Από νωρίς στην καριέρα του, ο φιλόδοξος πολιτικός και στρατηγός Αλκιβιάδης της Αθήνας (450-404 π.Χ.) επινόησε ένα φοβερό όπλο, το οποίο έγινε η πηγή της δύναμής του. Σε κάθε του συναλλαγή με τους άλλους, αφού διαισθανόταν τις διαθέσεις τους και τις προτιμήσεις τους, κατόπιν προσάρμοζε προσεκτικά τα λόγια του και τις πράξεις του για να αντανακλούν τις πιο μύχιες επιθυμίες τους. Τους σαγήνευε με την ιδέα ότι οι αξίες τους ήταν ανώτερες από οποιωνδήποτε άλλων και ότι σκοπός του ήταν να τους αντιγράψει ή να τους βοηθήσει να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Ελάχιστοι κατάφερναν να αντισταθούν στη γοητεία του.
Ο πρώτος που υπέκυψε ήταν ο φιλόσοφος Σωκράτης. Ο Αλκιβιάδης αντιπροσώπευε το αντίθετο του ιδανικού του Σωκράτη, το οποίο ήταν η απλότητα και η χρηστότητα: ζούσε μια ζωή σπατάλης και δεν είχε καθόλου αρχές. Ωστόσο, όταν συναντούσε τον Σωκράτη μιμείτο τη σοβαρότητα του ηλικιωμένου άντρα, τρώγοντας απλά, συντροφεύοντάς τον στους μακρινούς του περιπάτους και μιλώντας μόνο για τη φιλοσοφία και την αρετή. Ο Σωκράτης δεν είχε ξεγελαστεί τελείως – κάτι ήξερε για την άλλη ζωή του Αλκιβιάδη, πράγμα που απλά τον έκανε ευάλωτο σε μια γραμμή λογικής η οποία τον κολάκευε: ένοιωθε πως μόνο όταν ήταν αυτός παρών, επέτρεπε ο Αλκιβιάδης στον εαυτό του να υποκύψει σε μια ηθική επιρροή και πως μόνο αυτός ασκούσε τέτοια δύναμη επάνω του. Το συναίσθημα αυτό μεθούσε τον Σωκράτη, ο οποίος έγινε ένθερμος θαυμαστής και υποστηρικτής του Αλκιβιάδη. Έφτασε μέχρι του σημείου να ρισκάρει τη ζωή του για να τον σώσει σε κάποια μάχη. Οι Αθηναίοι θεωρούσαν ότι ο Αλκιβιάδης ήταν ο μεγαλύτερος ρήτορας, διότι είχε μια αφύσικη ικανότητα να εναρμονίζεται με τις προσδοκίες του κοινού του και να αντικατοπτρίζει τις επιθυμίες του. Εκφώνησε τον πιο σπουδαίο λόγο του για να υποστηρίξει την εισβολή στη Σικελία, η οποία πίστευε πως θα απέφερε μεγάλο πλούτο στην Αθήνα και απεριόριστη δόξα στον ίδιο. Οι λόγοι του εξέφραζαν τη δίψα των νεαρών Αθηναίων που δεν ήθελαν να αρκεστούν στις νίκες των προγόνων τους, παρά ήθελαν να κατακτήσουν νέα εδάφη. Αλλά επίσης προσάρμοσε τα λεγόμενά του ώστε να αντανακλούν τη νοσταλγία των μεγαλυτέρων για τα ένδοξα χρόνια της εποχής που η Αθήνα ηγήθηκε της επίθεσης εναντίον της Περσίας και κατόπιν ίδρυσε μια αυτοκρατορία. Ολόκληρη η Αθήνα ονειρευόταν να κατακτήσει τη Σικελία. Το σχέδιο του Αλκιβιάδη εγκρίθηκε και τον διόρισαν διοικητή της εκστρατείας.
Ενώ όμως ο Αλκιβιάδης ηγείτο της εισβολής στη Σικελία, ορισμένοι Αθηναίοι κατασκεύασαν ψευδείς κατηγορίες εναντίον του σχετικά με τη βεβήλωση κάποιου ιερού αγάλματος (Κεφαλές του Ερμή). Ήξερε πως οι εχθροί του θα έβαζαν να τον εκτελέσουν αν επέστρεψε, γι’ αυτό τελευταία στιγμή λιποτάκτησε από τον Αθηναϊκό στόλο και κατέφυγε στο χειρότερο εχθρό της Αθήνας, στη Σπάρτη. Οι Σπαρτιάτες καλωσόρισαν αυτό το μεγάλο άντρα, αλλά γνώριζαν τη φήμη του και ήταν επιφυλακτικοί. Ο Αλκιβιάδης αγαπούσε την πολυτέλεια και οι Σπαρτιάτες την ήταν ένας πολεμικός λαός που λάτρευε τη λιτότητα, γι’ αυτό και φοβόντουσαν μήπως και διαφθείρει τη νεολαία τους. Αλλά, προς μεγάλη τους ανακούφιση, ο Αλκιβιάδης που έφτασε στη Σπάρτη δεν ήταν καθόλου όπως τον περίμεναν: τα μαλλιά του δεν ήταν κομμένα (όπως ακριβώς και τα δικά τους), έκανε κρύα μπάνια, έτρωγε μαύρο ψωμί και μέλανα ζωμό και φορούσε απλά ρούχα. Για τους Σπαρτιάτες κάτι τέτοιο σήμαινε πως είχε αναγνωρίσει την ανωτερότητα του δικού τους τρόπου ζωής σε σχέση με τη ζωή των Αθηναίων. Και επειδή ήταν ανώτεροι, είχε επιλέξει να είναι Σπαρτιάτης και έτσι έπρεπε να τον τιμήσουν περισσότερο από αυτούς που είχαν γεννηθεί Σπαρτιάτες. Τους σαγήνευσε και έτσι του παραχώρησαν μεγάλες δυνάμεις. Δυστυχώς ο Αλκιβιάδης δεν ήξερε πώς να χειραγωγεί τη γοητεία του — κατάφερε να ξελογιάσει τη γυναίκα του βασιλιά της Σπάρτης, η οποία και έμεινε έγκυος. Όταν μαθεύτηκε, χρειάστηκε να δραπετεύσει για να γλιτώσει τη ζωή του.
Αυτή τη φορά ο Αλκιβιάδης αυτομόλησε στην Περσία, όπου ξαφνικά από τη Σπαρτιατική λιτότητα υιοθέτησε τον πολυτελή τρόπο ζωής των Περσών μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Οι Πέρσες κολακεύτηκαν ιδιαίτερα όταν είδαν έναν Έλληνα του επιπέδου του να προτιμά την κουλτούρα τους από τη δική του και τον γέμισαν με τιμές και δύναμη. Δεν μπόρεσαν να καταλάβουν ότι πίσω από την ασπίδα ο Αλκιβιάδης έπαιζε διπλό παιχνίδι και μυστικά βοηθούσε τους Αθηναίους στον πόλεμο που έκαναν με τη Σπάρτη και ότι με αυτό τον τρόπο τους καλόπιανε για να μπορέσει να ξαναγυρίσει στην πόλη που λαχταρούσε και η οποία τον καλωσόρισε με ανοιχτές αγκαλιές το 408 π.Χ.
Τελικά όλοι αισθάνονταν χρησιμοποιημένοι από τον Αλκιβιάδη και έτσι εκείνος έπρεπε να μετακινείται από το ένα μέρος στο άλλο. Εξόργισε τους Σπαρτιάτες τόσο πολύ, ώστε έβαλαν και τον δολοφόνησαν. Το είχε παρακάνει.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου