1329a40, 1328b20, 1328b25-30, 1329b, 1291a40.

11. Πλάτων. Πολιτεία 395 b-d, 397α. Μετάφραση-Σχόλια Κ.Δ. Γεωργούλης.

12. Κ.Δ. Γεωργούλης. Δημόκριτος. Απόσπασμα 39. Σελίδα 237. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό «Ήλιος». Τόμος Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα.. Αθήνα. - H. Diels-W. Kranz. Οι Προσωκρατικοί. Δημόκριτος. Απόσπασμα 39. Τόμος Β΄.

13. Πλάτων. Πολιτεία 398b-c, 398d, 398e, 399a-c, 399e, 400d-401a, 401b, 493a, 401c-d,, 402a, 402e-403a..

14. Ν. Ζαφειρίου. Πυθαγόρας. Η Παιδαγωγική του Πυθαγόρα. Σελίδα 139.
- Αριστοτέλης. Πολιτικά. 1340a20, 1340b10, 1340b20, 1341b20-1342a5, 1342a35-1342b20. 

15. Πλάτων. Νόμοι. 701α. 

16. Πλάτων. Πολιτεία. 403d. 

17. Ν. Ζαφειρίου. Πυθαγόρας. Η Παιδαγωγική του Πυθαγόρα. Σελίδα 192.

18. Κ.Δ. Γεωργούλης. Δημόκριτος. Δημοκρίτου Γνώμαι. Απόσπασμα 159. Σελίδα 240. - H. Diels-W. Kranz. Οι Προσωκρατικοί. Τόμος Β΄. Δημόκριτος. Απόσπασμα 159.

19. Άρης Διαμαντόπουλος. . Εγκυκλοπαίδεια Ψυχολογίας. 1ος Τόμος, Προσωπικότητα.

20. Αριστοτέλης. Πολιτικά.. 1339a5-10. 

21. Η Νόηση Οδηγεί σε Μεγάλες Επιδόσεις. 

22. Πλάτων. Πολιτεία. 404a-b, 404e-405a, 406b-c, 407b-c, 408e, 409a, 409b-410a, 410a-b, 410a-411a.

23. Αριστοτέλης. Πολιτικά. 1138b5-35.

24. Πλάτων. Πολιτεία. 411e-412a.

25. Αρχές και τέχνη διοίκησης. Εκδόσεις Γενικό Επιτελείο Στρατού. Αθήνα 1959.

26. Πλάτων. Πολιτεία. 514a-517b, 517b-c, 517c-518b, 518c, 518d-e, 519c-d, 520b-c, 522b-c, 522e-523a, 525b-c, 526d-e, 527d, 529a, 530c, 530d, 531d, 532a-c, 533b, 534e.

27. Πλάτων. Αντεραστές. 137c-138b. 

28. Πλάτων. Νόμοι. 650b. .

29. Πλάτων. Πολιτεία. 535a-b, 536d-e, 537a, 537d, 539d-540c. 

30. Πλάτων. Μένων. 82b-e, 83b, 84a-c, 84d, 85b, 85c-d.

31. G.S. Kirk-J.E.Raven-M.Schofield. Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι. Παρμενίδης. Το Εξάμετρο Ποίημά του. Σελίδες 248-251.

32. Κων/νος Δ. Γεωργούλης. Δημόκριτος. Γνώμαι. Αποσπάσματα 56, 59. Σελίδα 238.

33. Ι.Μ. Μποχένσκι. Δρόμοι Φιλοσοφικού Στοχασμού. Η Γνώση. Σελίδα 65.

34. Κων/νος Δ. Γεωργούλης. Ηράκλειτος. Απόσπασμα 123. Σελίδα 211.

35. Άρης Διαμαντόπουλος. Δημόκριτος. Γνωσιολογία. Χειρόγραφη. Ανέκδοτη Εργασία.

36. Χ. Θεοδωρίδης. Εισαγωγή στη Φιλοσοφία. Γνωσιοθεωρία. Σελίδα 125.

37. Άρης Διαμαντόπουλος. Εγκυκλοπαίδεια Ψυχολογίας Τόμος Α΄. Προσωπικότητα..

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου