Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021

Το ψυχολογικό υπόβαθρο της πίστης σε θεωρίες συνωμοσίας

Είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού έλκεται από ψευδείς ειδήσεις και από κατασκευασμένες πληροφορίες που συνιστούν τη συνωμοσιολογία και ταυτόχρονα στέκεται με περισσή αμφισβήτηση και με έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στην Επιστήμη και την έρευνα, διακυβεύοντας την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική ευθύνη, την υγεία και την ατομική υπευθυνότητα.

Η ψυχολογική ανάγκη των ανθρώπων να καταφεύγουν στη συνωμοσιολογία (ο όρος συνωμοσιολογία διαδόθηκε από τον ακαδημαϊκό Frank Mintz τη δεκαετία του’80) και σε αστικούς μύθους υπήρχε ανέκαθεν και μάλιστα ήταν πιο έντονη και κορυφωνόταν σε περιόδους κρίσεων, και κυρίως υγειονομικών κρίσεων, κατά το διάβα της Ιστορίας.

Η αλήθεια είναι πως οι άνθρωποι όταν αισθάνονται αδύναμοι μπροστά σε δυσερμήνευτα γεγονότα και σε χαοτικές περιστάσεις, είναι πιθανότερο να πιστέψουν αστήρικτες θεωρίες και αστικούς μύθους γιατί δεν μπορούν να δώσουν εξηγήσεις, αλλά και γιατί δεν έχουν πάντα άμεσες απαντήσεις ή ακόμη γιατί οι απαντήσεις της επιστημονικής κοινότητας θέλουν χρόνο, όπως στην περίπτωση της τωρινής πανδημίας που είναι κάτι καινούριο σε παγκόσμια κλίμακα.

Η ανάγκη των ανθρώπων να διοχετεύσουν τις αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματά τους, τους κάνουν πιο εύκολους να υποδεικνύουν «πολιτικούς ενόχους», «πληρωμένους/πουλημένους επιστήμονες», «εξαγορασμένα θεσμικά όργανα», ακόμα και όταν κάτι τέτοιο δεν αποδεικνύεται από πουθενά.

Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΠΟΣΥΜΠΙΕΣΗ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΙΣΧΥΡΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΞΗΓΗΣΗΣ.

Η Ψυχολογία της Συνωμοσίας

«Oι εγκέφαλοί μας είναι προγραμματισμένοι να ανιχνεύουν το κακό και την απειλή» αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Ψυχολογίας Rick Hanson. Έτσι ο εγκέφαλος αντιδρά πολύ πιο έντονα και ακραία στα δυσάρεστα της ζωής σε σχέση με τα όμορφα και ευχάριστα νέα της ζωής μας. Ο εγκέφαλος αναγνωρίζει ευκολότερα τις απειλές, πλάθει αρνητικές εικόνες, δημιουργεί αρνητικά στερεότυπα και προκαταλήψεις, κάνει υπεργενικεύσεις. Η αμυγδαλή που αποτελεί τον συναγερμό του εγκεφάλου μας, χρησιμοποιεί περίπου τα δύο τρίτα των νευρώνων της προκειμένου να ψάξει για μια κακή είδηση, κάτι που δείχνει τη φυσική προδιάθεση για το αρνητικό.

Δυστυχώς, λοιπόν, οι εγκέφαλοί μας δεν έχουν εξελιχθεί για την ανίχνευση της αλήθειας μέσα σε μοτίβα με ψευδή πρότυπα ή δεδομένα. Δεν υπάρχει μηχανισμός ανίχνευσης λάθους στον εγκέφαλό μας. Ευτυχώς όμως έχουμε την Επιστήμη, η οποία μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα πραγματικά μοτίβα από τα ψεύτικα εξετάζοντας τα αντικειμενικά στοιχεία.

Ωστόσο η καταστροφή που μπορεί να προκαλέσουν οι θεωρίες συνωμοσίας δεν είναι αμελητέα, αντιθέτως. Μάλιστα πρόσφατη έρευνα (Daglas, 2019), δείχνει ότι οι άνθρωποι που πιστεύουν στις θεωρίες συνωμοσίας είναι πιθανότερο να σχετίζονται με ελλείμματα μορφωτικού και πολιτισμικού επιπέδου, με προκατάληψη, βία και εγκληματικότητα χαμηλού επιπέδου. Άλλη έρευνα (Miller, 2013), κατέδειξε ότι είναι δύσκολο να πείσεις κάποιον για τα πραγματικά μοτίβα σε σχέση με τα ψεύτικα που έχει στο μυαλό του γιατί είναι κάτι που αφορά κατά βάση το σύστημα των πεποιθήσεών του και γι’ αυτό το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αναζητούμε αξιόπιστες πληροφορίες που υποστηρίζονται από γεγονότα, αποδείξεις, τεκμηρίωση και επιστήμη.

Σε καμιά περίπτωση, κατά τη γνώμη μου, η αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης των θεωριών συνομωσίας δεν είναι το «μπλοκάρισμα», εκτός εάν πρόκειται για ένα πολύ επικίνδυνο περιεχόμενο που πλήττει άμεσα και θανάσιμα το κοινωνικό σύνολο και τη συνοχή του, γιατί η κατασταλτική αφαίρεση δημοσιεύσεων εμπεριέχει τον κίνδυνο της λάθος ηρωοποίησης.

Στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Experimental and Social Psychology, έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα (Alin Coman, 2019), δείχνει ότι «η επιδοκιμασία και η διάδοση συνωμοτικού περιεχομένου μπορεί να συνδέεται με λανθασμένες προκαταλήψεις απέναντι σε ευάλωτες ομάδες, μειωμένη εμπιστοσύνη στους κυβερνητικούς θεσμούς, μικρότερη πολιτική συμμετοχή όπως μια ψηφοφορία ή μια ειρηνική διαμαρτυρία και χαμηλότερη εμπλοκή σε θετικές συμπεριφορές υγείας, όπως το χαμηλό κίνητρο για εμβολιασμό».

Μια ακόμη διάσταση που πρέπει να δούμε είναι κατά πόσο η κοινωνική απομόνωση/αποστασιοποίηση μπορεί να τροφοδοτεί τη συνωμοτική σκέψη και να ισχυροποιεί τις θεωρίες συνομωσίας.

Φαίνεται λοιπόν, σύμφωνα με σχετική πρόσφατη έρευνα (Daglas, 2019) ότι η κοινωνική απομόνωση, τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης καθώς και τα γενικευμένα lockdown αυξάνουν την τάση να πιστέψουμε στις θεωρίες συνωμοσίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι, επειδή μένουν μόνοι με τις σκέψεις τους, πιστεύουν και κατασκευάζουν μυθεύματα και στρέφονται πιο συστηματικά σε θεωρίες συνωμοσίας καθώς ο κοινωνικός αποκλεισμός συνδέεται με τις σκοτεινές σκέψεις, τα αρνητικά συναισθήματα, την προληπτική προσέγγιση και τη δεισιδαιμονία.

Τα Ατομικά Χαρακτηριστικά των Συνωμοσιολόγων και οι Τύποι των Θεωριών Συνωμοσίας

Η μεγαλύτερη διεισδυτικότητα των θεωριών συνωμοσίας σε συγκεκριμένες κατηγορίες πληθυσμιακών ομάδων έκανε τους κοινωνικούς επιστήμονες να πιστεύουν (πράγμα που αποδεικνύεται από μελέτες και έρευνες) πως η πίστη σε μια τέτοια θεωρία εξαρτάται έως κάποιο βαθμό από τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του υποκειμένου.

Άτομα με βίαιη συμπεριφορά, αυταρχική στάση ζωής, ακραίες πολιτικές θέσεις, αυθαίρετες και στερεοτυπικές αναφορές, καταπιεστικοί και συνάμα με φοβική κουλτούρα, με υψηλό ναρκισσισμό αλλά παράλληλα με χαμηλή αυτοεκτίμηση και χαμηλό κοινωνικό και μορφωτικό status, είναι χαρακτηριστικά προσωπικότητας που συνάδουν αρκετά συχνά και σε μεγάλο βαθμό με το προφίλ ανθρώπων όπου οι θεωρίες συνωμοσίας έχουν αυξημένη διεισδυτικότητα (Princeton University).

Οι άνθρωποι, λοιπόν, αντί να έλκονται από το οργανωμένο και δομημένο σώμα της γνώσης και τις επαληθεύσιμες και επιστημονικές εξηγήσεις, έλκονται από συνωμοτικές πεποιθήσεις εξαιτίας της αίσθησης της υπαρξιακής απειλής. Ο φόβος και το άγχος του θανάτου, αποτελεί αντιλαμβανόμενο κίνδυνο για τη ζωή, την ευημερία του κοινωνικού συνόλου και την κοινωνική συνοχή. Έτσι διαδίδονται και αναπαράγονται οι θεωρίες συνωμοσίας ευκολότερα, ως προσπάθεια άντλησης νοήματος από την υπάρχουσα απειλή, πράγμα που ενισχύεται περισσότερο όταν το υποκείμενο έχει τα προαναφερθέντα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά.

Μάλιστα ο τύπος κάθε θεωρίας συνωμοσίας (τύπος ιδεασμού και τύπος σκεπτικισμού) επηρεάζει το άτομο ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του (ατομικά χαρακτηριστικά ιδεασμού και ατομικά χαρακτηριστικά σκεπτικισμού), ενώ εξαιτίας της μορφής της αλλά και των ατομικών χαρακτηριστικών του υποκειμένου έχει μεγαλύτερη απήχηση και διάρκεια στον χρόνο (theguardian.com και Massey University Auckland , East Precinct).

Οι θεωρίες του ιδεασμού περιλαμβάνουν ζητήματα συγκάλυψης κυβερνήσεων, θρησκειών, οικονομικών παραγόντων με σκοπό τη μαζική χειραγώγηση. Επειδή συνήθως έχουν ακραίες αναφορές, εξασθενούν γρήγορα, χάνουν την αίγλη τους και συνεπώς αντιμετωπίζονται ευκολότερα γιατί αποδομούνται.

Οι θεωρίες του σκεπτικισμού όμως αφορούν σε μια γενικευμένη και αόριστη θέση πως τα άτομα μιας κοινότητας είναι διατεθειμένα να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να κρύψουν την αλήθεια. Οι σκεπτικιστικές αντιλήψεις, επειδή φαίνονται πιο λογικές και φιλοσοφημένες, είναι σαφώς πιο δύσκολο να εξαλειφθούν.

Ο πολιτικός επιστήμονας Michael Barkun προσδιορίζει τρεις τύπους των θεωριών συνωμοσίας. Ακόμη και σε αυτόν τον διαχωρισμό παίζουν ρόλο τα ατομικά χαρακτηριστικά σε μεγάλο βαθμό σε ότι αφορά τη μεταδοτικότητα και τη διεισδυτικότητα:

1ος τύπος: όταν μια συνωμοσία είναι «υπεύθυνη» για ένα μεμονωμένο γεγονός (π.χ. Δίδυμοι Πύργοι)

2ος τύπος: θεωρίες συνωμοσίας συστημικού τύπου, όταν μια ενιαία οργάνωση εμφανίζεται να έχει δήθεν ως στόχο να αποκτήσει τον έλεγχο της μάζας.

3ος τύπος: οι super-συνωμοσιολογικές θεωρίες, όταν πολλές συνωμοσίες που συνδέονται μεταξύ τους λειτουργούν από κοινού για έναν κοινό στόχο (όπως η Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων).

Συμπερασματικά, ο εγκέφαλος συνηθίζει να «βλέπει συνομωσίες» εκεί όπου δεν υπάρχουν και προσπαθεί μέσω των μηχανισμών άμυνας να τις εκλογικεύσει και να συνθέσει ένα λογικό σενάριο. Αυτό συμβαίνει γιατί τα αρνητικά βιώματά μας επηρεάζουν πιο πολύ τη ζωή μας από ό,τι τα θετικά βιώματα, πράγμα που μας οδηγεί πιο εύκολα σε γνωστικές διαστρεβλώσεις.

Επειδή μάλιστα ο άνθρωπος έχει την ικανότητα και την τάση να συνδέει φαινομενικά ασύνδετες πληροφορίες συντάσσοντας ένα έλλογο μωσαϊκό νοήματος (Klaus Conrad: Apophenia), οι θεωρίες συνωμοσίας βρίσκουν εύκολα έδαφος, διεισδύουν και αναπαράγονται, καθώς φαίνεται ότι η ψυχολογική και κοινωνική αποσυμπίεση είναι πιο ισχυρή από την αναζήτηση της τεκμηρίωσης, της απόδειξης και της επιστημονικής εξήγησης, διακυβεύοντας ωστόσο σε σημείο καταστροφικό την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική ευθύνη και την υγεία της παγκόσμιας κοινότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου