Κάθε προορισμό μακρινό ή κοντινό, ορεινό ή πεδινό, θαλάσσιο ή εναέριο υπάρχουν πάντα δύο τρόποι για να τον προσεγγίσεις. Ο δρόμος και ο παράδρομος. Το σύνηθες και το αλλιώτικο - να σημειωθεί πως παρά το πλήθος των συνήθων και των αλλιώτικων, η επιλογή περιορίζεται στις δύο αυτές κατηγορίες- για να γενικεύσουμε και λίγο. Κατά αυτό το μοτίβο λοιπόν λειτουργεί ο κόσμος, η φύση εν ευρεία εννοία. Ο αέρας ή θα φυσήξει ή θα σιγήσει. Ο σκύλος ή θα κυνηγήσει την γάτα ή θα συζεί μαζί της. Ο παπαγάλος ή θα επαναλάβει αυτό που θα ακούσει ή θα σιωπήσει.
Και του ανθρώπου βέβαια η φύση δεν διαφοροποιείται από τον παραπάνω δίλημμα του άσπρου-μαύρου. Μόνο που εμείς οι άνθρωποι τείνουμε να υφαίνουμε αξιολογικά πουλόβερ σε συμπεριφορές, φαινόμενα και παραδρόμους. Έτσι λοιπόν έχουμε δύο λογής ανθρώπους, τον άνθρωπο που θα επαναστατήσει και τον άνθρωπο που θα επαναστατηθεί, τον επαναστατημένο άνθρωπο κατά Καμύ.
Προτού ξετυλίξουμε το κουβάρι, οφείλουμε όμως να ξεμπλέξουμε τα μπλεξίματα. Να εξαγνίσουμε τον όρο επανάσταση από την σχεδόν κακουργηματικής φύσεως ταύτιση του πρωτίστως με την πολιτική και δευτερευόντως με την συλλογικότητα. Αφενός ο όρος επανάσταση είναι μια αμιγώς προσωπική υπόθεση- η επανάσταση του ενός απέχει από την επανάσταση του άλλου στην καλύτερη των περιπτώσεων, όσο απέχει ο Πλούτωνας από τον Άρη- και αφετέρου η πολιτική δεν είναι παρά ένας προσωρινός ξενώνας για τον επαναστάτη. Ο άνθρωπος που επιλέγει να επαναστατήσει κατά κυριολεξία, δεν καλουπώνεται σε μια δήθεν ιδεοληψία του, ούτε και όμως προφασίζεται μια αντι-συνταγματική/λαϊκη/εθνική πολιτική για να κατασκευάσει δικαιολογητικά επί των πράξεων του.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τον επαναστατημένο-επιλογή προβοκατόρικη, αναγκαία όμως για την μεθοδολογική πορεία της σκέψης-, τον άνθρωπο που εν ολίγοις εθίζεται στο να λέει ναι σε όσα του προκαλούν δυστυχία και όχι σε όσα του προκαλούν χαρά. Ας σκεφτούμε λοιπόν έναν άνθρωπο με χειροπέδες που ενώ έχει τα κλειδιά, συνεχίζει να περπατά με τα χέρια του δεμένα. Έτσι λοιπόν και ο επαναστατημένος άνθρωπος καθημερινά ενώ παραπονιέται ότι του λείπει ο ελεύθερος χρόνος, καταπνίγει τον εαυτό του με δουλειές που τον εξαντλούν. Ενώ ποθεί το πράσινο, επιλέγει συνειδητά να ζει στο άστυ. Δεν αγαπάει την γυναίκα του, όμως συνεχίζει να είναι μαζί της. Γκρινιάζει γιατί τον ενοχλούν τα στενά παντελόνια, αλλά αγοράζει μόνο τέτοια. και πάει λέγοντας… Η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό. Ο άνθρωπος αυτός στερείται και στερεί. Στερεί από τον εαυτό του τις επιθυμίες του και συνάμα στερείται την ευτυχία. Ο άνθρωπος αυτός επαναστατήθηκε ολικά, καθώς υπόκυψε νοητικά αλλά και σωματικά σε μια ανώτερη από αυτόν θέληση, μονολεξί συμβιβάστηκε.
Τώρα στην άλλη πλευρά της όχθης συναντάμε έναν άνθρωπο τρομερό. Μια από τις φιγούρες που ενδέχεται κανείς να παρατηρήσει αν κοιτάξει προσεκτικά την κόλαση του Δάντη. Το αμάρτημα του εκδηλώνεται με την χρήση ενός επιθετικού προσδιορισμού και είναι από αυτά που καμία θρησκεία δεν τολμάει να συγχωρήσει. Ασυμβίβαστος. Με το επίθετο αυτό επιχειρούμε να περιγράψουμε τον άνθρωπο αυτόν. Περιφρονεί αλλά και οικτίρει τους πρεπισμούς και υποβιβάζει το προσήκον σε ανούσιο. Αρνείται συνειδητά να συμμετάσχει σε μια στυφνή πολιτική συζήτηση, ενώ ονειροπολεί παραλίες και ταξίδια με τα μάτια ανοικτά κατά την διάρκεια μιας βαρετής εργασιακής σύσκεψης. Λέει όχι από αίσθηση καθήκοντος στην τυπολογία του ‘’ευχαριστώ’’ και του ‘’συγγνώμη’’ και επιλέγει να μετουσιώνει τις λέξεις αυτές σε πράξεις. Το λεπτό που θα αντιληφθεί ότι η ζωή του ‘’ανιαριεύει’’ θα κινήσει γη και ουρανό για να το αποτρέψει. Άρχει και άρχεται. Άρχει επί της πραγματικότητας που τον περιλούζει ενώ άρχεται από την συνείδηση του. Αδιαφορεί για την κοινωνική κατακραυγή, την ώρα που υπερβαίνει το σύμπλεγμα της απραγίας. Ομοιάζει με τον υπεράνθρωπο του Νίτσε.
Τις δύο αυτές αντικρουόμενες προσωπικότητες, ένα κοινό στοιχείο της συνθέτει, μολονότι γίνεται δύσκολα ανιχνεύσιμο, ακόμα και αν χρησιμοποιήσεις μικροσκόπιο. Το στοιχείο αυτό ακούει στο όνομα ρίσκο. Ο πρώτος παίρνει το ρίσκο για τις παραλείψεις του και γίνεται υπόλογος της αδράνειας του, ενώ ο δεύτερος ρισκάρει για τις πράξεις του και κρίνεται περί της φυσιογνωμίας του.
Έκαστος χάνει και νικά ταυτόχρονα.
Και του ανθρώπου βέβαια η φύση δεν διαφοροποιείται από τον παραπάνω δίλημμα του άσπρου-μαύρου. Μόνο που εμείς οι άνθρωποι τείνουμε να υφαίνουμε αξιολογικά πουλόβερ σε συμπεριφορές, φαινόμενα και παραδρόμους. Έτσι λοιπόν έχουμε δύο λογής ανθρώπους, τον άνθρωπο που θα επαναστατήσει και τον άνθρωπο που θα επαναστατηθεί, τον επαναστατημένο άνθρωπο κατά Καμύ.
Προτού ξετυλίξουμε το κουβάρι, οφείλουμε όμως να ξεμπλέξουμε τα μπλεξίματα. Να εξαγνίσουμε τον όρο επανάσταση από την σχεδόν κακουργηματικής φύσεως ταύτιση του πρωτίστως με την πολιτική και δευτερευόντως με την συλλογικότητα. Αφενός ο όρος επανάσταση είναι μια αμιγώς προσωπική υπόθεση- η επανάσταση του ενός απέχει από την επανάσταση του άλλου στην καλύτερη των περιπτώσεων, όσο απέχει ο Πλούτωνας από τον Άρη- και αφετέρου η πολιτική δεν είναι παρά ένας προσωρινός ξενώνας για τον επαναστάτη. Ο άνθρωπος που επιλέγει να επαναστατήσει κατά κυριολεξία, δεν καλουπώνεται σε μια δήθεν ιδεοληψία του, ούτε και όμως προφασίζεται μια αντι-συνταγματική/λαϊκη/εθνική πολιτική για να κατασκευάσει δικαιολογητικά επί των πράξεων του.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τον επαναστατημένο-επιλογή προβοκατόρικη, αναγκαία όμως για την μεθοδολογική πορεία της σκέψης-, τον άνθρωπο που εν ολίγοις εθίζεται στο να λέει ναι σε όσα του προκαλούν δυστυχία και όχι σε όσα του προκαλούν χαρά. Ας σκεφτούμε λοιπόν έναν άνθρωπο με χειροπέδες που ενώ έχει τα κλειδιά, συνεχίζει να περπατά με τα χέρια του δεμένα. Έτσι λοιπόν και ο επαναστατημένος άνθρωπος καθημερινά ενώ παραπονιέται ότι του λείπει ο ελεύθερος χρόνος, καταπνίγει τον εαυτό του με δουλειές που τον εξαντλούν. Ενώ ποθεί το πράσινο, επιλέγει συνειδητά να ζει στο άστυ. Δεν αγαπάει την γυναίκα του, όμως συνεχίζει να είναι μαζί της. Γκρινιάζει γιατί τον ενοχλούν τα στενά παντελόνια, αλλά αγοράζει μόνο τέτοια. και πάει λέγοντας… Η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό. Ο άνθρωπος αυτός στερείται και στερεί. Στερεί από τον εαυτό του τις επιθυμίες του και συνάμα στερείται την ευτυχία. Ο άνθρωπος αυτός επαναστατήθηκε ολικά, καθώς υπόκυψε νοητικά αλλά και σωματικά σε μια ανώτερη από αυτόν θέληση, μονολεξί συμβιβάστηκε.
Τώρα στην άλλη πλευρά της όχθης συναντάμε έναν άνθρωπο τρομερό. Μια από τις φιγούρες που ενδέχεται κανείς να παρατηρήσει αν κοιτάξει προσεκτικά την κόλαση του Δάντη. Το αμάρτημα του εκδηλώνεται με την χρήση ενός επιθετικού προσδιορισμού και είναι από αυτά που καμία θρησκεία δεν τολμάει να συγχωρήσει. Ασυμβίβαστος. Με το επίθετο αυτό επιχειρούμε να περιγράψουμε τον άνθρωπο αυτόν. Περιφρονεί αλλά και οικτίρει τους πρεπισμούς και υποβιβάζει το προσήκον σε ανούσιο. Αρνείται συνειδητά να συμμετάσχει σε μια στυφνή πολιτική συζήτηση, ενώ ονειροπολεί παραλίες και ταξίδια με τα μάτια ανοικτά κατά την διάρκεια μιας βαρετής εργασιακής σύσκεψης. Λέει όχι από αίσθηση καθήκοντος στην τυπολογία του ‘’ευχαριστώ’’ και του ‘’συγγνώμη’’ και επιλέγει να μετουσιώνει τις λέξεις αυτές σε πράξεις. Το λεπτό που θα αντιληφθεί ότι η ζωή του ‘’ανιαριεύει’’ θα κινήσει γη και ουρανό για να το αποτρέψει. Άρχει και άρχεται. Άρχει επί της πραγματικότητας που τον περιλούζει ενώ άρχεται από την συνείδηση του. Αδιαφορεί για την κοινωνική κατακραυγή, την ώρα που υπερβαίνει το σύμπλεγμα της απραγίας. Ομοιάζει με τον υπεράνθρωπο του Νίτσε.
Τις δύο αυτές αντικρουόμενες προσωπικότητες, ένα κοινό στοιχείο της συνθέτει, μολονότι γίνεται δύσκολα ανιχνεύσιμο, ακόμα και αν χρησιμοποιήσεις μικροσκόπιο. Το στοιχείο αυτό ακούει στο όνομα ρίσκο. Ο πρώτος παίρνει το ρίσκο για τις παραλείψεις του και γίνεται υπόλογος της αδράνειας του, ενώ ο δεύτερος ρισκάρει για τις πράξεις του και κρίνεται περί της φυσιογνωμίας του.
Έκαστος χάνει και νικά ταυτόχρονα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου