Στο κέντρο της Αγοράς της Αρχαίας Αθήνας δέσποζε το άγαλμα της Θεάς Ειρήνης, προσωποποίηση της Ειρηνικής κατάστασης των πραγμάτων, να κρατάει ένα μικρό αγόρι τον Πλούτο, με το δεξί του χέρι απλωμένο προς το πρόσωπο της Θεάς, ενώ με το αριστερό του χέρι να κρατάει το κέρας της Αμάλθειας, σύμβολο της αφθονίας. Δημιουργός του θεωρείται ο Κηφισόδοτος, πατέρας του Πραξιτέλη ή αδελφός του. Είναι ένα θαυμαστό έργο, στην έκφραση και στην τεχνική παρουσίαση του ενδύματος της Ειρήνης, το οποίο θυμίζει το στυλ των χρόνων του Φειδία. Σήμερα βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα.
Ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης παρουσιάζουν την Θεά Ειρήνη στα έργα τους ως φορέα της Ευφορίας και του Πλούτου. Οι Αρχαίοι Έλληνες ίδρυσαν βωμούς προς την Θεά Ειρήνη μετά το πέρας των εχθροπραξιών. Γνωστά της επίθετα ήταν τα «Γλυκεία», «Βαθύπλουτος», «Πλουτοδότειρα» κ. α.
Ο συμβολισμός της Θεάς Ειρήνης και του γενεολογικού της δέντρου, μαζί με την αφθονία των αγαθών που την προσφέρει με παιδική αθωότητα και σκληρότητα ο Πλούτος, ήταν η ευχή των Αθηναίων για μια διαρκή Ειρήνη. Για την χρονολόγησή του θεωρείται σταθμός ο «Πλούτος» του Αριστοφάνη, όπου προσωποποιείται για πρώτη φορά ο Θεός Πλούτος (γιός της Θεάς Δήμητρας και του Ιασίωνα).
Η κωμωδία, που τον παρουσιάζει τυφλό να αδικεί τους δίκαιους και να πλουτίζει τους άδικους, παρουσιάστηκε το 388 π.κ.ε. Αλλά είναι πιθανότερο ο Κηφισόδοτος να ήθελε να θυμίσει στους Αθηναίους ότι ο πόλεμος καταστρέφει και την οικονομία αν και βοηθάει ορισμένους τομείς της.
Θεά των Αρχαίων Ελλήνων, η Ειρήνη ήταν προσωποποίηση της ειρηνικής κατάστασης των πραγμάτων, θυγατέρα του Δία και της Θέμιδας, Θεάς της δικαιοσύνης και αδελφή της Ευνομίας και της Δίκης, με τις οποίες αποτελούσαν τις Ώρες. Η Θεά Ειρήνη, μία από τις τρεις Ώρες, ήταν αδελφή της Δίκης και της Ευνομίας που αποτελούν τα υπέρτατα αγαθά μιας κοινωνίας. Μαζί φύλαγαν την είσοδο του Ολύμπου κι επιτηρούσαν την εύνομη ζωή των ανθρώπων. Έργο τους ήταν να παρακολουθούν τα έργα των ανθρώπων.
Οι Θεές Ώρες ήταν οι πρώτες που υποδέχτηκαν την Θεά Αφροδίτη και αφού την έντυσαν, την συνόδεψαν στον Όλυμπο. Ηταν βοηθοί του Θεού Ήλιου και επιπλέον βοηθούσαν την Θεά Χλωρίδα στο έργο της, την βλάστηση της γης, ρυθμίζοντας τις εποχές του Χρόνου. Στην Αθήνα αναφέρονταν ως Θαλλώ, Αυξώ και Καρπώ, όπου συμβολικά και κυριολεκτικά συμβόλιζαν την βλάστηση της φύσεως αλλά και του πνεύματος και των τεχνών σε περίοδο Ειρήνης, την δίκαιη διάταξη των βοσκότοπων όπως και την δίκαιη μεταχείριση των πολιτών, την Δικαιοσύνη. Από τον Όμηρο μαθαίνουμε πως άνοιγαν και έκλειναν τις πύλες του Ολύμπου, με σύννεφα, και φρόντιζαν τα άλογα της Ήρας και βοηθούσαν τους Ολυμπιονίκες οργανώνοντας τις εποχές και προσθέτοντας την ισορροπία στην φύση.
Κατά τους Ορφικούς οι Ώρες, μαζί με τις Χάριτες και τις Μοίρες, οδήγησαν την Περσεφόνη από τον Άδη στο φως.
Αλλού συντροφεύουν τον Θεό Πάνα και αποτελούν μέρος της ακολουθίας του Θεού Διονύσου.
Οι Αλεξανδρινοί συγγραφείς ανεβάζουν τον αριθμό των Θεών Ωρών σε δώδεκα και τις θεωρούν κόρες της Γαίας και του Χρόνου.
Στην τέχνη απεικονίζονταν σαν μια νεαρή όμορφη γυναίκα που κρατούσε το Κέρας της Αμάλθειας, σκήπτρο και ένα πυρσό ή ένα κλαδί ελιάς, ως προστάτης και πολιούχος του Πλούτου. Βοηθούσε να κυβερνηθεί η κοινωνία με εξισορρόπηση και σταθερότητα.
Για το πότε οι αρχαίοι Έλληνες άρχισαν να λατρεύουν την Θεά Ειρήνη, υπάρχουν δύο γνώμες: Ο Πλούταρχος αναφέρει στον «Βίο του Κίμωνος» ότι οι Αθηναίοι έστησαν για πρώτη φορά βωμό της Θεάς, έπειτα από την νίκη τους στον Ευρυμέδοντα ποταμό. Οι Ισοκράτης και Κορνήλιος Νέπως γράφουν ότι ο βωμός της Ειρήνης στήθηκε για πρώτη φορά, ύστερα από την νίκη του Τιμοθέου κατά των Λακεδαιμονίων κοντά στην Λευκάδα.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο στην Θεογονία
…δεύτερον ἠγάγετο λιπαρὴν Θέμιν, ἣ τέκεν Ὥρας,
Εὐνομίην τε Δίκην τε καὶ Εἰρήνην τεθαλυῖαν,
αἵ τ᾽ ἔργ᾽ ὠρεύουσι καταθνητοῖσι βροτοῖσι,
Μοίρας θ᾽, ᾗς πλείστην τιμὴν πόρε μητίετα Ζεύς,
Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον,
αἵ τε διδοῦσι θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἔχειν ἀγαθόν τε κακόν τε. τρεῖς δέ οἱ Εὐρυνόμη Χάριτας τέκε καλλιπαρήους, Ὠκεανοῦ κούρη πολυήρατον εἶδος ἔχουσα…-
Απόδοση: Δεύτερη πήρε σύζυγο την λαμπερή την Θέμιδα που γέννησε τις Ώρες, την Ευνομία, την Δίκη και την θαλερή Ειρήνη που των ανθρώπων των θνητών φροντίζουνε τα έργα, γέννησε και τις Μοίρες που ο συνετός ο Δίας τούς έδωσε την μέγιστη τιμή, την Λάχεση, την Άτροπο και την Κλωθώ που στους ανθρώπους δίνουν τους θνητούς και το καλό και το κακό να έχουν. Τρεις Χάριτες μ᾽ ωραία μάγουλα του γέννησε η Ευρυνόμη, η κόρη του Ωκεανού που ᾽χει όψη πολυέραστη,
Σύμφωνα με τον Παυσανία
[…] μετὰ δὲ τὰς εἰκόνας τῶν ἐπωνύμων ἐστὶν ἀγάλματα θεῶν,
Ἀμφιάραος καὶ Εἰρήνη φέρουσα Πλοῦτον παῖδα. ἐνταῦθα Λυκοῦργός τε κεῖται χαλκοῦς ὁ
Λυκόφρονος καὶ Καλλίας, ὃς πρὸς Ἀρταξέρξην τὸν Ξέρξου τοῖς Ἕλλησιν,
ὡς Ἀθηναίων οἱ πολλοὶ λέγουσιν, …
Ύστερα από τους ανδριάντες των επωνύμων, υπάρχουν
αγάλματα Θεών, του Αμφιάραου και της Ειρήνης, που
κρατά τον Πλούτο βρέφος. Εκεί υπάρχει επίσης χάλκινος
ανδριάντας του Λυκούργου, γιου του Λυκόφρονα, και του
Καλλία, που, όπως λένε πολλοί Αθηναίοι, …
Σύμφωνα με τον Αριστοφάνη
[Εἰρήνη] λαβὲ τὴν μάχαιραν· εἶθ᾽ ὅπως μαγειρικῶς
σφάξεις τὸν οἶν.
-ΟΙ. ἀλλ᾽ οὐ θέμις.
-ΤΡ. τιὴ τί δή;
-ΟΙ. οὐχ ἥδεται δήπουθεν Εἰρήνη σφαγαῖς, οὐδ᾽ αἱματοῦται βωμός.
-ΤΡ. ἀλλ᾽ εἴσω φέρων θύσας τὰ μηρί᾽ ἐξελὼν δεῦρ᾽ ἔκφερε,
χοὔτω τὸ πρόβατον τῷ χορηγῷ σῴζεται.
[Εἰρήνη] Πιάσ᾽ το μαχαίρι εσύ και σα χασάπης
σφάξε τ᾽ αρνί.
-ΥΠΗ. Δεν κάνει να το σφάξω.
-ΤΡΥ. Γιατί;
-ΥΠΗ. Δεν αγαπά σφαγές η Ειρήνη κι ούτε να χύνεται αίμα στο βωμό της.
-ΤΡΥ. Τότε, πάρ᾽ το στο σπίτι, κάνε μέσα
την θυσία, και τα μπούτια μόνο φέρε·
έτσι τ᾽ αρνί στο θέατρο θ᾽ απομείνει.
Σύμφωνα με τον Ισοκράτη
Στον λόγο «Περί Ειρήνης» το 356 π.κ.ε. ο Ισοκράτης συμβουλεύει τους Αθηναίους να εκμεταλλευτούν την Ειρήνη του Ανταλκίδα, που έχει συναφθεί από το 386 και να εγκαταλείψουν την ηγεμονία τους στην θάλασσα, που ήταν η πηγή όλων των δεινών τους. Αντί να σπαταλούν χρήμα και δυνάμεις για να κατακτήσουν την γη των άλλων, να επικεντρωθούν στο πώς θα εξασφαλίζουν μια καλύτερη ζωή στον τόπο τους. Ο πόλεμος έχει επιφέρει μεγάλα δεινά στην πόλη και την έχει τελείως απογυμνώσει από το προηγούμενο μεγαλείο της. Προτείνει, λοιπόν, να τηρήσουν μια πιο συνετή στάση, να επιλύσουν τις διαφορές τους με τη διπλωματία, ώστε να επιδιώξουν την ευημερία σε ένα ειρηνικό περιβάλλον.
“Ἆρ’ οὖν ἂν ἐξαρκέσειεν ἡμῖν, εἰ τήν τε πόλιν ἀσφαλῶς οἰκοῖμεν καὶ τὰ περὶ τὸν βίον εὐπορώτεροι γιγνοίμεθα καὶ τά τε πρὸς ἡμᾶς αὐτοὺς ὁμονοοῖμεν καὶ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν εὐδοκιμοῖμεν; Ἐγὼ μὲν γὰρ ἡγοῦμαι τούτων ὑπαρξάντων τελέως τὴν πόλιν εὐδαιμονήσειν. Ὁ μὲν τοίνυν πόλεμος ἁπάντων ἡμᾶς τῶν εἰρημένων ἀπεστέρηκεν· καὶ γὰρ πενεστέρους ἐποίησεν, καὶ πολλοὺς κινδύνους ὑπομένειν ἠνάγκασεν καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας διαβέβληκεν καὶ πάντας τρόπους τεταλαιπώρηκεν ἡμᾶς. Ἤν δὲ τὴν εἰρήνην ποιησώμεθα, μετὰ πολλῆς μὲν ἀσφαλείας τὴν πόλιν οἰκήσομεν, ἀπαλλαγέντες πολέμων καὶ κινδύνων καὶ ταραχῆς, καθ’ ἑκάστην δὲ τὴν ἡμέραν πρὸς εὐπορίαν ἐπιδώσομεν, ἀδεῶς γεωργοῦντες καὶ τὴν θάλατταν πλέοντες καὶ ταῖς ἄλλαις ἐργασίαις ἐπιχειροῦντες αἳ νῦν διὰ τὸν πόλεμον ἐκλελοίπασιν. Ὀψόμεθα δὲ τὴν πόλιν διπλασίας μὲν ἢ νῦν τὰς προσόδους λαμβάνουσαν, μεστὴν δὲ γιγνομένην ἐμπόρων καὶ ξένων καὶ μετοίκων, ὧν νῦν ἐρήμη καθέστηκεν. Τὸ δὲ μέγιστον∙ συμμάχους ἕξομεν ἅπαντας ἀνθρώπους, οὐ βεβιασμένους, ἀλλὰ πεπεισμένους.” Ισοκράτης, Περὶ εἰρήνης 19-21
Ο Περὶ Εἰρήνης λόγος του Ισοκράτη συντάχθηκε λίγο μετά την έναρξη του Συμμαχικού πολέμου και κυκλοφόρησε ως πολιτικό φυλλάδιο στην Αθήνα. Τον Συμμαχικό πόλεμο διεξήγαγαν οι Αθηναίοι εναντίον των Ροδίων, των Χίων και των Κώων, που είχαν αποστατήσει από τη Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία αρνούμενοι να καταβάλουν τις υπέρογκες συμμαχικές εισφορές που απαιτούσαν οι Αθηναίοι. Όλοι μαζί με τους Βυζαντίους συμμάχησαν με τον σατράπη της Καρίας Μαύσωλο. Η έκβαση του πολέμου ήταν ολέθρια για τους Αθηναίους και σήμανε την διάλυση της Συμμαχίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου