Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας (822-847)

ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΤΡΙΤΟΝ


ΧΟ. ὦ μεγάλε Ζεῦ καὶ πολιοῦχοι
δαίμονες, οἳ δὴ Κάδμου πύργους
† τούσδε ῥύεσθε·
825 πότερον χαίρω κἀπολολύξω
πόλεως ἀσινεῖ † σωτῆρι ...
ἢ τοὺς μογεροὺς καὶ δυσδαίμονας
ἀτέκνους κλαύσω πολεμάρχους;
οἳ δῆτ᾽ ὀρθῶς κατ᾽ ἐπωνυμίαν
830 ‹κλεινοί τ᾽ ἐτεὸν καὶ πολυνεικεῖς›
ὤλοντ᾽ ἀσεβεῖ διανοίᾳ.

ὦ μέλαινα καὶ τελεία [στρ. α]
γένεος Οἰδίπου τ᾽ Ἀρά,
κακόν με καρδίαν τι περιπίτνει κρύος.
835 ἔτευξα τύμβῳ μέλος
θυιὰς αἱματοσταγεῖς
νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως
θανόντας· ἦ δύσορνις ἅ-
δε ξυναυλία δορός.

840 ἐξέπραξεν, οὐδ᾽ ἀπεῖπεν [ἀντ. α.]
πατρόθεν εὐκταία φάτις·
βουλαὶ δ᾽ ἄπιστοι Λαΐου διήρκεσαν.
μέριμνα δ᾽ ἀμφὶ πτόλιν·
θέσφατ᾽ οὐκ ἀμβλύνεται.
845 ἰὼ πολύστονοι, τόδ᾽ εἰρ-
γάσασθ᾽ ἄπιστον· ἦλθε δ᾽ αἰ-
ακτὰ πήματ᾽ οὐ λόγῳ.

***
ΧΟΡΟΣ
Παντοδύναμε Δία και πολιούχοι θεοί,
που τους πύργους του Κάδμου εγλιτώσατ᾽ αυτούς,
σε χαρά να ξεσπάσω κι ύμνους τάχα να πω
στων Θηβών τον προστάτη Σωτήρα,
ή να κλάψω πικρά τους κακότυχους δυο
θλιβερούς πολεμάρχους,
830 που με τ᾽ όνομ᾽ αλήθεια πολύ ταιριαστό
απ᾽ τη άθεη διχόνοιά τους πάνε;

Ω μαύρη κι ολοτέλειωτη
του γένους και του Οιδίποδα κατάρα,
σύγκρυο σκληρό μου ζώνει την καρδιά
και σε θανατερό
ξεσπάνω μοιρολόγι σα μαινάδα,
ν᾽ ακούω πως πέσανε νεκροί
αντίθεα ματοκυλισμένοι.
ω συναυλία των κονταριών
αλήθεια τρισκαταραμένη!

840 Ήρθ᾽ ως το τέλος ουδ᾽ απόστασε
η ευχή απ᾽ το στόμα του πατέρα
κι η γνώμη του Λαΐου η ανυπάκουη
βάσταξε ώς πέρα.
Μια έγνοια την πόλη σφίγγει κι οι χρησμοί
δε ξεθυμαίνουν. Ποιός, συφοριασμένοι
να το πιστέψει αυτό που κάματε;
Νά την, όχι με λόγια, η βαριοστέναχτη
και μαύρη συμφορά φτασμένη.

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΣΑΝ ΕΙΝΑΙ, ΣΑΝ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΑΝ ΕΓΩ

Για να μιλήσουμε απλά, χωρίς περίπλοκους φιλοσοφικούς όρους, στην ζωή υπάρχουν εύκολα πράγματα (δραστηριότητες) και δύσκολα πράγματα. Συνήθως, κάθε τι φυσικό, όπως το να υπάρχουμε, να ανασαίνουμε, να περπατάμε, να κάνουμε διάφορα πράγματα, να σκεφτόμαστε, να φανταζόμαστε, κλπ., ανήκουν στις εύκολες δραστηριότητες (σε κανονικές συνθήκες βέβαια). Τις περισσότερες φορές τα δύσκολα προέρχονται από την αναγκαστική συμβίωση με άλλους σε μία κοινωνία που βρίσκεται σε διαμάχη και σύγχυση. Είναι εύκολο να αγναντέψουμε ένα τοπίο, να παρατηρήσουμε διάφορα αντικείμενα, αλλά είναι δύσκολο να επιβιώσουμε σε μία εχθρική κοινωνία που ζητάει πάρα πολλά και δίνει ψίχουλα.
 
Το να αντιληφθούμε την Πραγματικότητα, την Απώτερη, Βαθύτερη Πραγματικότητα, πίσω από τα φαινόμενα, είναι στην πραγματικότητα μία τελείως απλή, φυσική, διαδικασία. Οι άνθρωποι όμως έχουν επινοήσει περίπλοκες θεωρίες για να ερμηνεύσουν τα πιο απλά πράγματα του κόσμου. Αν θελήσετε να ερμηνεύσετε τον κόσμο μέσα από κάποια γνωστή θρησκεία ή φιλοσοφία, στο τέλος θα βρεθείτε σε αδιέξοδο. Η απόδειξη: Δείξτε μας έναν οπαδό, οποιασδήποτε θρησκείας, που έφτασε σε αυτό που η θρησκεία του ορίζει σαν λύτρωση, σωτηρία, τελείωση, κλπ. Απεναντίας, το να αντιληφθείτε μόνοι σας την Πραγματικότητα, να φτάσετε σε αυτό που οι θρησκείες και οι φιλοσοφίες ονομάζουν το Απόλυτο, η Πραγματικότητα, ο Θεός, είναι τελείως απλό.
 
Στην πραγματικότητα όλοι οι μεγάλοι διδάσκαλοι και φιλόσοφοι απλά παρακίνησαν τους άλλους να ανακαλύψουν την Αλήθεια μόνοι τους, με δικά τους μέσα, με δικό τους τρόπο, απλά, ήσυχα κι ολοκληρωτικά. Η ίδια αποκάλυψη έγινε ξανά και ξανά (σε διαφορετικές συνθήκες βέβαια) από τον Βούδα και τον Σανκάρα, τον Λάο-Τσε, τον Πλάτωνα… και την ίδια αποκάλυψη κάνουμε ξανά εδώ. Δεν λέμε κάτι καινούργιο, λέμε κάτι που έχει ξαναειπωθεί… αλλά το λέμε με διαφορετικό τρόπο, μέσα στις παρούσες συνθήκες…
 
Το πρώτο βήμα λοιπόν: Ξεχάστε όλες τις θεωρίες. Ανακαλύψτε μόνοι σας την Πραγματικότητα, απλά, φυσικά, όπως ανασαίνετε, όπως σηκώνεστε και περπατάτε, ή όπως κάθεστε ήσυχα και ηρεμείτε, όπως φαντάζεστε μία εικόνα, ή φέρνετε στην μνήμη μία ήδη κατακτημένη γνώση… Πόσο απλά; πως; Θα το δούμε στην συνέχεια…
 
Το πιο κοντινό, το πιο προσιτό σε μας, στην ύπαρξή μας (η ίδια η ουσία της ύπαρξής μας στην πραγματικότητα), είναι η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. Έχουμε Συνείδηση ότι υπάρχουμε, έχουμε Συνείδηση ότι υπάρχουμε μέσα σε ένα «χώρο» κι αντιδρούμε μέσα σε αυτόν τον χώρο. Έχουμε Συνείδηση ότι είμαστε κάτι συγκεκριμένο (με κάποιες ιδιότητες) σε αυτό τον «χώρο» και σε αυτή την «ύπαρξη». ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ λοιπόν, Αντίληψη και Εγώ (με συγκεκριμένες ιδιότητες) υπάρχουν πρώτα από όλα, όλα τα άλλα ακολουθούν. Ο προβληματισμός για το τι είναι ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, τι σχέση έχει με το επιφαινόμενο της ύπαρξης, την ύλη, κλπ., είναι μετασκέψη, ακολουθεί. Αν θέλουμε λοιπόν να αντιληφθούμε την Πραγματικότητα, την πραγματική μας ύπαρξη, την πραγματική μας ουσία, αυτό που είμαστε πραγματικά, θα πρέπει να το κάνουμε μέσω της ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ, βιώνοντας άμεσα την ύπαρξη κι όχι μέσω της μετασκέψης. Πως μπορεί να γίνει αυτό;
 
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ είδαμε ότι είναι Συνείδηση, Αντίληψη, Εγώ. Στην πραγματικότητα αυτά τα τρία είναι Ένα. Τα όντα όμως σε αυτόν τον χωρόχρονο τα αντιλαμβάνονται είτε σαν τρεις ταυτόχρονες λειτουργίες, είτε σαν διαδοχικές διαδικασίες. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ σαν ΕΙΝΑΙ Είναι ένας Απέραντος Ωκεανός Ύπαρξης. Η Αντίληψη μπορεί να αγκαλιάζει το Σύνολο της Ύπαρξης κι είναι τότε Καθαρή Αντίληψη ή να περιορίζεται σε κάτι ιδιαίτερο και γίνεται Εγώ. Το Εγώ δεν είναι παρά μία μικρή προβολή του ΕΙΝΑΙ στην επιφάνεια, στις ιδιότητες. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ πρέπει να στραφεί προς το ΕΙΝΑΙ, πέραν ακόμα και της Αντίληψης για να συλλάβει την Πραγματικότητά Της. Η Αντίληψη είναι μία φυσική ικανότητα. Το περιεχόμενο της Αντίληψης (το Εγώ) είναι ένα σύνολο από ιδιαίτερες αντιλήψεις, που μας απορροφούν σε μία ιδιαίτερη ζωή. Απορρίπτοντας όλες τις ιδιαίτερες αντιλήψεις, απορρίπτοντας την ίδια την Αντίληψη νοιώθουμε το Βάθος, το ΕΙΝΑΙ, Άπειρο, Αιώνιο, χωρίς καμία ιδιότητα, το Απόλυτο.
 
Ένας από τους μεγαλύτερους ψυχολόγους του περασμένου αιώνα, ο Καρλ Γιούγκ, θεωρούσε ότι η Πραγματική Ουσία είναι Ένα Παγκόσμιο Ασυνείδητο, Ένας Ωκεανός Ασυνείδητης Ύπαρξης κι ότι το Εγώ δεν είναι παρά μία επιφανειακή προβολή, ένα σύμπλεγμα από ορισμένες αντιλήψεις και συμπεριφορές. Η Ουσία είναι το Βάθος κι όχι το Εγώ. Με αυτή την έννοια το Παγκόσμιο Ασυνείδητο Είναι Μία Ύπαρξη πέρα από το περιορισμένο ον. Το Παγκόσμιο περιέχει το Εγώ κι όχι το αντίθετο. Για τον Γιούγκ το Ασυνείδητο δεν είναι μέρος του Εγώ, όπως θεωρούσαν οι άλλοι σύγχρονοι ψυχολόγοι. Ο Γιούγκ είχε κάνει μία πλήρη αντιστροφή στις ψυχολογικές αντιλήψεις του περασμένου αιώνα. Το ότι τον κατηγόρησαν για μυστικιστή ήταν μάλλον τιμή κι όχι μομφή.
 
Όπως και να έχει από την Συσχέτιση ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ-Εγώ προκύπτουν κάποιες σχέσεις, προσδιορίζεται μία θέση και σκιαγραφείται κάποιος προορισμός. Για να βρούμε την Ουσία της Ύπαρξης, να Βιώσουμε την Ουσία της Ύπαρξης, πρέπει να στραφούμε στο Βάθος κι όχι στις επιφανειακές λειτουργίες και δραστηριότητες. Αυτή η Διαδικασία (που στην πραγματικότητα είναι το τέλος των διαδικασιών, στα πλαίσια της ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ), τελείως απλή, τελείως φυσική, χωρίς προσπάθεια, είναι ο Δρόμος της Ζωής. Στις θρησκείες είναι η Μυστική Οδός, ο Διαλογισμός, η Πνευματική Άσκηση, κλπ. Η Βίωση του Βάθους του ΕΙΝΑΙ, της Ύπαρξης, δεν είναι διαδικασία, όπως είπαμε, αλλά το τέλος των διαδικασιών της εξωτερικής αντίληψης, των εσωτερικών διαδικασιών του Εγώ, της Ίδιας της Αντίληψης σαν Παγκόσμιας Ύπαρξης, η εγκατάλειψη όλων των διαδικασιών για να αναδυθεί το ΑΠΕΙΡΟ ΕΙΝΑΙ. Θα δούμε πως γίνεται αυτό.
Το Βάθος της ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ είναι ΕΝΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΟ. Από αυτό το Ένα Βάθος προβάλλει η Αντίληψη, το Εγώ (το κάθε εγώ) σαν ένα σύμπλεγμα αντιλήψεων και συμπεριφορών μέσα στους διαφόρους χωροχρόνους...
 
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (η παρούσα συνείδησή μας) είναι η Πύλη της Ζωής και της Απώλειας. Όταν η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ απορροφιέται σε επιφανειακές δραστηριότητες οδηγεί σε μία εξωτερική ζωή και τελικά χάνεται στον «χώρο της φαντασίας»...
 
Όταν όλες αυτές οι δραστηριότητες απορρίπτονται αναδύεται το Άπειρο Βάθος του ΕΙΝΑΙ. Για να γίνει αυτό δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Όσο προσπαθούμε να κάνουμε κάτι τόσο μπλεκόμαστε στο δίχτυ της δραστηριότητας και βυθιζόμαστε στο χώρο της φαντασίας. Πρέπει να απορρίψουμε όλες αυτές τις προσπάθειες και να αφεθούμε σε Αυτό που Είμαστε Πραγματικά. Όταν εγκαταλειφθούμε ολοκληρωτικά θα αναδυθούμε στο ΕΙΝΑΙ.
 
Τότε... δεν θα υπάρχει ούτε Βάθος, ούτε επιφάνεια... ούτε τίποτα...
 
Μία Πραγματικότητα όλα... Από εδώ αρχίζει η Εσωτερική Πορεία, στις Εσωτερικές Καταστάσεις, κόσμους... 
 
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (η παρούσα συνείδηση) είναι συνεχώς σε δραστηριότητα. Είτε απορροφηθούμε σε αυτή την δραστηριότητα, είτε προσπαθούμε να την ελέγξουμε, είμαστε στην ίδια κατάσταση της δραστηριότητας. Δεν είναι αυτός ο τρόπος. Πρέπει να ατενίσουμε ήρεμα τις δραστηριότητες και να τις αφήσουμε να εξελιχθούν χωρίς να απορροφιόμαστε κάπου. Μετά από κάποιο απροσδιόριστο διάστημα όλα αυτά παύουν να έχουν σημασία. Τότε είναι η στιγμή να εγκαταλειφθούν. Η Πρώτη Έξοδος από το φανταστικό γίνεται στην Καθαρή Αντίληψη που αγκαλιάζει όλη την Ύπαρξη. Είναι το Παγκόσμιο Πνεύμα. Αλλά αυτό δεν είναι η Τελική Πραγματικότητα. Κι Αυτό θα πρέπει να εγκαταλειφθεί για να Αναδυθούμε στο ΚΑΘΕΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ.
 
Είμαστε Αυτό που Είμαστε για πάντα. Δεν χρειάζεται να γίνουμε κάτι. Αυτές οι αντιλήψεις (το να νομίζουμε ότι πρέπει να γίνουμε κάτι) είναι ανοησίες της σκέψης. Όταν εξαντληθούν όλες οι μάταιες δραστηριότητες του νου αποκαλύπτεται Αυτό που Είμαστε Πραγματικά. Δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Απλά πρέπει να εγκαταλειφθούμε σε Αυτό που Είμαστε Πραγματικά απορρίπτοντας την δραστηριότητα της σκέψης. Έτσι απλά, να χαλαρώσουμε, να εγκαταλειφθούμε, για να αναδυθούμε στο Άπειρο, στο Αιώνιο. Οι λανθασμένες αντιλήψεις μας ωθούν σε δραστηριότητα και νοιώθουμε αγωνία να γίνουμε κάτι. Έτσι παραμένουμε στον κύκλο της δραστηριότητας και δεν μπορούμε να «νοήσουμε» Αυτό που Είμαστε Πραγματικά. Τελικά μας φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να μην κάνουμε τίποτα. Να καθίσουμε ήσυχα, έτσι απλά, να μην κάνουμε τίποτα. Αυτή είναι η Υπέρτατη Σοφία. Κι ενώ είναι τόσο απλό, τόσο εύκολο και τόσο αναπαυτικό και πλήρες, δεν μπορούμε να το κάνουμε.

Οι άνθρωποι χωρίζουν όταν μόνο η αγάπη δεν αρκεί

Χωρισμός∙ μια λέξη εύκολη που στην πράξη μοιάζει ανυπόφορη πολλές φορές. Ειδικά όταν έχεις επενδύσει συναισθήματα κι όνειρα, το να χωρίσεις με τον άνθρωπό σου μοιάζει μια μικρή καταστροφή. Υπάρχουν κι οι χωρισμοί συμβιβασμού, που απλά αποφασίσατε για τους δικούς σας λόγους πως θα ‘ναι καλύτερα έτσι, πριν φθαρεί και κουρελιαστεί περισσότερο ό,τι μαζί σας πήρε καιρό να φτιάξετε. Υπάρχουν κι οι χωρισμοί εκείνοι που χωρίζουν μόνο τα σώματα, καθώς οι ψυχές παραμένουν με κάποιον τρόπο ενωμένες. Σε κάθε περίπτωση η απώλεια βιώνεται διαφορετικά για τον καθένα.    

Συμβαίνει λοιπόν και στα καλύτερα ζευγάρια, το να πάρουν, τελικά, πορείες διαφορετικές.

Δεν αρκεί μόνο η αγάπη. Κι όταν το ζήσεις θα συνειδητοποιήσεις πως αυτή η αιτία χωρισμού είναι η πιο δύσκολα διαχειρίσιμη. Το ενδιαφέρον του το εκφράζει ο καθένας με το δικό του μοναδικό τρόπο.

Αυτό σημαίνει πως μπορεί να λατρεύεις κάποιον και να πιστεύεις πως του το δείχνεις, η άλλη πλευρά, όμως, να μην το αντιλαμβάνεται. Προσπάθησες, το πάλεψες, μα δεν είχε αποτέλεσμα. Έτσι, όταν δίνεις τέλος σε κάτι που ήθελες πολύ να ‘χει συνέχεια, πονάς διπλά. Δε θεραπεύονται εύκολα οι πληγές ούτε οι θιγμένοι εγωισμοί Μα υπάρχουν και φορές που την πόρτα την κλείνουν δειλά κι οι δύο. Υπάρχουν παράγοντες που είναι πάνω απ’ αυτούς και δεν μπορούν να ελέγξουν. Μια σπουδαία επαγγελματική ευκαιρία του ενός, κάπου μακριά, με τον άλλον να μην μπορεί να τα παρατήσει όλα. Ή ίσως να βρίσκονται σε άλλη φάση, να αγαπιούνται, ναι, αλλά ο ένας να θέλει οικογένεια κι ο άλλος όχι. Τότε γράφουν μαζί το τέλος, μα υποσυνείδητα στοιχειώνουν ο ένας τον άλλον σε κάθε επόμενο βήμα. Τα «γιατί» και τα «αν» δε σταματάνε να ζητάνε απαντήσεις. Έτσι αφήνουν μια χαραμάδα στην πόρτα, ένα σενάριο για ένα κοινό μέλλον, ίσως, κάποτε. Εκεί που οι συνθήκες θα είναι πιο ευνοϊκές κι οι άνθρωποι δε θα λογαριάζουν τίποτα παρά μόνο τα συναισθήματά τους. Σε αυτούς, λοιπόν, που ζύγισαν τις εκδοχές και κατέληξαν να χωρίσουν ενώ αγαπιόντουσαν, μα η αγάπη δεν ήταν αρκετός λόγος για να τους κρατήσει ευτυχισμένους και μαζί ανήκει το 36,2% και το μεγαλύτερο ποσοστό της ψηφοφορίας.

Στη δεύτερη θέση, με 27,73% βρίσκουμε εσάς που υποστηρίζετε πως δύο άνθρωποι χωρίζουν όταν αποκτήσουν το θάρρος. Η μοναξιά θέλει πειθαρχία, αυτογνωσία και πυγμή. Κάποιοι γεννήθηκαν έχοντας πάντα την ανάγκη να κρατούν ένα χέρι στα δύσκολα. Να χρειάζονται μια αγκαλιά για να μπορούν να νιώσουν ασφαλείς. Είναι πιο βολικό να διαλέξουμε τον εύκολο δρόμο της συντροφικότητας από φόβο, αλλά είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι η μοναξιά είναι η καλύτερη επιλογή για μας κάποιες φορές. Για ποιον; Προφανώς και για τους δυο. Γιατί όταν ο ένας αισθανθεί την ανάγκη να απομακρυνθεί, είναι γιατί δεν έχει πια να δώσει κάτι άλλο. Κατά συνέπεια κι οι δύο φθείρονται. Είναι, λοιπόν, αναμφισβήτητα καλύτερος δρόμος η φυγή, ακόμα κι αν δεν είναι κοινή επιλογή.

Και ποιος εγγυάται πως η αγάπη είναι σταθερός κάτοικος κι όχι περαστικός νοικάρης; Αυτό υποστηρίζει το 22,71 %. Και θα μου πεις πως γίνεται ό,τι πιο ωραίο ένιωσες κάποτε για κάποιον να γίνει σε μια στιγμή καπνός και τη θέση του να πάρει το ξενέρωμα κι η αδιαφορία; Κι όμως, υπάρχουν φορές που οι πράξεις του άλλου καταφέρνουν να γκρεμίσουν ό,τι για εκείνον έπλασες ως ιδανικό. Δεν το ελέγχεις ως που η απομυθοποίηση έρχεται να σε εκπλήξει, δυσάρεστα, αργά η γρήγορα. Και πιάνεις τον εαυτό σου να μη βρίσκει πλέον λόγους να μείνει. Εγκαταλείπει το πεδίο μάχης όσο ακόμα το κουράγιο του τού επιτρέπει να δώσει μια και να ανατρέψει τα πράγματα.

Και να που φτάσαμε να κάνουμε χώρο για το τρίτο πρόσωπο της παρέας, αλλά και συνάμα χειρότερο σενάριο για τους 13,55% από εσάς. Κάπου εκεί έξω, λένε κάποιοι, υπάρχει το άλλο μας μισό. Αυτό δε σημαίνει ότι όταν βρισκόμαστε σε μια σχέση, στο πρόσωπο του συντρόφου μας συγκεντρώνονται όλα εκείνα όσα πιστεύαμε ότι θα μας έδιναν την ικανοποίηση που αποζητάμε. Είναι, λοιπόν, μια κατηγορία ανθρώπων που όλα όσα τους λείπουν, θα ψάξουν να τα βρουν σε κάποιον άλλο. Είτε αυτό θα γίνει εσκεμμένα είτε θα προκύψει τυχαία, μα εκείνοι θα αφήσουν την πόρτα ορθάνοιχτη να μπει. Σε κάθε περίπτωση το «δεσμευμένος» δεν τους εμποδίζει να εκμεταλλευτούν κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται μπροστά τους και να την χρησιμοποιήσουν σαν κίνητρο ώστε να εγκαταλείψουν μια σχέση πατώντας στα θεμέλια μιας νέας.

Πάντοτε υπάρχουν λόγοι για τους οποίους αποφασίζουμε να αφήσουμε να μπουν αλλά και να βγουν απ’ τη ζωή μας άνθρωποι που νιώσαμε γι’ αυτούς, για άλλους πιο πολλά και για κάποιους λιγότερα. Οι ίδιοι είμαστε κύριοι του εαυτού μας. Έχοντας ή μη το θάρρος να αποφασίσουμε εμείς για έναν επερχόμενο χωρισμό, θα πρέπει να κρατάμε πάντα τα πράγματα εκείνα για τα οποία παλέψαμε, αλλά η προσπάθεια αυτή δεν έδωσε καρπούς. Να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να θυμόμαστε ένα πράγμα: Πως μπορεί οι λόγοι να είναι διαφορετικοί, αλλά είναι άμεσα συνδεδεμένοι ο ένας με τον άλλο. Γιατί οι άνθρωποι χωρίζουν όταν αγαπιούνται πολύ, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να τους κρατήσει μαζί, αλλά ακόμη κι αν ήταν μπορεί στο πέρας του χρόνου τα συναισθήματα αυτά να αποδυναμώθηκαν λόγω συνθηκών. Τότε μπορεί να ένιωσαν ευάλωτοι και να τα βρήκαν απόλυτα με τον εαυτό τους ώστε να βιώσουν τη μοναξιά μέχρι να έρθει στη ζωή τους η ασφάλεια που, τελικά, αλλού αποζητούσαν.

Όσοι σηκώθηκαν απ’ τον πάτο δεν επέτρεψαν να ξαναπέσουν

Γνωρίζεις τι πάει να πει, η έκφραση «έπιασα πάτο»; Έρχεται εκείνη τη στιγμή που συνειδητοποιείς πως πλέον είσαι μόνος, τουλάχιστον έτσι νιώθεις. Όλα γύρω σου έχουν πια γκρεμιστεί, κάθε σταθερά σου έχει μεταμορφωθεί σε μεταβλητότητα.

Έχεις χάσει, τα αβγά και τα πασχάλια, τον εαυτό σου. Το κόκκινο χαλί έχει τραβηχτεί πολύ απότομα κάτω απ’ τα πόδια σου κι εσύ μάταια προσπαθείς να αντιληφθείς τι έχει γίνει. Τι στο καλό έχει φταίξει, καταβάλλεις προσπάθειες να αφουγκραστείς την κατάσταση, μήπως καταφέρεις να κατανείμεις τις ευθύνες.

Ήταν οι στιγμές που κάποιος σε είχε αφήσει πίσω, που εσύ έπρεπε να αφήσεις κάποιον για να προχωρήσεις μπροστά. Μια σχέση που δε σου έκανε καλό, ένας έντονος χωρισμός, μια φιλία χρόνων που έγινε θρύψαλα σε κλάσματα δευτερολέπτων.

Επένδυσες πολλά πάνω στους ανθρώπους που θεωρούσες δικούς σου, πίστευες πως δε θα σε πουλούσαν ποτέ, πως δε θα μπορούσαν να σε προδώσουν. Πίστεψες για κάποιο λόγο στη δύναμή τους κι έδωσες ό,τι είχες και δεν είχες. Δε σε σταμάτησαν ενδοιασμοί, «πρέπει» και «μη». Έκλεισες τα μάτια και τα αφτιά σου κι έκανες εκείνο που σου φώναζε το μέσα σου.

Να λοιπόν, με λίγη παραπάνω ανιδιοτέλεια και συναίσθημα και χωρίς ίχνος επιφυλακτικότητας ή λογικής, πώς μπορεί ένας άνθρωπος να βρεθεί αγκαλιά με τον πυθμένα. Ο καθένας μας έχει διαφορετικές αντιδράσεις σε τέτοιες περιστάσεις, πάντως ένα είναι το σίγουρο: Ο πάτος όπως κι αν έχει, παραμένει κοινός για όλους.

Έλα, όμως, που ακριβώς επειδή τίποτα δεν κρατάει για πάντα, το ίδιο συμβαίνει και μ’ αυτήν την κατάσταση. Εκείνοι που κάποτε έπεσαν χαμηλά, ακούμπησαν κι αγκάλιασαν το πάτωμα, πλέον χάραξαν πορεία μόνο ανοδική και δύσκολο πολύ να ξαναβρεθούν χαμηλά.

Βλέπεις, τώρα πια έπαθαν κι έμαθαν και το τελευταίο που θέλουν είναι να ξαναδούν τον εαυτό τους έτσι. Δεν τους αγγίζουν πια με ευκολία άνθρωποι και καταστάσεις. Αποφεύγουν να σκορπίζονται αλόγιστα αριστερά και δεξιά, περιμένουν, φιλτράρουν κι αφήνονται μόνο σε ό,τι εκείνοι θεωρούν πως αξίζει. Άλλωστε, πλέον τους είναι ευκολότερο να διακρίνουν την απάτη.

Δε συγκινούνται από βλακώδη δράματα και μικροπράγματα, γνωρίζουν πως η ζωή είναι σκληρή για τέτοιες αφέλειες. Εκτιμάνε την ευτυχία τους, που κοπιάζουν για να την χτίσουν, γι’ αυτό και δε σπαταλάνε φαιά ουσία για τον κάθε τυχάρπαστο εγωιστάκο που θα βρεθεί στο δρόμο τους.

Συνήθως είναι ήρεμοι, χαμογελαστοί, όλα τα παίρνουν στην πλάκα, κάποιοι μιλάνε για την τότε εμπειρία τους, άλλοι πάλι κρατούν την απογοήτευσή τους μόνο για ‘κείνους. Αν δεν τους ξέρεις καλά, ίσως να τους περάσεις για τύπους αδιάφορους, οριακά αναίσθητους, ωχαδερφιστές. Απλώς επιλέγουν προσεχτικά πια με ποιους και τι θα ασχοληθούν.

Μην ξεχνάς πως είναι και θέμα εμπιστοσύνης, έχουν περάσει πολλά, αλλά επιμένουν στην προσπάθειά τους να βρουν τον εαυτό τους. Ίσως κάποτε τους αισθανθείς να σε ειρωνεύονται, αλλά στην πραγματικότητα απλώς αστειεύονται.

Καθετί που μας συμβαίνει στη ζωή μας έχει πολλές διαστάσεις κι ερμηνείες. Αν επιλέγαμε τη θετική, θα κάναμε ένα βήμα πιο κοντά στην ευτυχία μας. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και στην προκειμένη περίπτωση. Θα τους ήταν πολύ εύκολο να επαναπαυτούν στην κατσουφιά τους και τις πληγές τους, να κλειδωθούν και να απομονωθούν, όμως σηκώθηκαν και πλέον τίποτα δεν τους ρίχνει.

Όταν απ’ τον πάτο καταφέρει κάποιος να ανέβει, μετά δεν ξαναγυρίζει πίσω.

Η κοινωνική και η συναισθηματική αποφυγή στη ζωή μας

Στην ψυχολογία, με τον όρο αποφυγή εννοούμε ένα δυσπροσαρμοστικό τρόπο διαχείρισης, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να αποφύγουμε ή να «αποδράσουμε» από ορισμένες δυσάρεστες σκέψεις ή/και συναισθήματα. Οι συμπεριφορές αποφυγής στα πλαίσια του κοινωνικού άγχους αποσκοπούν στη μείωση του άγχους που δημιουργείται στις κοινωνικές καταστάσεις.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το άτομο μπορεί ν’ αποφεύγει παντελώς την κοινωνική περίσταση η οποία το αγχώνει, όπως το να συμμετέχει σε μία συζήτηση μέσα στην παρέα, να μιλήσει μπροστά σε κοινό, να προσεγγίσει άγνωστα άτομα (πχ. για να κάνει καινούριους φίλους ή να φλερτάρει). Μία άλλη συμπεριφορά αποφυγής τέτοιου τύπου είναι η «απόδραση», όπου το άτομο δεν αποφεύγει τελείως την κατάσταση που φοβάται, αλλά προσπαθεί να «ξεφύγει», όταν βρίσκεται μέσα σε αυτή, με διάφορους τρόπους, όπως το να φύγει από ένα δείπνο ή πάρτι νωρίς, ή να απομονώνεται σε μια συνάντηση για να μην τραβήξει την προσοχή και χρειαστεί να αλληλεπιδράσει με άλλα άτομα.

Άλλες συμπεριφορές που χρησιμοποιούνται από άτομα με κοινωνικό άγχος, όταν δεν μπορούν να αποφύγουν εντελώς την κοινωνική κατάσταση που φοβούνται ή να «αποδράσουν» από αυτή, είναι οι λεγόμενες «συμπεριφορές ασφαλείας», οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση του άγχους που προκαλούν οι εν λόγω καταστάσεις. Παραδείγματα συμπεριφορών ασφαλείας μπορεί να είναι η κατάχρηση αλκοόλ κατά την κοινωνική κατάσταση, η αποφυγή της βλεμματικής επαφής ή το σφιχτό κράτημα των χεριών για να μην είναι ορατό στους άλλους το τυχόν τρέμουλο.

Οι συμπεριφορές αποφυγής μας προασπίζουν από το λάθος;

Όλες οι παραπάνω συμπεριφορές αποφυγής αποσκοπούν αφενός στη μείωση του άγχους και αφετέρου στοχεύουν στην αποφυγή, με κάθε δυνατό τρόπο, οποιουδήποτε «λάθους», το οποίο θα είχε ως χειρότερο αποτέλεσμα την επίκριση και κατά συνέπεια την απόρριψη του ατόμου από το κοινωνικό περιβάλλον. Το άτομο με κοινωνικό άγχος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στην επίκριση από τους γύρω του και φοβάται ότι δεν θα αντέξει την απόρριψη. Γι’ αυτό και προσπαθεί να αποφεύγει τις δύο αυτές παραμέτρους με κάθε τρόπο. Ωστόσο, οι αποφυγές, αν και κατευνάζουν τους παραπάνω φόβους και αποφορτίζουν το άγχος τη στιγμή που λαμβάνουν χώρα, μακροπρόθεσμα τους συντηρούν και τους αυξάνουν. Αυτό συμβαίνει, γιατί δε δίνεται στο άτομο η ευκαιρία πρώτον να αντιμετωπίσει το άγχος του, δεύτερον να τεστάρει αν στην πραγματικότητα τα αποτελέσματα των καταστάσεων που φοβάται θα είναι τόσο καταστροφικά όσο νομίζει και τρίτον αν το ίδιο είναι ικανό να αντέξει την επίκριση και την απόρριψη, αν στη χειρότερη των περιπτώσεων συμβούν.

Συναισθηματική αποφυγή και γιατί την επιστρατεύουμε

Τα αρνητικά συναισθήματα μάς είναι δυσάρεστα, καθώς, συχνά συνδέονται στο μυαλό μας με γεγονότα που ιδανικά θα αποφεύγαμε ή θα θέλαμε να ξεχάσουμε. Επιπλέον, μας είναι γνωστή η στιγμιαία ανακούφιση που βιώνουμε, όταν με οποιοδήποτε τρόπο αποφεύγουμε κάποιο αρνητικό συναίσθημα. Αν, για παράδειγμα, η σκέψη του να εκφράσουμε την αντίθεσή μας στα λεγόμενα κάποιου, για να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας, μας προκαλεί αναστάτωση, μπορεί να προτιμήσουμε να μη μιλήσουμε, για να μην αισθανθούμε άσχημα.

Όταν προσπαθούμε να αποφύγουμε τη δυσφορία που θα προκαλούσε ένα αρνητικό συναίσθημα, μοιάζει με αυτό που νιώθει κάποιος, όταν κάτω από συνθήκες στρες αποφασίζει να πιει αλκοόλ. Αυτό τον ανακουφίζει, οπότε βλέπει ότι «δουλεύει» αυτή η μέθοδος, και την επόμενη μέρα, όταν ξανάρθουν τα αρνητικά συναισθήματα χρησιμοποιεί την ίδια λύση, για να τα αντιμετωπίσει, δηλαδή, ξαναπίνει. Όλο αυτό φαίνεται να λειτουργεί βραχυπρόθεσμα. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, το άτομο που πίνει για να αποφύγει τις δυσάρεστες συναισθηματικές καταστάσεις θα αναπτύξει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα, την εξάρτηση από το αλκοόλ, το οποίο θα προστεθεί στα ανεπίλυτα προβλήματα που απέφευγε πίνοντας. Η αλήθεια είναι ότι η αποφυγή φαίνεται να είναι μία αποτελεσματική μέθοδος στην αρχή, αλλά σε βάθος χρόνου, αρχίζει να δημιουργείται ένα μεγαλύτερο το πρόβλημα, από αυτό που στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για να «αντιμετωπίσει».

Ενδείξεις που υποδηλώνουν συναισθηματική αποφυγή

Σημάδια που μπορεί να υπονοούν ότι η συναισθηματική αποφυγή είναι παρούσα στη ζωή σας μπορεί να είναι τα εξής:
  • αποφεύγετε καταστάσεις οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυνατά συναισθήματα (πχ. να έρθετε σε αντιπαράθεση με το σύντροφό σας)
  • γελάτε ή δείχνετε χαρούμενοι, ενώ αισθάνεστε θυμωμένοι, λυπημένοι ή φοβισμένοι
  • αποφεύγετε να περάσετε χρόνο μόνοι σας
  • δυσκολεύεστε να επικεντρωθείτε στο παρόν και υπεραναλύετε λάθη του παρελθόντος ή/και ενδεχόμενες δυσκολίες του μέλλοντος
  • προσπαθείτε να τα έχετε όλα υπό πλήρη έλεγχο
  • αλλάζετε θέμα συζήτησης, όταν νιώθετε άβολα, δεν κλαίτε ενώ έχετε την ανάγκη να το κάνετε
  • δεν επιτρέπετε στον εαυτό σας να εκφράσει το θυμό του
  • απομακρύνεστε από τους άλλους ανθρώπους, όταν αισθάνεστε συναισθηματικά ευάλωτοι.

 

Η συναισθηματική αποφυγή οδηγεί στη διαπροσωπική αποφυγή

Η συναισθηματική αποφυγή και ο φόβος του να βιώσει κάποιος δυνατά συναισθήματα μπορεί να οδηγήσει σε διαπροσωπική αποφυγή. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο αποφεύγει να αλληλεπιδράσει ερωτικά ή φιλικά από φόβο να μην απορριφθεί ή βιώσει αρνητικά συναισθήματα που θα του προκαλούσαν δυσφορία. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας κατάστασης βραχυπρόθεσμα, πιθανόν, να είναι η απομόνωση και η απομάκρυνση του ατόμου από τη χαρά, την ικανοποίηση και όλα τα υπόλοιπα θετικά συναισθήματα που θα του προσέφεραν οι ανθρώπινες σχέσεις.

Αποφεύγοντας τα αρνητικά μας συναισθήματα και κατά συνέπεια τις καταστάσεις που μας κάνουν να αισθανόμαστε άβολα είναι σα να κρατάμε μία μπάλα κάτω από το νερό. Είναι μία διαδικασία που απαιτεί κόπο και στο τέλος θα έχει συνέπειες, καθώς πόσο θα αντέξουμε να κρατάμε τη μπάλα κάτω από το νερό; Το να αποφεύγουμε καταστάσεις ή/και συναισθήματα που μας φοβίζουν συνήθως οδηγεί στη διαιώνιση των φόβων μας, τη διόγκωση των προβλημάτων μας, αφού αυτά δεν επιλύονται, και στη στέρηση εμπειριών που χρωματίζουν τη διάθεση και τη ζωή μας. Με αυτό τον τρόπο κερδίζουμε μια γεμάτη και ενδιαφέρουσα καθημερινότητα.

Αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές: Γιατί ο φόβος για απόρριψη μας οδηγεί στη μοναξιά

Πολλά ταξίδια προς τη μοναξιά ξεκινούν σε περιόδους μετάβασης και αλλαγής. Οι πρωτοετείς φοιτητές νιώθουν συνήθως μεγάλη μοναξιά όταν φτάνουν για πρώτη φορά στο πανεπιστήμιο, περιτριγυρισμένοι από άγνωστα πρόσωπα, μακριά από το σπίτι τους και την οικειότητα των φιλικών τους σχέσεων. Το διαζύγιο, ο χωρισμός και το πένθος, ειδικά όταν συμβαίνουν αναπάντεχα, μπορούν να μας αφήσουν εντελώς απροετοίμαστους μπροστά στη μοναξιά που
συνοδεύει τέτοιες απώλειες.

Όταν η εργασία και οι συνάδελφοι αποτελούν την πρωταρχική πηγή κοινωνικής δέσμευσης και συναναστροφής, η απώλεια της δουλειάς σημαίνει ότι το άτομο χάνει ολόκληρο το κοινωνικό σύστημα υποστήριξής του τη στιγμή ακριβώς που το χρειάζεται περισσότερο. Οι μεταθέσεις και οι μετακομίσεις χαρακτηρίζονται συχνά από μεγάλες περιόδους μοναξιάς, καθώς προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα νέο κοινωνικό δίκτυο υποστήριξης από την αρχή.

Σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις, συνήθως βγαίνουμε από τη μοναξιά, μόλις προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα και ξαναχτίσουμε τις κοινωνικές υποδομές μας. Οι περισσότεροι πρωτοετείς κάνουν τελικά νέους φίλους, οι χωρισμένοι αρχίζουν να ξαναβγαίνουν ραντεβού περίπου έναν χρόνο μετά τον χωρισμό (αν και απαιτείται περισσότερος χρόνος στην περίπτωση πένθους), η εύρεση νέας δουλειάς απαιτεί συναναστροφή με ανθρώπους με τους οποίους έχουμε χάσει την επαφή και οι περισσότεροι συνήθως δημιουργούμε κοινωνικές και στενές σχέσεις στην καινούρια πόλη ή στην κοινότητα.

Ωστόσο, μερικές φορές, η μοναξιά εκτείνεται πολύ πέρα από την περίοδο προσαρμογής. Παγιδευόμαστε σε αυτή, παραλύουμε από κύματα συναισθηματικού πόνου, καταβαλλόμαστε από συναισθήματα ανικανότητας και απελπισίας και κατακλυζόμαστε από το καταστροφικό κενό της βαθιάς κοινωνικής και συναισθηματικής μας απομόνωσης.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Τι είναι αυτό που εμποδίζει ορισμένους να σπάσουν τα δεσμά της μοναξιάς και να επαναφέρουν τη ζωή τους στη σωστή πορεία; Η απάντηση είναι ότι εκτός από τις οδυνηρά εσφαλμένες αντιλήψεις, η μοναξιά μας οδηγεί και σε κύκλους αυτοπροστασίας και αποφυγής, που μας κάνουν να δημιουργούμε αυτοϊκανοποιητικές προφητείες και να απομακρύνουμε απροσδόκητα εκείνους τους ανθρώπους που ελπίζουμε να συναναστραφούμε.

Η Σερένα, μια καθηγήτρια γυμνασίου με την οποία εργάστηκα πρόσφατα, έπεσε σε έναν τέτοιο φαύλο κύκλο που η ίδια αγνοούσε εντελώς. Αυτό που την οδήγησε στην ψυχοθεραπεία ήταν η «ανύπαρκτη ερωτική της ζωή». Αρχικά, δεν καταλάβαινα γιατί δεν είχε ποτέ μια σοβαρή σχέση. Ήταν τριάντα πέντε χρόνων και επιπλέον ήταν απλώς εκθαμβωτική. Ήμουν σίγουρος ότι οι άντρες την πρόσεχαν πολύ.

Σύντομα έμαθα ότι η εμφάνιση της Σερένα είχε υποστεί ριζική μεταμόρφωση τέσσερα χρόνια πριν, όταν έχασε σαράντα κιλά. «Ήμουν παχιά όλη μου τη ζωή. Οι άντρες με προσπερνούσαν σαν να μη με έβλεπαν ακόμη κι αν ήμουν στον χώρο. Και πίστεψέ με», πρόσθεσε η Σερένα με ένα νοσταλγικό χαμόγελο, «καταλάμβανα πολύ χώρο. Τώρα κοιτάζουν, χαμογελούν, κλείνουν το μάτι και κατά κάποιο τρόπο εξακολουθώ να αισθάνομαι το ίδιο. Σαν να αντιδρούν στην εμφάνισή μου, αλλά όταν πρόκειται για το ποια είμαι σαν άνθρωπος, εξακολουθούν να με προσπερνούν».

Η Σερένα ήθελε απελπισμένα να βρει έναν σύζυγο, αλλά ήταν εξίσου αποφασισμένη να μην πληγωθεί. Ενώ η διστακτικότητα και η δυσπιστία της ήταν σίγουρα δικαιολογημένες έπειτα από τα χρόνια απόρριψης και μοναξιάς που είχε βιώσει, οι φόβοι της την έκαναν να δείχνει μονόχνοτη, αμυντική και καχύποπτη. Ως αποτέλεσμα, τα ραντεβού της με τους άντρες ήταν συχνά τεταμένα και αμήχανα, και ελάχιστοι εξέφραζαν ενδιαφέρον να τη δουν ξανά.

Η αποτυχία επιβεβαίωνε τις υποψίες της Σερένα ότι ποτέ δεν τους ενδιέφερε η «πραγματική Σερένα». Το ότι η «πραγματική Σερένα» περνούσε κάθε στιγμή του ραντεβού προσπαθώντας να κρύβεται πίσω από ένα ψυχολογικό τείχος και δεν ήταν ποτέ πραγματικά παρούσα, ήταν κάτι που ποτέ δεν αντιλήφθηκε ότι έκανε.

Ο λόγος που παγιδευόμαστε σε τέτοιους κύκλους είναι ότι η μοναξιά συμβάλλει στην ανισορροπία των κοινωνικών κινήτρων μας. Όταν νιώθουμε ευάλωτοι και κοινωνικά αποκομμένοι, γινόμαστε πολύ αυτο-προστατευτικοί και προσπαθούμε να ελαχιστοποιήσουμε τυχόν αρνητικές απαντήσεις ή απόρριψη από τους άλλους.

Έτσι, προσεγγίζουμε τους ανθρώπους με δυσπιστία, καχυποψία, κυνισμό και άγχος, ή προσπαθούμε να τους αποφύγουμε εντελώς. Επειδή δεν περιμένουμε οι κοινωνικές συναναστροφές μας να είναι θετικές, καταβάλλουμε λιγότερες προσπάθειες να τις αναζητήσουμε και ανταποκρινόμαστε λιγότερο σε αυτές όταν συμβαίνουν. Δυστυχώς, όσο περισσότερο διαρκεί η μοναξιά μας, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να αλλάξουμε τις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές μας και να σπάσουμε τον κύκλο των αυτοκαταστροφικών σκέψεων και συμπεριφορών που τη διαιωνίζουν.

Καταλήγουμε να συμπεριφερόμαστε με τρόπους που απομακρύνουν εκείνους τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να ανακουφίσουν τη μοναξιά μας και τότε βλέπουμε την αποστασιοποίησή τους ως περαιτέρω απόδειξη της αντιπάθειάς τους απέναντί μας. Ως αποτέλεσμα, αισθανόμαστε παθητικά θύματα σε έναν σκληρό κόσμο και δεν καταλαβαίνουμε σε τι βαθμό ευθυνόμαστε για την κατάστασή μας.

Κάθε τέχνη είναι μορφή λογοτεχνίας

Κάθε τέχνη είναι μορφή λογοτεχνίας, γιατί κάθε τέχνη έχει γίνει για να λέει κάτι. Υπάρχουν δύο τρόποι να λες- να μιλάς και να σιωπάς.

Οι άλλες τέχνες εκτός της λογοτεχνίας δεν είναι παρά προβολές μιας εκφραστικής σιωπής. Σε κάθε τέχνη εκτός της λογοτεχνίας πρέπει να ψάξεις την σιωπηρή φράση που περικλείει, ή το ποίημα, ή το μυθιστόρημα, ή το δράμα. Όταν λέμε «συμφωνικό ποίημα», μιλάμε με ακρίβεια και όχι με μεταφορά ή ευκολία.

Η υπόθεση φαίνεται λιγότερο απλή για τις τέχνες του λόγου, αλλά εάν προσπαθήσουμε να θεωρούμε ότι οι γραμμές, τα σχέδια, οι όγκοι, τα χρώματα, η αντιπαράθεση και οι αντιθέσεις είναι φαινόμενα λεκτικά που έχουν γίνει χωρίς λόγια, ή μάλλον με πνευματικά ιερογλυφικά, τότε θα καταλάβουμε πώς να αντιλαμβανόμαστε τις πλαστικές τέχνες· ακόμα και αν δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε, θα έχουμε ήδη, τουλάχιστον, το βιβλίο που περιέχει τον αριθμό και την δεκτική ψυχή που περιέχει την αποκρυπτογράφηση. Αυτό είναι αρκετό μέχρις ότου έρθει το υπόλοιπο.

Πρώτο βήμα για την επιλογή της ευτυχίας: αποφυγή της ακινητοποίησης

Να έχετε υπόψη σας τη λέξη ακινητοποίηση ως δείκτη των αρνητικών συναισθημάτων στη ζωή σας. Μπορεί να πιστεύετε ότι ο θυμός, η εχθρότητα, η ντροπαλότητα κι άλλα παρόμοια συναισθήματα αξίζει τον κόπο να τα νιώθουμε πότε πότε κι έτσι να θέλετε να προσκολληθείτε σ’ αυτά. Οδηγός σας θα έπρεπε να είναι ο βαθμός της όποιας ακινητοποίησής σας από ένα συναίσθημα.

Η ακινητοποίηση μπορεί να κυμαίνεται από την ολική αδράνεια ως την ήπια αναποφασιστικότητα και διστακτικότητα. Ο θυμός σας, σας συγκρατεί από το να λέτε, να νιώθετε ή να κάνετε κάτι; Αν ναι, τότε είστε ακινητοποιημένοι. Η ντροπαλότητά σας, σας εμποδίζει να γνωρίζετε ανθρώπους που θα θέλατε; Αν είναι έτσι, τότε είστε ακινητοποιημένοι και στερείσθε από εμπειρίες που θα σας ταίριαζαν. Το μίσος κι η ζήλια σας συντείνουν ώστε ν’ αναπτύξετε έλκη και ν’ ανεβεί η πίεσή σας; Σας εμποδίζουν να ασκείτε αποδοτικά το επάγγελμά σας; Είστε ανίκανοι να κοιμηθείτε ή να κάνετε έρωτα εξαιτίας κάποιου αρνητικού συναισθήματος της στιγμής; Όλα αυτά είναι σημάδια ακινητοποίησης.

Ακινητοποίηση είναι μια κατάσταση στην οποία, είτε ήπια είναι είτε σοβαρή, δεν μπορείτε να λειτουργήσετε στο επίπεδο που θα θέλατε. Αν τα συναισθήματά σας, σας οδηγούν σε μια τέτοια κατάσταση, δεν χρειάζεται ν’ αναζητήσετε άλλη δικαιολογία για ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτά.

Σας δίνω παρακάτω ένα σύντομο κατάλογο μερικών περιπτώσεων στις οποίες πιθανόν ακινητοποιείστε. Κυμαίνονται από μικρότερες σε μεγαλύτερες καταστάσεις ακινησίας.

Ακινητοποιήστε όταν….
– Δεν μπορείτε να μιλήσετε τρυφερά στο/στη σύζυγό σας ή και στα παιδιά σας, έστω κι αν το θέλετε.
– Δεν μπορείτε να επεξεργαστείτε κάτι που σας ενδιαφέρει πολύ.
– Δεν κάνετε έρωτα, ενώ θα θέλατε.
– Κάθεστε όλη μέρα στο σπίτι βυθισμένοι σε μελαγχολικές σκέψεις.
– Δεν ασχολείστε με σπορ, ή άλλες ευχάριστες δραστηριότητες, εξαιτίας κάποιων συναισθημάτων βαριεστημάρας.
– Δεν μπορείτε να συστηθείτε σε κάποιο πρόσωπο που σας γοητεύει.
– Αποφεύγετε να μιλήσετε σε κάποιον όταν συνειδητοποιείτε ότι μια απλή χειρονομία θα βελτίωνε τη σχέση σας.
– Δεν μπορείτε να κοιμηθείτε επειδή κάτι σας απασχολεί.
– Ο θυμός σας, σας εμποδίζει να σκεφτείτε καθαρά.
– Λέτε κάτι προσβλητικό σε κάποιον που αγαπάτε.
– Κάνετε γκριμάτσες ή είστε τόσο νευρικοί ώστε δεν ενεργείτε με τον τρόπο που θα προτιμούσατε.

Η ακινητοποίηση δημιουργεί ένα βαθύ αυλάκι. Κυριολεκτικά όλα τα’ αρνητικά συναισθήματα καταλήγουν σε κάποιο βαθμό αυτοακινητοποίησης κι αυτό από μόνο του αποτελεί μια γερή δικαιολογία για να τα εξαλείψετε ολότελα από τη ζωή σας.

Και σαν τους αργυραμοιβούς να καταλαβαίνεις ποια είναι τα άξια και τα ανόθευτα και ποια τα κίβδηλα

Αυτή και μόνο αυτή είναι η σίγουρη και σταθερή σου ελπίδα για την ανακάλυψη της αλήθειας, κι άλλη δεν υπάρχει’ μόνη ελπίδα σου είναι η ικανότητα να κρίνεις και να ξεχωρίζεις το ψέμα από την αλήθεια, και σαν τους αργυραμοιβούς να καταλαβαίνεις ποια είναι τα άξια και τα ανόθευτα και ποια τα κίβδηλα.

Κι αν τύχει ν’ αποκτήσεις τέτοια ικανότητα κι επιδεξιότητα, τότε προχωράς στον έλεγχο των όσων λέγονται. Ειδεμή, να ξέρεις πως τίποτα δεν θα εμποδίσει, να σε σέρνει ο καθένας από τη μύτη ή να τρέχεις σαν το πρόβατο πίσω από το βλαστάρι που θα σου τείνουν. Ή πιο σωστά, θα ‘σαι σαν ένα υγρό χυμένο πάνω στο τραπέζι, κι όπου σε σπρώχνει ο καθένας με το δαχτυλάκι του, θα πηγαίνεις. Ή, μα τον Δία, σαν καλαμιά που φυτρώνει στην ακροποταμιά και γέρνει σε κάθε φύσημα του αέρα και σαλεύει ακόμα κι όταν η αύρα είναι ανεπαίσθητη.

Λουκιανός

Πιστεύουμε ότι έχουμε την υποχρέωση να είμαστε ευτυχισμένοι πάντα

H ευτυχία είναι εύθραυστη και φευγαλέα, επειδή μπορεί να τη ζήσει κανείς μόνο σε ορισμένες στιγμές. Αν μπορούσαμε να την απολαμβάνουμε αδιάκοπα, θα έχανε όλη την αξία της, αφού μπορούμε να την αντιληφθούμε μονάχα ως αντίθεση.

Έπειτα από μια εβδομάδα με συννεφιά, η ηλιόλουστη μέρα μας φαίνεται σαν θαύμα της Δημιουργίας. Κατά τον ίδιο τρόπο, αισθανόμαστε τη χαρά πιο λαμπερή όταν βγαίνουμε από το πηγάδι της θλίψης. Τα δύο συναισθήματα αλληλοσυμπληρώνονται και χρειάζονται το ένα το άλλο, γιατί ούτε η μελαγχολία είναι αιώνια ούτε θα μπορούσαμε να υποφέρουμε εκατό χρόνια ευτυχία.

Ένας από τους παράγοντες του στρες της σύγχρονης κοινωνίας είναι ακριβώς αυτό: το να πιστεύουμε ότι έχουμε την υποχρέωση να είμαστε ευτυχισμένοι πάντα και παντού. H άρνηση της θλίψης προκαλεί τη διάδοση της κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών και των θεραπειών, όπως και τη σπατάλη σε πράγματα. που δε χρειαζόμαστε. Μοιάζει σα να πρέπει να νιώθουμε ντροπή αν δεν έχουμε ένα μόνιμο χαμόγελο χαραγμένο στο πρόσωπό μας.

Αντίθετα προς αυτή την ψευδή και παιδαριώδη οπτική γωνία, ο Νίτσε μας υπενθυμίζει πως η ευτυχία δίνεται μόνο σε αναλαμπές, κι όταν εμείς προσπαθούμε να τη διαιωνίσουμε καταστρέφουμε ακόμα και τις στιγμές αυτές, που μας βοηθούν να προχωράμε στο μακρύ και βασανιστικό δρόμο της ζωής.

Νίτσε

Ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας

Ψηλά στην πόλη, σε μια ψηλή στήλη, βρισκόταν το άγαλμα του Ευτυχισμένου Πρίγκιπα. Ήταν στολισμένο με λεπτά φύλλα καθαρού χρυσού, για μάτια είχε δύο φωτεινά ζαφείρια, και ένα μεγάλο κόκκινο ρουμπίνι έλαμπε στη λαβή του ξίφους του. Ήταν αξιοθαύμαστος.

«Είναι όμορφος σαν ανεμοδείκτης», παρατήρησε ένας από τους δημοτικούς συμβούλους, που ήθελε να αποκτήσει τη φήμη για το γούστο του στην Τέχνη, «μόνο δεν είναι και τόσο χρήσιμος», πρόσθεσε, φοβούμενος μήπως οι άνθρωποι σκέφτονταν ότι δεν ήταν πρακτικό πνεύμα, πράγμα που στ’ αλήθεια δεν ίσχυε.

«Μοιάζει σαν άγγελος», αναφώνησαν κάποια παιδιά βγαίνοντας από την εκκλησία. «Πώς το ξέρετε;» Ρώτησε η καθηγήτρια των μαθηματικών, «έχετε δει ποτέ έναν άγγελο;» «Αχ, έχουμε, στα όνειρά μας!» απάντησαν τα παιδιά. Και η καθηγήτρια των μαθηματικών κατσούφιασε γιατί δεν ενέκρινε να ονειρεύονται τα παιδιά.

Ένα βράδυ πέταξε πάνω από την πόλη ένα Χελιδόνι. Οι φίλοι του είχαν φύγει για την Αίγυπτο έξι εβδομάδες πριν, αλλά αυτό είχε μείνει πίσω, γιατί ήταν ερωτευμένο με την πιο όμορφη καλαμιά. Την είχε γνωρίσει στις αρχές της άνοιξης, καθώς πετούσε πάνω από το ποτάμι μετά από ένα μεγάλο κίτρινο σκώρο, και ένιωσε να τον ελκύει τόσο η λεπτή της μέση, που είχε σταματήσει να της μιλήσει. «Να σ ‘αγαπώ;” είπε το Χελιδόνι, που του άρεσε να μπαίνει αμέσως στο θέμα, και η καλαμιά έκανε ένα χαμηλό τόξο. Έτσι πέταξε γύρω της, αγγίζοντας το νερό με τα φτερά του, και κάνοντας ασημένιους κυματισμούς. Αυτό ήταν το φλερτ του, και κράτησε όλο το καλοκαίρι.

«Είναι μια γελοία προσκόλληση» τιτίβιζαν τα άλλα Χελιδόνια «αυτή δεν έχει χρήματα, και είχε πάρα πολλές σχέσεις» και πράγματι το ποτάμι ήταν γεμάτο από καλαμιές. Στη συνέχεια, όταν ήρθε το φθινόπωρο, πέταξαν όλα τους μακριά.

Αφού έφυγαν, το Χελιδόνι ένιωθε μοναξιά, και άρχισε να κουράζεται από την αγάπη του.

«Δεν μπορεί να κουβεντιάσει», είπε, «και φοβάμαι ότι είναι μια κοκέτα, γιατί πάντα φλερτάρει με τον άνεμο». Και βεβαίως, όταν ο άνεμος φυσούσε, η καλαμιά έκανε την πιο χαριτωμένη κίνηση. «Παραδέχομαι ότι είναι ντόπια», συνέχισε, «αλλά αγαπώ τα ταξίδια, και η γυναίκα μου, κατά συνέπεια, θα πρέπει να αγαπά τα ταξίδια, επίσης». «Θα έρθεις μαζί μου;» είπε, τέλος, αλλά η καλαμιά κούνησε το κεφάλι της αρνητικά, ήταν τόσο δεμένη με το σπίτι της. «Έπαιζες μαζί μου», φώναξε. «Φεύγω για να τις Πυραμίδες. Αντίο!» και πέταξε μακριά.

Όλη τη μέρα πέταγε, και τη νύχτα έφτασε στην πόλη. «Πού θα κοιμηθώ;» αναρωτήθηκε και τότε είδε το άγαλμα στην ψηλή στήλη. «Θα κοιμηθώ εκεί πάνω», φώναξε «είναι μια ωραία θέση, με άφθονο καθαρό αέρα». Έτσι βολεύτηκε ακριβώς ανάμεσα στα πόδια του Πρίγκιπα. «Έχω μια χρυσή κρεβατοκάμαρα», είπε σιγανά στον εαυτό του όπως κοίταξε γύρω, και ήταν έτοιμος να πάει για ύπνο, αλλά καθώς έβαζε το κεφάλι του κάτω από το φτερό του, μια μεγάλη σταγόνα νερού έπεσε πάνω του. «Τι περίεργο!» φώναξε «δεν υπάρχει ούτε ένα σύννεφο στον ουρανό, τα αστέρια είναι λαμπερά και όμως βρέχει. Το κλίμα στην βόρεια Ευρώπη είναι πραγματικά φοβερό. Η καλαμιά αγαπούσε τη βροχή, αλλά αυτό ήταν απλώς λόγω του εγωισμού της». Στη συνέχεια, άλλη μια σταγόνα έπεσε. «Ποια είναι η χρησιμότητα ενός αγάλματος αν δεν μπορεί να κρατήσει τη βροχή μακριά;» αναφώνησε. «Πρέπει να κοιτάξω για μια καλή καμινάδα», είπε, αποφασισμένο να πετάξει μακριά. Αλλά πριν ανοίξει τα φτερά του, μια τρίτη σταγόνα έπεσε, σήκωσε το κεφάλι του, και τότε τον είδε.

Τα μάτια του Ευτυχισμένου Πρίγκιπα ήταν γεμάτα δάκρυα, και μερικά δάκρυα έτρεχαν ήδη στα χρυσαφένια μάγουλά του. Το πρόσωπό του ήταν τόσο όμορφο στο φεγγαρόφωτο που το μικρό Χελιδόνι ένιωσε οίκτο. «Ποιος είσαι;» είπε. «Είμαι ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας».

«Τότε γιατί κλαίς;» ρώτησε το Χελιδόνι.

«Όταν ήμουν ζωντανός και είχα ανθρώπινη καρδιά», απάντησε το άγαλμα, «δεν ήξερα τι ήταν δάκρυα, γιατί έζησα στο παλάτι του Sans-Souci, όπου η θλίψη δεν επιτρέπεται να εισέλθει. Στη διάρκεια της ημέρας έπαιζα με τους συντρόφους μου στον κήπο, και το βράδυ ήμουν επικεφαλής στον χορό στη Μεγάλη Αίθουσα. Γύρω από τον κήπο είχε πολύ ψηλούς τοίχους, αλλά ποτέ δεν φρόντισα να ρωτήσω τι υπάρχει πέρα από αυτούς, τα πάντα για μένα ήταν τόσο όμορφα. Οι αυλικοί μου με έλεγαν Ευτυχισμένο Πρίγκιπα, και ήμουν, αν η καλοπέραση θεωρείται ευτυχία. Έτσι έζησα, και έτσι πέθανα. Αλλά τώρα που είμαι νεκρός και με έχουν εναποθέσει εδώ, τόσο ψηλά ώστε να μπορώ να βλέπω όλες τις ασχήμιες και όλη τη δυστυχία στην πόλη μου, αν και η καρδιά μου είναι κατασκευασμένη από μόλυβδο, δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο παρά να κλαίω».

«Τι! Δεν είναι όλος από ατόφιο χρυσάφι;» είπε το Χελιδόνι στον εαυτό του. Ήταν πολύ ευγενικός για να κάνει τέτοιες προσωπικές παρατηρήσεις φωναχτά.

«Πολύ μακριά», συνέχισε το άγαλμα σε μια χαμηλή μουσική φωνή, «πολύ μακριά σε ένα μικρό δρόμο υπάρχει ένα φτωχόσπιτο. Ένα από τα παράθυρα είναι ανοιχτά, και μέσα από αυτό μπορώ να δω μια γυναίκα να κάθεται σε ένα τραπέζι. Το πρόσωπό της είναι λεπτό και κουρασμένο, και έχει σκαμμένα, κόκκινα χέρια, όλα τρυπημένα από τη βελόνα, γιατί είναι ράφτρα. Κεντάει λουλούδια του πάθους σε ένα σατέν φόρεμα για τις πιο όμορφες της υπηρέτριες της βασίλισσας για να το φορέσει στον επόμενο χορό . Σε ένα κρεβάτι στη γωνία του δωματίου το αγοράκι της κοιμάται άρρωστο. Έχει πυρετό και ζητάει πορτοκάλια. Η μητέρα του δεν έχει τίποτα να του δώσει παρά μόνο νερό του ποταμού, κι έτσι το αγοράκι κλαίει. Χελιδόνι, Χελιδονάκι , μικρό μου Χελιδόνι, δεν της πας το ρουμπίνι από το σπαθί μου; Τα πόδια μου είναι τοποθετημένα σε αυτό το βάθρο και δεν μπορώ να πάω εγώ».

«Με περιμένουν στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι. «Οι φίλοι μου πετούν πάνω και κάτω στο Νείλο, και μιλάνε στα μεγάλα άνθη λωτού. Σύντομα θα πάνε για ύπνο στον τάφο του μεγάλου Βασιλιά. Ο Βασιλιάς είναι εκεί, στο ζωγραφισμένο φέρετρό του. Είναι τυλιγμένος σε κίτρινο λινό ύφασμα, και βαλσαμωμένος με μπαχαρικά. Γύρω από το λαιμό του, έχει μια αλυσίδα από ανοιχτό πράσινο νεφρίτη, και τα χέρια του είναι σαν μαραμένα φύλλα». «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου για μια νύχτα ακόμα, για να είσαι ο αγγελιοφόρος μου; Το αγόρι είναι τόσο διψασμένο, και η μητέρα του θλιμμένη».

«Δεν νομίζω ότι συμπαθώ τα αγόρια», απάντησε το Χελιδόνι. «Το περασμένο καλοκαίρι, όταν έμενα στον ποταμό, υπήρχαν δύο αγενή αγόρια, οι γιοι του μυλωνά, οι οποίοι μου πετούσαν πάντα πέτρες. Ποτέ δεν με χτύπησαν, φυσικά. Εμείς τα χελιδόνια πετάμε πολύ καλά, και εκτός αυτού, κατάγομαι από μια οικογένεια γνωστή για την ευκινησία της, αλλά και πάλι, ήταν ένα σημάδι έλλειψης σεβασμού». Αλλά ο Πρίγκιπας φαινόταν τόσο λυπημένος που το μικρό Χελιδόνι ζήτησε συγγνώμη.

«Έχει πολύ κρύο εδώ», είπε, «αλλά θα μείνω μαζί σου για μια νύχτα ακόμα, και για να σου κάνω τον αγγελιοφόρο». «Σε ευχαριστώ, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο Πρίγκιπας. Έτσι, το Χελιδόνι έβγαλε το μεγάλο ρουμπίνι από το σπαθί του Πρίγκιπα και πέταξε με αυτό στο ράμφος του, πέρα από τις στέγες της πόλης. Πέρασε από τον καθεδρικό ναό, όπου υπήρχαν γλυπτά αγγέλων από λευκό μάρμαρο. Πέρασε από το παλάτι και άκουσε τον ήχο του χορού.

Μια όμορφη κοπέλα βγήκε στο μπαλκόνι με τον αγαπημένο της. «Πόσο υπέροχα είναι τα αστέρια», της είπε, «και πόσο θαυμάσια είναι η δύναμη της αγάπης!» «Ελπίζω το φόρεμά μου να είναι έτοιμο εγκαίρως για τον χορό», απάντησε «Έχω παραγγείλει να είναι κεντημένα πάνω του λουλούδια του πάθους, αλλά η ράφτρα είναι τόσο τεμπέλα». Πέρασε πάνω από τον ποταμό, και είδε τα φανάρια να κρέμονται στα κατάρτια των πλοίων. Πέρασε πάνω από το Γκέτο, και είδε γέρους Εβραίους να κάνουν παζάρια ο ένας στον άλλον και να ζυγίζουν τα χρήματα. Επιτέλους έφτασε στο φτωχό σπίτι και κοίταξε μέσα.

Το αγόρι στριφογυρνούσε από τον πυρετό στο κρεβάτι του, και η μητέρα του είχε αποκοιμηθεί, καθώς ήταν πολύ κουρασμένη. Αυτό τουλάχιστον ήλπιζε, καθώς άφηνε το μεγάλο ρουμπίνι στο τραπέζι, δίπλα στη δαχτυλήθρα της γυναίκας. Στη συνέχεια πέταξε απαλά γύρω από το κρεβάτι, και άρχισε να αερίζει το μέτωπο του αγοριού με τα φτερά του. «Πόσο δροσερά αισθάνομαι», είπε το αγόρι, «πρέπει να πηγαίνω καλύτερα». Και βυθίστηκε σε έναν απολαυστικό ύπνο.

Στη συνέχεια το Χελιδόνι πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα, και του είπε τι είχε κάνει. «Είναι περίεργο», τόνισε, «αλλά αισθάνομαι πολύ ζεστά τώρα, αν και έχει τόσο κρύο». «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχεις κάνει μια καλή πράξη», είπε ο Πρίγκιπας. Και το μικρό Χελιδόνι άρχισε να σκέφτεται, και στη συνέχεια το πήρε ο ύπνος. Το να σκέφτεται πάντα του έφερνε υπνηλία. Όταν ξημέρωσε, πέταξε στον ποταμό και έκανε μπάνιο. «Τι αξιοσημείωτο φαινόμενο», είπε ο καθηγητής της ορνιθολογίας, καθώς περνούσε πάνω από τη γέφυρα. «Ένα χελιδόνι το χειμώνα!» Και έγραψε μια μακρά επιστολή γι ‘αυτό στην τοπική εφημερίδα.

«Το βράδυ θα πάω στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι, και ήταν σε μεγάλα κέφια.
Επισκέφθηκε όλα τα δημόσια μνημεία, και κάθισε πολύ ώρα στην κορυφή του καμπαναριού της εκκλησίας. Όπου και να πήγαινε τα Σπουργίτια τιτίβιζαν, και έλεγαν το ένα στο άλλο: «τι διακεκριμένος ξένος!» και το ίδιο το Χελιδόνι το απολάμβανε πολύ. Όταν το φεγγάρι βγήκε πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα. «Έχεις τίποτα να στείλεις στην Αίγυπτο;» φώναξε, «ξεκινάω τώρα». «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου άλλη μια νύχτα;»

«Με περιμένουν στην Αίγυπτο», απάντησε το Χελιδόνι. «αύριο οι φίλοι μου θα πετάξουν μέχρι τον δεύτερο καταρράχτη. Σε έναν μεγάλο γρανιτένιο θρόνο κάθεται ο Θεός Μέμνων. Όλη τη νύχτα κοιτά τα αστέρια, και όταν έρχεται το πρωινό φως, βγάζει μία κραυγή χαράς, και μετά μένει σιωπηλός. Το μεσημέρι το κίτρινα λιοντάρια κατεβαίνουν άκρη του νερού για να πιούν νερό. Έχουν μάτια καταπράσινα και ο βρυχηθμός τους είναι πιο δυνατός από κάθε βρυχηθμό του καταρράκτη».

«Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», αναστέναξε ο πρίγκιπας, «πολύ μακριά στην πόλη βλέπω ένα νεαρό άνδρα σε μια σοφίτα. Σκύβει πάνω από ένα γραφείο καλυμμένο με χαρτιά, και σε ένα ποτήρι δίπλα του, υπάρχει μια δέσμη από μαραμένες βιολέτες. Τα μαλλιά του είναι καφέ και ξερά, και τα χείλη του είναι κόκκινα σαν ρόδι, και έχει μεγάλα και ονειροπόλα μάτια. Προσπαθεί να τελειώσει ένα έργο για τον διευθυντή του Θεάτρου, αλλά κάνει πάρα πολύ κρύο για να γράψει πια. Δεν έχει φωτιά στο τζάκι και η πείνα τον έχει αποδυναμώσει. «Θα μείνω μαζί σου μια νύχτα ακόμα», είπε το Χελιδόνι, που είχε πραγματικά καλή καρδιά. «Να πάρω άλλο ρουμπίνι;»

 «Δυστυχώς δεν έχω άλλο ρουμπίνι», δήλωσε ο πρίγκιπας «Τα μάτια μου είναι το μόνο που μου έχει μείνει. Είναι κατασκευασμένα από σπάνια ζαφείρια, που τα έφεραν από την Ινδία χίλια χρόνια πριν. Βγάλε το ένα από αυτά και πήγαινέ το σ ‘αυτόν. Θα το πουλήσει στον κοσμηματοπώλη, και θα αγοράσει τρόφιμα και καυσόξυλα, και να τελειώσει το έργο του». «Καλέ μου Πρίγκιπα», είπε το Χελιδόνι, “δεν μπορώ να το κάνω αυτό». Και άρχισε να κλαίει. «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «κάνε όπως σου είπα».

Έτσι, το Χελιδόνι έβγαλε το μάτι του Πρίγκιπα και πέταξε μακριά για τη σοφίτα του φοιτητή. Ήταν αρκετά εύκολο να μπει, δεδομένου ότι υπήρχε μια τρύπα στην οροφή.

Ο νεαρός άνδρας είχε κρύψει το κεφάλι του μέσα στα χέρια του, οπότε δεν άκουσε το φτερούγισμα του πουλιού. Όταν το σήκωσε, βρήκε το όμορφο ζαφείρι στις μαραμένες βιολέτες. «Αρχίζουν να με εκτιμούν», φώναξε «αυτό είναι από κάποια μεγάλη θαυμάστρια. Τώρα μπορώ να τελειώσω το έργο μου». Και έδειχνε αρκετά ευτυχής.

Την επόμενη μέρα το Χελιδόνι πέταξε κάτω στο λιμάνι. Κάθισε στο κατάρτι ενός μεγάλου σκάφους και παρακολούθησε τους ναύτες να τραβούν μερικά σχοινιά. «Πάω στην Αίγυπτο» φώναξε το Χελιδόνι, και όταν το φεγγάρι βγήκε ξανά πέταξε πίσω στον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα. «Έρχομαι για να πω αντίο», φώναξε. «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «δεν θα μείνεις μαζί μου μια νύχτα ακόμα;».

«Είναι χειμώνας», απάντησε το Χελιδόνι, «και το χιόνι θα είναι σύντομα εδώ. Στην Αίγυπτο ο ήλιος είναι ζεστός και έχει πράσινους φοίνικες, και κροκόδειλοι βρίσκονται στη λάσπη και τους κοιτάζουμε νωχελικά. Οι σύντροφοί μου χτίζουνε μια φωλιά στον Ναό του Μπάαλμπεκ. Καλέ μου Πρίγκιπα, πρέπει να σε αφήσω, αλλά ποτέ δεν θα σε ξεχάσω, και την επόμενη άνοιξη θα σου φέρω πίσω δύο πανέμορφα κοσμήματα στη θέση αυτών που έδωσες. Το ρουμπίνι θα είναι πιο κόκκινο από ένα κόκκινο τριαντάφυλλο και το ζαφείρι θα είναι μπλε, όπως η μεγάλη θάλασσα».

«Στην πλατεία κάτω», είπε ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας, «βρίσκεται ένα μικρό κορίτσι που πουλά σπίρτα. Της έπεσαν όμως στην λάσπη. Ο πατέρας της θα την χτυπήσει αν δεν πάει στο σπίτι χρήματα, και έτσι κλαίει. Δεν έχει παπούτσια ή κάλτσες. Βγάλε το άλλο μάτι μου, και δώστο σ’ αυτήν, κι ο πατέρας της δεν θα την χτυπήσει». «Θα μείνω μαζί σου μια νύχτα ακόμα», είπε το Χελιδόνι, «αλλά δεν μπορώ να βγάλω το μάτι σου. Θα είσαι τυφλός μετά». «Χελιδόνι, Χελιδονάκι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο πρίγκιπας, «κάνε όπως σου λέω».

Έτσι έβγαλε και το άλλο μάτι του Πρίγκιπα και πέταξε δίπλα από το κορίτσι, και γλίστρησε το κόσμημα στην παλάμη του χεριού της. «Τι υπέροχο κομμάτι από γυαλί» φώναξε το κοριτσάκι και έτρεξε στο σπίτι, γελώντας. Στη συνέχεια, το Χελιδόνι γύρισε στον Πρίγκιπα. «Είσαι τυφλός τώρα», είπε, «γι ‘αυτό θα μείνω μαζί σου πάντα». «Όχι, μικρό μου Χελιδόνι», είπε ο καημένος Πρίγκιπας, «πρέπει να πας μακριά, στην Αίγυπτο». «Θα μείνω για πάντα μαζί σου», είπε το Χελιδόνι, και κοιμήθηκε στα πόδια του Πρίγκιπα.

Όλη την επόμενη μέρα κάθισε στον ώμο του Πρίγκιπα και του είπε ιστορίες για το τι είχε δει σε παράξενα εδάφη. Του είπε για τις κόκκινες θρεσκιόρνιθες, που στέκονται στη σειρά στις όχθες του Νείλου, και πιάνουν χρυσόψαρα με τα ράμφη τους, για την Σφίγγα, που είναι τόσο παλιά όσο ο ίδιος ο κόσμος, και ζει στην έρημο, και ξέρει πάντα, για τους εμπόρους, που περπατούν αργά πλάι στις καμήλες τους, και μεταφέρουν κεχριμπαρένιες χάντρες στα χέρια τους, για τον Βασιλιά των βουνών της Σελήνης, ο οποίος, μαύρος σαν τον έβενο και λατρεύει ένα μεγάλο κρύσταλλο, για το μεγάλο πράσινο φίδι που κοιμάται σε ένα φοίνικα, και έχει είκοσι ιερείς για να το ταΐζουν με κέικ μελιού, και για τους πυγμαίους που πλέουν σε μια μεγάλη λίμνη στα μεγάλα επίπεδα φύλλα, και είναι πάντα σε πόλεμο με τις πεταλούδες. «Αγαπητό μου Χελιδονάκι», είπε ο Πρίγκιπας, «μου λες εκπληκτικά πράγματα, αλλά περισσότερο από οτιδήποτε, πιο εκπληκτική είναι η δυστυχία των ανδρών και των γυναικών. Δεν υπάρχει τίποτα τόσο σημαντικό όσο η δυστυχία. Πέταξε πάνω από την πόλη μου, μικρό μου Χελιδόνι, και πες μου τι βλέπεις».

Έτσι το Χελιδόνι πέταξε πάνω από τη μεγάλη πόλη, και είδε τους πλούσιους να είναι χαρούμενοι στα όμορφα σπίτια τους, ενώ οι ζητιάνοι κάθονταν στις πόρτες. Πέταξε σε σκοτεινά δρομάκια, και είδα τα λευκά πρόσωπα πεινασμένων παιδιών να κοιτούν τους μαύρους δρόμους. Κάτω από μια γέφυρα δύο μικρά αγόρια ήταν αγκαλιά για να κρατηθούν ζεστά. «Πόσο πεινασμένοι είμαστε!» είπαν. «Δεν επιτρέπεται να βρίσκεστε εδώ», φώναξε ο φρουρός, και βγήκαν στη βροχή. Στη συνέχεια πέταξε πίσω και είπε στον Πρίγκιπα όσα είχε δει.

«Είμαι καλυμμένος με χρυσάφι», είπε ο Πρίγκιπας, «πρέπει να το βγάλεις φύλλο φύλλο, και να το δώσεις στους ανθρώπους-πάντα πίστευαν ότι ο χρυσός μπορεί να τους κάνει ευτυχισμένους». Φύλλο φύλλο, το Χελιδόνι πήρε το χρυσάφι μακριά, μέχρι που ο Πρίγκιπας φαινόταν θαμπός και γκρίζος. Φύλλο φύλλο, πήγαινε το χρυσό στους φτωχούς, και τα πρόσωπα των παιδιών κοκκίνισαν, και γέλασαν και έπαιξαν παιχνίδια στο δρόμο. «Έχουμε ψωμί τώρα!» φώναζαν.

Στη συνέχεια, το χιόνι ήρθε, και μετά το χιόνι ήρθε ο παγετός. Οι δρόμοι φαινόταν σαν να ήταν από ασήμι, τόσο λαμπεροί και γυαλιστεροί. Το καημένο το Χελιδόνι κρύωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν θα άφηνε τον Πρίγκιπα, που τον αγαπούσε πάρα πολύ. Μάζευε ψίχουλα έξω από την πόρτα του φούρναρη, όταν εκείνος δεν κοιτούσε και προσπαθούσε να κρατηθεί ζεστό με το χτύπημα των φτερών του. Αλλά τελικά ήξερε ότι επρόκειτο να πεθάνει. Είχε μόνο δύναμη για να πετάξει μέχρι τον ώμο του Πρίγκιπα για μια ακόμη φορά.

«Αντίο, αγαπητέ Πρίγκιπα!» μουρμούρισε, «θα μου επιτρέψεις να φιλήσω το χέρι σου;»

«Χαίρομαι που θα πας στην Αίγυπτο επιτέλους, μικρό μου Χελιδόνι», δήλωσε ο Πρίγκιπας, «έχεις μείνει πολύ καιρό εδώ. Μα πρέπει να με φιλήσεις στα χείλη, γιατί σ ‘αγαπώ». «Δεν θα πάω στην Αίγυπτο», είπε το Χελιδόνι. «Πάω στον οίκο του Θανάτου. Ο θάνατος είναι ο αδελφός του Ύπνου, έτσι δεν είναι;» Και φίλησε τον Ευτυχισμένο Πρίγκιπα στα χείλη, και έπεσε νεκρός στα πόδια του. Εκείνη τη στιγμή μια περίεργη ρωγμή ακούστηκε μέσα στο άγαλμα, σαν κάτι να είχε σπάσει. Ήταν η μαύρη, μολυβένια καρδιά που είχε σπάσει στα δύο. Σίγουρα ήταν ένας φοβερά σκληρός παγετός.

Νωρίς το επόμενο πρωί ο Δήμαρχος περπατούσε στην πλατεία, και βλέποντας το άγαλμα, είπε στους δημοτικούς συμβούλους: «πόσο άθλιος φαίνεται ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας!». «Πόσο άθλιος πραγματικά!” φώναξε ο σύμβουλος, ο οποίος πάντα συμφώνησε με τον Δήμαρχο. «Το ρουμπίνι έχει βγει από το σπαθί του, τα μάτια του έχουν φύγει, και δεν έχει χρυσό πια», είπε ο Δήμαρχος, «στην πραγματικότητα, είναι λίγο καλύτερος από ένα ζητιάνο!». «Λίγο καλύτερος από ένα ζητιάνο», είπαν οι δημοτικοί σύμβουλοι. «Και υπάρχει ένα νεκρό πουλί στα πόδια του!» συνέχισε ο Δήμαρχος. «Πρέπει να εκδοθεί μια διακήρυξη ότι τα πουλιά δεν επιτρέπεται να πεθαίνουν εδώ». Και η γραμματέας σημείωσε την πρόταση. Έτσι γκρέμισαν το άγαλμα του Πρίγκιπα. «Αφού δεν είναι πλέον όμορφος δεν είναι χρήσιμος», δήλωσε ο Καθηγητής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο. Στη συνέχεια έλιωσαν το άγαλμα σε μια κάμινο, και ο Δήμαρχος είχε μια συνάντηση με τους συμβούλους για να αποφασίσουν τι θα γίνει με το μέταλλο. «Πρέπει να έχουμε ένα άλλο άγαλμα, φυσικά», είπε, «και πρέπει να είναι ένα άγαλμα δικό μου». «Δικό μου», δήλωσε ο κάθε Σύμβουλος, και άρχισαν να μαλώνουν. Την τελευταία φορά που άκουσα γι’ αυτούς μάλωναν ακόμα.

«Τι παράξενο πράγμα!» είπαν οι εργάτες στα χυτήρια. «Αυτή η σπασμένη καρδιά δεν λιώνει στο φούρνο. Πρέπει να την πετάξουμε». Έτσι την πέταξαν εκεί που είχαν πετάξει και το νεκρό Χελιδόνι.

«Φέρε μου τα δύο πιο πολύτιμα πράγματα της πόλης», είπε ο Θεός σε έναν από τους αγγέλους του, και ο άγγελος του έφερε τη μαύρη καρδιά και το νεκρό πουλί. «Έχεις επιλέξει σωστά», είπε ο Θεός, «στο κήπο του Παραδείσου αυτό το μικρό πουλί θα τραγουδά για πάντα, και στην πόλη του χρυσού ο Ευτυχισμένος Πρίγκιπας θα με δοξάζει».

Oscar Wilde, ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Μελέτη απαντάει στο κατά πόσο τα μαθήματα μουσικής μπορούν να βελτιώσουν τη γλωσσική ικανότητα

Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η μουσική εκπαίδευση μπορεί να βελτιώσει τις γλωσσικές ικανότητες. Ωστόσο, ήταν άγνωστο εάν τα μαθήματα μουσικής βελτιώνουν γενικά την γνωστική ικανότητα, οδηγώντας σε καλύτερη γλωσσική επάρκεια ή αν η επίδραση της μουσικής είναι περισσότερο εξειδικευμένη στη γλωσσική επεξεργασία.

Μια νέα μελέτη από το MIT αποκάλυψε ότι τα μαθήματα πιάνου έχουν μια πολύ εξειδικευμένη επίδραση στην ικανότητα των παιδιών που φοιτούν στο νηπιαγωγείο να διαφοροποιούν διαφορετικούς τόνους, που μεταφράζεται σε βελτίωση στη διάκριση μεταξύ των ομιλούμενων λέξεων. Ωστόσο, τα μαθήματα πιάνου δεν εμφανίζονται να εισφέρουν οποιοδήποτε όφελος στην όλη γνωστική ικανότητα, όπως μετριέται από το IQ, τη διάρκεια συγκέντρωσης και την εργαζόμενη μνήμη. «Τα παιδιά δεν διέφεραν στις περισσότερο γενικές γνωστικές μετρήσεις, όμως έδειξαν κάποιες βελτιώσεις στη διάκριση των λέξεων, ειδικότερα για το σύμφωνα. Εκεί, η ομάδα των παιδιών του πιάνου έδειξε την καλύτερη βελτίωση», ανέφερε ο Robert Desimone, διευθυντής του Ινστιτούτου McGovern του MIT για την Έρευνα του Εγκεφάλου και κύριος συγγραφέας της μελέτης.

Η μελέτη που διενεργήθηκε στο Πεκίνο, υποστηρίζει ότι η μουσική εκπαίδευση είναι τουλάχιστον τόσο ωφέλιμη στη βελτίωση των γλωσσικών ικανοτήτων – και πιθανώς περισσότερο ωφέλιμη – από ότι προσφέρουν τα επιπλέον μαθήματα ανάγνωσης. Το σχολείο στο οποίο διενεργήθηκε η μελέτη συνεχίζει να προσφέρει στους μαθητές του μαθήματα πιάνου και οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν και άλλα σχολεία να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τις προσφορές τους στη μουσική γνώση. Η μελέτη παρουσιάστηκε στα Proceedings of the National Academy of Sciences, 25 Ιουνίου, με επικεφαλής συγγραφέα την Yun Nan, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πρότυπο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου (Beijing Normal University).

Τα οφέλη της μουσικής
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι, κατά μέσο όρο, οι μουσικοί αποδίδουν καλύτερα από τους μη μουσικούς σε δράσεις όπως η κατανόηση κειμένου, διάκριση του λόγου από το θόρυβο υποβάθρου και ταχεία ακουστική επεξεργασία. Ωστόσο, οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες έγιναν ρωτώντας τα άτομα σχετικά με την προηγούμενη μουσική εκπαίδευσή τους. Οι ερευνητές του MIT ήθελαν να πραγματοποιήσουν μια περισσότερο ελεγχόμενη μελέτη στην οποία θα μπορούσαν παιδιά με τυχαία ανάθεση να λάβουν ή όχι μαθήματα μουσικής και μετά να μετρήσουν τις επιδράσεις.

Αποφάσισαν να κάνουν τη μελέτη σε ένα σχολείο στο Πεκίνο, μαζί με ερευνητές από το Ινστιτούτο IDG/McGovern στο Πρότυπο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, εν μέρει επειδή οι αξιωματούχοι της εκπαίδευσης ενδιαφέρθηκαν να μελετήσουν την αξία της μουσικής εκπαίδευσης κατ’ αντιπαράθεση με την πρόσθετη διδασκαλία ανάγνωσης. Τα 74 παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: μια που έλαβε 45 λεπτών μαθήματα πιάνου, τρεις φορές την εβδομάδα, μια άλλη που έλαβε πρόσθετη διδασκαλία ανάγνωσης κειμένου για τις ίδιες χρονικές περιόδους και άλλη μια που δεν δέχθηκε καμιά παρέμβαση. Όλα τα παιδιά ήταν 4 ή 5 ετών και μιλούσαν Μανδαρινικά ως μητρική γλώσσα.

Έξι μήνες μετά, οι ερευνητές έλεγξαν τα παιδιά για την ικανότητα της διάκρισης λέξεων που βασίζονται σε διαφορές στα φωνήεντα, στα σύμφωνα ή στον τόνο (πολλές λέξεις της μανδαρινικής διαφέρουν μόνο στον τόνο). Η καλύτερη διάκριση λέξεων συνήθως ανταποκρίνεται σε καλύτερη φωνολογική αντίληψη – την αντίληψη της δομής του ήχου των λέξεων, πράγμα που είναι βασικό συστατικό για την εκμάθηση της ανάγνωσης. Τα παιδιά που είχαν λάβει μαθήματα πιάνου, έδειξαν σημαντικό πλεονέκτημα επί των παιδιών της ομάδας που έλαβε πρόσθετη διδασκαλία ανάγνωσης, στη διάκριση μεταξύ των λέξεων που διαφέρουν κατά ένα σύμφωνο. Τα παιδιά τόσο στην ομάδα του πιάνου όσο και στην ομάδα της πρόσθετης στήριξης απέδωσαν καλύτερα από ότι τα παιδιά που δεν έλαβαν καμιά παρέμβαση όταν πήγαιναν να διακρίνουν λέξεις που βασίζονταν στις διαφορές φωνηέντων.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης ηλεκτροεγκεφαλογραφία (EEG) για να μετρήσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα και βρήκαν ότι τα παιδιά στην ομάδα του πιάνου είχαν ισχυρότερες αποκρίσεις από ότι τα άλλα παιδιά όταν άκουγαν μια σειρά από τόνους διαφορετικών εντάσεων. Αυτό υποδηλώνει ότι μια μεγαλύτερη ευαισθησία για τις διαφορετικές εντάσεις είναι αυτό που βοήθησε τα παιδιά που έλαβαν μαθήματα πιάνου για την καλύτερη διάκριση διαφορετικών λέξεων, αναφέρει ο Desimone. «Αυτό είναι σημαντικό για τα παιδιά στην εκμάθηση της γλώσσας: μπορούν να ακούν τις διαφορές μεταξύ των λέξεων», αναφέρει. «Πραγματικά επωφελήθηκαν από αυτό».

Σε τεστ IQ και εργαζόμενης μνήμης, οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία σημαντική διαφορά μεταξύ των τριών ομάδων των μαθητών που υποδηλώνει ότι τα μαθήματα πιάνου δεν εισφέρουν καμία βελτίωση στη συνολική γνωστική λειτουργία. Ωστόσο, τα ευρήματα της έρευνας φέρνουν στο προσκήνιο ένα σημαντικό ερώτημα, αναφέρει ο καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Tufts, Aniruddh Patel: του εάν η ορχηστρική μουσική εκπαίδευση μπορεί να βελτιώσει την επεξεργασία της ομιλίας.

«Η μελέτη αυτή απαντά στο ερώτημα καταφατικά, με έναν κομψό σχεδιασμό που άμεσα συγκρίνει την επίδραση της μουσικής και της γλωσσικής διδασκαλίας στα νεαρά παιδιά. Η εργασία ιδιαιτέρως συσχετίζει συμπεριφορικές βελτιώσεις στην αντίληψη του λόγου με την νευρωνική επίπτωση της μουσικής εκγύμνασης, που έχει σημασία τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και στον πραγματικό κόσμο», αναφέρει ο Patel, ο οποίος δεν εμπλέκεται στην έρευνα αυτή.

Ο Desimone ελπίζει τώρα να μπορέσει να εμβαθύνει περαιτέρω στις νευρολογικές αλλαγές που προκαλούνται από την μουσική εκπαίδευση. Ένας τρόπος για να το κάνει αυτό είναι να πραγματοποιήσει τεστ EEG πριν και μετά από ένα μόνο εντατικό μάθημα μουσικής για να δει πόσο μεταβάλλεται η δραστηριότητα του εγκεφάλου

Έχουμε περισσότερες αποδείξεις ότι δύο εξωπλανήτες σαν τη Γη έχουν σταθερά κλίματα και εποχές

Δύο εξωπλανήτες που νομίζαμε ότι είναι παρόμοιοι με τη Γη, είναι παρόμοιοι τουλάχιστον στο κλίμα. Ο Kepler-186f είναι ο πρώτος προσδιορισμένος πλανήτης στο μέγεθος της Γης έξω από το ηλιακό μας σύστημα, που περιστρέφεται γύρω από ένα αστέρι στην κατοικήσιμη ζώνη του. Αυτό σημαίνει ότι είναι σε σωστή απόσταση από το γονικό του αστέρι για να υπάρχει υγρό νερό στην επιφάνεια του. Ο δεύτερος είναι μία υπερ-Γαία, ο Kepler-62f.
 
Το νέο μας σπίτι θα μπορούσε να είναι πιο κοντά από όσο νομίζουμε
 
Η μελέτη, η οποία εμφανίζεται στην Αστρονομική Εφημερίδα, χρησιμοποίησε προσομοιώσεις για να αναλύσει και να προσδιορίσει τη δυναμική περιστροφής του εξωπλανήτη.
 
Αυτές οι δυναμικές καθορίζουν κατά πόσο κλίνει από τον άξονά του ένας πλανήτης και πως η γωνία κλίσης εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου. Η αξονική κλίση ως γνωστόν συμβάλλει στις εποχές και το κλίμα, επειδή επηρεάζει την ποσότητα του φωτός του ήλιου χτυπά στην επιφάνεια του πλανήτη.
 
Οι ερευνητές προτείνουν ότι η αξονική κλίση του Kepler-186f είναι πολύ σταθερή, όπως της Γη, καθιστώντας έτσι πιθανό να έχει κανονικές εποχές και σταθερό κλίμα. Περαιτέρω, πιστεύουν ότι το ίδιο ισχύει και για τον Kepler-62f, έναν πλανήτη μεγέθους μεγαλύτερου από τη Γη, μία υπερ-Γαία που περιστρέφεται γύρω από ένα αστέρι περίπου 1.200 έτη φωτός μακριά μας.

Ασταθής Άρης
Πόσο σημαντική είναι η αξονική κλίση για το κλίμα; Η μεγάλη μεταβλητότητα της αξονικής κλίσης θα μπορούσε να είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο ο Άρης μεταμορφώθηκε από ένα υδατώδες τοπίο πριν από δισεκατομμύρια χρόνια στη σημερινή άγονη έρημο, λένε οι ερευνητές.
 
«Ο Άρης βρίσκεται μεν στην κατοικήσιμη ζώνη του ηλιακού μας συστήματος, αλλά η αξονική του κλίση είναι πολύ ασταθής – κυμαίνεται από μηδέν έως 60 μοίρες», λέει ο Gongjie Li, επίκουρος καθηγητής φυσικής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Γεωργίας.
 
«Αυτή η αστάθεια πιθανόν συνέβαλε στην αποσύνθεση της ατμόσφαιρας του Άρη και στην εξάτμιση των επιφανειακών υδάτων».
 
Για σύγκριση, η αξονική κλίση της Γης κυμαίνεται πολύ πιο ήπια – μεταξύ 22,1 και 24,5 μοίρες, πηγαίνοντας από το ένα άκρο προς το άλλο κάθε 10.000 περίπου χρόνια.
 
Η γωνία προσανατολισμού της τροχιάς ενός πλανήτη γύρω από το γονικό αστέρι του γίνεται όταν ταλαντεύεται μέσω βαρυτικής αλληλεπίδρασης με άλλους πλανήτες στο ίδιο σύστημα. Εάν η τροχιά ταλαντευόταν με την ίδια ταχύτητα όπως η μετατόπιση του άξονα περιστροφής του πλανήτη (παρόμοια με την κυκλική κίνηση που εκδηλώνεται από τον άξονα περιστροφής ενός γυροσκοπίου), τότε ο άξονας περιστροφής θα κυλούσε επίσης εμπρός και πίσω, και μερικές φορές δραματικά.
 
Ο Άρης και η Γη λοιπόν αλληλεπιδρούν έντονα μεταξύ τους, καθώς και με τον Ερμή και τη Αφροδίτη. Ως αποτέλεσμα, από μόνοι τους, οι άξονες περιστροφής τους θα προχωρούσαν με τον ίδιο ρυθμό με την τροχιακή ταλάντωση, η οποία μπορεί να προκαλέσει μεγάλες διακυμάνσεις στην αξονική κλίση τους.
 
Ποιά είναι η επίδραση της Σελήνης πάνω στη Γη;
Ευτυχώς, η Σελήνη διατηρεί τις διακυμάνσεις της Γης υπό έλεγχο. Το φεγγάρι αυξάνει τον ρυθμό προπόρευσης του άξονα περιστροφής του πλανήτη μας και τον κάνει να διαφέρει από τον ρυθμό των ταλαντώσεων. Ο Άρης, από την άλλη πλευρά, δεν διαθέτει αρκετά μεγάλο δορυφόρο για να σταθεροποιήσει την αξονική του κλίση.
 
Φαίνεται όμως ότι και οι δύο προαναφερθέντες εξωπλανήτες διαφέρουν πολύ από τον Άρη και τη Γη, επειδή έχουν ασθενέστερη σύνδεση με τους αδελφούς τους πλανήτες. Δεν γνωρίζουμε αν διαθέτουν φεγγάρια, αλλά οι υπολογισμοί των αστρονόμων δείχνουν ότι ακόμη και χωρίς δορυφόρους, οι άξονες περιστροφής των Kepler-186f και 62f θα παρέμεναν σταθεροί για δεκάδες εκατομμύρια χρόνια».
 
Το Kepler-186f είναι λιγότερο από 10% μεγαλύτερο σε ακτίνα από τη Γη, αλλά η μάζα, η σύνθεση και η πυκνότητά του παραμένουν ένα μυστήριο. Περιστρέφεται  γύρω από το γονικό του αστέρι κάθε 130 ημέρες.
 
Σύμφωνα με τη NASA, η μεγαλύτερη φωτεινότητα αυτού του αστέρα όπως φαίνεται στον 186f, θα μοιάζει όσο φαίνεται ο ήλιος μας λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα εδώ στη Γη. Το Kepler-186f βρίσκεται στον αστερισμό Κύκνος ως μέρος ενός συστήματος πέντε αστέρων.
 
Το Kepler-62f ήταν για αρκετό καιρό ο εξωπλανήτης που έμοιαζε αρκετά της Γης, έως ότου οι επιστήμονες παρατήρησαν το 186f το 2014. Είναι περίπου 40% μεγαλύτερο από τον πλανήτη μας και είναι πιθανόν ένας χερσαίος ή ωκεάνιος κόσμος.
 
Βρίσκεται στον αστερισμό Λύρα και είναι ο εξώτατος πλανήτης ανάμεσα σε πέντε εξωπλανήτες που περιστρέφονται γύρω από ένα αστέρι.
 
Αυτό δεν σημαίνει ότι είτε ο εξωπλανήτης έχει νερό, πόσο μάλλον ζωή. Αλλά και οι δύο εξωπλανήτες είναι σχετικά καλοί υποψήφιοι.
 
«Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνουμε αρκετά για την προέλευση της ζωής για να αποκλείσουμε τη δυνατότητα παρουσίας τους σε πλανήτες με ακανόνιστες εποχές», λέει ο Li. «Ακόμα και στη Γη, η ζωή είναι εξαιρετικά διαφορετική και έχει δείξει απίστευτη ανθεκτικότητα σε εξαιρετικά εχθρικά περιβάλλοντα.
 
«Αλλά ένας κλιματικά σταθερός πλανήτης μπορεί να είναι ένα πιο άνετο μέρος για να ξεκινήσει η ζωή».

Η αριστοτελική εκδοχή του αγαθού και το ύψιστο έργο του ανθρώπου

Ο Αριστοτέλης, μετά την απόρριψη της πλατωνικής εκδοχής του αγαθού, έρχεται και πάλι αντιμέτωπος με το ερώτημα: «Ας ξαναγυρίσουμε λοιπόν, άλλη μια φορά, στο αγαθό που αποτελεί το αντικείμενο της έρευνάς μας: Ποια μπορεί άραγε να είναι η ουσία του;» (1097a 7, 18-19).
 
Το πρώτο πράγμα που ξεκαθαρίζεται είναι ότι πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η διαφορετικότητα των τομέων της ανθρώπινης δράσης, ώστε να γίνει κατανοητό ότι αντιστοίχως θα διαφοροποιείται και το αγαθό που επιδιώκεται: «Ασφαλώς το αγαθό είναι άλλο στη μια και άλλο σε άλλη πράξη, άλλο στη μια κι άλλο σε άλλη τέχνη: άλλο στην ιατρική και άλλο στη στρατηγική τέχνη· παρόμοια και στις άλλες τέχνες. Ποιο είναι λοιπόν το αγαθό στην περίπτωση της καθεμιάς τους;» (1097a 7, 19-21).
 
Σε τελική ανάλυση το αγαθό δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με τους στόχους του εκάστοτε τομέα που διερευνάται. Άλλους στόχους έχει η ιατρική, άλλους η στρατηγική. Βρισκόμαστε ξανά μπροστά στην αριστοτελική τελεολογία, που θέτει τα πάντα στην υπηρεσία ενός σκοπού. Η επίτευξη του σκοπού είναι η ολοκλήρωση, το τέλος,  κάθε πράγματος: «Στην ιατρική αυτό είναι η υγεία, στη στρατηγική η νίκη, στην οικοδομική το σπίτι, σε μιαν άλλη τέχνη κάτι άλλο· σε κάθε πράξη, σε κάθε διαδικασία επιλογής και προτίμησης αγαθό είναι το τέλος· για χάρη του όλοι οι άνθρωποι κάνουν ό,τι άλλο κάνουν». (1097a 7, 22-26).
 
Και προτίθεται να γίνει κατατοπιστικότερος: «Αν λοιπόν υπάρχει ένα τέλος για όλες τις πράξεις των ανθρώπων, αυτό θα είναι το αγαθό που οι άνθρωποι μπορούν να αποκτήσουν με τις πράξεις τους, και αν υπάρχουν περισσότερα από ένα, αυτά θα είναι τα αγαθά που μπορούν να αποκτήσουν με τις πράξεις τους οι άνθρωποι». (1097a 7, 26-28). Η μοναδικότητα του απόλυτου αγαθού-Ιδέα, όπως ορίστηκε από τον Πλάτωνα, είναι αδύνατο να επαληθευτεί από την πράξη.
 
Ο Αριστοτέλης ανοίγοντας το δικό του δρόμο για τη διερεύνηση του θέματος τοποθετεί τα δεδομένα σε νέες βάσεις συνυπολογίζοντας όλες τις παραμέτρους, δηλαδή όλα τα τέλη της ανθρώπινης συμπεριφοράς: «Αφού είναι προφανές ότι υπάρχουν περισσότερα από ένα τέλη, και ότι μερικά από αυτά (τον πλούτο π.χ., τους αυλούς και γενικά τα όργανα) τα επιλέγουμε για χάρη κάποιου άλλου τέλους, είναι φανερό ότι όλα τους δεν είναι τελικά τέλη· το ύψιστο όμως αγαθό είναι φανερό ότι είναι ένα τελικό τέλος». (1097a 7, 31-34). Το συμπέρασμα έρχεται αβίαστα: «Αν ένα μόνο από τα τέλη είναι τελικό, αυτό θα είναι το αγαθό που αναζητούμε· αν, πάλι είναι περισσότερα από ένα, τότε το αγαθό που αναζητούμε θα είναι το πιο τελικό από αυτά». (1097a 7, 34-36).
 
Με άλλα λόγια, εφόσον η εκπλήρωση του σκοπού κάθε ενέργειας αποτελεί το αγαθό γι’ αυτήν, είναι επόμενο ότι υπάρχουν πολλά αγαθά ανάλογα με τη φύση κάθε ενέργειας. Αν, όμως, κάποιος θελήσει να βρει το σπουδαιότερο αγαθό, που εμπεριέχει όλα τα άλλα, δε μένει παρά να βρει τον τελικό σκοπό (τελικό τέλος) που εξυπηρετούν όλοι οι  επιμέρους στόχοι (τέλη).
 
Για τον Αριστοτέλη δεν θα μπορούσε να υπάρξει άλλος τέτοιος ολικός σκοπός από την ανθρώπινη ευτυχία: «Ένα τέτοιο αγαθό είναι κατά τη γνώμη όλων ανεξαίρετα η ευδαιμονία, γιατί αυτήν την επιλέγουμε πάντοτε γι’ αυτό που είναι η ίδια και ποτέ για χάρη κάποιου άλλου αγαθού, ενώ την τιμή, την ηδονή, τη διανοητική δραστηριότητα και γενικά κάθε αρετή τις επιλέγουμε, βέβαια, και γι’ αυτό που είναι (γιατί, ακόμη και αν δεν προέκυπτε κανένα άλλο όφελος από αυτές, εμείς θα τις επιλέγαμε), τις επιλέγουμε όμως και για χάρη της ευδαιμονίας, επειδή θεωρούμε ότι μέσω αυτών θα γίνουμε ευδαίμονες». (1097b 7, 1-6).
 
Η ανάδειξη της ευτυχίας σε ύψιστο αγαθό είναι η πεποίθηση ότι η φιλοσοφία οφείλει να κινηθεί στα ανθρώπινα μέτρα. Ο ορισμός ενός αγαθού-Ιδέα, που δεν ξεκαθαρίζεται με σαφήνεια, δεν αφορά τον άνθρωπο, αφού δεν του δίνει το στίγμα της συμμετοχής. Η φιλοσοφία, ως αποκλειστικό γέννημα του ανθρώπου, νοηματοδοτείται μόνο όταν εξυπηρετεί τις ανθρώπινες ανάγκες. Από αυτή την άποψη, μέριμνά της δεν είναι η αναζήτηση ενός υπερβατικό-θεϊκού αγαθού, αλλά του ανθρώπινου αγαθού. Μιλώντας με αριστοτελικούς όρους θα λέγαμε ότι και η φιλοσοφία έχει το δικό της τέλος, το οποίο είναι αλληλένδετο με τον άνθρωπο. Σχετίζεται, δηλαδή, με τη ζωή και την καθημερινότητά του. Η φιλοσοφία που δεν εκφράζεται με γήινους όρους δεν είναι φιλοσοφία.
 
Κι αφού όλα τοποθετούνται σε ανθρώπινες βάσεις, η ευτυχία δεν μπορεί να πραγματωθεί χωρίς τη συνάρτηση της αυτάρκειας: «Στο ίδιο αποτέλεσμα μας οδηγεί και η έννοια της αυτάρκειας· γιατί κατά την κοινή αντίληψη το τελικό αγαθό είναι αύταρκες. Με το “αύταρκες” όμως δεν εννοούμε κάτι που είναι αρκετό μόνο για το ίδιο το άτομο, για κάποιον δηλαδή που ζει μοναχική ζωή, αλλά και για τους γονείς του, τα παιδιά του, τη γυναίκα του και, γενικά, για τους φίλους και συμπολίτες του, δεδομένου ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος από τη φύση να ζει σε πόλη…». (1097b 7, 8-13).
 
Το ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση προορισμένος να ζει σε πόλη έχει αποδειχθεί από τον Αριστοτέλη στα «Πολιτικά», αφού η ίδια η δυνατότητα του λόγου (και ως ομιλία και ως λογική) τον καθιστά ικανό να συλλάβει τις λεπτές έννοιες της ηθικής αρετής και του δικαίου, που επί της ουσίας συγκροτούν τη συνύπαρξη. Όμως, και πέρα απ’ αυτό, αποδεχόμενος ότι ο τελικός προορισμός για τον άνθρωπο είναι η ευτυχία, καθιστά σαφές ότι μόνο μέσα στην πόλη μπορεί να επιτευχθεί αυτό, καθώς η ευτυχία του ανθρώπου αφορά την εκπλήρωση όλων των αναγκών του.
 
Κι εδώ ερχόμαστε και πάλι στην αυτάρκεια, η οποία δεν αφορά μόνο τα απαραίτητα υλικά αγαθά (ούτε βέβαια και τα παραβλέπει), αλλά εμπεριέχει όλες τις προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν στον άνθρωπο τη γαλήνη. Γι’ αυτό η ιδανική πόλη πρέπει να έχει γύρω της εύφορα εδάφη (εξασφάλιση υλικών αγαθών), ισχυρό στρατό και στρατηγική θέση για την άμυνά της (αίσθημα ασφάλειας), οργανωμένη παιδεία (εκπλήρωση πνευματικών αναγκών), σωστή διοίκηση κι ευνομία (διασφάλιση δικαίου και ατομικών δικαιωμάτων). Αν δεν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις, η αυτάρκεια δεν υφίσταται κι αυτό καθιστά την πόλη ανίσχυρη κι ευάλωτη, πράγμα επίφοβο για την ευτυχία των πολιτών.
 
Αλλά και σε επίπεδο καθαρά εννοιολογικό ο συσχετισμός της αυτάρκειας με την ευδαιμονία είναι αναπόδραστος: «για “αύταρκες”, πάντως, μιλούμε, όταν ο λόγος μας είναι για κάτι που και μόνο του κάνει τη ζωή επιθυμητή και δίχως καμιά απολύτως έλλειψη. Τέτοια πιστεύουμε ότι είναι η ευδαιμονία». (1097b 7, 17-19). Για να συμπεράνει: «Γίνεται  λοιπόν έτσι φανερό ότι η ευδαιμονία είναι ένα τελικό αγαθό, κάτι που και από μόνο του είναι αρκετό για τον άνθρωπο: είναι το τέλος των πράξεών μας». (1097b 7, 24-25).
 
Το ζήτημα όμως δεν μπορεί να σταματήσει εδώ: «Ίσως όμως το να λέμε ότι το υπέρτατο αγαθό φέρει το όνομα ευδαιμονία, είναι – ολοφάνερα – κάτι το αυτονόητο, κάτι στο οποίο βρίσκονται σύμφωνοι όλοι· μια πιο ξεκάθαρη, ωστόσο, απάντηση στο ερώτημα “Ποια είναι η ουσία του υπέρτατου αγαθού;”, εξακολουθεί να είναι επιθυμητή». (1097b 7, 26-28).
 
Με άλλα λόγια, δε φτάνει να ορίσει κανείς την ευτυχία ως νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Οφείλει να ξεκαθαρίσει τι ακριβώς ορίζεται ως ευτυχία (και κατ’ επέκταση πώς επιτυγχάνεται): «Αυτό θα πετυχαινόταν ίσως, αν πρώτα προσδιοριζόταν το έργο του ανθρώπου. Όπως δηλαδή στην περίπτωση του αυλητή, του γλύπτη, του κάθε τεχνίτη, γενικά σε κάθε περίπτωση που υπάρχει κάποιο έργο και κάποια πράξη, το αγαθό και το τέλειο ενυπάρχει, κατά την αντίληψη όλων, σ’ αυτό το έργο, το ίδιο θα πρέπει να γίνει αποδεκτό και για τον άνθρωπο, αν φυσικά είναι αλήθεια ότι έχει και ο άνθρωπος το δικό του έργο». (1097b 7, 28-33).
 
Για τον Αριστοτέλη είναι αδιανόητο να αρνηθεί κανείς ότι και ο άνθρωπος έχει να επιτελέσει το δικό του έργο ή, για να το πούμε αλλιώς, δε θα μπορούσε να στερείται  τελεολογικής αποστολής: «Αλήθεια τι θα πούμε; Πως ο μαραγκός και ο τσαγκάρης έχουν κάποιο δικό τους έργο και κάποιες δικές τους πράξεις, αυτό όμως δεν ισχύει για τον άνθρωπο, και ότι η φύση τον έκανε ένα ον δίχως έργο; Ή μήπως θα πούμε ότι, όπως το μάτι, το χέρι, το πόδι και γενικά κάθε μέλος του σώματος έχει – ολοφάνερα – κάποιο δικό του έργο, έτσι και ο άνθρωπος έχει, πέρα από όλα αυτά, κάποιο δικό του έργο;» (1097b 7, 33-38).
 
Αυτό που μένει είναι να διερευνηθεί ποιο ακριβώς είναι το έργο του ανθρώπου: «Φυσικά όχι η ζωή, αφού είναι φανερό ότι αυτή αποτελεί κοινό γνώρισμα του ανθρώπου και των φυτών – και εμείς ζητούμε να βρούμε αυτό που προσιδιάζει μόνο στον άνθρωπο. Πρέπει, επομένως, να αποκλεισθεί η θρεπτική και αυξητική ζωή». (1097b 7, 39-40, 1098a 7, 1-2).
 
Ο περιορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης αποκλειστικά στο ζην είναι προφανής υποβάθμιση που αρμόζει περισσότερο στα φυτά – και τα ζώα. Αυτό που ασφαλώς προέχει για τον άνθρωπο είναι το ευ ζην, το οποίο όμως είναι επίσης αδύνατο να προσδιοριστεί με αποκλειστικό γνώμονα την ικανοποίηση των αισθήσεων: «Αμέσως μετά θα ερχόταν αυτή που θα τη λέγαμε “αισθητική” ζωή, είναι όμως φανερό ότι και αυτή αποτελεί κοινό γνώρισμα του ανθρώπου, του αλόγου, του βοδιού και γενικά του κάθε ζώου». (1098a 7, 2-3).
 
Και η «αισθητική» ζωή απορρίπτεται ως κάτι ζωώδες: «Μένει λοιπόν αυτή που θα τη λέγαμε “πρακτική”, αυτή δηλαδή που εκδηλώνεται ως ενέργεια του λογικού μέρους του ανθρώπου». (1098a 7, 3-4). Η λογική δε θα αποτελούσε να μη συμπεριληφθεί στα βασικά κριτήρια για τον καθορισμό του ανθρώπινου έργου, αφού αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Από τη στιγμή που διερευνάται η αποστολή που αρμόζει στον άνθρωπο – και μόνο σ’ αυτόν – είναι φανερό ότι τα κριτήρια πρέπει να αφορούν αποκλειστικά τα δικά του μέτρα. Όμως, η προτεραιότητα της λογικής, για τον Αριστοτέλη, οδηγεί σε μια διπλή εκδοχή: «Αυτό όμως πρέπει να εκληφθεί με διπλό νόημα: αφενός με το νόημα ότι υπακούει στο λόγο και αφετέρου με το νόημα ότι είναι κάτοχος του λόγου και λειτουργεί νοητικά». (1098a 7, 4-6).
 
Κι όχι μόνο αυτό: «Αφού λοιπόν και αυτή η ζωή εκλαμβάνεται με διπλό νόημα, πρέπει να θεωρήσουμε ότι αυτό που εμείς εννοούμε είναι η ζωή ως ενέργεια· γιατί αυτό είναι, κατά την κοινή παραδοχή, το κυριότερο νόημα της λέξης “ζωή”». (1098a 7, 7-8). Το ότι ο άνθρωπος μπορεί να είναι κάτοχος του λόγου δεν αρκεί από μόνο του. Πρέπει να πράττει και αναλόγως (λειτουργεί νοητικά). Με άλλα λόγια, πρέπει να λειτουργεί με γνώμονα τη λογική, να μην υπερβαίνει, δηλαδή, το λογικό μέτρο. Από αυτή την άποψη πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή ενέργεια (δράση) τόσο για να υπηρετήσει τη λογική, που τίθεται ως ανθρώπινη αποστολή, όσο και γιατί αυτό επιβάλλει η ίδια η έννοια της ζωής, καθώς η αδράνεια (και μιλάμε για τη διαρκή αδράνεια της παθητικότητας κι όχι για τις στιγμές της χαλάρωσης) αντίκειται σ’ αυτό που ονομάζουμε ζωτικότητα.
 
Η λογική, ως κυρίαρχο ανθρώπινο γνώρισμα, πρέπει να κινητοποιεί τη δράση προς την κατεύθυνση της αρετής. Η ηθική αρετή έχει άμεση σχέση με τη λογική, καθώς αποτελεί επίσης ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Κι αυτός είναι ο λόγος που ο άνθρωπος είναι σε θέση να οργανώσει κοινωνίες. Η λογική του επιτρέπει να κατανοεί την ηθική αρετή και η ηθική αρετή του δίνει τη δυνατότητα της συνύπαρξης. (Η ηθική αρετή στη ζούγκλα είναι απολύτως άχρηστη). Η πόλη είναι ο μόνος δρόμος για την αυτάρκεια, δηλαδή για την ευδαιμονία. Κι αν ο άνθρωπος θέλει να ζήσει ευτυχισμένος (να εκπληρώσει δηλαδή το σκοπό της ζωής του) οφείλει να ενεργήσει προς αυτή την κατεύθυνση.
 
Από αυτή την άποψη, η ευτυχία είναι ενέργεια της ψυχής, αφού μόνο έτσι μπορεί να κατακτηθεί. Κι αυτό απαιτεί ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής που συμβαδίζει με την ηθική αρετή. Αν ο άνθρωπος δεν κατακτήσει την ηθική αρετή, είναι καταδικασμένος στη δυστυχία: «… αν έτσι έχει το πράγμα και αν έργο του ανθρώπου θεωρούμε έναν ορισμένο τρόπο ζωής, που το περιεχόμενό του είναι ενέργεια και πράξεις της ψυχής βασισμένες στο λόγο, και έργο του εξαίρετου ανθρώπου θεωρούμε ότι είναι το να κάνει τα πράγματα αυτά τέλεια και ωραία». (1098a14-17).
 
Κι αν αυτό δεν είναι αρκετό, ο Αριστοτέλης προτίθεται να επαναδιατυπώσει το συμπέρασμά του: «Αν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, το ύψιστο, τότε, για τον άνθρωπο αγαθό καταντάει να είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνη με την αρετή, κι αν υπάρχουν περισσότερες αρετές, τότε σύμφωνη με την καλύτερη και πιο τέλεια από αυτές». (1098a 7, 18-20).
 
Αριστοτέλης: Ηθικά Νικομάχεια