Είναι κοινός τόπος να θεωρούνται τα νιάτα ευτυχισμένα και τα γηρατειά θλιβερά. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει αν τα πάθη έκαναν τον άνθρωπο ευτυχισμένο.
Η νεολαία ωστόσο άγεται και φέρεται απ’ αυτά, κι ας της προκαλούν μεγάλο πόνο και ελάχιστη χαρά.
Σε μεγάλη ηλικία, τα πάθη καταλαγιάζουν κι αφήνουν τον άνθρωπο ήσυχο, οπότε αμέσως το μυαλό του παίρνει στοχαστική χροιά: η γνώση απελευθερώνεται και παίρνει το πάνω χέρι.
Και καθώς η γνώση βρίσκεται πέρα από τα όρια του πόνου, όσο περισσότερο κυριαρχεί στη συνείδησή του, τόσο πιο ευτυχισμένος νιώθει ο άνθρωπος.
Στα γηρατειά, ο άνθρωπος ξέρει πώς να αποτρέπει τις αναποδιές, σε μικρή ηλικία, αντίθετα, τις υπομένει.
Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε ότι όλες οι ηδονές είναι αρνητικές, κι ότι ο πόνος είναι από τη φύση του θετικός, για να καταλάβουμε ότι τα πάθη δεν μπορούν ποτέ ν’ αποτελέσουν πηγή ευτυχίας, και ότι είναι λάθος να οικτίρουμε τις προχωρημένες ηλικίες επειδή στερούνται κάποιες απολαύσεις.
Γιατί η κάθε απόλαυση δεν είναι παρά ο κατευνασμός μιας ανάγκης: το ότι η απόλαυση θα πάρει τέλος μόλις εξαφανιστεί η ανάγκη θεωρείται αυτονόητο, όσο αυτονόητο είναι ότι μετά από ένα γεύμα δε συνεχίζουμε να τρώμε, και ότι μετά από μια νύχτα χορταστικού ύπνου παραμένουμε ξυπνητοί.
Πολύ πιο σωστή είναι η άποψη που εκφράζει ο Πλάτωνας στην αρχή της Πολιτείας, ότι η προχωρημένη ηλικία είναι πιο ευτυχισμένη, γιατί έχει επιτέλους απελευθερωθεί από το σαρκικό πάθος που μας καταδυναστεύει αδιάκοπα.
Θα μπορούσαμε μάλιστα να ισχυριστούμε, ότι οι ατέλειωτες και πολλαπλές εναλλαγές συναισθημάτων που προκαλεί αυτό το πάθος, και τα συναισθήματα που ξεπηδούν απ’ αυτό, προκαλούν μια κατάσταση ελαφριάς τρέλας, για όσο καιρό ο άνθρωπος βρίσκεται υπό την επήρεια του σεξουαλικού ενστίκτου ή μάλλον του δαίμονα που έχει καταλάβει το είναι του, ώστε να μην μπορεί να ανακτήσει το λογικό του, παρά μόνο όταν εξαλειφθεί το ένστικτο αυτό. (Πάρεργα και παραλειπόμενα)
Άδικα, λοιπόν, θεωρείται η μεγάλη ηλικία άχαρη, με αιτιολογικό ότι στερείται κάποιες απολαύσεις.
Η απόλαυση είναι κάτι σχετικό, και συγκεκριμένα μπορεί να σημαίνει είτε καθαρή ικανοποίηση, είτε κατευνασμό κάποιας ανάγκης· το ότι με την εξαφάνιση της ανάγκης εξαφανίζεται και η απόλαυση δεν είναι καθόλου θλιβερό, αφού το ίδιο συμβαίνει με τον άνθρωπο που δε θέλει να φάει μετά το φαί ή δε θέλει να κοιμηθεί μετά από έναν χορταστικό, νυχτερινό ύπνο.
Πολύ πιο σωστά εκτιμάει ο Πλάτωνας (Πολιτεία, I) ότι τα βαθιά γηρατειά είναι σ’ αυτόν τον τομέα πιο ευτυχισμένα, αφού το πάθος για τις γυναίκες έχει πια εξαφανιστεί.
Η άνεση και η σιγουριά είναι οι βασικές ανάγκες της μεγάλης ηλικίας: γι’ αυτό και όταν γερνάμε αγαπάμε κυρίως το χρήμα -σαν υποκατάστατο των δυνάμεων που έχουν παρακμάσει.
Τις χαρές του έρωτα τις αντικαθιστούν οι χαρές του φαγητού.
Στη θέση της ανάγκης για καινούργια πράγματα, για ταξίδια και για μάθηση εμφανίζεται η ανάγκη για διδασκαλία και για κουβέντα.
Κι αποτελεί μεγάλη ευτυχία, όταν ο ηλικιωμένος έχει διατηρήσει την αγάπη του για τη μελέτη, τη μουσική, ακόμα και για το θέατρο. (Η τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος)
Άρθουρ Σοπενχάουερ, Η τέχνη να επιβιώνεις
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου