Έχω κάνει ατελείωτες συζητήσεις με φίλους και συναδέλφους για τη σχέση νοημοσύνης και ευτυχίας.
Μια υπερευφυής φίλη ευχόταν, σε μια φάση όπου η πολυπλοκότητα της ζωής φάνταζε ακόμα πιο μεγεθυμένη μέσα από το πολυδαίδαλο υπερευφυές μυαλό της, να ήταν «πτωχή τω πνεύματι» (για να το θέσω κομψά), ώστε να μην τα βλέπει όλα τόσο περίπλοκα και δύσκολα, να είναι πιο χαρούμενη αλλά και να μη βιώνει τον πόνο τόσο έντονα.
Και έρχονταν τα ερωτηματικά, και παλεύαμε να τα απαντήσουμε.
Τώρα που η επιστήμη μου μου διαθέτει κάποια εφόδια γνώσεων, για να μπορέσω να μελετήσω πιο διεξοδικά και με πραγματικά στοιχεία αυτές τις φιλοσοφικές ως τώρα έννοιες, τα ερωτηματικά πολλαπλασιάζονται αλλά και κάνουν το θέμα αυτό ακόμα πιο γοητευτικό...
Σε ένα ερώτημα ο ένας δίνει μια απλή, πρακτική και γρήγορη απάντηση, ενώ ο άλλος αναλύει το ερώτημα, το προσεγγίζει δημιουργικά αλλά ενδεχομένως δε θα δώσει τη σωστή απάντηση ή θα αργήσει υπερβολικά να απαντήσει. Ποιος είναι πιο έξυπνος;
Ένα άτομο σε όλη του τη ζωή είχε μέτριες επιδόσεις, και σήμερα έχει κάνει οικογένεια, έχει μια φυσιολογική δουλειά με μέτριες αποδοχές, φίλους και γενικά περνάει καλά.
Ένα άλλο άτομο στερήθηκε πολλά για να αφοσιωθεί στην επιστήμη του, έχει πάρει πολλά βραβεία, υποτροφίες και θεωρείται κορυφή στον τομέα του- ωστόσο δυσκολεύεται να κάνει σχέσεις και είναι αρκετά αντικοινωνικός.
Ποιος είναι πιο επιτυχημένος;
Ένα άτομο έχει μέτρια ως χαμηλή νοημοσύνη, δε φαίνεται να προβληματίζεται ιδιαίτερα για τη ζωή, είναι χαρούμενο και διάγει με απλό τρόπο τη ζωή του, απροβλημάτιστα και απλοϊκά.
Ένα άλλο άτομο είναι υπερευφυές, τα βλέπει όλα περίπλοκα, δύσκολα και σπάνια νιώθει ευτυχισμένο, αλλά όταν πιστεύει ότι αγγίζει την ευτυχία, τη βιώνει ολοκληρωτικά και την απολαμβάνει στο έπακρο.
Ποιος είναι πιο ευτυχισμένος;
Καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχουν απόλυτες και αντικειμενικές απαντήσεις.
Αν το δούμε με ακόμα μεγαλύτερη ευαισθησία και λεπτομερή σκοπιά το θέμα, καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες που να μεσολαβούν στο αν κάποιος κατακτά την ευφυΐα, την επιτυχία, την ευτυχία.
Και ότι τελικά η ευφυΐα δεν αποτελεί απαραίτητα το αποκλειστικό διαβατήριο- πολλές φορές μάλιστα μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη, ιδίως αν συντρέχουν και κάποιοι άλλοι παράγοντες.
Για να κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος το ζήτημα, ας ξεκινήσουμε ένα μικρό ταξίδι στον κόσμο της ευφυΐας, για να διεξάγουμε μετά κάποια συμπεράσματα.
Περί νοημοσύνης...
Πριν γεννηθούν οι πρώτες σκέψεις σχετικά με το θέμα, είναι απαραίτητο να κοιτάξουμε τί ακριβώς είναι η ευφυία/νοημοσύνη. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ορίσουμε κατ'αρχήν την ευφυία.
Ορισμένοι μάλιστα θεωρητικοί έχουν επιχειρήσει να δώσουν το δικό τους περιεχόμενο στην πολυδιάστατη λέξη «ευφυία» ή «νοημοσύνη» (φυσικά αυτές οι δύο λέξεις διαφοροποιούνται μεταξύ τους εννοιολογικά, αλλά έχει επικρατήσει να χρησιμοποιούνται ως συνώνυμα). Σήμερα θα δούμε την ψυχομετρική προσέγγιση, που είναι και αυτή που γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος.
Από τη μια μεριά υπάρχει το ψυχομετρικό στρατόπεδο, όπου η γενική νοημοσύνη ορίζεται ως ένα σύνολο γνωσιακών λειτουργιών με ισχυρή αλληλεξάρτηση μεταξύ τους.
Επίσης αυτή η προσέγγιση υποστηρίζει ότι η νοημοσύνη είναι μετρήσιμη και αξιολογείται αξιόπιστα μέσα από τα γνωστά τεστ νοημοσύνης, αρκεί αυτά να είναι σταθμισμένα, έγκυρα και δοκιμασμένα επιστημονικά μέσα από διάφορες τεχνικές στατιστικής (όπως είναι η παραγοντική ανάλυση).
Συνήθως το περιεχόμενο των τεστ αυτών ελέγχει ικανότητες όπως το λεξιλόγιο, οι γνώσεις, μνήμη αριθμών, αφαιρετική σκέψη, οπτική αντίληψη, ταχύτητα επεξεργασίας, κτλ.
Υπάρχουν διάφορα τεστ, με πολύ δημοφιλή τα WISC-IV (το οποίο δε σταθμίστηκε στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να χορηγείται ακόμα το WISC-III!!) για παιδιά, το WAIS για ενήλικες, το Stanford-Binet test, Raven Matrices, κτλ. Πρόκειται για- αναθεωρημένες έστω- εκδόσεις πολύ παλιών τεστ, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Για πολλά χρόνια οι ειδικοί εκφράζουν την προτίμηση ή την αντίθεσή τους στα τεστ αυτά. Πιο συγκεκριμένα, ενώ από τη μια μεριά δίνουν χρήσιμες ενδείξεις για συγκεκριμένες ικανότητες, η απόδοση ενός αριθμού που θα χαρακτηρίσει τη γενική νοημοσύνη ενός ατόμου έχει συναντήσει διαφωνίες είτε ως διαδικασία per se είτε ως προς το περιεχόμενο των ικανοτήτων που αξιολογούνται (ουσιαστικά διαφωνίες ως προς τον ορισμό και το περιεχόμενο της νοημοσύνης στα οποία βασίζονται τα τεστ αυτά).
Πιο συγκεκριμένα, μερικά επιχειρήματα:
Βασίζονται σε μια πολύ συγκεκριμένη και περιορισμένη αντίληψη του τί είναι νοημοσύνη, εστιάζοντας κυρίως σε γνωσιακές ικανότητες μερικών μόνο πεδίων
Είναι κατασκευασμένα με βάση δυτικά μοντέλα προσέγγισης του ανθρώπου και δε λαμβάνουν υπόψη τις πολιτιστικές διαφοροποιήσεις (π.χ. αν ρωτήσουμε ένα παιδί από μια απομακρυσμένη αγροτική κοινωνία από τί είναι κατασκευάζεται το αλουμίνιο, πιθανότατα δε θα γνωρίζει- όπως και ένα παιδί της πόλης δε θα γνωρίζει τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αυγά που κάνουν διάφορα είδη πουλερικών!)
Αδικούν σημαντικά τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες, τα οποία δε σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν χαμηλή νοημοσύνη!
Δεν αξιολογούν άλλες πιο πρακτικές πτυχές της νοημοσύνης, όπως οι κοινωνικές δεξιότητες, η προσαρμοστικότητα, η διαχείριση συναισθημάτων, κτλ.
Έχουν χρησιμοποιηθεί με έναν τρόπο που οδηγεί στην ετικετοποίηση των ατόμων και την χονδρική κατηγοριοποίηση των ανθρώπων, παραμερίζοντας το ότι ο καθένας είναι ένας μοναδικός συγκερασμός χαρακτηριστικών.
Χαρακτηριστικά είναι όσα μας λέει ο Sternberg σχετικά με την παλαιότητα των τεστ: "η σχέση του WISC-III με την επόμενη έκδοσή του είναι η σχέση που έχει η ταινία Rocky III με το Rocky II (...), αυτό είναι λοιπόν το μέλλον της σειράς τεστ νοημοσύνης WISC, μια ατελείωτη έκδοση επαναλήψεων;"
Όπως οι Shaw, Swerdlik & Laurent (1993): "To WISC-III αναπαριστά τo status quo και μόνο ένα ελάχιστο βήμα στην εξέλιξη της αξιολόγησης της νοημοσύνης. Αν και έχουν περάσει περισσότερα από 50 χρόνια στην εξέλιξη της θεωρίας της νοημοσύνης, η φιλοσοφία του Weschler [δημιουργού του τεστ], που αποτυπώθηκε το 1939, παραμένει η επικρατέστερη, άρα η τελευταία ενσάρκωση του τεστ του ίσως να μην είναι τίποτα παραπάνω από έναν νέο και βελτιωμένο...δεινόσαυρο".
Έτσι, βλέπουμε ότι η κλασσική και δυστυχώς η συνηθέστερη προσέγγιση της θεωρίας της νοημοσύνης δεν έχει εξελιχθεί επαρκώς ως προς τα εργαλεία αξιολόγησης-καταμέτρησης της μεταβλητής αυτής, πράγμα που πρέπει να μας γεννά επιφυλάξεις, αφού αν μη τι άλλο η ψυχομετρική προσέγγιση της γενικής νοημοσύνης είναι βασισμένη σε παμπάλαιες θεωρίες και έκτοτε η έννοια της νοημοσύνης έχει διευρυνθεί πολύ και η πρόοδος της τεχνολογίας μας μαθαίνει διαρκώς νέα πράγματα για τη φύση και τη λειτουργία της ευφυίας, που σαφώς είναι πολυπλοκότερη από αυτή στην οποία βασίστηκαν τα τεστ αυτά.
Πολλά ακόμα είναι τα επιχειρήματα που ώθησαν πολλούς στο να προτιμήσουν ή και να κατασκευάσουν άλλες θεωρίες για την ανθρώπινη νοημοσύνη. Έτσι, από νωρίς γεννήθηκαν και άλλα μοντέλα που έδιναν μια διαφορετική διάσταση.
Για παράδειγμα, η πολύ εύστοχη κατ'εμέ θεωρία των Cattell-Horn υποστηρίζει ότι έχουμε μια ρευστή νοημοσύνη (δυνατότητα επίλυσης νέων προβλημάτων), η οποία γίνεται όλο και πιο αδύναμη στο πέρασμα του χρόνου (αρζίζει αποδυναμώνεται από την μέση νεανική ηλικία κι έπειτα), και μια αποκρυσταλλωμένη, η οποία ενδυναμώνεται μέσα από τη γνώση και την εμπειρία και φυσικά αυξάνεται με το χρόνο και την ηλικία.
Άλλες θεωρίες παρουσίασαν πιο πολυδιάστατες πτυχές της νοημοσύνης, με μια από τις γνωστότερες τη θεωρία του Gardner, τη θεωρία της πολλαπλής νοημοσύνης.
Ο Gardner θεώρησε ότι δεν υπάρχει μόνο μια νοημοσύνη, αλλά επτά (αργότερα εμπλούτισε το μοντέλο του με άλλες δύο): γλωσσική, λογική-μαθηματική, χωρική, σωματική-κιναισθητική, μουσική, διαπροσωπική και ενδοπροσωπική (και αργότερα φυσιοκρατική και υπαρξιστική).
Μάλιστα υποστήριξε ότι οι νοημοσύνες αυτές μπορούν να είναι εντελώς ανεξάρτητες μεταξύ τους και βάσισε τα συμπεράσματά του αυτά σε υποτιθέμενες νευροβιολογικές μελέτες.
Οι επικριτές της θεωρίας του διατείνονται ότι παραείναι «βολική» και ταιριάζει υπερβολικά τυχαία με το σχολικό πρόγραμμα (η θεωρία αυτή είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους εκπαιδευτικούς) και επίσης δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία για τα υποτιθέμενα πειράματα και τις μελέτες στις οποίες λέει ότι βάσισε τα συμπεράσματά του.
Άλλωστε τα τελευταία χρόνια με την πρόοδο της τεχνολογίας, όπως έχουμε δει κατά καιρούς σε αυτό το μπλογκ, διαπιστώθηκε η πολύ μεγαλύτερη πολυπλοκότητα της λειτουργίας του εγκεφάλου μας.
Πολύ πριν τον Gardner όμως κάποιοι θεωρητικοί είχαν αρχίσει να ενδιαφέρονται και για μια άλλη εφαρμογή της νοημοσύνης, ένα άλλο πεδίο, αυτό που αφορά την ικανότητα διαχείρισης συναισθημάτων (για παράδειγμα, η κοινωνική νοημοσύνη του Thorndike-1920).
Στη δεκαετία του '80 άρχισαν και οι πρώτες επιστημονικές μελέτες της λεγόμενης συναισθηματικής νοημοσύνης, η οποία έγινε πιο γνωστή με το βιβλίο του Goleman, για το οποίο απέδωσα μια κριτική προσέγγιση σε πρόσφατο ποστ (ίσως αξίζει μια λεπτομερέστερη αναφορά στο μέλλον για το τί είναι η συναισθηματική νοημοσύνη).
Υπάρχει λοιπόν ένα ανεξάρτητο γενικής νοημοσύνης πεδίο ευφυΐας που να αφορά τα δια/ενδοπροσωπικά; Ή μήπως όλα αυτά είναι θέμα προσωπικότητας ή ανατροφής και όχι ικανότητας; Και έστω ότι ένα άτομο έχει πολύ υψηλές κοινωνικές δεξιότητες ή εξαιρετικά καλή επαφή με τα συναισθήματά του.
Είναι αυτά τα διαβατήρια για την επιτυχία στη ζωή και για τη βίωση της ευτυχίας; Επίσης, καλλιεργούνται αυτά τα χαρακτηριστικά;
Οι νευροεπιστήμες ολοένα και περισσότερο εμβαθύνουν στη σχέση ανάμεσα στο συναίσθημα και τα άλλα μέρη του εγκεφάλου. Φάινεται ότι πρόκειται τελικά για μια περίπλοκη λειτουργία και έχουμε πολλά να ανακαλύψουμε στο μέλλον.
Τα πρώιμα συμπεράσματα δείχνουν ότι το να είναι κάποιος εξαιρετικά ευφυής (γενικά ή εξειδικευμένα σε ένα πεδίο) δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να είναι και κοινωνικά επιτυχημένος ή να εξασφαλίζει την ψυχική του υγεία.
Ωστόσο, αναγνωρίζουμε ότι η ευφυΐα μπορεί να βοηθήσει σε αυτούς τους τομείς, όπως π.χ. με την επίλυση προβλημάτων, την ενθάρρυνση, την εκλογίκευση, την έκφραση.
Για να το δούμε μεταφορικά, στα συναισθηματικά προβλήματα, η ευφυΐα δεν είναι ασπίδα, αλλά ένα όπλο. Και αυτό θα το δούμε αργότερα όταν μιλήσουμε για το τί συμβαίνει στην περίπτωση των υπερευφυών ατόμων.
Τί γίνεται όμως στην περίπτωση της υψηλής ευφυΐας;
Όσοι έχουν ερευνήσει το θέμα της χαρισματικότητας, συμφωνούν ότι δεν αρκεί η υψηλή νοητική λειτουργία για να εκδηλωθεί μια υψηλότερη του μέσου όρου ικανότητα σε έναν τομέα ή περισσότερους.
Χρειάζονται υψηλά κίνητρα, δημιουργικότητα και φυσικά περιβαλλοντικοί παράγοντες. Έτσι, η συνταγή για την επιτυχία φαίνεται να είναι πολυπαραγοντική.
Είναι όμως τα άτομα αυτά επιτυχημένα και στο ενδοπροσωπικό και διαπροσωπικό επίπεδο;
Η παγκόσμια βιβλιογραφία και έρευνα μας καταδεικνύει ότι τα άτομα αυτά που έχουν επιδόσεις υψηλότερες από τον μέσο όρο ενδέχεται να παρουσιάσουν και προβλήματα ή δυσκολίες στο συναισθηματικό και κοινωνικό πεδίο, όπως για παράδειγμα:
-τελειομανία, υπερβολική αυστηρότητα
-υπέρμετρη κριτική τάση στον εαυτό και τους άλλους
-τάση για ανεξάρτητη εργασία
-υπερευαισθησία ως προς τις αισθήσεις
-υπερευαισθησία για κοινωνικά ζητήματα (π.χ. δικαιοσύνη)
-περιέργεια
-ανταγωνιστική τάση
-ιδεαλισμός
-πλήξη και απόσυρση, αν δεν έχουν διανοητικές προκλήσεις
-τάση για απόκρυψη των ταλέντων, για ευκολότερη ενσωμάτωση με το σύνολο.
Το να είσαι διαφορετικός από το υπόλοιπο σύνολο οπωσδήποτε επιφέρει δυσκολίες στο συναισθηματικό κόσμο και στον κοινωνικό βίο ενός ανθρώπου.
Ας σκεφτούμε πώς θα νιώθαμε αν μας τοποθετούσαν σε 1-2 μικρότερες τάξεις στο σχολείο, ανάμεσα σε παιδιά πιο ανώριμα από εμάς, γενικώς ή σε κάποιους τομείς.
Η εξωτερικευμένη συμπεριφορά ή η απομόνωση θα ήταν εξαιρετικά πιθανό να συμβεί.
Ωστόσο, το να είναι κάποιος εξαιρετικά καλός σε κάτι δε σημαίνει απαραίτητα ότι θα είναι κοινωνικά δυσλειτουργικός ή με εσωτερικά προβλήματα, ενδέχεται να έχει την ικανότητα να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του πολύ αποτελεσματικά.
Άρα, παρατηρούμε ότι η ύπαρξη κάποιου ταλέντου, χαρίσματος ή γενικότερα υψηλότερης νοημοσύνης δεν προστατεύει από τα ενδεχόμενα προβλήματα (ίσα ίσα η διαφορετικότητα αυτή μπορεί να δημιουργεί προβλήματα ή τέλοσπάντων να τα μεγενθύνει).
Παρ' όλα αυτά, όπως είδαμε και νωρίτερα, η χρήση λογικής σκέψης μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και στην αντιμετώπιση ενός σχετικού προβλήματος- χωρίς να εννοούμε βέβαια ότι η νοημοσύνη κρατάει τα κλειδιά της ψυχικής υγείας. Μάλιστα συχνά τα άτομα αυτά, καθώς βλέπουν τα πράγματα πιο περίπλοκα και με μεγαλύτερη ευαισθησία, μπορεί να ξεπερνούν τα προβλήματα με πιο αργό ρυθμό από ένα άτομο μέτριας νοημοσύνης.
Έτσι, καταλήγουμε ότι οι υπερευφυείς άνθρωποι δεν έχουν ανοσία στα προβλήματα και η ύπαρξη μιας ανώτερης ικανότητας δεν εξυπακούεται και συναισθηματική ευτυχία.
Δε χρησιμοποιούν όλοι τη νοημοσύνη τους για τα πρακτικά ζητήματα της ζωής. Έτσι, ενδέχεται να δούμε έναν επιστήμονα φυσικής- ιδιοφυία, που όμως να μην έχει αρκετές κοινωνικές δεξιότητες ώστε να κάνει φίλους.
Ή έναν καταπληκτικά ταλαντούχο πιανίστα με προβλήματα αυτοπεποίθησης.
Προς το παρόν δεν μπορούμε να διεξάγουμε ακόμα συμπεράσματα, μέχρι να αποκρυπτογραφήσουμε πλήρως τη λειτουργία των συναισθημάτων, κάτι το οποίο, παρ'όλη την πρόοδο της τεχνολογίας (ανιχνευτές νευροδιαβιβαστών, πολύπλοκοι τομογράφοι, κτλ). Τότε θα καταλάβουμε περισσότερο τη σχέση ανάμεσα στη νόηση και το συναίσθημα.
Υπάρχει όμως ένα άλλο είδος ευτυχίας που αξίζει να δούμε στο τελευταίο μας μέρος, ένα είδος που είναι ανεξάρτητο από την κοινωνική ζωή και τα συναισθήματα: η δημιουργική αυτοπραγμάτωση.
Πριν κλείσουμε το παρόν θέμα όμως, ας δούμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιστημονική ανακάλυψη για τη σχέση ανάμεσα στη δημιουργικότητα, την ευφυΐα και την ψυχοπαθολογία:
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του επιστημονικού περιοδικού NewScientist, μετά από έρευνες, ο Σζάμπολκς Κέρι από το Semmelweis University της Βουδαπέστης εντόπισε ένα γονίδιο που σχετίζεται με την ανάπτυξη του εγκεφάλου, την επονομαζόμενη νεουρεγκιουλίνη 1, η οποία έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει ελαφρώς τον κίνδυνο εκδήλωσης σχιζοφρένειας.
Η μετάλλαξη του συγκεκριμένου γονιδίου επηρεάζει την πρωτεΐνη της νεουρεγκιουλίνης 1 που εκκρίνεται στον εγκέφαλο και ευθύνεται για την εκδήλωση ψυχώσεων, την ασθενή μνήμη και την ευαισθησία στην κριτική.
Το 50% περίπου των υγιών Ευρωπαίων διαθέτουν ένα αντίτυπο του μεταλλαγμένου αυτού γονιδίου, ενώ το 15% διαθέτουν δύο.
Μετά από έρευνα στην οποία συμμετείχαν 200 φοιτητές, ο Κέρι διαπίστωσε ότι τα άτομα που διέθεταν δύο αντίτυπα της νεουρεγκιουλίνης 1 έτειναν να έχουν καλύτερες επιδόσεις στα τεστ δημιουργικότητας σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
Περισσότερο δημιουργικοί αποδείχθηκαν και όσοι είχαν ένα αντίτυπο σε σύγκριση με αυτούς που δεν διέθεταν κανένα. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη γνωστός ο ακριβής τρόπος με τον οποίο η νεουρεγκιουλίνη επηρεάζει τη δημιουργικότητα.
Οι εθελοντές με δύο αντίτυπα του μεταλλαγμένου γονιδίου δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες από τους υπόλοιπους να εκδηλώσουν διάφορες ψυχώσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η συσχέτιση της μετάλλαξης με την ψυχική ασθένεια δεν εξηγεί πλήρως τη συσχέτισή της με τη δημιουργικότητα, υποστηρίζει ο Κέρι. Αυτό που υποθέτει ο Κέρι είναι ότι το μεταλλαγμένο γονίδιο επηρεάζει τον προμετωπιαίο φλοιό, μια περιοχή του εγκεφάλου που καθορίζει τη διάθεση και τη συμπεριφορά.
Η μεταβολή αυτή είναι δυνατόν να πυροδοτήσει σε άλλους τη δημιουργικότητα και σε άλλους τα ψυχωτικά παραληρήματα.
Η ευφυΐα φαίνεται να είναι ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν εάν η μετάλλαξη της νεουρεγκιουλίνης 1 θα οδηγήσει σε εκδήλωση δημιουργικών ή ψυχωτικών τάσεων. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα του Κέρι είχαν σε γενικές γραμμές υψηλότερο δείκτη ευφυΐας από το μέσο όρο.
Αντίθετα, μια μελέτη οικογενειών με ιστορικό σχιζοφρένειας έδειξε ότι η ίδια μετάλλαξη σχετίζεται με χαμηλότερο δείκτη ευφυΐας και ψυχωτικά συμπτώματα.
"Μέσα από την κλινική μου εμπειρία έχω διαπιστώσει ότι τα άτομα με υψηλότερο IQ έχουν μεγαλύτερες διανοητικές δυνατότητες για να αντεπεξέλθουν στις ψυχωτικές τους εμπειρίες, καθώς δεν αρκεί μόνο να νιώθεις αυτά τα συναισθήματα, πρέπει να μπορεί και να τα επικοινωνείς" επισημαίνει ο Κέρι.
Μια υπερευφυής φίλη ευχόταν, σε μια φάση όπου η πολυπλοκότητα της ζωής φάνταζε ακόμα πιο μεγεθυμένη μέσα από το πολυδαίδαλο υπερευφυές μυαλό της, να ήταν «πτωχή τω πνεύματι» (για να το θέσω κομψά), ώστε να μην τα βλέπει όλα τόσο περίπλοκα και δύσκολα, να είναι πιο χαρούμενη αλλά και να μη βιώνει τον πόνο τόσο έντονα.
Και έρχονταν τα ερωτηματικά, και παλεύαμε να τα απαντήσουμε.
Τώρα που η επιστήμη μου μου διαθέτει κάποια εφόδια γνώσεων, για να μπορέσω να μελετήσω πιο διεξοδικά και με πραγματικά στοιχεία αυτές τις φιλοσοφικές ως τώρα έννοιες, τα ερωτηματικά πολλαπλασιάζονται αλλά και κάνουν το θέμα αυτό ακόμα πιο γοητευτικό...
Σε ένα ερώτημα ο ένας δίνει μια απλή, πρακτική και γρήγορη απάντηση, ενώ ο άλλος αναλύει το ερώτημα, το προσεγγίζει δημιουργικά αλλά ενδεχομένως δε θα δώσει τη σωστή απάντηση ή θα αργήσει υπερβολικά να απαντήσει. Ποιος είναι πιο έξυπνος;
Ένα άτομο σε όλη του τη ζωή είχε μέτριες επιδόσεις, και σήμερα έχει κάνει οικογένεια, έχει μια φυσιολογική δουλειά με μέτριες αποδοχές, φίλους και γενικά περνάει καλά.
Ένα άλλο άτομο στερήθηκε πολλά για να αφοσιωθεί στην επιστήμη του, έχει πάρει πολλά βραβεία, υποτροφίες και θεωρείται κορυφή στον τομέα του- ωστόσο δυσκολεύεται να κάνει σχέσεις και είναι αρκετά αντικοινωνικός.
Ποιος είναι πιο επιτυχημένος;
Ένα άτομο έχει μέτρια ως χαμηλή νοημοσύνη, δε φαίνεται να προβληματίζεται ιδιαίτερα για τη ζωή, είναι χαρούμενο και διάγει με απλό τρόπο τη ζωή του, απροβλημάτιστα και απλοϊκά.
Ένα άλλο άτομο είναι υπερευφυές, τα βλέπει όλα περίπλοκα, δύσκολα και σπάνια νιώθει ευτυχισμένο, αλλά όταν πιστεύει ότι αγγίζει την ευτυχία, τη βιώνει ολοκληρωτικά και την απολαμβάνει στο έπακρο.
Ποιος είναι πιο ευτυχισμένος;
Καταλαβαίνουμε ότι δεν υπάρχουν απόλυτες και αντικειμενικές απαντήσεις.
Αν το δούμε με ακόμα μεγαλύτερη ευαισθησία και λεπτομερή σκοπιά το θέμα, καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες που να μεσολαβούν στο αν κάποιος κατακτά την ευφυΐα, την επιτυχία, την ευτυχία.
Και ότι τελικά η ευφυΐα δεν αποτελεί απαραίτητα το αποκλειστικό διαβατήριο- πολλές φορές μάλιστα μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη, ιδίως αν συντρέχουν και κάποιοι άλλοι παράγοντες.
Για να κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος το ζήτημα, ας ξεκινήσουμε ένα μικρό ταξίδι στον κόσμο της ευφυΐας, για να διεξάγουμε μετά κάποια συμπεράσματα.
Περί νοημοσύνης...
Πριν γεννηθούν οι πρώτες σκέψεις σχετικά με το θέμα, είναι απαραίτητο να κοιτάξουμε τί ακριβώς είναι η ευφυία/νοημοσύνη. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ορίσουμε κατ'αρχήν την ευφυία.
Ορισμένοι μάλιστα θεωρητικοί έχουν επιχειρήσει να δώσουν το δικό τους περιεχόμενο στην πολυδιάστατη λέξη «ευφυία» ή «νοημοσύνη» (φυσικά αυτές οι δύο λέξεις διαφοροποιούνται μεταξύ τους εννοιολογικά, αλλά έχει επικρατήσει να χρησιμοποιούνται ως συνώνυμα). Σήμερα θα δούμε την ψυχομετρική προσέγγιση, που είναι και αυτή που γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος.
Από τη μια μεριά υπάρχει το ψυχομετρικό στρατόπεδο, όπου η γενική νοημοσύνη ορίζεται ως ένα σύνολο γνωσιακών λειτουργιών με ισχυρή αλληλεξάρτηση μεταξύ τους.
Επίσης αυτή η προσέγγιση υποστηρίζει ότι η νοημοσύνη είναι μετρήσιμη και αξιολογείται αξιόπιστα μέσα από τα γνωστά τεστ νοημοσύνης, αρκεί αυτά να είναι σταθμισμένα, έγκυρα και δοκιμασμένα επιστημονικά μέσα από διάφορες τεχνικές στατιστικής (όπως είναι η παραγοντική ανάλυση).
Συνήθως το περιεχόμενο των τεστ αυτών ελέγχει ικανότητες όπως το λεξιλόγιο, οι γνώσεις, μνήμη αριθμών, αφαιρετική σκέψη, οπτική αντίληψη, ταχύτητα επεξεργασίας, κτλ.
Υπάρχουν διάφορα τεστ, με πολύ δημοφιλή τα WISC-IV (το οποίο δε σταθμίστηκε στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να χορηγείται ακόμα το WISC-III!!) για παιδιά, το WAIS για ενήλικες, το Stanford-Binet test, Raven Matrices, κτλ. Πρόκειται για- αναθεωρημένες έστω- εκδόσεις πολύ παλιών τεστ, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Για πολλά χρόνια οι ειδικοί εκφράζουν την προτίμηση ή την αντίθεσή τους στα τεστ αυτά. Πιο συγκεκριμένα, ενώ από τη μια μεριά δίνουν χρήσιμες ενδείξεις για συγκεκριμένες ικανότητες, η απόδοση ενός αριθμού που θα χαρακτηρίσει τη γενική νοημοσύνη ενός ατόμου έχει συναντήσει διαφωνίες είτε ως διαδικασία per se είτε ως προς το περιεχόμενο των ικανοτήτων που αξιολογούνται (ουσιαστικά διαφωνίες ως προς τον ορισμό και το περιεχόμενο της νοημοσύνης στα οποία βασίζονται τα τεστ αυτά).
Πιο συγκεκριμένα, μερικά επιχειρήματα:
Βασίζονται σε μια πολύ συγκεκριμένη και περιορισμένη αντίληψη του τί είναι νοημοσύνη, εστιάζοντας κυρίως σε γνωσιακές ικανότητες μερικών μόνο πεδίων
Είναι κατασκευασμένα με βάση δυτικά μοντέλα προσέγγισης του ανθρώπου και δε λαμβάνουν υπόψη τις πολιτιστικές διαφοροποιήσεις (π.χ. αν ρωτήσουμε ένα παιδί από μια απομακρυσμένη αγροτική κοινωνία από τί είναι κατασκευάζεται το αλουμίνιο, πιθανότατα δε θα γνωρίζει- όπως και ένα παιδί της πόλης δε θα γνωρίζει τις διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αυγά που κάνουν διάφορα είδη πουλερικών!)
Αδικούν σημαντικά τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες, τα οποία δε σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν χαμηλή νοημοσύνη!
Δεν αξιολογούν άλλες πιο πρακτικές πτυχές της νοημοσύνης, όπως οι κοινωνικές δεξιότητες, η προσαρμοστικότητα, η διαχείριση συναισθημάτων, κτλ.
Έχουν χρησιμοποιηθεί με έναν τρόπο που οδηγεί στην ετικετοποίηση των ατόμων και την χονδρική κατηγοριοποίηση των ανθρώπων, παραμερίζοντας το ότι ο καθένας είναι ένας μοναδικός συγκερασμός χαρακτηριστικών.
Χαρακτηριστικά είναι όσα μας λέει ο Sternberg σχετικά με την παλαιότητα των τεστ: "η σχέση του WISC-III με την επόμενη έκδοσή του είναι η σχέση που έχει η ταινία Rocky III με το Rocky II (...), αυτό είναι λοιπόν το μέλλον της σειράς τεστ νοημοσύνης WISC, μια ατελείωτη έκδοση επαναλήψεων;"
Όπως οι Shaw, Swerdlik & Laurent (1993): "To WISC-III αναπαριστά τo status quo και μόνο ένα ελάχιστο βήμα στην εξέλιξη της αξιολόγησης της νοημοσύνης. Αν και έχουν περάσει περισσότερα από 50 χρόνια στην εξέλιξη της θεωρίας της νοημοσύνης, η φιλοσοφία του Weschler [δημιουργού του τεστ], που αποτυπώθηκε το 1939, παραμένει η επικρατέστερη, άρα η τελευταία ενσάρκωση του τεστ του ίσως να μην είναι τίποτα παραπάνω από έναν νέο και βελτιωμένο...δεινόσαυρο".
Έτσι, βλέπουμε ότι η κλασσική και δυστυχώς η συνηθέστερη προσέγγιση της θεωρίας της νοημοσύνης δεν έχει εξελιχθεί επαρκώς ως προς τα εργαλεία αξιολόγησης-καταμέτρησης της μεταβλητής αυτής, πράγμα που πρέπει να μας γεννά επιφυλάξεις, αφού αν μη τι άλλο η ψυχομετρική προσέγγιση της γενικής νοημοσύνης είναι βασισμένη σε παμπάλαιες θεωρίες και έκτοτε η έννοια της νοημοσύνης έχει διευρυνθεί πολύ και η πρόοδος της τεχνολογίας μας μαθαίνει διαρκώς νέα πράγματα για τη φύση και τη λειτουργία της ευφυίας, που σαφώς είναι πολυπλοκότερη από αυτή στην οποία βασίστηκαν τα τεστ αυτά.
Πολλά ακόμα είναι τα επιχειρήματα που ώθησαν πολλούς στο να προτιμήσουν ή και να κατασκευάσουν άλλες θεωρίες για την ανθρώπινη νοημοσύνη. Έτσι, από νωρίς γεννήθηκαν και άλλα μοντέλα που έδιναν μια διαφορετική διάσταση.
Για παράδειγμα, η πολύ εύστοχη κατ'εμέ θεωρία των Cattell-Horn υποστηρίζει ότι έχουμε μια ρευστή νοημοσύνη (δυνατότητα επίλυσης νέων προβλημάτων), η οποία γίνεται όλο και πιο αδύναμη στο πέρασμα του χρόνου (αρζίζει αποδυναμώνεται από την μέση νεανική ηλικία κι έπειτα), και μια αποκρυσταλλωμένη, η οποία ενδυναμώνεται μέσα από τη γνώση και την εμπειρία και φυσικά αυξάνεται με το χρόνο και την ηλικία.
Άλλες θεωρίες παρουσίασαν πιο πολυδιάστατες πτυχές της νοημοσύνης, με μια από τις γνωστότερες τη θεωρία του Gardner, τη θεωρία της πολλαπλής νοημοσύνης.
Ο Gardner θεώρησε ότι δεν υπάρχει μόνο μια νοημοσύνη, αλλά επτά (αργότερα εμπλούτισε το μοντέλο του με άλλες δύο): γλωσσική, λογική-μαθηματική, χωρική, σωματική-κιναισθητική, μουσική, διαπροσωπική και ενδοπροσωπική (και αργότερα φυσιοκρατική και υπαρξιστική).
Μάλιστα υποστήριξε ότι οι νοημοσύνες αυτές μπορούν να είναι εντελώς ανεξάρτητες μεταξύ τους και βάσισε τα συμπεράσματά του αυτά σε υποτιθέμενες νευροβιολογικές μελέτες.
Οι επικριτές της θεωρίας του διατείνονται ότι παραείναι «βολική» και ταιριάζει υπερβολικά τυχαία με το σχολικό πρόγραμμα (η θεωρία αυτή είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους εκπαιδευτικούς) και επίσης δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία για τα υποτιθέμενα πειράματα και τις μελέτες στις οποίες λέει ότι βάσισε τα συμπεράσματά του.
Άλλωστε τα τελευταία χρόνια με την πρόοδο της τεχνολογίας, όπως έχουμε δει κατά καιρούς σε αυτό το μπλογκ, διαπιστώθηκε η πολύ μεγαλύτερη πολυπλοκότητα της λειτουργίας του εγκεφάλου μας.
Πολύ πριν τον Gardner όμως κάποιοι θεωρητικοί είχαν αρχίσει να ενδιαφέρονται και για μια άλλη εφαρμογή της νοημοσύνης, ένα άλλο πεδίο, αυτό που αφορά την ικανότητα διαχείρισης συναισθημάτων (για παράδειγμα, η κοινωνική νοημοσύνη του Thorndike-1920).
Στη δεκαετία του '80 άρχισαν και οι πρώτες επιστημονικές μελέτες της λεγόμενης συναισθηματικής νοημοσύνης, η οποία έγινε πιο γνωστή με το βιβλίο του Goleman, για το οποίο απέδωσα μια κριτική προσέγγιση σε πρόσφατο ποστ (ίσως αξίζει μια λεπτομερέστερη αναφορά στο μέλλον για το τί είναι η συναισθηματική νοημοσύνη).
Υπάρχει λοιπόν ένα ανεξάρτητο γενικής νοημοσύνης πεδίο ευφυΐας που να αφορά τα δια/ενδοπροσωπικά; Ή μήπως όλα αυτά είναι θέμα προσωπικότητας ή ανατροφής και όχι ικανότητας; Και έστω ότι ένα άτομο έχει πολύ υψηλές κοινωνικές δεξιότητες ή εξαιρετικά καλή επαφή με τα συναισθήματά του.
Είναι αυτά τα διαβατήρια για την επιτυχία στη ζωή και για τη βίωση της ευτυχίας; Επίσης, καλλιεργούνται αυτά τα χαρακτηριστικά;
Οι νευροεπιστήμες ολοένα και περισσότερο εμβαθύνουν στη σχέση ανάμεσα στο συναίσθημα και τα άλλα μέρη του εγκεφάλου. Φάινεται ότι πρόκειται τελικά για μια περίπλοκη λειτουργία και έχουμε πολλά να ανακαλύψουμε στο μέλλον.
Τα πρώιμα συμπεράσματα δείχνουν ότι το να είναι κάποιος εξαιρετικά ευφυής (γενικά ή εξειδικευμένα σε ένα πεδίο) δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να είναι και κοινωνικά επιτυχημένος ή να εξασφαλίζει την ψυχική του υγεία.
Ωστόσο, αναγνωρίζουμε ότι η ευφυΐα μπορεί να βοηθήσει σε αυτούς τους τομείς, όπως π.χ. με την επίλυση προβλημάτων, την ενθάρρυνση, την εκλογίκευση, την έκφραση.
Για να το δούμε μεταφορικά, στα συναισθηματικά προβλήματα, η ευφυΐα δεν είναι ασπίδα, αλλά ένα όπλο. Και αυτό θα το δούμε αργότερα όταν μιλήσουμε για το τί συμβαίνει στην περίπτωση των υπερευφυών ατόμων.
Τί γίνεται όμως στην περίπτωση της υψηλής ευφυΐας;
Όσοι έχουν ερευνήσει το θέμα της χαρισματικότητας, συμφωνούν ότι δεν αρκεί η υψηλή νοητική λειτουργία για να εκδηλωθεί μια υψηλότερη του μέσου όρου ικανότητα σε έναν τομέα ή περισσότερους.
Χρειάζονται υψηλά κίνητρα, δημιουργικότητα και φυσικά περιβαλλοντικοί παράγοντες. Έτσι, η συνταγή για την επιτυχία φαίνεται να είναι πολυπαραγοντική.
Είναι όμως τα άτομα αυτά επιτυχημένα και στο ενδοπροσωπικό και διαπροσωπικό επίπεδο;
Η παγκόσμια βιβλιογραφία και έρευνα μας καταδεικνύει ότι τα άτομα αυτά που έχουν επιδόσεις υψηλότερες από τον μέσο όρο ενδέχεται να παρουσιάσουν και προβλήματα ή δυσκολίες στο συναισθηματικό και κοινωνικό πεδίο, όπως για παράδειγμα:
-τελειομανία, υπερβολική αυστηρότητα
-υπέρμετρη κριτική τάση στον εαυτό και τους άλλους
-τάση για ανεξάρτητη εργασία
-υπερευαισθησία ως προς τις αισθήσεις
-υπερευαισθησία για κοινωνικά ζητήματα (π.χ. δικαιοσύνη)
-περιέργεια
-ανταγωνιστική τάση
-ιδεαλισμός
-πλήξη και απόσυρση, αν δεν έχουν διανοητικές προκλήσεις
-τάση για απόκρυψη των ταλέντων, για ευκολότερη ενσωμάτωση με το σύνολο.
Το να είσαι διαφορετικός από το υπόλοιπο σύνολο οπωσδήποτε επιφέρει δυσκολίες στο συναισθηματικό κόσμο και στον κοινωνικό βίο ενός ανθρώπου.
Ας σκεφτούμε πώς θα νιώθαμε αν μας τοποθετούσαν σε 1-2 μικρότερες τάξεις στο σχολείο, ανάμεσα σε παιδιά πιο ανώριμα από εμάς, γενικώς ή σε κάποιους τομείς.
Η εξωτερικευμένη συμπεριφορά ή η απομόνωση θα ήταν εξαιρετικά πιθανό να συμβεί.
Ωστόσο, το να είναι κάποιος εξαιρετικά καλός σε κάτι δε σημαίνει απαραίτητα ότι θα είναι κοινωνικά δυσλειτουργικός ή με εσωτερικά προβλήματα, ενδέχεται να έχει την ικανότητα να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του πολύ αποτελεσματικά.
Άρα, παρατηρούμε ότι η ύπαρξη κάποιου ταλέντου, χαρίσματος ή γενικότερα υψηλότερης νοημοσύνης δεν προστατεύει από τα ενδεχόμενα προβλήματα (ίσα ίσα η διαφορετικότητα αυτή μπορεί να δημιουργεί προβλήματα ή τέλοσπάντων να τα μεγενθύνει).
Παρ' όλα αυτά, όπως είδαμε και νωρίτερα, η χρήση λογικής σκέψης μπορεί να βοηθήσει στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και στην αντιμετώπιση ενός σχετικού προβλήματος- χωρίς να εννοούμε βέβαια ότι η νοημοσύνη κρατάει τα κλειδιά της ψυχικής υγείας. Μάλιστα συχνά τα άτομα αυτά, καθώς βλέπουν τα πράγματα πιο περίπλοκα και με μεγαλύτερη ευαισθησία, μπορεί να ξεπερνούν τα προβλήματα με πιο αργό ρυθμό από ένα άτομο μέτριας νοημοσύνης.
Έτσι, καταλήγουμε ότι οι υπερευφυείς άνθρωποι δεν έχουν ανοσία στα προβλήματα και η ύπαρξη μιας ανώτερης ικανότητας δεν εξυπακούεται και συναισθηματική ευτυχία.
Δε χρησιμοποιούν όλοι τη νοημοσύνη τους για τα πρακτικά ζητήματα της ζωής. Έτσι, ενδέχεται να δούμε έναν επιστήμονα φυσικής- ιδιοφυία, που όμως να μην έχει αρκετές κοινωνικές δεξιότητες ώστε να κάνει φίλους.
Ή έναν καταπληκτικά ταλαντούχο πιανίστα με προβλήματα αυτοπεποίθησης.
Προς το παρόν δεν μπορούμε να διεξάγουμε ακόμα συμπεράσματα, μέχρι να αποκρυπτογραφήσουμε πλήρως τη λειτουργία των συναισθημάτων, κάτι το οποίο, παρ'όλη την πρόοδο της τεχνολογίας (ανιχνευτές νευροδιαβιβαστών, πολύπλοκοι τομογράφοι, κτλ). Τότε θα καταλάβουμε περισσότερο τη σχέση ανάμεσα στη νόηση και το συναίσθημα.
Υπάρχει όμως ένα άλλο είδος ευτυχίας που αξίζει να δούμε στο τελευταίο μας μέρος, ένα είδος που είναι ανεξάρτητο από την κοινωνική ζωή και τα συναισθήματα: η δημιουργική αυτοπραγμάτωση.
Πριν κλείσουμε το παρόν θέμα όμως, ας δούμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιστημονική ανακάλυψη για τη σχέση ανάμεσα στη δημιουργικότητα, την ευφυΐα και την ψυχοπαθολογία:
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του επιστημονικού περιοδικού NewScientist, μετά από έρευνες, ο Σζάμπολκς Κέρι από το Semmelweis University της Βουδαπέστης εντόπισε ένα γονίδιο που σχετίζεται με την ανάπτυξη του εγκεφάλου, την επονομαζόμενη νεουρεγκιουλίνη 1, η οποία έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει ελαφρώς τον κίνδυνο εκδήλωσης σχιζοφρένειας.
Η μετάλλαξη του συγκεκριμένου γονιδίου επηρεάζει την πρωτεΐνη της νεουρεγκιουλίνης 1 που εκκρίνεται στον εγκέφαλο και ευθύνεται για την εκδήλωση ψυχώσεων, την ασθενή μνήμη και την ευαισθησία στην κριτική.
Το 50% περίπου των υγιών Ευρωπαίων διαθέτουν ένα αντίτυπο του μεταλλαγμένου αυτού γονιδίου, ενώ το 15% διαθέτουν δύο.
Μετά από έρευνα στην οποία συμμετείχαν 200 φοιτητές, ο Κέρι διαπίστωσε ότι τα άτομα που διέθεταν δύο αντίτυπα της νεουρεγκιουλίνης 1 έτειναν να έχουν καλύτερες επιδόσεις στα τεστ δημιουργικότητας σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
Περισσότερο δημιουργικοί αποδείχθηκαν και όσοι είχαν ένα αντίτυπο σε σύγκριση με αυτούς που δεν διέθεταν κανένα. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη γνωστός ο ακριβής τρόπος με τον οποίο η νεουρεγκιουλίνη επηρεάζει τη δημιουργικότητα.
Οι εθελοντές με δύο αντίτυπα του μεταλλαγμένου γονιδίου δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες από τους υπόλοιπους να εκδηλώσουν διάφορες ψυχώσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η συσχέτιση της μετάλλαξης με την ψυχική ασθένεια δεν εξηγεί πλήρως τη συσχέτισή της με τη δημιουργικότητα, υποστηρίζει ο Κέρι. Αυτό που υποθέτει ο Κέρι είναι ότι το μεταλλαγμένο γονίδιο επηρεάζει τον προμετωπιαίο φλοιό, μια περιοχή του εγκεφάλου που καθορίζει τη διάθεση και τη συμπεριφορά.
Η μεταβολή αυτή είναι δυνατόν να πυροδοτήσει σε άλλους τη δημιουργικότητα και σε άλλους τα ψυχωτικά παραληρήματα.
Η ευφυΐα φαίνεται να είναι ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν εάν η μετάλλαξη της νεουρεγκιουλίνης 1 θα οδηγήσει σε εκδήλωση δημιουργικών ή ψυχωτικών τάσεων. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα του Κέρι είχαν σε γενικές γραμμές υψηλότερο δείκτη ευφυΐας από το μέσο όρο.
Αντίθετα, μια μελέτη οικογενειών με ιστορικό σχιζοφρένειας έδειξε ότι η ίδια μετάλλαξη σχετίζεται με χαμηλότερο δείκτη ευφυΐας και ψυχωτικά συμπτώματα.
"Μέσα από την κλινική μου εμπειρία έχω διαπιστώσει ότι τα άτομα με υψηλότερο IQ έχουν μεγαλύτερες διανοητικές δυνατότητες για να αντεπεξέλθουν στις ψυχωτικές τους εμπειρίες, καθώς δεν αρκεί μόνο να νιώθεις αυτά τα συναισθήματα, πρέπει να μπορεί και να τα επικοινωνείς" επισημαίνει ο Κέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου