Εἴπαμε ὅτι, γιά τίς ψυχές πού ἐπανενσαρκώνονται ἀπό τό κάτω νοητικό, δέν προβλέπεται συγκεκριμένος τρόπος θανάτου ἐκ τοῦ σχεδίου των.
Εἶναι ὅμως πολύ σημαντικό νά θυμᾶσθε τοῦτο: Κατά τήν διάρκεια τῆς βιώσεως, κάθε μία ἀπ’ αὐτές τίς ψυχές διαμορφώνει τόν θάνατό της. (Ὑπάρχουν παραδόσεις λαῶν πού μιλοῦν ἀκριβῶς γι’ αὐτό τό ζήτημα, ἀναφέροντας ὅτι: «κάθε ἄνθρωπος κουβαλάει τόν θάνατό του»).
Τό ὅτι κάθε ἄνθρωπος «δημιουργεῖ τόν θάνατό του» ὀφείλεται σ’ ἕναν ἰδιαίτερο μηχανισμό τοῦ ὑποσυνειδήτου, ἐνσωματωμένο στό συλλογικό ὑποσυνείδητο καί ὁριζόμενο τόσο ἀπό τά περιεχόμενα τοῦ ἀσυνειδήτου τῆς Ἀνθρωπότητος, ὅσο καί ἀπό τά ἰδιαίτερα περιεχόμενα τοῦ συλλογικοῦ ὑποσυνειδήτου κάθε κοινωνίας.
Τοῦτα ὅμως δέν εἶναι τοῦ παρόντος.
Ὁ τρόπος ζωῆς, οἱ συνήθεις ἀπορροές καί οἱ περί ψυχῆς, μετά θάνατον ζωῆς καί περί θανάτου πεποιθήσεις τοῦ ἀνθρώπου διαμορφώνουν, κατασκευάζουν, συνήθως σιγά σιγά, μία μορφή σκέψη πού ἰσχυροποιεῖται λαμβάνοντας τροφή ἀπό τά σχετικά συναισθήματα.
Γιά τούς ἀνθρώπους αὐτῆς τῆς ὁμάδος (νεαρῆς ἐξελίξεως στόν παρόντα κύκλο Ἐξελίξεως τῆς Ψυχῆς), ἡ σκεπτομορφή τοῦ θανάτου ἀρχίζει νά διαμορφώνεται σέ κάποια στιγμή τοῦ βίου καθενός, ὅταν συμβεῖ νά ἔλθει ἀντιμέτωπος γιά πρώτη φορά μέ τόν θάνατο ἤ τήν ἀπώλεια.
Ἴσως εἶναι ὁ θάνατος οἰκείου ἤ ξένου ἀνθρώπου πού ὑποκινεῖ αὐτήν τήν διαδικασία, ἴσως εἶναι ὁ θάνατος ἤ ἡ ἀπομάκρυνση ἑνός ζώου, ἐάν βιώνεται (ἡ ἀπομάκρυνση) ὡς ἀπώλεια, κάποτε ὁ θάνατος ἑνός δένδρου ἤ ἡ ἀπώλεια ἑνός φορτισμένου μέ συναισθηματική ἀξία ἀντικειμένου.
Συμβαίνει λοιπόν σέ διαφορετική φυσική ἡλικία γιά κάθε ἄνθρωπο καί ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἰδιαίτερες, συνολικές του συνθῆκες, ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές.
Στίς ἐσωτερικές συνθῆκες, περιλαμβάνονται συνήθως οἱ ἐγγραφές ἀποτυπώσεις (οἱ ἐξ ὑποσυνειδήτου μνῆμες) τοῦ τρόπου καί τῶν συνθηκῶν θανάτου προηγουμένων βιώσεων, οἱ ὁποῖες, πολλές φορές «εὐθύνονται» γιά τόν ἐκδηλωνόμενο ἐνωρίς καί ἐντόνως «φόβο θανάτου».
Ἄρα εἶναι πάντοτε ζήτημα ἐξατομικευμένης διερευνήσεως τό ἄν ἤδη ὑφίσταται ἡ σκεπτομορφή, ἄν εἶναι ἤδη διαμορφωμένη καί σέ ποῖον βαθμό παγιωμένη.
Ὅμως: ἀκόμη καί ἄν πρόκειται γιά μία «ἰσχυρή συγκρότηση παγιωμένη ἀπό χρόνια», δέν παύει νά ἀποτελεῖ ἁπλῶς σκεπτομορφή. Καί εἶναι σαφές ὅτι μία ἰσχυρή ἐκπομπή ὑψηλοτέρας δονήσεως, ἀπό τόν ἴδιο τόν φέροντα ἤ ἀπό ἄλλον ἄνθρωπο (ἔνσαρκο) βοηθό ἐξυπηρετητή συμπαραστάτη ἀγαπημένο, δύναται νά διαφοροποιήσει ἀκόμη καί νά ὑποσκελίσει ἤ νά διαλύσει τήν συγκεκριμένη σκεπτομορφή, ἀντικαθιστῶντάς την ἐν μέρει ἤ ἐξ ὁλοκλήρου.
Εἶναι ὅμως πολύ σημαντικό νά θυμᾶσθε τοῦτο: Κατά τήν διάρκεια τῆς βιώσεως, κάθε μία ἀπ’ αὐτές τίς ψυχές διαμορφώνει τόν θάνατό της. (Ὑπάρχουν παραδόσεις λαῶν πού μιλοῦν ἀκριβῶς γι’ αὐτό τό ζήτημα, ἀναφέροντας ὅτι: «κάθε ἄνθρωπος κουβαλάει τόν θάνατό του»).
Τό ὅτι κάθε ἄνθρωπος «δημιουργεῖ τόν θάνατό του» ὀφείλεται σ’ ἕναν ἰδιαίτερο μηχανισμό τοῦ ὑποσυνειδήτου, ἐνσωματωμένο στό συλλογικό ὑποσυνείδητο καί ὁριζόμενο τόσο ἀπό τά περιεχόμενα τοῦ ἀσυνειδήτου τῆς Ἀνθρωπότητος, ὅσο καί ἀπό τά ἰδιαίτερα περιεχόμενα τοῦ συλλογικοῦ ὑποσυνειδήτου κάθε κοινωνίας.
Τοῦτα ὅμως δέν εἶναι τοῦ παρόντος.
Ὁ τρόπος ζωῆς, οἱ συνήθεις ἀπορροές καί οἱ περί ψυχῆς, μετά θάνατον ζωῆς καί περί θανάτου πεποιθήσεις τοῦ ἀνθρώπου διαμορφώνουν, κατασκευάζουν, συνήθως σιγά σιγά, μία μορφή σκέψη πού ἰσχυροποιεῖται λαμβάνοντας τροφή ἀπό τά σχετικά συναισθήματα.
Γιά τούς ἀνθρώπους αὐτῆς τῆς ὁμάδος (νεαρῆς ἐξελίξεως στόν παρόντα κύκλο Ἐξελίξεως τῆς Ψυχῆς), ἡ σκεπτομορφή τοῦ θανάτου ἀρχίζει νά διαμορφώνεται σέ κάποια στιγμή τοῦ βίου καθενός, ὅταν συμβεῖ νά ἔλθει ἀντιμέτωπος γιά πρώτη φορά μέ τόν θάνατο ἤ τήν ἀπώλεια.
Ἴσως εἶναι ὁ θάνατος οἰκείου ἤ ξένου ἀνθρώπου πού ὑποκινεῖ αὐτήν τήν διαδικασία, ἴσως εἶναι ὁ θάνατος ἤ ἡ ἀπομάκρυνση ἑνός ζώου, ἐάν βιώνεται (ἡ ἀπομάκρυνση) ὡς ἀπώλεια, κάποτε ὁ θάνατος ἑνός δένδρου ἤ ἡ ἀπώλεια ἑνός φορτισμένου μέ συναισθηματική ἀξία ἀντικειμένου.
Συμβαίνει λοιπόν σέ διαφορετική φυσική ἡλικία γιά κάθε ἄνθρωπο καί ἐξαρτᾶται ἀπό τίς ἰδιαίτερες, συνολικές του συνθῆκες, ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές.
Στίς ἐσωτερικές συνθῆκες, περιλαμβάνονται συνήθως οἱ ἐγγραφές ἀποτυπώσεις (οἱ ἐξ ὑποσυνειδήτου μνῆμες) τοῦ τρόπου καί τῶν συνθηκῶν θανάτου προηγουμένων βιώσεων, οἱ ὁποῖες, πολλές φορές «εὐθύνονται» γιά τόν ἐκδηλωνόμενο ἐνωρίς καί ἐντόνως «φόβο θανάτου».
Ἄρα εἶναι πάντοτε ζήτημα ἐξατομικευμένης διερευνήσεως τό ἄν ἤδη ὑφίσταται ἡ σκεπτομορφή, ἄν εἶναι ἤδη διαμορφωμένη καί σέ ποῖον βαθμό παγιωμένη.
Ὅμως: ἀκόμη καί ἄν πρόκειται γιά μία «ἰσχυρή συγκρότηση παγιωμένη ἀπό χρόνια», δέν παύει νά ἀποτελεῖ ἁπλῶς σκεπτομορφή. Καί εἶναι σαφές ὅτι μία ἰσχυρή ἐκπομπή ὑψηλοτέρας δονήσεως, ἀπό τόν ἴδιο τόν φέροντα ἤ ἀπό ἄλλον ἄνθρωπο (ἔνσαρκο) βοηθό ἐξυπηρετητή συμπαραστάτη ἀγαπημένο, δύναται νά διαφοροποιήσει ἀκόμη καί νά ὑποσκελίσει ἤ νά διαλύσει τήν συγκεκριμένη σκεπτομορφή, ἀντικαθιστῶντάς την ἐν μέρει ἤ ἐξ ὁλοκλήρου.
ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ ΟΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΠΟΛΥΠΛΟΚΟΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΟΝ ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΟΝΗΣΕΙΣ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφή