Από τις πιο δραματικές σκηνές στον κόσμο της όπερας είναι η τελευταία πράξη του Ριγκολέττο.
Διψασμένος για εκδίκηση, ο γελωτοποιός προσλαμβάνει τον Σπαραφουτσίλε, έναν πληρωμένο φονιά, για να σκοτώσει τον δούκα της Μάντοβα. Η Μανταλένα, αδελφή και συνένοχος του φονιά, είναι ερωτευμένη με τον δούκα και τον παρακαλεί να μην τον σκοτώσει. Ο δολοφόνος τής θυμίζει ότι η κατάστασή τους δεν τους επιτρέπει να περιφρονήσουν τόσα λεφτά, κι εκείνη του προτείνει να σκοτώσει τον ίδιο τον Ριγκολέττο και να κρατήσει τα λεφτά. Ο Σπαραφουτσίλε προσβάλλεται και της λέει ότι δεν είναι απατεώνας. Η Μανταλένα του λέει τότε να σκοτώσει τον πρώτο τυχόντα και να παραδώσει το πτώμα στο αφεντικό του για να πάρει τα λεφτά. Ενώ ο Σπαραφουτσίλε το σκέφτεται, η Τζίλντα, η ατιμασμένη κόρη του γελωτοποιού, μαθαίνει το σχέδιο της Μανταλένα. Δέσμια του πάθους της για τον δούκα που την αποπλάνησε, αποφασίζει να υποκύψει στον πειρασμό να πεθάνει για χάρη του, και παριστάνοντας τον ζητιάνο ρίχνεται πάνω στο σπαθί τού Σπαραφουτσίλε που την τραυματίζει θανάσιμα. Τα αδέλφια βάζουν το σώμα της Τζίλντα σ’ ένα σακί για να το δώσουν στον γέρο, κάνοντάς τον να πιστέψει πως μέσα είναι ο δούκας. Ο Ριγκολέττο μπαίνει τραγουδώντας τη χαρά του που εκδικήθηκε. Παραλαμβάνει το πτώμα σ’ ένα σακί και δέχεται αμέσως την υπόδειξη να το βυθίσει επειγόντως στη λίμνη. Στη βάρκα του τώρα, κι ενώ είναι έτοιμος να το πετάξει, ο Ριγκολέττο ακούει τη φωνή του δούκα από ένα παράθυρο του σπιτιού, να τραγουδάει το μοναδικό Donna e mobile. Τρομοκρατημένος, μαντεύει την καταστροφή και ανοίγει τον σάκο για να δει εκεί, ετοιμοθάνατη, την ίδια του την κόρη, την Τζίλντα, θύμα του φονικού μίσους του.
Η όπερα τελειώνει με τον Ριγκολέττο να κλαίει δίπλα στη νεκρή Τζίλντα και να φωνάζει: «Αααχ! Η κατάρα…», καθώς θυμάται με πόσο μίσος τον είχε καταραστεί ο κόμης Μοντερόνε στο τέλος της πρώτης πράξης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου