ΞΕΝΟΦΩΝ, Συμπόσιον ΙΙΙ 8
Τί γάρ σύ, εἶπεν [ὁ Καλλίας], ἐπί τίνι μέγα φρονεῖς, ὦ Ἀντίσθενες; Ἐπί πλούτω, ἔφη.Ὁ μέν δή Ἑρμογένης ἀνήρετο εἰ πολύ εἴη αὐτῶ ἀργύριον. Ὁ δέ ἀπώμοσε μηδέ ὀβολόν. Ἀλλά γῆν πολλήν κέκτησαι; Ἴσως ἄν, ἔφη, Αὐτολύκῳ τούτῳ ἱκανή γένοιτο ἐγκονίσασθαι.
Και συ λοιπόν, Αντισθένη, είπε ο Καλλίας, για ποιο πράγμα καυχιέσαι; “Για τον πλούτο μου”, είπε αυτός. Τότε ο Ερμογένης τον ρώτησε αν είχε πολλά χρήματα, κι εκείνος πήρε όρκο πως δεν είχε ούτε δεκάρα. “Μήπως έχεις πολύ καλλιεργήσιμη γη;” “Όση θα ήταν αρκετή για να κυλιστεί [πριν από την πάλη] τούτος εδώ ο Αυτόλυκος”, είπε ο Αντισθένης.
ΞΕΝΟΦΩΝ, Συμπόσιο IV 34 – 44.
Έλα λοιπόν, είπε ο Σωκράτης, λέγε μας πάλι πώς συμβαίνει, Αντισθένη, ενώ έχεις τόσο μικρή περιουσία, να καυχιέσαι για πλούτο.
“Διότι είμαι της γνώμης, φίλοι, ότι τον πλούτο και την φτώχεια οι άνθρωποι δεν τα έχουν στο σπίτι αλλά στην ψυχή τους. Γιατί βλέπω πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι μ’ όλο που διαθέτουν πάρα πολλά χρήματα, θεωρούν τον εαυτό τους τόσο φτωχό, ώστε καταβάλλουν κάθε προσπάθεια και διακινδυνεύουν τα πάντα προκειμένου να αποκτήσουν περισσότερα· και ξέρω και αδέλφια που αν και κληρονόμησαν ίσα μερίδια ωστόσο ο ένας από αυτούς έχει όσα του χρειάζονται για να ζει και επιπλέον κάποιο περίσσευμα, ενώ ο άλλος στερείται τα πάντα.
Ακούω επίσης για κάποιους τυράννους πως έχουν τέτοια δίψα για λεφτά, ώστε κάνουν πράγματα πολύ χειρότερα κι από τους πιο απένταρους. Γιατί, φυσικά, είναι η ανέχεια που κάνει άλλους να κλέβουν, άλλους να γίνονται διαρρήκτες, άλλους να γίνονται σωματέμποροι· ενώ υπάρχουν κι ορισμένοι τύραννοι που καταστρέφουν ολόκληρες οικογένειες, σκοτώνουν αμέτρητους ανθρώπους, συχνά μάλιστα υποδουλώνουν κι ολόκληρες πολιτείες για τα λεφτά. Αυτούς εγώ τους οικτείρω, και πάρα πολύ, για την πολύ βαριά τους αρρώστια. Μου δίνουν την εντύπωση πως έχουν πάθει ότι κι ένας άνθρωπος με μεγάλη περιουσία, ο οποίος αν και τρώει πολύ, δεν χορταίνει ποτέ.
Όσο για μένα έχω τόσα που κι εγώ ο ίδιος με δυσκολία τα βρίσκω· ωστόσο υπάρχουν αρκετά για να τρώγω ώστε να μην πεινάω και να πίνω ώστε να μην διψώ και να είμαι ντυμένος ώστε όταν είμαι έξω να μην τρέμω από το κρύο περισσότερο απ’ ότι τούτος εδώ ο πάμπλουτος Καλλίας.
Κι όταν βρεθώ στο σπίτι, οι τοίχοι μού φαίνονται σαν πολύ ζεστά ρούχα, τα ταβάνια σαν πολύ χοντρά πανωφόρια, κι η κρεβατόστρωσή μου είναι τόσο επαρκής που δυσκολεύομαι να σηκωθώ από το κρεβάτι. Αν καμιά φορά το σώμα μου νιώσει την ανάγκη να πλαγιάσει με γυναίκα, αρκούμαι σε τέτοιον βαθμό σε ό,τι υπάρχει μπροστά μου, ώστε σ’ όποιες πηγαίνω με γλυκοφιλούν, γιατί κανένας άλλος δεν θέλει να τις πλησιάσει.
Κι όλα αυτά μου φαίνονται έτσι γλυκά, που κάνοντάς τα δεν θα μπορούσα να ευχηθώ να δοκιμάσω μεγαλύτερη χαρά αλλά μάλλον μικρότερη· τόσο πολύ έχω την εντύπωση πως ορισμένα από αυτά είναι πιο ευχάριστα κι απ’ ό,τι θα με συνέφερε. Αλλά πιο σημαντικό κτήμα μέσα στα πλούτη μου θεωρώ τούτο: ότι αν μου αφαιρούσε κάποιος κι αυτά που έχω τώρα, δεν βλέπω να είναι καμιά δουλειά τόσο εξευτελιστική που να μην μου εξασφαλίζει αρκετή τροφή.
Γιατί όποτε νιώσω την ανάγκη να απολαύσω κάτι, δεν παίρνω από την αγορά ακριβά πράγματα – έρχονται, βλέπεις, πανάκριβα – αλλά τα βγάζω μέσα από την ψυχή μου. Κι υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά ως προς την ηδονή, όταν αγγίζω κάτι, αφού πρώτα περιμένω να νιώσω την ανάγκη γι’ αυτό, απ’ ότι όταν δοκιμάζω κάποιο ακριβό πράγμα, έτσι επειδή έτυχε – όπως τώρα δα που πίνω αυτό το θασίτικο κρασί χωρίς να αισθάνομαι δίψα.
Αλήθεια όμως, είναι φυσικό, όσοι έχουν προσανατολιστεί περισσότερο στη λιτότητα παρά στα πολλά λεφτά, να είναι πιο δίκαιοι άνθρωποι. Γιατί όσοι πιστεύουν ότι αυτά που οι ίδιοι έχουν είναι με το παραπάνω αρκετά, ελάχιστα ορέγονται όσα έχουν οι άλλοι.
Κι αξίζει ακόμη να καταλάβει κανείς ότι ένας τέτοιος πλούτος κάνει τους ανθρώπους γενναιόδωρους. Γιατί και τούτος εδώ ο Σωκράτης, στον οποίο οφείλω αυτό τον πλούτο, μου πρόσφερε μια βοήθεια όχι περιορισμένη και με μέτρο, αλλά ό,τι μπορούσα να το κρατήσω μου το έδινε· κι εγώ τώρα δεν φθονώ κανέναν, αλλά τον θησαυρό που έχω στην ψυχή μου τον δείχνω σ’ όλους τους φίλους και τον προσφέρω σ’ όποιον τον θέλει.
Και το πιο περίκομψο κτήμα μου: το βλέπετε πως πάντα έχω ελεύθερο χρόνο, ώστε και να βλέπω όσα αξίζουν να τα βλέπει κανείς, και να ακούω όσα αξίζουν να τα ακούει και – πράγμα που εγώ το θεωρώ πολύτιμο – να περνώ απερίσπαστος την ημέρα μου μαζί με τον Σωκράτη.
Κι αυτός πάλι δεν θαυμάζει όσους έχουν πολύ χρυσάφι, αλλά συναναστρέφεται αυτούς που του είναι αρεστοί”.
Αυτά είπε ο Αντισθένης.
Τί γάρ σύ, εἶπεν [ὁ Καλλίας], ἐπί τίνι μέγα φρονεῖς, ὦ Ἀντίσθενες; Ἐπί πλούτω, ἔφη.Ὁ μέν δή Ἑρμογένης ἀνήρετο εἰ πολύ εἴη αὐτῶ ἀργύριον. Ὁ δέ ἀπώμοσε μηδέ ὀβολόν. Ἀλλά γῆν πολλήν κέκτησαι; Ἴσως ἄν, ἔφη, Αὐτολύκῳ τούτῳ ἱκανή γένοιτο ἐγκονίσασθαι.
Και συ λοιπόν, Αντισθένη, είπε ο Καλλίας, για ποιο πράγμα καυχιέσαι; “Για τον πλούτο μου”, είπε αυτός. Τότε ο Ερμογένης τον ρώτησε αν είχε πολλά χρήματα, κι εκείνος πήρε όρκο πως δεν είχε ούτε δεκάρα. “Μήπως έχεις πολύ καλλιεργήσιμη γη;” “Όση θα ήταν αρκετή για να κυλιστεί [πριν από την πάλη] τούτος εδώ ο Αυτόλυκος”, είπε ο Αντισθένης.
ΞΕΝΟΦΩΝ, Συμπόσιο IV 34 – 44.
Έλα λοιπόν, είπε ο Σωκράτης, λέγε μας πάλι πώς συμβαίνει, Αντισθένη, ενώ έχεις τόσο μικρή περιουσία, να καυχιέσαι για πλούτο.
“Διότι είμαι της γνώμης, φίλοι, ότι τον πλούτο και την φτώχεια οι άνθρωποι δεν τα έχουν στο σπίτι αλλά στην ψυχή τους. Γιατί βλέπω πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι μ’ όλο που διαθέτουν πάρα πολλά χρήματα, θεωρούν τον εαυτό τους τόσο φτωχό, ώστε καταβάλλουν κάθε προσπάθεια και διακινδυνεύουν τα πάντα προκειμένου να αποκτήσουν περισσότερα· και ξέρω και αδέλφια που αν και κληρονόμησαν ίσα μερίδια ωστόσο ο ένας από αυτούς έχει όσα του χρειάζονται για να ζει και επιπλέον κάποιο περίσσευμα, ενώ ο άλλος στερείται τα πάντα.
Ακούω επίσης για κάποιους τυράννους πως έχουν τέτοια δίψα για λεφτά, ώστε κάνουν πράγματα πολύ χειρότερα κι από τους πιο απένταρους. Γιατί, φυσικά, είναι η ανέχεια που κάνει άλλους να κλέβουν, άλλους να γίνονται διαρρήκτες, άλλους να γίνονται σωματέμποροι· ενώ υπάρχουν κι ορισμένοι τύραννοι που καταστρέφουν ολόκληρες οικογένειες, σκοτώνουν αμέτρητους ανθρώπους, συχνά μάλιστα υποδουλώνουν κι ολόκληρες πολιτείες για τα λεφτά. Αυτούς εγώ τους οικτείρω, και πάρα πολύ, για την πολύ βαριά τους αρρώστια. Μου δίνουν την εντύπωση πως έχουν πάθει ότι κι ένας άνθρωπος με μεγάλη περιουσία, ο οποίος αν και τρώει πολύ, δεν χορταίνει ποτέ.
Όσο για μένα έχω τόσα που κι εγώ ο ίδιος με δυσκολία τα βρίσκω· ωστόσο υπάρχουν αρκετά για να τρώγω ώστε να μην πεινάω και να πίνω ώστε να μην διψώ και να είμαι ντυμένος ώστε όταν είμαι έξω να μην τρέμω από το κρύο περισσότερο απ’ ότι τούτος εδώ ο πάμπλουτος Καλλίας.
Κι όταν βρεθώ στο σπίτι, οι τοίχοι μού φαίνονται σαν πολύ ζεστά ρούχα, τα ταβάνια σαν πολύ χοντρά πανωφόρια, κι η κρεβατόστρωσή μου είναι τόσο επαρκής που δυσκολεύομαι να σηκωθώ από το κρεβάτι. Αν καμιά φορά το σώμα μου νιώσει την ανάγκη να πλαγιάσει με γυναίκα, αρκούμαι σε τέτοιον βαθμό σε ό,τι υπάρχει μπροστά μου, ώστε σ’ όποιες πηγαίνω με γλυκοφιλούν, γιατί κανένας άλλος δεν θέλει να τις πλησιάσει.
Κι όλα αυτά μου φαίνονται έτσι γλυκά, που κάνοντάς τα δεν θα μπορούσα να ευχηθώ να δοκιμάσω μεγαλύτερη χαρά αλλά μάλλον μικρότερη· τόσο πολύ έχω την εντύπωση πως ορισμένα από αυτά είναι πιο ευχάριστα κι απ’ ό,τι θα με συνέφερε. Αλλά πιο σημαντικό κτήμα μέσα στα πλούτη μου θεωρώ τούτο: ότι αν μου αφαιρούσε κάποιος κι αυτά που έχω τώρα, δεν βλέπω να είναι καμιά δουλειά τόσο εξευτελιστική που να μην μου εξασφαλίζει αρκετή τροφή.
Γιατί όποτε νιώσω την ανάγκη να απολαύσω κάτι, δεν παίρνω από την αγορά ακριβά πράγματα – έρχονται, βλέπεις, πανάκριβα – αλλά τα βγάζω μέσα από την ψυχή μου. Κι υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά ως προς την ηδονή, όταν αγγίζω κάτι, αφού πρώτα περιμένω να νιώσω την ανάγκη γι’ αυτό, απ’ ότι όταν δοκιμάζω κάποιο ακριβό πράγμα, έτσι επειδή έτυχε – όπως τώρα δα που πίνω αυτό το θασίτικο κρασί χωρίς να αισθάνομαι δίψα.
Αλήθεια όμως, είναι φυσικό, όσοι έχουν προσανατολιστεί περισσότερο στη λιτότητα παρά στα πολλά λεφτά, να είναι πιο δίκαιοι άνθρωποι. Γιατί όσοι πιστεύουν ότι αυτά που οι ίδιοι έχουν είναι με το παραπάνω αρκετά, ελάχιστα ορέγονται όσα έχουν οι άλλοι.
Κι αξίζει ακόμη να καταλάβει κανείς ότι ένας τέτοιος πλούτος κάνει τους ανθρώπους γενναιόδωρους. Γιατί και τούτος εδώ ο Σωκράτης, στον οποίο οφείλω αυτό τον πλούτο, μου πρόσφερε μια βοήθεια όχι περιορισμένη και με μέτρο, αλλά ό,τι μπορούσα να το κρατήσω μου το έδινε· κι εγώ τώρα δεν φθονώ κανέναν, αλλά τον θησαυρό που έχω στην ψυχή μου τον δείχνω σ’ όλους τους φίλους και τον προσφέρω σ’ όποιον τον θέλει.
Και το πιο περίκομψο κτήμα μου: το βλέπετε πως πάντα έχω ελεύθερο χρόνο, ώστε και να βλέπω όσα αξίζουν να τα βλέπει κανείς, και να ακούω όσα αξίζουν να τα ακούει και – πράγμα που εγώ το θεωρώ πολύτιμο – να περνώ απερίσπαστος την ημέρα μου μαζί με τον Σωκράτη.
Κι αυτός πάλι δεν θαυμάζει όσους έχουν πολύ χρυσάφι, αλλά συναναστρέφεται αυτούς που του είναι αρεστοί”.
Αυτά είπε ο Αντισθένης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου